Ο Ούγκο Τσάβες επανεξελέγη πρόεδρος της Βενεζουέλας, στην πιο κρίσιμη και δύσκολη εκλογική αναμέτρηση από την πρώτη του νίκη το 1998.

Λίγο πριν την ολοκλήρωση της καταμέτρησης, ο Τσάβες συγκέντρωνε το 55,11% των ψήφων, περίπου 11 μονάδες διαφορά από το 44,27% του Καπρίλες. Είναι μια σαφής εντολή να συνεχιστεί και να βαθύνει η λεγόμενη «μπολιβαριανή διαδικασία», που συνοδεύεται από ένα ποσοστό και μια διαφορά που πολλές κυβερνήσεις και πρόεδροι διεθνώς θα ζήλευαν. Βέβαια ο εκπρόσωπος του Στέιτ Ντιπάρτμεντ, σε μια πρωτότυπη δήλωση ζήτησε «να ληφθούν υπόψη τα εκατομμύρια που ψήφισαν την αντιπολίτευση»…

Μετά την ανακοίνωση του αποτελέσματος, χιλιάδες Βενεζουελάνοι βγήκαν στους δρόμους και μετέτρεψαν τη συγκέντρωση του Τσάβες σε λαϊκή φιέστα.

Η νίκη του Τσάβες είναι ζωτικής σημασίας για τις συνθήκες κάτω από τις οποίες θα συνεχιστεί η ταξική πάλη στη Βενεζουέλα. Αν και ο Καπρίλες παρουσιάστηκε σαν μετριοπαθής σοσιαλδημοκράτης, υποσχόμενος «να διατηρήσει τα θετικά κοινωνικά επιτεύγματα της εποχής Τσάβες», ήταν ο εκπρόσωπος των δυνάμεων που οργάνωσαν το πραξικόπημα του 2002 (ο ίδιος πρωταγωνίστησε και στην εισβολή στην κουβανική πρεσβεία) και επιχείρησαν να διαλύσουν την οικονομία της Βενεζουέλας στο λοκ-άουτ των αφεντικών το 2002-2003. Μια νίκη του θα άνοιγε το δρόμο στην άρχουσα τάξη της Βενεζουέλας να επαναφέρει την κοινωνία στην άθλια κατάσταση που την είχαν οδηγήσει οι νεοφιλελεύθερες πολιτικές πριν τη νίκη του Τσάβες και να αντιστρέψει τον ταξικό συσχετισμό δυνάμεων ξεκάθαρα υπέρ της.

Για τους Βενεζουελάνους που αγωνίζονται όλα αυτά τα χρόνια, η ψήφος στον Τσάβες σήμαινε υπεράσπιση των κεκτημένων της εξέγερσης του 1989 (το «Καρακάτσο»), της ιστορικής κινητοποίησης του 2002-2003 που ματαίωσε το πραξικόπημα και ακύρωσε το λοκ-άουτ των καπιταλιστών, υπεράσπιση των φιλολαϊκών προγραμμάτων των κυβερνήσεων Τσάβες και των μορφών λαϊκής αυτο-οργάνωσης που ξεπήδησαν μετά το 2002.

Όμως μια προσεκτικότερη ανάγνωση του αποτελέσματος δείχνει τα προβλήματα που αντιμετωπίζει η «μπολιβαριανή διαδικασία». Η διαφορά των 11 μονάδων, αν και μεγάλη σε σχέση με άλλες χώρες, είναι μια σημαντική υποχώρηση σε σύγκριση με τις προεδρικές του 2006, όταν ο Τσάβες συγκέντρωσε το 62,9% των ψήφων και ο τότε αντίπαλός του το 36,9%. Το 55,11% είναι το χαμηλότερο ποσοστό του Τσάβες αφότου ανέλαβε την προεδρία το 1998. Σε απόλυτους αριθμούς και οι δύο πλευρές κατέγραψαν υψηλό ρεκόρ ψήφων. Ο Τσάβες συγκέντρωσε 8 εκατομμύρια ψήφους, αρκετά πάνω από τα «συνηθισμένα» 6,5 εκατομμύρια. Όμως και η αντιπολίτευση ανέβηκε από τα «συνηθισμένα» 4-5 εκατομμύρια στα 6.460.000 ψήφους. Αυτό ήταν συνέπεια της συμμετοχής-ρεκόρ στην ιστορία της Βενεζουέλας (80%) που δείχνει την ακραία πόλωση της κοινωνίας και τη σημασία που έδωσαν και τα δύο κοινωνικά στρατόπεδα σε αυτή την αναμέτρηση. Η μείωση της διαφοράς αποκτά μεγαλύτερη σημασία ενόψει άλλων εκλογικών αναμετρήσεων, καθώς παραδοσιακά ο Τσάβες καταγράφει πολύ υψηλότερα ποσοστά από το κόμμα του.

Υπάρχουν αρκετοί λόγοι που εξηγούν τη μείωση της διαφοράς. Αρκετοί έχουν να κάνουν με το απλό γεγονός ότι υπάρχει και αντίπαλος.
Η αντιπολίτευση κατάφερε να ενωθεί για πρώτη φορά. Συγκροτήθηκε ένα μέτωπο από την κεντροαριστερά ως την άκρα δεξιά, με μεγάλους οικονομικούς πόρους και ισχυρή μιντιακή καμπάνια. Η μεσαία και η μικροαστική τάξη συσπειρώθηκε γύρω από την άρχουσα τάξη, η οποία μέσω των ιδιωτικών μίντια επικεντρώθηκε σε «δυσφορίες» που χαρακτηρίζουν αυτά τα στρώματα: η «οικονομία δεν πάει καλά», υπάρχει «εγκληματικότητα», ο Τσάβες δεν περιορίζεται στις κοινωνικές πολιτικές, αλλά το «παρατραβάει» και ετοιμάζεται να κάνει τη χώρα «σοσιαλιστική», δεν είναι «δημοκρατικό» να εκλεγεί για τρίτη φορά ο ίδιος πρόεδρος κλπ.

Όμως αυτό που πρέπει να μας απασχολήσει είναι οι λόγοι που έχουν να κάνουν με το δικό μας στρατόπεδο. Αυτό θα απαιτούσε ένα ξεχωριστό άρθρο για την κατάσταση στη Βενεζουέλα και τα προβλήματα της «μπολιβαριανής διαδικασίας». Συνοπτικά, η μεγαλύτερη απειλή είναι η κομματική και κρατική γραφειοκρατία, η λεγόμενη «μπολιμπουρζουαζία».

Πρόκειται για ανώτερα στελέχη του κυβερνητικού κόμματος PSUV, αξιωματικούς του στρατού, διευθυντές κρατικών επιχειρήσεων, οι οποίοι έχουν συγκροτήσει ένα ανώτερο κοινωνικό στρώμα δίπλα στην παραδοσιακή αστική τάξη και πλουτίζουν μέσα από τη διαχείριση του κρατικού τομέα της οικονομίας και της συνδιαλλαγής του με το ιδιωτικό κεφάλαιο. Αυτά τα στελέχη, που οι εργάτες αποκαλούν «οι σύντροφοι με τα Χάμερ», έχουν αποκτήσει τον έλεγχο και του κόμματος και του κράτους και σαμποτάρουν συστηματικά τόσο τη δημοκρατική έκφραση της βάσης μέσα στο κόμμα όσο και τις προσπάθειες αυτο-οργάνωσης στα εργοστάσια και τις γειτονιές. Εξαιτίας των προτεραιοτήτων τους στη χάραξη οικονομικής πολιτικής και της συνεργασίας τους με το ιδιωτικό κεφάλαιο, πολλά προβλήματα που θα μπορούσε να λύσει και επιχειρεί να τα λύσει με αγώνες η εργατική αυτενέργεια (τεχνητές ελλείψεις στα τρόφιμα, προβληματική ηλεκτροδότηση) αναπαράγονται.

Το ζήτημα «σταθεροποίηση ή προχώρημα», το οποίο εμφανίζεται σε κάθε κρίσιμη φάση της ταξικής πάλης στη Βενεζουέλα, επανέρχεται μετεκλογικά. Το καλό αποτέλεσμα της αντιπολίτευσης θα αποτελέσει εφόδιο για να διατηρήσει την ενότητά της και να σκληρύνει την αντιπαράθεση. Στο «τσαβικό» στρατόπεδο θα εμφανιστούν οι φωνές της «εθνικής συμφιλίωσης» εξαιτίας του ποσοστού της αντιπολίτευσης, οι φωνές που θα υποστηρίξουν τη «διεκδίκηση του κέντρου» και του «καθησυχασμού των μεσαίων τάξεων», που θα απαιτούν φρένο σε κάθε προσπάθεια ριζοσπαστικοποίησης του προγράμματος.

Ο Τσάβες προεκλογικά υποσχέθηκε πως στη νέα του θητεία η Βενεζουέλα θα φτάσει «πέρα από το σημείο χωρίς επιστροφή», στο δρόμο για το σοσιαλισμό. Σε αυτή την κατεύθυνση, του «προχωρήματος» προς το σοσιαλισμό, η παραμονή του Τσάβες στην εξουσία είναι πολύτιμη αφετηρία, καθώς πρόκειται για μια κυβέρνηση «ταξικής πάλης» (αλληλεξαρτημένη με το εργατικό κίνημα). Όμως δεν πρόκειται για μια «σοσιαλιστική κυβέρνηση» που χτίζει το σοσιαλισμό. Αυτός δεν μπορεί να οικοδομηθεί με διατάγματα και, όπως παραδέχτηκε κυβερνητικό στέλεχος, «θέλουμε να χτίσουμε το σοσιαλισμό, αλλά διατηρούμε ένα καπιταλιστικό κράτος». Το «προχώρημα» είναι υπόθεση του εργατικού κινήματος.

Για να σωθεί η «μπολιβαριανή διαδικασία» πρέπει να βαθύνει. Τα πειράματα εργατικού ελέγχου στην παραγωγή, τα κοινοτικά συμβούλια στις γειτονιές, πρέπει από εξαίρεση να γίνουν ο κανόνας. Όπως προπαγάνδιζε και προεκλογικά η αριστερή, κριτική πτέρυγα του PSUV «Marea Socialista»: «7 Οκτώβρη ο Τσάβες πρόεδρος – 8 Οκτώβρη εκκαθάριση των γραφειοκρατών από την επανάσταση». Η ανεξάρτητη οργάνωση της εργατικής τάξης «από τα κάτω», συνδικαλιστικά και πολιτικά, είναι αναγκαία για να μπορέσει η ίδια να υπερασπιστεί τα ταξικά της συμφέροντα και να προχωρήσει στην οικοδόμηση του πραγματικού σοσιαλισμού.

Ετικέτες