Μετά από πάνω από μια δεκαετία κρίσης, αστάθειας και επιθέσεων, μετά την πανδημία και το ξέσπασμα του πολέμου στην Ουκρανία, η διεθνής οικονομία βρίσκεται ξανά στη δίνη μιας νέας κρίσης.

Τράπεζες καταρρέουν, μικρές και μεσαίες επιχειρήσεις θα κλείσουν σε τεράστιους αριθμούς, εκατομμύρια θα βρεθούν στην ανεργία, χώρες θα χρεοκοπήσουν και θα βρεθούν στα νύχια του ΔΝΤ, η φρίκη και η πείνα στις χώρες του «τρίτου κόσμου» θα μεγαλώσουν, οι παγκόσμιοι ανταγωνισμοί και η κούρσα των εξοπλισμών θα ενταθούν, το περιβάλλον καταστρέφεται ασύστολα. Ο παγκόσμιος καπιταλισμός δείχνει για μια ακόμη φορά το αποκρουστικό του πρόσωπο. 

Από την άλλη οι αντιστάσεις μεγαλώνουν: Γαλλία, Βρετανία, Ισραήλ, Γερμανία, κι όχι μόνο, δείχνουν τον δρόμο στον οποίο θα μπουν κι άλλα εργατικά κινήματα και λαοί την επόμενη περίοδο. 

Σ’ αυτές τις συνθήκες ο μεγάλος απών, διεθνώς, είναι δυστυχώς «η Αριστερά που δεν θα ξεπουλιέται και δεν θα ξεπουλά». Με άλλα λόγια, λείπει η Αριστερά που θα δώσει τη μάχη με συνέπεια και σχέδιο για τα καθημερινά ζητήματα παράλληλα με την πάλη για την ανατροπή του συστήματος και για μια εναλλακτική κοινωνία: σοσιαλιστική, με την πραγματική έννοια του όρου, στηριγμένη στην εργατική δημοκρατία. 

Στις επερχόμενες εκλογές στη χώρα μας, το δίλημμα μπροστά στα λαϊκά κι εργατικά στρώματα είναι μεγάλο. Έχουμε μια μισητή κυβέρνηση, κυνική και αδίστακτη, μια συμμορία ακραίων νεοφιλελεύθερων και ακροδεξιών, αποφασισμένων να μην αφήσουν τίποτα όρθιο, προσφέροντας «γη και ύδωρ» στο μεγάλο κεφάλαιο.

Μπροστά σε σημαντικά τμήματα του πληθυσμού υπάρχει το εκβιαστικό δίλημμα να ψηφίσουν ΣΥΡΙΖΑ για να φύγει ο Μητσοτάκης. Όμως ο ΣΥΡΙΖΑ είναι πια ένα κόμμα του συστήματος! Κάρφωσε πισώπλατα το ιστορικό όχι του ελληνικού λαού στο δημοψήφισμα του Ιούλη του 2015 και με το ξεπούλημα όλων όσων διακήρυττε γελοιοποίησε την έννοια της Αριστεράς απογοητεύοντας τους ανθρώπους της Αριστεράς και των κινημάτων σε διεθνές επίπεδο. Είναι το κόμμα που με την υποταγή του στις απαιτήσεις της ελληνικής και ευρωπαϊκής άρχουσας τάξης δημιούργησε τις προϋποθέσεις για να επιστρέψει η ΝΔ του Μητσοτάκη στην κυβέρνηση. Το ίδιο θα κάνει και αυτή τη φορά, σε περίπτωση που σχηματίσει την λεγόμενη «προοδευτική κυβέρνηση» που επικαλείται. 

Την τελευταία περίοδο βλέπουμε μια σταδιακή αναγέννηση των κινημάτων. Εργατικοί αγώνες όπως αυτός της e-food, νεολαιίστικοι αγώνες ενάντια στην καταστολή και την πανεπιστημιακή αστυνομία, αγώνες όπως των καλλιτεχνών και των σπουδαστών στις καλλιτεχνικές σχολές, μαχητικές κινητοποιήσεις ενάντια στους βιασμούς και τις γυναικοκτονίες, βρίσκονται σε διαδικασία κλιμάκωσης. Η άτυπη γενική απεργία της 8ης Μάρτη ενάντια στο έγκλημα στα Τέμπη θύμισε τα μεγάλα κινήματα της εποχής του 2010-13.  

Οι αγωνιστές της Αριστεράς έχουμε ευθύνη να προσπαθήσουμε να δώσουμε προοπτική στα κινήματα αυτής αλλά και της επόμενης περιόδου. Αυτό, πολιτικά, στις επερχόμενες εκλογές, σημαίνει ότι πρέπει να ενισχυθεί η Αριστερά. Η άνοδος της Αριστεράς μπορεί να λειτουργεί ενισχυτικά για την άνοδο των κινημάτων και η άνοδος των κινημάτων έχει σημασία να ενισχύει την άνοδο της Αριστεράς. 

Την ίδια στιγμή όμως πρέπει να πούμε πως δυστυχώς η εικόνα της Αριστεράς είναι απογοητευτική. 

Το κύριο κόμμα της Αριστεράς, το ΚΚΕ, δεν λειτουργεί ενωτικά προς την υπόλοιπη Αριστερά και τα κινήματα. Ενώ, στις τελευταίες μεγάλες κινητοποιήσεις για τα Τέμπη αρνήθηκε να προβάλει το αίτημα της επιστροφής του ΟΣΕ στο δημόσιο –ένα αίτημα που αγκαλιάζει η πλειοψηφία της κοινωνίας–αδιαφορώντας προφανώς αν οι συγκοινωνίες, το ρεύμα, το νερό, κλπ είναι στα χέρια ιδιωτών κερδοσκόπων ή αποτελούν δημόσιες επιχειρήσεις. Το ΜΕΡΑ 25 μετακινείται την τελευταία περίοδο προς τα αριστερά, κι αυτό είναι σημαντικό και πολύ θετικό, όμως δεν έχει μπορέσει να πείσει για τη φυσιογνωμία και τις προοπτικές του. Ο λόγος του παραμένει θολός και δυσνόητος για τα λαϊκά στρώματα. Η σύνθεσή του αλλά και οι θέσεις του δεν μπορούν να δώσουν εγγυήσεις για το τι ακριβώς θα κάνει σε περίπτωση που πιεστεί να συμμετέχει στην λεγόμενη «προοδευτική διακυβέρνηση» ΣΥΡΙΖΑ-ΠΑΣΟΚ. Τέλος η ΑΝΤΑΡΣΥΑ μένει καθηλωμένη σε πολύ χαμηλά ποσοστά και γι’ αυτό φταίνε, κατά τη γνώμη μας, τα δικά της ελλείμματα και λάθη: η άρνησή της να δουλέψει από κοινού με άλλες οργανώσεις και κόμματα της Αριστεράς που δεν συμφωνούν με το πρόγραμμά της, αποτελεί στην πραγματικότητα την αχίλλειο πτέρνα της. 

Σε όλη την ιστορία του επαναστατικού κινήματος, παρά τις όποιες αλλαγές στις αντικειμενικές συνθήκες, η τακτική του «Ενιαίου Μετώπου» (συνεργασία με άλλες δυνάμεις του μαζικού κινήματος με τις οποίες υπάρχει πολιτική ή και ιδεολογική διαφωνία) αποτελεί επιτακτική ανάγκη. Καμία οργάνωση της αντικαπιταλιστικής Αριστεράς δεν θα μπορέσει να προχωρήσει και να μαζικοποιηθεί αν δεν υιοθετεί το Ενιαίο Μέτωπο. Η ακριβής μορφή του Ενιαίου Μετώπου ασφαλώς μπορεί να διαφέρει από εποχή σε εποχή, όμως η ουσία του παραμένει μία κάτω από όλες τις συνθήκες: αποτελεί συνεργασία στη βάση συγκεκριμένων ζητημάτων ανάμεσα στους επαναστάτες Μαρξιστές και την ρεφορμιστική Αριστερά. 

Έτσι, δεν υπάρχει κατά τη γνώμη μας κάποιος φορέας της Αριστεράς που να μπορεί σήμερα να δώσει διέξοδο και προοπτική για να ξεφύγει η Αριστερά από την κρίση που την διαπερνά. Σαν αποτέλεσμα, για τις επερχόμενες εκλογές, το Ξεκίνημα προτείνει ψήφο στην Αριστερά, ενεργητικά, αλλά χωρίς να προχωρά στο να επιλέξει ανάμεσα στο ΚΚΕ, το ΜΕΡΑ 25 ή την ΑΝΤΑΡΣΥΑ.  

Είναι άξιο προσοχής ότι ένας σημαντικός αριθμός οργανώσεων της αντικαπιταλιστικής Αριστεράς κατανοούν το αδιέξοδο στο οποίο βρίσκεται σήμερα η Αριστερά και επιλέγουν να καλέσουν γενικά για ψήφο στην Αριστερά χωρίς να επιλέγουν συγκεκριμένο φορέα. 

Χρειάζεται όμως, πέρα από τις εκλογές, να σκεφτόμαστε και την επόμενη μέρα, το μέλλον. Ξεκινώντας από την κατανόηση ότι ο καπιταλισμός αποδεδειγμένα και αντικειμενικά θέτει το δίλημμα «σοσιαλισμός ή βαρβαρότητα», βλέποντας τα κινήματα που αναπτύσσονται διεθνώς και στη χώρα μας, πρέπει να σταθούμε στο πώς θα χτιστούν οι δυνάμεις εκείνες που με συνέπεια θα παλέψουν για το χτίσιμο της μαζικής ανατρεπτικής Αριστεράς που χρειάζεται η κοινωνία. 

Το μέλλον βρίσκεται στις δυνάμεις της αντικαπιταλιστικής Αριστεράς. Για να ανταποκριθεί σ’ αυτό το ρόλο όμως, η αντικαπιταλιστική Αριστερά πρέπει να ξεπεράσει μερικές από τις «παιδικές ασθένειες» της. Χρειάζεται, κατά τη γνώμη μας, να υπάρξει συσπείρωση σε ένα κοινό πολιτικό (ομοσπονδιακό) σχήμα, στη βάση ενός μεταβατικού προγράμματος με στόχο τη συστημική ανατροπή, με αλληλοσεβασμό και με σταθερή προσήλωση στην τακτική του Ενιαίου Μετώπου. 

*Μέλος στο «Ξεκίνημα»