Με αφορμή ένα κείμενο του Δημήτρη Ψαρρά στην ΕΦ.ΣΥΝ.

Λίγες μέρες πριν από τις εκλογές, είναι λογικό τα πνεύματα να οξύνονται και να λέγεται και καμιά κουβέντα παραπάνω, ακόμα κι από νηφάλιους. Τη νηφαλιότητα του Δημήτρη Ψαρρά, φίλου και σύντροφου από χρόνια, ελάχιστοι θα την αμφισβητούσαν. Είναι όμως ακριβώς γι’ αυτό που το σημερινό δισέλιδό του στην Εφημερίδα των Συντακτών «χτυπάει» στο μάτι: επειδή, ακόμα και λίγες μέρες πριν από τις εκλογές, η επινόηση συγγενειών και κοινών τόπων μεταξύ Αριστεράς και Ακροδεξιάς, Λαϊκής Ενότητας και Μαρίν Λεπέν, είναι «φάουλ». Φάουλ μεταξύ αριστερών, με μεθοδολογικό δάνειο από «κεντρώες» θεωρίες των άκρων («αριστερολεπενισμός κ.λπ») – τη στιγμή, μάλιστα, που τα αδιέξοδα της «σκληρής διαπραγμάτευσης εντός Ευρωζώνης» υποχρεώνουν σε αναζήτηση στρατηγικής δυνάμεις που υπερβαίνουν κατά πολύ την κίνηση του Παναγιώτη Λαφαζάνη.

Να πω όμως αρχικά περί τίνος πρόκειται:

Στο σημερινό φύλλο της καλής εφημερίδας, ο Δημήτρης παρουσιάζει τις «δύο όψεις του ‘εθνικού νομίσματος’» - τη «σύγκλιση», δηλαδή, ριζοσπαστικής Αριστεράς και Ακροδεξιάς στην αντίθεση στην Ευρωζώνη. Αφορμή γι’ αυτό παίρνει από την πρόσφατη παρουσίαση στην ΕΣΗΕΑ του βιβλίου «Η επανάσταση του Grexit», του δημοσιογράφου Νίκου Ιγγλέση, εκδήλωση στην οποία κλήθηκαν και μίλησαν ο Παναγιώτης Λαφαζάνης (από τη Λαϊκή Ενότητα), ο Λεωνίδας Βατικιώτης (από την ΑΝΤΑΡΣΥΑ), η Μαρία Νεγρεπόντη-Δελιβάνη (από το συνδυασμό ΕΠΑΜ/Δ. Καζάκη-Δημοκρατική Αναγέννηση/Σ. Παπαθεμελή), και μαζί ο συγγραφέας Κωνσταντίνος Γρίβας, αρθρογράφος σε κακόφημα ακροδεξιά έντυπα. «Μπορεί να μην ήταν αυστηρά κομματική η εκδήλωση», σχολιάζει για τη σύνθεση πάνελ και ακροατηρίου ο Δ.Ψ, «αλλά είχε όλα τα χαρακτηριστικά μιας προεκλογικής συγκέντρωσης». Συγκέντρωσης τίνος κόμματος, όμως; Ως γνωστόν, η ΛΑΕ, η ΑΝΤΑΡΣΥΑ και το ΕΠΑΜ (που το Γενάρη στήριξε ΣΥΡΙΖΑ και ΑΝ.ΕΛ.) κατεβαίνουν ξεχωριστά. Αρκεί η παρουσία ιδεολογικών και πολιτικών αντιπάλων στο ίδιο πάνελ, επιλογή που καταφανώς δεν τιμά τον οικοδεσπότη της εκδήλωσης, για να στοιχειοθετηθεί η «σύγκλιση ακόμα και με την Ακροδεξιά» της Λαϊκής Ενότητας και της ΑΝΤΑΡΣΥΑ; Ή μήπως είχαν δίκιο όσοι μέχρι πρότινος ενέτασσαν en bloc τον ΣΥΡΙΖΑ στο λόμπι της δραχμής, βάζοντας ξανά και ξανά τον Τσίπρα δίπλα στο Μιχαλολιάκο, και χρεώνοντάς τους αμφότερους στον ...«ευρωσκεπτικισμό»; Νομίζω πως τίποτα απ' αυτά δεν ισχύει.

Το «φάουλ», όμως, δεν σταματάει εδώ. Σε συνέχεια προηγούμενου κειμένου του στην εφημερίδα (3.8.2015), όπου και υποστήριζε ότι «δεν υπάρχει πολιτικά ουδέτερη έξοδος από το ευρώ και την Ε.Ε.», ταυτίζοντας την εναντίωση στην Ευρωζώνη με τους εθνικισμούς στο «κέντρο» και την «περιφέρεια» της Ε.Ε., ο Δ.Ψ. επισημαίνει την περίπτωση του γάλλου οικονομολόγου Ζακ Σαπίρ, ενός από τους συντάκτες του «σχεδίου Β» για την αποχώρηση της Ελλάδας από την Ευρωζώνη – και εισηγητή, πρόσφατα, της (κακής) ιδέας για «εθνικοαπελευθερωτικό μέτωπο» που θα βγάλει τη Γαλλία από το ευρώ. Για τον Δ.Ψ., όποιος (ή μάλλον όχι «όποιος»: η Λαϊκή Ενότητα) «αγοράζει» το τεχνικό σχέδιο του οικονομολόγου για την επιστροφή στο εθνικό νόμισμα, παίρνει «πακέτο» και τα πολιτικά (παρ)οράματα του Σαπίρ – και μαζί, μπόνους, τον συνεργάτη του, Philippe Murer, που πρόσφατα προσχώρησε στο επιτελείο της Λεπέν. Εξού άλλωστε και ο προβοκατόρικος τίτλος του κειμένου, «Και στο βάθος [σ.σ.: της εναντίωσης στην Ευρωζώνη] η …Μαρίν Λεπέν».

Θα μπορούσε να αντιτείνει κανείς ότι αν η συζήτηση για το εθνικό νόμισμα έχει αναπόφευκτα στο βάθος τη Λεπέν, υπέρ του ευρώ τάσσεται και ο Μιχαλολιάκος, ή από άλλη σκοπιά, ότι η παραμονή στην Ευρωζώνη με προϋπόθεση τα μνημόνια, όπως μάθαμε με επώδυνο τρόπο στην Ελλάδα, έχει στο βάθος τον Σόιμπλε και τη Μέρκελ. Αλλά οι αριστεροί δεν μπορούμε να συζητάμε μεταξύ μας ανταλλάσσοντας προκλήσεις. Περισσότερη αξία, νομίζω, έχει να αξιοποιήσουμε όσα μάθαμε αυτά τα χρόνια της κρίσης: ότι το ευρώ, ιδίως μέσα στην κρίση, είναι συνώνυμο της εσωτερικής υποτίμησης [1], κι ότι οι εθνικοί εγωισμοί, που μέσα στην επταετία έχουν παροξυνθεί, αποδείχτηκαν ως τώρα εξόχως συμβατοί με το είδος της «ενοποίησης»/διαίρεσης της Ευρώπης που υπερασπίζονται οι ευρωπαϊκές αστικές ελίτ. Γι’ αυτό, άλλωστε, τόσο ο ΣΥΡΙΖΑ όσο και ο Συνασπισμός μιλούσαν για την Ε.Ε. ως «ταξική εξουσία» εδώ και χρόνια σε συνεδριακά τους κείμενα. Και γι’ αυτό η ευρωπαϊκή ριζοσπαστική Αριστερά δεν υπήρξε ποτέ άνευ ορων φιλο-ΕΕ – και πολύ περισσότερο, δεν είναι σήμερα. Είναι νομίζω ενδεικτική η πρόσφατη ανακοίνωση του Die Linke στη Ρηνανία, με την οποία το κόμμα παίρνει αποστάσεις από τον ΣΥΡΙΖΑ, όπως σημαντικά είναι και όσα γράφει στηνMonde Diplomatique ο Σερζ Αλιμί: «Ακόμη και για εκείνους που φοβούνται ότι μια έξοδος από το ευρώ ευνοεί τη διάλυση του ευρωπαϊκού σχεδίου και την αφύπνιση των εθνικισμών, η ελληνική κρίση έχει προσφέρει ένα κλασικό μάθημα, που δείχνει ότι το ενιαίο νόμισμα έρχεται σε μετωπική αντίθεση με τη λαϊκή κυριαρχία. Μια τέτοια διαπίστωση όχι μόνο δεν αναχαιτίζει την ακροδεξιά αλλά αντίθετα, την ενισχύει, δεδομένου ότι η ακροδεξιά δεν παραλείπει να χλευάζει τα διδάγματα δημοκρατίας των αντιπάλων της».

Το μάθημα παραήταν οδυνηρό για να αγνοείται. Και μπορεί η επαγγελία της επιστροφής σε εθνικό νόμισμα συχνά να εξιδανικεύεται ή να θεωρείται από μόνη της συνώνυμη ενός αριστερού προγράμματος, όμως το ραβδί πρέπει να γυρίσει κάποια στιγμή από την ανάποδη: Όταν μια στρατηγική οδηγεί μια αριστερή κυβέρνηση σε ήττα κι ένα κόμμα όπως ο ΣΥΡΙΖΑ (της πλειοψηφίας του μη εξαιρουμένης…) σε διάσπαση και πολυκερματισμό, όταν η εξέλιξη αυτή υποχρεώνει σε αλλαγή πλεύσης χιλιάδες αριστερούς (ας διαβάσει κανείς επ’αυτού την ανακοίνωση της –πρώην- Νεολαίας του κόμματος), κι όταν ολόκληρη η Ευρώπη αναρωτιέται για τη συμβατότητα της Ευρωπαϊκής Ένωσης και της Ευρωζώνης με τη δημοκρατία, η δαιμονοποίηση της σχετικής συζήτησης στην Ελλάδα, πράγμα ουσιωδώς διαφορετικό από την εύλογη κριτική στα «πατριωτικά» της Λαϊκής Ενότητας, περιορίζει τον ορίζοντα των αριστερών στην αποδοχή του υπάρχοντος.

_________

[1] Ηλίας Ιωακείμογλου, «Υπάρχει 'καλό ευρώ';», Rproject 10.9.2015

Ετικέτες