Το να είσαι εργαζόμενος, ή ακόμη χειρότερα πρακτικάριος στο χώρο του επισιτισμού-τουρισμού, αποτελεί μια κόλαση.

Η αλή­θεια είναι ότι αυτό απο­τε­λεί ένα κοινό μυ­στι­κό που όλοι το γνω­ρί­ζουν. Αλλά «τι να κά­νου­με, ο του­ρι­σμός είναι η βαριά βιο­μη­χα­νία της χώρας». Μια βιο­μη­χα­νία που ακ­μά­ζει πάνω σε εξου­θε­νω­μέ­νους, τα­πει­νω­μέ­νους και εξα­ντλη­μέ­νους αν­θρώ­πους.

Η κα­ταγ­γε­λία του νε­α­ρού πρα­κτι­κά­ριου προς το ερ­γα­τι­κό κέ­ντρο Κέρ­κυ­ρας δεν έκανε τί­πο­τε άλλο από το να φέρει στην επι­φά­νεια την ασυ­δο­σία των αφε­ντι­κών και των κάθε λογής μα­να­τζα­ραί­ων. Ο κα­ταγ­γέ­λων δη­λώ­νει πως έχασε 12 κιλά σε δύο μήνες, πως δού­λευε 12ωρα και 13ωρα, πως δέ­χθη­κε κλω­τσιά στο τραυ­μα­τι­σμέ­νο του πόδι με απο­τέ­λε­σμα να μα­ζέ­ψει υγρό, πως δέ­χθη­κε γρο­θιές στο στή­θος, κά­ψι­μο με λάδι, κά­ψι­μο με πυ­ρα­κτω­μέ­νο σί­δε­ρο, απει­λές επαγ­γελ­μα­τι­κής και προ­σω­πι­κής φύ­σε­ως καθώς και προ­σβο­λές και ύβρεις σε κα­θη­με­ρι­νή βάση.

Όλα τα πα­ρα­πά­νω συ­νι­στούν ξε­κά­θα­ρη μέ­θο­δο βα­σα­νι­σμού με σκοπό την πει­θάρ­χη­ση, την εξα­ντλη­τι­κή πα­ρα­γω­γι­κό­τη­τα και την απο­μύ­ζη­ση υπε­ρα­ξί­ας στο έπα­κρον. Βέ­βαια στη γλώσ­σα των σεφ αυτό ονο­μά­ζε­ται «κα­ψό­νι» για να μάθει ο μι­κρός. Πάνω σε τέ­τοια «κα­ψό­νια» παίρ­νο­νται τα βρα­βεία και τα λεφτά των Μπο­τρί­νι­δων. Πάνω σε αν­θρώ­πους που βρί­σκο­νται στο όριο της σω­μα­τι­κής και ψυ­χο­λο­γι­κής ύπαρ­ξης-ανυ­παρ­ξί­ας κρε­μιού­νται στους τοί­χους τα αστέ­ρια Μι­σε­λέν και βαυ­κα­λί­ζο­νται οι σεφ και οι ιδιο­κτή­τες των μα­γα­ζιών ότι τα κέρ­δι­σαν με το σπαθί τους. Και να σου οι συ­νε­ντεύ­ξεις, και να σου τα λεφτά και να σου η κα­τα­ξί­ω­ση.

Ο ίδιος ο Μπο­τρί­νι βγήκε δη­μό­σια στον ΑΝΤ1 και γε­λώ­ντας προ­κλη­τι­κά είπε πως δε συμ­βαί­νουν τέ­τοια πράγ­μα­τα στο μα­γα­ζί του και ότι σε όποιον τέλος πά­ντων δεν αρέ­σει το ερ­γα­σια­κό πε­ρι­βάλ­λον μπο­ρεί να φύγει. Άλ­λω­στε για τον Μπο­τρί­νι και τους ομοί­ους του, οι πι­τσι­ρι­κά­δες πρα­κτι­κά­ριοι είναι ανα­λώ­σι­μοι. Όπως κάθε νέος και άπει­ρος ερ­γα­ζό­με­νος για κάθε αφε­ντι­κό. Ανα­λώ­σι­μοι μά­λι­στα όχι μόνο επαγ­γελ­μα­τι­κά αλλά απ’ ότι φά­νη­κε και υπαρ­ξια­κά. Αλλά μη δου­λευό­μα­στε με­τα­ξύ μας. Πόσοι σεφ βγαί­νουν δη­μό­σια και επαί­ρο­νται ότι στην κου­ζί­να τους δεν κου­νιέ­ται φύλλο; Ότι στην κου­ζί­να τους υπάρ­χει αδιαμ­φι­σβή­τη­τη ιε­ραρ­χία και υπο­τα­γή;

Ο ίδιος ο Μπο­τρί­νι είχε δου­λέ­ψει σε μα­γει­ρι­κές τη­λε­ο­πτι­κές εκ­πο­μπές που ονο­μά­ζο­νταν «εφιάλ­της στην κου­ζί­να» και «hell’s kitchen». Στην πρώτη βοη­θού­σε επί­δο­ξα αφε­ντι­κά να στή­σουν την επι­χεί­ρη­σή τους «στρώ­νο­ντας στη δου­λειά το τε­μπέ­λι­κο προ­σω­πι­κό» ενώ στη δεύ­τε­ρη εκ­παί­δευε νέους μά­γει­ρες προ­σβάλ­λο­ντας και υπο­τι­μώ­ντας τους δη­μό­σια ή βά­ζο­ντάς τους να επι­βάλ­λε­ται και να προ­σβάλ­λει ο ένας τον άλλον. Πρό­κει­ται για τον ορι­σμό του ερ­γα­σια­κού κα­νι­βα­λι­σμού σερ­βι­ρι­σμέ­νου σε μι­σε­λε­νά­τα πιάτα και γυα­λι­στε­ρά κρα­σο­πό­τη­ρα. Πρό­κει­ται για την αντί­λη­ψη που θέλει την κα­τά­κτη­ση της κο­ρυ­φής να περ­νά­ει πάνω από τα πτώ­μα­τα των «λι­γό­τε­ρο ικα­νών» που δεν άντε­ξαν στην πίεση.

Δεν ερ­γα­ζό­μα­στε συλ­λο­γι­κά με σκοπό την αξιο­πρε­πή δια­βί­ω­ση, αλλά αντα­γω­νι­ζό­μα­στε ατο­μι­κά με σκοπό τα φρά­γκα στην τσέπη του εστιά­το­ρα. Αυτό είναι το μο­ντέ­λο πάνω στο οποίο χι­λιά­δες νέοι ερ­γα­ζό­με­νοι γί­νο­νται έρ­μαια όχι μόνο της τα­ξι­κής υπε­ρο­χής των αφε­ντι­κών αλλά και των κάθε λογής κό­μπλεξ μι­κρο­ε­ξου­σί­ας και επι­βο­λής. Απέ­να­ντι σε αυτά τα λα­μπε­ρά σκου­πί­δια, το ερ­γα­τι­κό και συν­δι­κα­λι­στι­κό κί­νη­μα πρέ­πει να αντι­δρά­σει. Όταν ο κα­ταγ­γέ­λων δη­λώ­νει ότι προ­βαί­νει σε αυτή την κί­νη­ση υπό τον φόβο να μην υπάρ­ξει νέα πε­ρί­πτω­ση «Για­κου­μά­κη» αντι­λαμ­βά­νε­ται κα­νείς ότι έχου­με φτά­σει στο έσχα­το ση­μείο αν­θρώ­πι­νης υπό­στα­σης. Στον πάτο κυ­ριο­λε­κτι­κά.

«Η φτώ­χεια είναι πιο φρό­νι­μη αν νιώ­θει ότι φταί­ει» λέει ο Γιάν­νης Αγ­γε­λά­κας σε ένα τρα­γού­δι του, πε­ρι­γρά­φο­ντας από­λυ­τα την κα­τά­στα­ση. Ο 19χρο­νος πι­τσι­ρι­κάς έσπα­σε το στίχο, έσπα­σε τη σιωπή, τραυ­μα­τί­ζο­ντας με τα τραύ­μα­τά του την ανοχή μας. Αυτή τη γα­μη­μέ­νη απά­θειά μας και αδια­φο­ρία.

Αυτή που συ­ντη­ρεί ένα σύ­στη­μα που θέλει την εκ­με­τάλ­λευ­ση αν­θρώ­που από άν­θρω­πο. Γιατί έτσι. Γιατί δε γί­νε­ται αλ­λιώς.

Κι όμως ρε. Γί­νε­ται.