Η κυβέρνηση επιχειρεί ξανά να νομοθετήσει ένα σκληρά νεοφιλελεύθερο μοντέλο
Την ώρα που η πανδημία θερίζει τη χώρα και τα πανεπιστήμια παραμένουν κλειστά με ευθύνη της κυβέρνησης, η υπουργός Παιδείας Ν.Κεραμεως εξαπολύει μια ολομέτωπη επίθεση προς τη δημόσια εκπαίδευση και τα δημόσια πανεπιστήμια. Καμία έκπληξη όμως δεν μας προκαλεί η παραπάνω εξέλιξη, καθώς η κυβέρνηση Μητσοτάκη από την πρώτη στιγμή έκανε σαφή την πρόθεσή της για υποβάθμιση της δημόσιας παιδείας.
Εξίσωση πτυχίων
Σε ένα ακόμη κοινοβουλευτικό «πραξικόπημα», η υπουργός κατέθεσε τελευταία στιγμή τροπολογία η οποία αφορούσε στην αναγνώριση των επαγγελματικών προσόντων και της επαγγελματικής ισοδυναμίας των πτυχίων των κολλεγίων. Δηλαδή οι πτυχιούχοι των αγορασμένων πτυχίων των ιδιωτικών κολλεγίων θα έχουν ίσα δικαιώματα με τους πτυχιούχους των δημοσίων πανεπιστημίων.
Από τη μια λοιπόν η κυβέρνηση επικαλούμενη την «αριστεία» και το επίπεδο σπουδών προχωρά σε μείωση των εισακτέων στα πανεπιστήμια και καταργεί πολλά από τα υπάρχοντα τμήματα κι από την άλλη αναγνωρίζει τα ιδιωτικά πτυχία και τα εξισώνει με εκείνα των δημοσίων πανεπιστημίων. Γίνεται, λοιπόν, εύκολα αντιληπτικό πως με αυτόν τον τρόπο για ακόμη μια φορά υπονoμεύει το δημόσιο πανεπιστήμιο και την αξία των πτυχίων του, με σκοπό την πλήρη εμπορευματοποίηση της τριτοβάθμιας εκπαίδευσης, ενώ ταυτόχρονα κατακερματίζει πλήρως τα επαγγελματικά δικαιώματα δημιουργώντας φθηνό εργατικό δυναμικό για τους επενδυτές.
Η επίθεση αυτή δεν είναι ξεκομμένη από την γενικότερη επίθεση που εξαπολύει η κυβέρνηση στη δημόσια εκπαίδευση το τελευταίο διάστημα. Η θέσπιση ελάχιστης βάσης για την εισαγωγή στο πανεπιστήμιο, οι διαγραφές φοιτητών μετά το πέρας των ν+2 χρόνων φοίτησης, καθώς και η επιβολή διδάκτρων, είναι μερικές πτυχές μιας σκληρά νεοφιλελεύθερης πολιτικής που έχει ξεκάθαρα ταξικά χαρακτηριστικά, καθώς θέτει διαρκή εμπόδια και αποκλείει τα παιδιά των φτωχότερων λαϊκών στρωμάτων από το δικαίωμα στην ανώτατη εκπαίδευση.
Εντατικοποίηση και πειθάρχηση
Ταυτόχρονα, με την εντατικοποίηση της καθημερινότητας των φοιτητών, αλλά και την πειθάρχησή τους στα νέα δεδομένα μέσω της εγκατάστασης αστυνομίας στις σχολές και την εμπέδωση της καταστολής, η κυβέρνηση προσπαθεί να δημιουργήσει ένα μοντέλο full-time φοιτητή. Εκείνου δηλαδή που θα ασχολείται αποκλειστικά με τα μαθήματα του και με το πώς και πότε θα πάρει πτυχίο, που θα κυνηγάει σεμινάρια και διαλέξεις για να γεμίσει τον ατομικό του φάκελο προσόντων και δε θα έχει καθόλου χρόνο για να ασχοληθεί με την πολιτική και τα κοινά.
Η συνεχής υποχρηματοδότηση των πανεπιστημίων και οι περικοπές στις δαπάνες και στη φοιτητική μέριμνα έχουν ως στόχο να μετακυλήσουν το κόστος σπουδών στους ίδιους τους φοιτητές που πολλές φορές αδυνατούν να ανταπεξέλθουν με ευκολία ακόμη και σε στοιχειώδεις ανάγκες τους. Συνέπεια αυτής της κατάστασης είναι πολλοί φοιτητές να καθυστερούν να ολοκληρώσουν τις σπουδές ή ακόμη και να τις παρατούν. Γι’ αυτόν ακριβώς το λόγο, η θέσπιση ορίου φοίτησης στα ν+2 έτη έχει ξεκάθαρα χαρακτηριστικά αφού βάζει ιδιαίτερες δυσκολίες σε εκείνους και εκείνες που αναγκάζονται να εργαστούν για να βιοποριστούν.
Παράλληλα, η θέσπιση βάσης εισαγωγής, σαν μετρό έχει κι αυτό ταξικά χαρακτηριστικά εφόσον αφαιρεί τη δυνατότητα σπουδών σε παιδιά αν γράψουν κάτω από 10, τη στιγμή που παιδιά ευκατάστατων οικογενειών που έχουν λεφτά να πληρώσουν, έχουν τη δυνατότητα να εξασφαλίσουν ισότιμα μάλιστα πτυχία με τους αποφοίτους των ΑΕΙ. Αντιλαμβάνεται εύκολα κάνεις πως βασική στόχευση της κυβέρνησης είναι η δημιουργία πανεπιστημίων για λίγους κι εκλεκτούς, πλήρως εμπορευματοποιημένα και διαβρωμένα από τις ανάγκες τις αγοράς και με πτυχία που δεν θα εξασφαλίζουν καμία εργασιακή προοπτική αλλά θα αποτελούν φθηνή επένδυση για το κεφάλαιο.
Ανάγκη απάντησης
Με τις σχολές λοιπόν να είναι κλειστές η κυβέρνηση επιλέγει τις περικοπές στις δαπάνες για την εκπαίδευση στον κρατικό προϋπολογισμό, την ίδια στιγμή που ξοδεύει υπέρογκα ποσά για εξοπλισμούς και για να κάνει δωράκια στο κεφάλαιο. Αυτή η πολιτική που αποκλείει τη νεολαία από την τριτοβάθμια εκπαίδευση και που της στερεί τα βασικά επαγγελματικά δικαιώματα και κεκτημένα πρέπει να ανατραπεί. Μέσα στις πολύ δύσκολες παρούσες συνθήκες η φοιτητική Αριστερά οφείλει να βρει κοινό βηματισμό και υπερασπιστεί ένα πανεπιστήμιο πραγματικά ελεύθερο και δημόσιο.
Όχι στην αστυνομοκρατία – Αγώνας για ελεύθερα πανεπιστήμια!
Πιστή στο δόγμα «νόμος και τάξη» η κυβέρνηση της Νέας Δημοκρατίας έδειξε τις διαθέσεις της από τις πρώτες μέρες εκλογής της, όταν και νομοθέτησε άρον άρον την κατάργηση του πανεπιστημιακού ασύλου εξαπολύοντας μια άνευ προηγουμένου επίθεση προς τους φοιτητικούς συλλόγους και τις δημοκρατικές τους ελευθερίες. Τώρα επιχειρεί να προχωρήσει ένα βήμα παρακάτω με τη θέσπιση της πανεπιστημιακής αστυνομίας και την επιβολή ενός κλίματος διαρκούς εποπτείας και επιτήρησης στις σχολές.
Σχέδιο ελέγχου
Πρόκειται για ένα σώμα, το οποίο με βάση κυβερνητικές διαρροές σε φιλικά διακείμενα προς εκείνη μέσα, θα έχει την εξουσιοδότηση να περιπολεί μέσα στον χώρο των ιδρυμάτων και σε περίπτωση «ύποπτων» ενεργειών να επικοινωνεί με την ΕΛΑΣ και να λαμβάνει οδηγίες για το πώς θα αντιδράσει. Αναρωτιόμαστε πραγματικά το πού και πώς ορίζεται αυτή η «δράση». Το Υπουργείο Προστασίας του Πολίτη, αναμένεται το επόμενο διάστημα να προκηρύξει 1000 προσλήψεις για τη στελέχωση του συγκεκριμένου σώματος, οι οποίες θα αγγίξουν το ποσό το 30 εκατομμυρίων ευρώ.
Την ίδια στιγμή που η κυβερνητική διαχείριση της πανδημίας έχει αποτύχει παταγωδώς, με εκατοντάδες καθημερινές απώλειες, με τα κρούσματα να εκτοξεύονται συνεχώς και με ένα κυλιόμενο lockdown που δεν ξέρουμε πότε θα σταματήσει, το επιτελείο του Μητσοτάκη επιλέγει συνειδητά, όχι να επενδύσει σε κοινωνικές παροχές, σε προσλήψεις υγειονομικών και σε στήριξη της δημόσιας υγείας και παιδείας, αλλά στην εμπέδωση ενός κλίματος τρομοκρατίας και καταστολής στις σχολές. Έτσι, λοιπόν, η «Ομάδα Προστασίας Πανεπιστημιακών Ιδρυμάτων» όπως χαρακτηριστικά θα λέγεται, θα σουλατσάρει μέσα στα πανεπιστημιακά ιδρύματα φέροντας κλομπ και χειροπέδες και έχοντας προηγουμένως λάβει εκπαίδευση όμοια με εκείνη των ειδικών φρουρών, δηλαδή 5 έως 7 εβδομάδων.
Το ακόμη πιο τραγικό, όμως, είναι ότι το συγκεκριμένο σώμα προβλέπεται να υπάγεται απευθείας στην ΕΛΑΣ ενώ ο εξοπλισμός και η αμοιβή του σύμφωνα με την υπουργική απόφαση να βαρύνει τα Νομικά Πρόσωπα Δημοσίου Δικαίου. Τζάμπα «μάγκες» δηλαδή στην κυριολεξία. Πρόθεση της κυβέρνησης είναι η πανεπιστημιακή αστυνομία να κάνει την εμφάνισή της σε πρώτο πλάνο στο Εθνικό και Καποδιστριακό Πανεπιστήμιο Αθηνών, το Εθνικό Μετσόβιο Πολυτεχνείο, το Οικονομικό Πανεπιστήμιο Αθηνών (πρώην ΑΣΟΕΕ) και το Αριστοτέλειο Πανεπιστήμιο Αθηνών (ΑΠΘ), ενώ υπάρχει και η σκέψη να συμπεριληφθεί και το Πανεπιστήμιο Πατρών, αν και δεν έχει ακόμη ληφθεί οριστική απόφαση.
Πρώτη που έσπευσε να πανηγυρίσει για την παρούσα απόφαση ήταν η ΟΝΝΕΔ που μετά από χρόνια είδε τους κόπους της να ανταμοίβονται. Σε ανακοίνωσή της κάνει λόγο για «δικαίωση για γενιές μελών της ΔΑΠ-ΝΔΦΚ που επί δεκαετίες υπερασπίστηκαν την πρόοδο στο χώρο του ελληνικού πανεπιστημίου», ενώ στο ίδιο μήκος κύματος ο Χρυσοχοΐδης ανέφερε περιχαρής ότι «η κυρία Κεραμέως θα φέρει στη βουλή την ομάδα προστασίας πανεπιστημιακών ιδρυμάτων, που θα είναι μία ομάδα ήπιας αστυνόμευσης και θα συλλαμβάνει όποιον παρανομεί».
Αντιδράσεις ακαδημαϊκής κοινότητας
Βέβαια την ίδια στιγμή υπάρχουν σφοδρές αντιδράσεις για το συγκεκριμένο μέτρο που παραπέμπει σε άλλες σκληρές εποχές. Σύσσωμη η φοιτητική Αριστερά έχει πάρει θέση απέναντι στα σχέδια των αστυνομοκρατούμενων πανεπιστημίων. Δεν είναι όμως η μόνη. Πλήθος από διαδικτυακά ψηφίσματα και κείμενα εναντίωσης κατακλύζουν το διαδίκτυο πολλά από τα οποία υπογράφονται από προπτυχιακούς/μεταπτυχιακούς φοιτητές αλλά και καθηγητές και εργαζόμενους στα πανεπιστήμια. Παράλληλα, η Σύγκλητος του Παντείου και του ΑΠΘ έχουν πάρει ήδη ανοιχτά θέση ενάντια στη συγκεκριμένη μεθόδευση της κυβέρνησης, ενώ ακόμη και η Σύνοδος των Πρυτάνεων στέκεται απέναντι σε ένα μέτρο που αμφισβητεί το αυτοδιοίκητο των δημοσίων πανεπιστημίων και επιχειρεί να καταστήσει τις σχολές ελεγχόμενες ζώνες.
Πρόκειται λοιπόν για μια ξεκάθαρη επίθεση στη δημόσια τριτοβάθμια εκπαίδευση που στόχο έχει αφενός την εμπέδωση ενός κλίματος τρομοκρατίας απέναντι στη νεολαία, και σε όσους αγωνίζονται, ποινικοποιώντας τις πιο ριζοσπαστικές μορφές δράσης των φοιτητικών συλλόγων όπως οι συνελεύσεις και οι καταλήψεις, και αφετέρου να αλλάξει ριζικά το χαρακτήρα του Πανεπιστημίου, μετατρέποντάς το από κοινωνικό χώρο πολιτικοποίησης και κέντρο αγώνων, σε ένα εξεταστικό κέντρο που θα παρέχει στείρες γνώσεις ανάλογα με τις ανάγκες του κεφαλαίου και της αγοράς.
Σε αυτό τον πλαίσιο η κυβέρνηση χρησιμοποιεί την καταστολή ως ιδεολογικό μέσο για να πειθαρχήσει και να εντατικοποιήσει την καθημερινότητα των φοιτητών, και να τους απομακρύνει από τις συλλογικές τους διαδικασίες, μετατρέποντας την καθημερινότητα τους σε έναν διαρκή αγώνα επιβίωσης χωρίς τερματισμό. Η επίθεση αυτή στους φοιτητικούς συλλόγους και τα μέσα πάλης τους, μόνο τυχαία δεν είναι, αφού πέρα από τον ιστορικό ρόλο που έχουν παίξει ως συνδετικός κρίκος, αλλά και πυρήνας και ενορχηστρωτής των μεγάλων και μαζικών κοινωνικών και εργατικών αγώνων που έχουν ξεσπάσει ιστορικά στην Ελλάδα, αποτελούν ανάχωμα στα σχέδιά της στο σήμερα, στην υλοποίηση των πιο αντιδραστικών αντιεκπαιδευτικων μεταρρυθμίσεων από το υπουργείο Παιδείας.
Η κυβέρνηση καταφεύγει στην καταστολή, επενδύοντας στην τρομοκρατία και την ποινικοποίηση της συνδικαλιστικής δράσης προκειμένου να εξασφαλίσει την εφαρμογή των διαφόρων εκπαιδευτικών αναδιαρθρώσεων που είναι διατεθειμένη να περάσει. Η νεολαία δεν έχει ανάγκη από αστυνομία, έχει ανάγκη από περισσότερα λεφτά για τη δημόσια εκπαίδευση. Είναι άκρως προκλητικό και ταξικά μεροληπτικό τη στιγμή που οι δαπάνες για την εκπαίδευση μειώνονται ολοένα και περισσότερο, η κυβέρνηση να σπαταλάει λεφτά για αστυνομία και εξοπλισμούς και να αποκλείει μεγάλο μέρος της νεολαίας από το δικαίωμα στις σπουδές.
Το σιωπητήριο που προσπαθεί να επιβάλλει στη νεολαία και τους αγώνες της θα σπάσει στην πράξη, μέσα από τις συλλογικές διαδικασίες των φοιτητικών συλλόγων, τις μαζικές συνελεύσεις και τις καταλήψεις διαρκείας. Τα πανεπιστήμια θα παραμείνουν ανοιχτοί και ζωντανοί κοινωνικοί χώροι, κόντρα στα σχέδια του Μητσοτάκη και του Χρυσοχοΐδη. Το αναφαίρετο δικαίωμα στην πολιτική δράση και το συνδικαλισμό είναι υπόθεση όλων μας. Η μόνη που δεν έχει θέση στα πανεπιστήμια είναι η αστυνομία.
*Αναδημοσίευση από την Εργατική Αριστερά