Η Ρωσία προσάρτησε με αρκετή ευκολία την Αυτόνομη Δημοκρατία της Κριμαίας και την πόλη της Σεβαστούπολης, χρησιμοποιώντας ως νομιμοποιητική βάση το συντριπτικό αποτέλεσμα του δημοψηφίσματος (97%).

Έχοντας στην τσέπη την Κριμαία ο Πούτιν μπορεί τώρα να αρχίσει να διαπραγματεύεται με το Κίεβο και τη Δύση όσον αφορά την τύχη των υπόλοιπων ρωσόφωνων περιοχών της Ουκρανίας, αλλά και συνολικά το στάτους της χώρας αυτής. Στο τραπέζι μπαίνει επίσης και η τύχη της Υπερδνειστερίας.  Την ίδια στιγμή, η προσωρινή ουκρανική κυβέρνηση βρίσκεται σε απόγνωση, βλέποντας ότι οι εθνικιστικές κραυγές της οδήγησαν άμεσα σε απώλειες εδαφών και μεγάλου μέρους του στόλου.

Όσον αφορά την Ουκρανία, τα οικονομικά προβλήματα που οδήγησαν στην κατάρρευση της κυβέρνησης Γιανουκόβιτς ταλανίζουν και την κυβέρνηση Γιάτσενιουκ, η οποία αντιλαμβάνεται ότι η διατήρηση της ενότητας της χώρας, αλλά και η οικονομική της επιβίωση περνά μέσα από την αναγνώριση των δικαιωμάτων των ρωσόφωνων αλλά και μέσα από τη διατήρηση κάποιων σημαντικών οικονομικών δεσμών με τη Ρωσία (βλ. την απόλυτη εξάρτηση από ρωσικό φυσικό αέριο, αλλά και το 38% των ουκρανικών εξαγωγών προς τη Ρωσία και το Καζακστάν). Η προσπάθεια απαγκίστρωσης από τους ναζί του δρόμου (εξ ου και η εκτέλεση Μουζίτσκο) λογοδοτεί σε αυτές τις ανάγκες. 

Δυσκολίες
Όμως το μέλλον της ουκρανικής κυβέρνησης είναι πολύ θολό κι αυτό όχι μόνον λόγω των επερχόμενων εκλογών στα τέλη Μάη. Η πιθανή δανειοδότηση της χώρας από μια τρόικα ελληνικού τύπου, θα συνοδεύεται από δυσβάστακτα για το λαό μέτρα, ενώ είναι πολύ αμφίβολο αν το Κίεβο τελικά καταφέρει να επιβάλει τις απαιτούμενες από το ΔΝΤ ιδιωτικοποιήσεις στο ανατολικό κομμάτι της χώρας, λόγω της συνολικής αντίθεσης του πληθυσμού προς την κυβέρνηση. Ταυτόχρονα τα πιθανά οικονομικά αντίποινα της Ρωσίας -στις σχεδιαζόμενες από τη Δύση κυρώσεις σε βάρος της Μόσχας- θα έχουν κι άλλες σοβαρές επιπτώσεις στην ουκρανική οικονομία. Η επιβολή καθεστώτος βίζας μεταξύ Ουκρανίας και Ρωσίας θα δυσκολέψει (αν δεν καταστρέψει τελείως) τη ζωή των τριών εκατομμυρίων Ουκρανών που εργάζονται στη Ρωσία.

Τέλος, η ευκολία με την οποία παραδόθηκαν στους Ρώσους εκατοντάδες ουκρανικά στρατόπεδα στην Κριμαία αλλά και πληθώρα πολεμικών πλοίων, δείχνει ότι ο εθνικιστικός οίστρος από μόνος του δεν μπορεί να πείσει τον στρατό να πολεμήσει –ή τουλάχιστον δείχνει ότι το Κίεβο δεν μπορεί να ελέγξει καθολικά το στρατό– και αυτός ο παράγοντας είναι καθοριστικός σε μια πιθανή θερμή αντιπαράθεση με τη Ρωσία. 

Σύγκρουση
Όμως η μεγάλη εικόνα είναι η σύγκρουση ΗΠΑ-ΕΕ από τη μια και Ρωσίας από την άλλη. Μέχρι στιγμής, οι ΗΠΑ και οι ΕΕ έχουν να επιδείξουν μόνον λεονταρισμούς, καθώς επιβάλλούν κυρώσεις… σε μερικές δεκάδες Ρώσους αξιωματούχους και καπιταλιστές που στηρίζουν τον Πούτιν μη δίνοντάς τους βίζα και παγώνοντας τα (στις περισσότερες περιπτώσεις ανύπαρκτα) περιουσιακά τους στοιχεία στη Δύση.

Ακόμη κι αν οι κυρώσεις φτάσουν σε υψηλό επίπεδο (το επίπεδο 3 όπως λένε), δεν θα έχουν κανένα αποτέλεσμα, καθώς αυτό είναι το συμπέρασμα της πρόσφατης ιστορίας: Οι κυρώσεις στο καθεστώς Σαντάμ στο Ιράκ διήρκησαν πολλά χρόνια και ήταν πολύ πιο άγριες σε βάρος του πληθυσμού (πέθαναν 500.000 παιδιά εξαιτίας της έλλειψης φαρμάκων). Κι όμως το καθεστώς άντεξε μια χαρά μέχρι που έπιασαν δουλειά οι αμερικανικές βόμβες και τα τανκς. Το γειτονικό Ιράν όχι μόνον άντεξε στο εμπάργκο, αλλά ανέπτυξε τεχνολογία και άλλες δυνατότητες –και στο τέλος αυτοί που υποχώρησαν ήταν οι Δυτικοί αποδεχόμενοι το δικαίωμα της Τεχεράνης στον εμπλουτισμό ουρανίου. Η Κούβα, απομονωμένη γεωγραφικά και κυριολεκτικά μέσα στο στόμα του (αμερικανικού) λύκου, αντέχει επί μισό αιώνα και πλέον.

Αν μπόρεσαν να αντέξουν μικρές χώρες, μπορεί κανείς να φανταστεί τις δυνατότητες της σημερινής Ρωσίας. Ούτε φυσικά ευσταθεί το επιχείρημα ότι η Ρωσία θα υποστεί βαρύτερες συνέπειες εξαιτίας της βαθιάς εμπλοκής της οικονομίας της με το παγκόσμιο σύστημα. Ίσα ίσα, γι’ αυτό το λόγο, οι συνέπειες των όποιων κυρώσεων σε βάρος της Μόσχας θα μεταφερθούν είτε ακούσια είτε εκούσια σε ολόκληρο το παγκόσμιο σύστημα, δηλ. μπορούν να μετατραπούν σε μπούμερανγκ. Οι αναλυτές της Deutsche Bank, π.χ., εκτιμούν ότι οι γαλλικές τράπεζες είναι εκτεθειμένες (έχουν απαιτήσεις) από τη Ρωσία ύψους 51 δισ. δολ. Οι αυστριακές τράπεζες είναι εκτεθειμένες κατά 17 δισ. δολ., ποσό που για τα δεδομένα της χώρας είναι εξαιρετικά μεγάλο. Συνολικά οι ευρωπαϊκές τράπεζες είναι εκτεθειμένες στη Ρωσία κατά περίπου 160 δισ. δολάρια. Στις σημερινές συνθήκες κρίσης, όταν οι τράπεζες μετά βίας περνούν τα στρες τεστ, η διαγραφή τέτοιων ποσών, θα σήμαινε πραγματική καταστροφή.

Ούτε φυσικά θα υποχωρήσει η υποστήριξη των ολιγαρχών προς το Κρεμλίνο εξαιτίας των δυτικών κυρώσεων σε ορισμένους από αυτούς. Το καθεστώς στη Ρωσία δεν είναι διόλου ίδιο με αυτό της Ουκρανίας: στη Μόσχα την εξουσία τη διαχειρίζεται το «πολιτικό προσωπικό», δηλ. ο Πούτιν, οργανώνοντας την κυριαρχία των ολιγαρχών στην κοινωνία ακόμη και σε βάρος κάποιων από αυτούς (όπως ανακάλυψε και ο πολύς Μ. Χοντορκόφσκι). Τις περιουσίες και την εξουσία των Ρώσων ολιγαρχών τις εξασφαλίζει ο Πούτιν και όχι το αντίστροφο.

Ενέργεια
Όμως, το μεγάλο πρόβλημα της ΕΕ είναι η εξάρτησή της από τους ρωσικούς υδρογονάνθρακες. 

Ασφαλώς αν η ΕΕ κάνει εμπάργκο στις εισαγωγές φυσικού αερίου και πετρελαίου από τη Ρωσία, η τελευταία θα χάσει ετησίως 70 δισ. δολ. ή το 3% του ΑΕΠ, ένα ποσό πολύ σοβαρό (η υψηλή τιμή των ορυκτών καυσίμων υπήρξε η κύρια αιτία ανάπτυξης του ρωσικού καπιταλισμού τα τελευταία χρόνια). Το ερώτημα σε αυτή την περίπτωση είναι ποιος θα αντέξει περισσότερο σε έναν αγώνα δρόμου: Η ΕΕ θα πρέπει να επιδοθεί σε μια αγωνιώδη προσπάθεια να καλύψει από άλλες χώρες το 30% της ενέργειας που χρειάζεται -και η στέρηση φθηνής ενέργειας θα είναι ιδιαίτερα καταστροφική στην προσπάθεια ανάκαμψης της Ένωσης, ενώ και η εσωτερική αλληλεγγύη και ενότητα που θα απαιτηθεί σε μια τέτοια περίπτωση -όπως ξέρουμε πολύ καλά- δεν υπάρχει. 

Αντίθετα η Ρωσία θα έχει ένα σχετικά πιο εύκολο έργο προκειμένου να βρει και πάλι αυτά τα 70 δισ. από άλλους αγοραστές ενέργειας, αλλά και πηγές για τα είδη πρώτης ανάγκης: Η Μόσχα έχει ήδη πολύ καλές εμπορικές και πολιτικές σχέσεις με τις υπόλοιπες χώρες της ομάδας BRICS (Βραζιλία, Ρωσία, Ινδία, Κίνα και Ν. Αφρική), η οποία αποτελεί το 42% του παγκόσμιου πληθυσμού και σχεδόν το 25% παγκόσμιας της οικονομίας. 

Οι εμπορικές συναλλαγές με την Κίνα, π.χ., έφτασαν το 2013 στα 89 δισ. δολάρια, ήταν δηλ. υψηλότερες από τις συναλλαγές της Ρωσίας με τη Γερμανία, ενώ οι νέες συμφωνίες μεταξύ των δύο χωρών αναμένεται να ανεβάσουν αυτό το ποσό στα 100 δισ. δολ. το 2015. Φυσικά κυρίαρχο ρόλο θα παίξουν οι συναλλαγές σε φυσικό αέριο, οι οποίες τώρα είναι σχεδόν ανύπαρκτες. Με άλλα λόγια οι κυρώσεις μπορούν να ενισχύσουν όχι μόνον τη Ρωσία, αλλά και τη χώρα που οι ΗΠΑ θεωρούν ως κύριο εχθρό τους πλέον, δηλ. την Κίνα. 

Απομόνωση;
Μπορεί η αμερικανική προπαγάνδα να μιλά για απομόνωση της Ρωσίας επειδή η Κίνα απείχε από την ψηφοφορία του Συμβουλίου Ασφαλείας για την Κριμαία (μόνον η Ρωσία έθεσε βέτο στη σχετική πρόταση των ΗΠΑ). Ωστόσο η στάση της Κίνας ήταν ευμενής ουδετερότητα υπέρ της Ρωσίας και αυτό διευκρινίστηκε στην κυβερνητική «Λαϊκή Ημερησία» του Πεκίνου η οποία τόνιζε «την ανικανότητα της Δύσης να καταλάβει τα διδάγματα της ιστορίας». 

Αυτά τα αδιέξοδα στην επιβολή κυρώσεων κατά της Ρωσίας κάνουν πολύ ασταθές το δυτικό μέτωπο εναντίον της. 

Ίσως γι’ αυτό το λόγο ο Ομπάμα έρχεται για περιοδεία στην Ευρώπη: για να πείσει τους ηγέτες της ΕΕ να κλιμακώσουν τις κυρώσεις, παρά και ενάντια στα συμφέροντα των χωρών τους. Εκτός του ότι αυτό δεν θα είναι πολύ εύκολο, το πρόβλημα είναι πως η αμερικάνικη οικονομία είναι έως ένα βαθμό διαπλεκόμενη και αυτή με τη ρωσική, αφού, μεταξύ άλλων, οι ρωσικές τράπεζες κατέχουν αμερικανικά κρατικά ομόλογα ύψους 140 δισ. δολ. περίπου. Μπορεί το ποσόν να μην είναι πολύ μεγάλο, ωστόσο αν η Μόσχα επιλέξει τη μαζική πώλησή τους, τότε πιθανόν το ντόμινο της κατάρρευσης του δολαρίου και της αύξησης του επιτοκίου δανεισμού των ΗΠΑ, να είναι δραματικό. Επίσης, είναι πολύ πιθανόν, να υπάρξουν αντιρρήσεις από το πετρελαϊκό λόμπι των ΗΠΑ, καθώς η μεγαλύτερη επένδυση της ExxonMobil εκτός ΗΠΑ είναι σε συνεργασία με τη ρωσική Rosneft στην αρκτική: σε περίπτωση ρήξης ΗΠΑ-Ρωσίας οι πετρελαιάδες θα χάσουν δισεκατομμύρια από αυτήν την υπόθεση.