Όταν ο Τσίπρας εκλιπαρεί τον Λεβέντη να τον στηρίξει στην κατεδάφιση του Ασφαλιστικού...
Όταν ο ΣΥΡΙΖΑ ξεκινούσε, στα τέλη του 2003 - αρχές του 2004, θεμελιώδης θέση του ήταν η εναντίωση στην Κεντροαριστερά και στις κεντροαριστερές συναινέσεις. Όταν, ύστερα από τις διπλές εκλογές το Μάη και τον Ιούνη του 2012, έγινε το μεγάλο πολιτικό και εκλογικό «ξεπέταγμα», αλλά και μέχρι την εκλογική νίκη της 25ης Ιανουαρίου 2015, θεμελιώδης θέση του ήταν η κατάργηση των μνημονίων και η ανατροπή της λιτότητας. Στον λιγότερο από έναν χρόνο που μεσολάβησε από τότε, κύλησε πολύ νερό στ’ αυλάκι, ώστε το 2015 να τελειώνει και το 2016 να ανατέλλει με την «παράδοξη» εικόνα ο Αλέξης Τσίπρας και κεντρικά στελέχη του ΣΥΡΙΖΑ να εκλιπαρούν τον... Βασίλη Λεβέντη να στηρίξει την κυβέρνηση στη Βουλή στις ψηφοφορίες για την οριστική κατεδάφιση του κοινωνικοασφαλιστικού συστήματος στο πλαίσιο των δεσμεύσεων του τρίτου μνημονίου...
Η Ιστορία έδειξε, λοιπόν, ότι μπορεί να κρύβει μεγάλες, «απίστευτες» ανατροπές, μεταλλάξεις ή και κακοήθεις εξαλλαγές. Αλλά αυτή η «ιδιότητα» της Ιστορίας δεν έχει πάντα μονή κατεύθυνση. Στην Ιστορία τίποτε δεν γίνεται τυχαία αλλά και τίποτε δεν γίνεται ατιμώρητα, δηλαδή χωρίς οι φορείς του ιστορικού δράματος να εισπράττουν τα επίχειρα των πράξεών τους. Το γεγονός ότι ο Αλέξης Τσίπρας και η ηγεσία του ΣΥΡΙΖΑ της κακοήθους, μνημονιακής πολιτικής εξαλλαγής αναγκάζονται να πέσουν τόσο χαμηλά όσο τα πόδια ενός Βασίλη Λεβέντη τρεισήμισι μόλις μήνες ύστερα από τον εκλογικό θρίαμβο της 20ής Σεπτεμβρίου 2015 δεν είναι μόνο ένδειξη πολιτικής κατάντιας αλλά και τεράστιας πολιτικής αδυναμίας και ενός άδηλου πολιτικού μέλλοντος. Διότι η Ιστορία είναι επίσης γεμάτη με παραδείγματα όπου πρώην αριστεροί θύτες έγιναν στη συνέχεια οι ίδιοι όχι μόνο θύματα αλλά και αθύρματα των μηχανισμών του συστήματος που προς στιγμήν πίστεψαν ότι έχουν «κυριεύσει».
Η πολιτική κρίση
Όταν ο «ηγεμόνας» του πολιτικού σκηνικού βρίσκεται σε κατάσταση τέτοιας πολιτικής ένδειας, τότε δεν είναι καθόλου παράδοξο που οι άλλοι πρωταγωνιστές του αστικού-μνημονιακού πολιτικού συστήματος είναι επίσης σε κατάσταση πολιτικού εκφυλισμού και αφασίας. Και από αυτή την άποψη, είναι δείκτης έρπουσας πολιτικής αστάθειας και παραμένουσας πολιτικής κρίσης το γεγονός ότι η «τρολιά» του πολιτικού συστήματος, η Ένωση Κεντρώων του Βασίλη Λεβέντη, αναδεικνύεται σε... εν δυνάμει ρυθμιστή των πολιτικών εξελίξεων. Και για να το γενικεύσουμε, όλα αυτά θα ήταν αδιανόητα αν η ηγεμονική κρίση του συστήματος δεν παρέμενε ακέραια, παρά τη μνημονιακή στροφή της ηγεσίας του ΣΥΡΙΖΑ.
Μόνο έτσι μπορεί να εξηγηθεί γιατί το 2015 τελειώνει και το 2016 ανατέλλει με άλλο ένα παράδοξο: το βασικό κόμμα της αστικής τάξης να διέρχεται μια εκφυλιστική κρίση, με το ενδεχόμενο της διάσπασής του ανοιχτό και με πρωταγωνιστές τέτοιων σεναρίων όχι μόνο τον Αντώνη Σαμαρά, όχι μόνο τον Απόστολο Τζιτζικώστα, αλλά και τον... πρίγκιπα Νικόλαο!
Το μνημόνιο απαιτεί συναινέσεις...
Πάει πλέον πολύς καιρός που έχει γίνει καθαρό ότι οι δανειστές δεν αρκούνται να απαιτούν «πακέτα» μέτρων και μνημόνια και να υποβάλλουν το περιεχόμενό τους, αλλά ενδιαφέρονται εξίσου και για τους όρους της μνημονιακής πολιτικής διακυβέρνησης. Τα 5 μνημονιακά χρόνια απέδειξαν ότι δεν αρκεί να ψηφίζονται μνημόνια, πρέπει και να μπορούν να υλοποιηθούν χωρίς σοβαρούς τριγμούς. Το αστικό πολιτικό σύστημα πλήρωσε βαρύ «φόρο αίματος» στην προσπάθεια να ψηφιστούν και να υλοποιηθούν τα δύο πρώτα μνημόνια: κόμματα κατέρρευσαν (με χαρακτηριστικότερη περίπτωση το ΠΑΣΟΚ) ή και εξαφανίστηκαν (ποιος θυμάται το ΛΑΟΣ;), βασικοί πολιτικοί πυλώνες αποδυναμώθηκαν σημαντικά (π.χ. η ΝΔ), πολιτικό προσωπικό απαξιώθηκε μαζικά. Σε αυτό το πλαίσιο, η αναζήτηση μνημονιακών συναινέσεων έχει αναδειχθεί σε πολιτική άσκηση κρίσιμης σημασίας και λεπτών ισορροπιών.
Ύστερα από τη μνημονιακή στροφή και κακοήθη εξαλλαγή, στο παιχνίδι των μνημονιακών συναινέσεων μπήκε αναπόφευκτα και ο ΣΥΡΙΖΑ. Η υπηρεσία που προσέφερε στο σύστημα με την «αριστερή υπογραφή» στο τρίτο μνημόνιο και τη μετατροπή του ΟΧΙ του δημοψηφίσματος σε ΝΑΙ ήταν τεράστια, ιστορική και φυσικά ευπρόσδεκτη. Ο ΣΥΡΙΖΑ και ο Αλέξης Τσίπρας εξακολουθούν να είναι η βασική πολιτική επιλογή των δανειστών και των δυνάμεων του συστήματος, αλλά αυτό απέχει πάρα πολύ από το να τους έχει δοθεί κάποιου είδους «λευκή επιταγή». Είναι επιλογή πρόσκαιρη και υπό όρους.
Το μήνυμα έχει ήδη δοθεί με πολλούς τρόπους και είναι απερίφραστο: ο Αλέξης Τσίπρας θα πρέπει να «ολοκληρώσει τη δουλειά χωρίς καμία έκπτωση» και να αναλάβει όλες τις ευθύνες και τις συνέπειες από αυτή την απαίτηση. Αυτές οι ευθύνες και συνέπειες είναι βασικά δύο: Πρώτο, να ξεκαθαρίσει οριστικά τον ΣΥΡΙΖΑ από οποιεσδήποτε αριστερές «ευαισθησίες» και «ενοχές», μετατρέποντάς τον ολοκληρωτικά σε κόμμα του μνημονιακού Κέντρου. Δεύτερο ‒και σε απόλυτη συνάρτηση με το πρώτο‒ να ανοίξει την πόρτα των μνημονιακών συναινέσεων. Το πρόβλημα είναι ότι αυτή η διαδικασία «υπέρβασης» καθιστά ταυτόχρονα τον ΣΥΡΙΖΑ και τον Αλέξη Τσίπρα «μη απαραίτητους» στον πρώτο ρόλο της μνημονιακής διακυβέρνησης.
Αυτό εξηγεί γιατί ο Αλέξης Τσίπρας ανέχεται να τον εξευτελίζει ο Λεβέντης, ο οποίος δηλώνει πλέον «τίποτε λιγότερο από “οικουμενική”»...
...να τις ανατρέψουμε!
Καθώς λοιπόν βρισκόμαστε μπροστά σε εξελίξεις που οδηγούν αναπότρεπτα σε κυβερνητικές διευρύνσεις με τελικό σταθμό την «οικουμενική», μια διαδικασία που μπορεί να ολοκληρωθεί «εφάπαξ» μέσα από μια νέα μεγάλη δραματοποίηση για πλήρες αδιέξοδο με τους δανειστές ή σε «δόσεις» (καθώς τόσο ο ΣΥΡΙΖΑ όσο και η ΝΔ θέλουν το χρόνο τους), οι μαχόμενες δυνάμεις του κινήματος και της ριζοσπαστικής-αντικαπιταλιστικής Αριστεράς πρέπει να παρέμβουν αποφασιστικά στις εξελίξεις, οπλισμένες με την πίστη ότι η διαδικασία των κυβερνητικών διευρύνσεων είναι ασταθής και διεξάγεται στο σαθρό έδαφος της ηγεμονικής πολιτικής κρίσης του συστήματος. Ότι μπορούν να «εκτρέψουν» και να ακυρώσουν τη διαδικασία επιβολής και υλοποίησης του τρίτου μνημονίου, αξιοποιώντας τις πολιτικές περιπλοκές των πολιτικών συναινέσεων που αυτή η διαδικασία απαιτεί. Ότι η μάχη του Ασφαλιστικού πρέπει να οργανωθεί ως «μητέρα όλων των μαχών». Κυρίως όμως, ότι πρέπει να οργανώσουμε αυτήν τη μάχη όχι ως ηρωική μάχη οπισθοφυλακών «για την τιμή των όπλων», αλλά ως μάχη που μπορεί να σηματοδοτήσει το σημείο αφετηρίας της ανασύνταξης και αντεπίθεσης του κινήματος, τις απαρχές μιας «επανίδρυσης» του πολιτικού σχεδίου της πολιτικής ανατροπής.