Εκθέσεις, πυκνή αρθρογραφία, δηλώσεις κ.λπ. από κάθε είδους εκπροσώπους των αγορών συνόδευσε τη συνάντηση των τριών κεντρικών τραπεζιτών του δυτικού ιμπεριαλιστικού μπλοκ (του κ. Ντράγκι της Ε.Ε., της κ. Γέλεν των ΗΠΑ και του κ. Κουρόντα της Ιαπωνίας) στο Jackson Hole στις ΗΠΑ πριν από λίγες μέρες – ένα είδος διαλόγου και «ζύμωσης» μεταξύ των εκπροσώπων της χρηματιστικής παγκοσμιοποίησης για τις προοπτικές της παγκόσμιας οικονομίας.

Παραδόξως, αυτός ο διάλογος βαρύνεται με έκδηλη απαισιοδοξία για τις προοπτικές των διεθνών αγορών, προφητείες για επερχόμενο «κραχ», νευρικότητα για τις συνέπειες των επιλογών των κεντρικών τραπεζιτών όσον αφορά τα επιτόκια, αγνωστικισμό για «ανεξήγητα φαινόμενα», αλλά και χτυπήματα «κάτω από τη μέση».

Δείγμα της νευρικότητας, το γεγονός ότι οι κ.κ. Ντράγκι και Γέλεν στις επίσημης δηλώσεις τους εξαπέλυσαν… επίθεση κατά σημαντικών πλευρών της οικονομικής ατζέντας του Αμερικανού προέδρου Ντόναλντ Τραμπ (όπως η χαλάρωση του ρυθμιστικού πλαισίου Dodd-Frank για τον τραπεζικό τομέα), κατά παράβαση των ειωθότων και κάθε έννοιας διπλωματικού τακτ…

«Δηλητηριασμένη» αισιοδοξία

Όλα αυτά μοιάζουν παράδοξα μέσα σε ένα κλίμα όπου οι προβλέψεις όλων των ιθυνόντων χάραξης πολιτικής για την παγκόσμια ανάπτυξη είναι αισιόδοξες. Πράγματι, ακόμη και το πολύ συγκρατημένο όσον αφορά τις εκτιμήσεις και προβλέψεις του ΔΝΤ, προβλέπει «ευρεία ανάκαμψη» της παγκόσμιας οικονομίας, «για πρώτη φορά εδώ και μία δεκαετία» - με την έννοια ότι, για πρώτη φορά ύστερα από το ξέσπασμα της κρίσης το 2008, η ανάκαμψη αφορά ταυτόχρονα τόσο τις ΗΠΑ (όπου η ανάκαμψη έχει ξεκινήσει ήδη από το 2011-12) όσο και την Ευρώπη αλλά και την Ιαπωνία, που ήταν «κολλημένες» σε συνθήκες οικονομικής στασιμότητας ή αναιμικής ανάπτυξης. Οι φόβοι που κυριάρχησαν στο διάστημα μεταξύ των μέσων του 2015 και του φθινοπώρου του 2016, ότι η κρίση στις λεγόμενες Αναπτυσσόμενες οικονομίες (χώρες BRICKS) θα πυροδοτήσει νέο γύρο γενικευμένης κρίσης δεν επαληθεύτηκαν, αντίθετα η κατάσταση στις Αναπτυσσόμενες οικονομίες σταθεροποιήθηκε και το ΔΝΤ διαπιστώνει ότι αυτές από τα τέλη του 2016 συμβάλλουν πλέον θετικά στην αύξηση του όγκου του παγκόσμιου εμπορίου αλλά και στους παγκόσμιους ρυθμούς ανάπτυξης.

Παρ’ όλα αυτά, η αισιοδοξία τελειώνει εδώ. Από δω και πέρα, αρχίζουν οι δυσμενείς προβλέψεις, η έκφραση φόβων, οι προφητείες περί επερχόμενου «κραχ», η δήλωση πλήρους αδυναμίας να εξηγηθούν «ανεξήγητα φαινόμενα», όπως η διαρκής καθήλωση της παραγωγικότητας και πάνω απ’ όλα το «ανεξήγητο» του επίμονα χαμηλού πληθωρισμού. Ο κίνδυνος του αποπληθωρισμού προσώρας έχει ξεπεραστεί, αλλά ο πληθωρισμός δεν ακολουθεί την αναμενόμενη λόγω της «ευρείας ανάκαμψης» ανοδική πορεία.

7 λόγοι για γενικευμένη νευρικότητα

Ο κοινός παρονομαστής εκθέσεων, άρθρων και δηλώσεων είναι τούτος:

- Διαπιστώνεται γενικευμένη ανάκαμψη με μέτριους ρυθμούς ανάπτυξης (που στις ΗΠΑ δεν μπορούν να ξεπεράσουν δυναμικά το 2% και στην Ευρώπη κινούνται μεσοσταθμικά λίγο πάνω από το 1,5%) και έχει ξεπεραστεί ο κίνδυνος του αποπληθωρισμού.

- Ωστόσο, κατά ανεξήγητο τρόπο, ο πληθωρισμός μένει κολλημένος σε χαμηλά επίπεδα – δείγμα ότι «κάτι δεν πάει καλά».

- Επίσης, η παραγωγικότητα είναι σε πολύ χαμηλές πτήσεις.

- Δέκα χρόνια ύστερα από το ξέσπασμα της κρίσης, τα κρατικά χρέη, αλλά και το συνολικό χρέος (υπολογίζοντας και το ιδιωτικό, επιχειρήσεων και νοικοκυριών) έχουν αυξηθεί θεαματικά, αποτελώντας «βόμβα» στα θεμέλια της παγκόσμιας οικονομίας.

- Οι (γεω)πολιτικοί κίνδυνοι παραμένουν, τροφοδοτούμενοι πλέον και από τον ναρκισσισμό (!) και τους επικίνδυνους ακροβατισμούς του νέου πλανητάρχη.

- Λόγω της «ευρείας ανάκαμψης» αλλά και της υπερτίμησης («φούσκες») των αγορών, οι κεντρικοί τραπεζίτες είναι υποχρεωμένοι να προχωρήσουν στην αύξηση των επιτοκίων, αλλά οι μέτριοι ρυθμοί ανάπτυξης και ο χαμηλός πληθωρισμός επιβάλλουν αυτό να γίνει «συγκρατημένα», για να μην τεθεί σε κίνδυνο η ασταθής ανάκαμψη.

- Η αύξηση των επιτοκίων των κεντρικών τραπεζών, ύστερα από μία δεκαετία μειώσεων και παραμονής τους σε σχεδόν μηδενικά επίπεδα, υπάρχει κίνδυνος να προκαλέσει μεγάλη νευρικότητα ή και «κραχ» στις αγορές, ξαναβυθίζοντας την παγκόσμια οικονομία.
Είναι φανερό ότι σε αυτό τον κατάλογο των ζητημάτων που συνοψίζονται σε ένα μεγάλο «ναι μεν αλλά», η πλάστιγγα γέρνει προς το «αλλά»…   

Φτηνό χρήμα, επιτόκια και «φούσκες»

Για να αποτρέψουν την πλήρη κατάρρευση των αγορών και της παγκόσμιας οικονομίας, οι κεντρικές τράπεζες των ΗΠΑ, της Ε.Ε. και της Ιαπωνίας αύξησαν θεαματικά τους ισολογισμούς τους στα χρόνια ύστερα από το 2008, «κόβοντας χρήμα» και διοχετεύοντας στην αγορά τεράστιες ποσότητες ρευστότητας – πάνω από 15 τρισ. δολάρια! Αγοράζοντας κάθε είδους ομόλογα (όχι μόνο κρατικά αλλά και εταιρειών, όχι μόνο υψηλής αλλά και χαμηλής αξιολόγησης) και μειώνοντας τα επιτόκια στο μηδέν, στήριξαν τις τράπεζες αλλά και τον επιχειρηματικό τομέα. Αυτό κράτησε τα επιτόκια τόσο των κρατικών όσο και εταιρικών ομολόγων χαμηλά, αποσόβησε κρατικές και εταιρικές χρεοκοπίες, διευκόλυνε το δανεισμό και «γέμισε τον κόσμο» με φτηνό χρήμα.

Όμως, όλο αυτό είχε το κόστος του:

- Η τεράστια ρευστότητα που πλημμύρισε τις αγορές αλλά και τεράστιες μάζες κερδών που δεν βρίσκουν ευκαιρίες υψηλής κερδοφορίας στον καθαυτό παραγωγικό τομέα (αυτή είναι η συνέπεια και το αποτέλεσμα ταυτόχρονα των αναιμικών ή μέτριων ρυθμών ανάπτυξης), κατευθύνθηκαν σε επενδύσεις σε μετοχές, ομόλογα, αλλά και παράγωγα προϊόντα. Το αποτέλεσμα είναι ότι δημιουργήθηκαν τεράστιες «φούσκες» τόσο στα ομόλογα όσο και -κυρίως- στα χρηματιστήρια. Οι βασικοί δείκτες που χρησιμοποιούν οι αναλυτές των αγορών και δείχνουν αν οι αγορές είναι υπερτιμημένες, είναι σε επίπεδα ανάλογα ή και υψηλότερα με τις περιόδους πριν την κατάρρευση των μετοχών υψηλής τεχνολογίας το 2001 («κραχ» των dotcom) και πριν την κρίση του 2008.

- Ενθαρρυμένες από την υψηλή στήριξη των κεντρικών τραπεζών, οι τράπεζες έχουν ήδη μεγάλη έκθεση στους ισολογισμούς τους σε μη ρευστοποιήσιμους τίτλους - έναν υποψήφιο «πυροκροτητή» μιας νέας χρηματοπιστωτικής κρίσης που μπορεί να προσβάλει τον κεντρικό «νευρώνα» του: την εμπιστοσύνη στον διακανονισμό και την πληρωμή, «με τον επακόλουθο κίνδυνο "αιφνίδιας διακοπής” για τις χρηματοπιστωτικές και οικονομικές συναλλαγές, τόσο στην εγχώρια όσο και στην παγκόσμια αγορά».1

- Η προσπάθεια να γίνει κάπως πιο αυστηρό το πλαίσιο για τον επίσημο τραπεζικό τομέα οδήγησε σε υπερδιόγκωση του σκιώδους, «ανεπίσημου» χρηματο-οικονομικού τομέα. Εκεί, η αναζήτηση υψηλών αποδόσεων οδηγεί σε επενδύσεις υψηλού ρίσκου μέσα από πολύπλοκα παράγωγα προϊόντα.  

-Οι πολύ χαμηλές αποδόσεις των ομολόγων (εξαιτίας των αθρόων αγορών ομολόγων από τις κεντρικές τράπεζες και των πολύ χαμηλών -σχεδόν μηδενικών- επιτοκίων) και η κοινή πεποίθηση ότι οι χρηματιστηριακές αγορές είναι υπερτιμημένες και άρα δεν υπόσχονται πλέον μεγάλες αποδόσεις, οδηγεί σε επενδύσεις υψηλού ρίσκου. Πλέον αγοράζονται ομόλογα Αργεντινής, Αιγύπτου, ακόμη και χωρών της… υποσαχάριας Αφρικής. Όσο για τα εξωτικά παράγωγα «καλούδια», στη θέση των περιβόητων CDOs που πυροδότησαν την κρίση του 2008, τώρα έχουμε τα CLOs.

Ο Frank Partnoy, καθηγητής στο πανεπιστήμιο του Σαν Ντιέγκο, σε πρόσφατο άρθρο2 του συνόψισε την κατάσταση ως εξής:

«To χρηματοοικονομικό τοπίο είναι γνώριμο, υλικό ταινιών όπως το Inside Job και το The Big Short. Τραπεζίτες με πτυχία πυρηνικής φυσικής αγοράζουν δισεκατομμύρια δολάρια δανείων υψηλού ρίσκου και τα επανασυσκευάζουν σε πολύπλοκες επενδύσεις με πολλαπλά επίπεδα χρέους.

Οι οίκοι αξιολόγησης κατηγοριοποιούν το ανώτερο επίπεδο ως ΑΑΑ. Οι θεσμικοί επενδυτές, μεταξύ των οποίων τα ασφαλιστικά ταμεία και οι φιλανθρωπικές οργανώσεις, σπεύδουν να αγοράσουν αυτές τις χωρίς ρίσκο επενδύσεις που προσφέρουν ταυτόχρονα και υψηλές αποδόσεις. Η ένταση κορυφώνεται.

Αλλά η χρονιά δεν είναι το 2006 ή το 2007. Είμαστε στο σήμερα»...

Δεν είναι λοιπόν παράξενο που δημοσκόπηση που διεξήγαγε στα μέσα Αυγούστου η Bank of America Merrill Lynch μεταξύ διαχειριστών επενδυτών κεφαλαίων-μεγαθηρίων της παγκόσμιας αγοράς, οι οποίοι διαχειρίζονται κεφάλαια ύψους 540 δισ. δολαρίων, έδειξε ότι σχεδόν 1 στους 2 επενδυτές που συμμετείχαν στη δημοσκόπηση (ποσοστό 46%) πιστεύει πως οι χρηματιστηριακές αγορές είναι υπερτιμημένες. Οι εκτιμήσεις για το εύρος της χρηματιστηριακής πτώσης κυμαίνονται μεταξύ 10% και… 63%!

Τα ανεξήγητα «μυστήρια»

Αυτό που μπήκε σε κρίση το 2008 ήταν όχι ειδικώς οι υπερτιμημένες αγορές, αλλά ένα καθεστώς συσσώρευσης του κεφαλαίου το οποίο εγκαθιδρύθηκε στα χρόνια της νεοφιλελεύθερης επικράτησης σαν απάντηση στην κρίση του 1972-73, η οποία σήμανε το τέλος του μεταπολεμικού «οικονομικού θαύματος» και της κεϊνσιανής διαχείρισης που το συνόδευσε. Οι σταθερές αυτού του μοντέλου συσσώρευσης (βλέπε σχετικούς πίνακες στο τέλος του άρθρου) ήταν:

- Πολύ υψηλά κέρδη, υψηλότερα της μεταπολεμικής «χρυσής 25ετίας».

- Χαμηλός (σε σχέση με τα τρομακτικά υψηλά κέρδη) ρυθμός αύξησης του ΑΕΠ, χαμηλός ρυθμός επενδύσεων, χαμηλός ρυθμός παραγωγικότητας.

- Γενικευμένη λιτότητα στους μισθούς και τις δαπάνες για το κοινωνικό κράτος (μείωση του μεριδίου της εργασίας στο προϊόν, που είναι η άλλη όψη των υψηλών κερδών με χαμηλή ανάπτυξη και επενδύσεις).

Προϊόν αυτής της αντίφασης, που δημιουργούσε πρόβλημα αξιοποίησης της υπεραξίας, κι όχι γενικώς της «βουλιμίας» ή του «τζόγου», ήταν/είναι η χρηματιστικοποίηση: τεράστιες μάζες κερδών (υπεραξίας) που δεν μπορούσαν να επενδυθούν στην παραγωγή, επενδύονταν σε χρηματο-οικονομικά προϊόντα, από ένα σημείο και ύστερα υψηλού ρίσκου.

Για να μην είναι η χρηματιστικοποίηση παιχνίδι «μηδενικού αθροίσματος» και κανιβαλισμού μεταξύ των καπιταλιστών, για να γίνει μηχανισμός λεηλασίας εισοδημάτων των μισθωτών και των κατώτερων κοινωνικών στρωμάτων, αρχικά «σπρώχτηκαν» στο χρηματιστηριακό παιχνίδι και τα λαϊκά στρώματα και στη συνέχεια έγινε κάτι ακόμη πιο εντυπωσιακό: ένα αξιόλογο μέρος της μη επανεπενδυόμενης στην παραγωγή υπεραξίας κατευθύνθηκε με τη  μορφή δανείων στα κοινωνικά στρώματα χαμηλού εισοδήματος. Σε αυτή την «ιδέα» οφείλεται η τεράστια αύξηση του δανεισμού των νοικοκυριών, που στις ΗΠΑ ξεπέρασε το 100% του ΑΕΠ! Αυτός ο «χρηματο-οικονομικός κεϊνσιανισμός», η κατανάλωση με δανειακά, δεν ήταν παρά κατανάλωση στο σήμερα μελλοντικού εισοδήματος – για να αυξήσουν την κατανάλωσή τους πολύ πάνω από τα επίπεδα που τους επέτρεπαν τα υπονομευμένα από τη λιτότητα εισοδήματά τους, οι λαϊκές τάξεις δεσμεύουν μελλοντικά εισοδήματα με τη μορφή δανειακών δόσεων.

Όταν η βουλιμία των επενδυτών ξεπέρασε κάθε έννοια ρίσκου και το «πάρτι» κάθε όριο, πυροδοτήθηκε η κατάρρευση. Δεν είναι τυχαίο από τι πυροδοτήθηκε: από παράγωγα προϊόντα που είχαν χτιστεί πάνω σε στεγαστικά δάνεια μειωμένης εξασφάλισης σε κοινωνικά στρώματα πολύ χαμηλού εισοδήματος. Όταν αναπόφευκτα σταμάτησαν να πληρώνουν τις δόσεις των δανείων τους, κατέρρευσαν και τα παράγωγα που είχαν χτιστεί πάνω σε αυτά τα δάνεια.

Δεν είναι η επανάληψη της τυπικής καπιταλιστικής ροπής προς την «απόλυτη κερδοσκοπία», αλλά οι συνέπειες και εκδηλώσεις των δομικών αντιφάσεων του νεοφιλελεύθερου μοντέλου συσσώρευσης. Η χρηματιστική παγκοσμιοποίηση δεν είναι μόνο ένας αδιανόητων μέχρι και τη δεκαετία του ’80 διαστάσεων πλανητικός μηχανισμός κερδοσκοπίας, αλλά και μορφή «κοινωνικοποίησης» του κεφαλαίου, που εγκαθιστά απαιτήσεις υψηλής κερδοφορίας: η «φυσιολογική» κερδοφορία είναι πλέον υψηλή, γεγονός που κάνει το μοντέλο συσσώρευσης ακόμη πιο «αντιπαραγωγικό», αποτρέποντας επενδύσεις που δεν υπόσχονται αποδόσεις συγκρίσιμες με αυτό που επιβάλλει σαν «φυσιολογικό» ο μεγα-μηχανισμός της χρηματιστικοποίησης.

Επιπλέον, οι μισθωτοί είναι πλέον ευρεία πλειονότητα στις χώρες του αναπτυγμένου καπιταλισμού, και αυτό σημαίνει ότι είναι επίσης η σημαντικότερη καταναλωτική δύναμη. Η διαρκής λιτότητα πιέζει την κατανάλωση, άρα και τις επενδύσεις και την ανάπτυξη προς τα κάτω. Ύστερα από την κρίση του 2008, ο μηχανισμός της «κατανάλωσης με δανειακά» έχει κορεσθεί και σε μεγάλο βαθμό απενεργοποιηθεί, εντείνοντας ακόμη περισσότερο αυτό το πρόβλημα.   

Είναι οι ίδιες αντιφάσεις του μοντέλου συσσώρευσης που εξηγούν την έκρηξη του κρατικού χρέους. Η αρχική ώθηση για τη χρηματιστικοποίηση δόθηκε με την υποχρεωτική στροφή του Δημοσίου σε δανεισμό από τις αγορές ομολόγων, αντί για δανεισμό από τις κεντρικές τράπεζες ή από τις εμπορικές τράπεζες με την εγγύηση της κεντρικής τράπεζας. Ο λόγος: Ξανά η λιτότητα, στις κρατικές δαπάνες αυτή τη φορά και ιδιαίτερα στις δαπάνες για το κοινωνικό κράτος, αλλά και στις επενδυτικές δαπάνες. Ο δανεισμός από ιδιώτες στην αγορά ομολόγων, ήταν μηχανισμός επιβολής και επιτήρησης της λιτότητας στις κρατικές δαπάνες. Το επιτόκιο δανεισμού από τις αγορές, η επιτήρηση της οικονομικής πολιτικής από τους λεγόμενους οίκους αξιολόγησης του κρατικού χρέους, η μείωση των κρατικών εσόδων λόγω ιδιωτικοποιήσεων αλλά και λόγω της διαρκούς μείωσης των συντελεστών φορολογίας των κερδών, είναι που διόγκωσαν το κρατικό χρέος. Ύστερα από την κρίση του 2008, προστέθηκε και η κρατικοποίηση των ζημιών του ιδιωτικού τομέα, ιδιαίτερα των τραπεζών σαν αιτίας περαιτέρω αύξησης του χρέους. Στην αύξηση του κρατικού χρέους συντελούν επίσης η χαμηλή ανάπτυξη και ο χαμηλός πληθωρισμός, που αυξάνουν το χρέος σαν ποσοστό του ΑΕΠ. Όλα αυτά είναι επίσης δομικά συστατικά του νεοφιλελεύθερου μοντέλου συσσώρευσης. Το γεγονός ότι σήμερα έχουμε ένα παγκόσμιο πρόβλημα κρατικής υπερχρέωσης που στην ιστορία του καπιταλισμού συναντάται μόνο σε περιπτώσεις Παγκοσμίων Πολέμων, οφείλεται ακριβώς σε αυτές τις δομικές αντιφάσεις του νεοφιλελεύθερου μοντέλου συσσώρευσης.   

Ό,τι αποτελεί «μυστήριο» για τα κυρίαρχα οικονομικά, εξηγείται ακριβώς μέσω της ανάλυσης αυτών των αντιφάσεων.

Η «χαρμολύπη» των εκπροσώπων του κεφαλαίου

Τι συμβαίνει τώρα; Πώς εξηγείται αυτή η νευρικότητα και «χαρμολύπη» των επενδυτών, των αναλυτών και των θεσμικών εκπροσώπων του κεφαλαίου παγκοσμίως; Δεν φοβούνται απλώς κάποια «διόρθωση» στις υπερτιμημένες αγορές τους. Φοβούνται μια υποτροπή της δομικής κρίσης του μοντέλου συσσώρευσης. Έχουν σοβαρούς λόγους να το φοβούνται:

α. Όλα τα γιατροσόφια για την αντιμετώπιση της κρίσης που ξέσπασε το 2008 είχαν το αποτέλεσμα να ξαναστήσουν στα πόδια του, σε ακόμη πιο ασταθή και «ανισόρροπη» εκδοχή, το μοντέλο συσσώρευσης που μπήκε σε κρίση το 2008! Τα κέρδη είναι ξανά σε ιστορικά υψηλά επίπεδα, αλλά το πρόβλημα αξιοποίησης της παραγόμενης υπεραξίας έχει γίνει οξύτερο, αφού τα υψηλά κέρδη συνδυάζονται με ακόμη χαμηλότερα επίπεδα αύξησης του ΑΕΠ, επενδύσεων και παραγωγικότητας. (βλέπε σχετικούς πίνακες)

β. Ο μηχανισμός «πυροδότησης» είναι έτοιμος και από πολλές απόψεις πιο εκρηκτικός απ’ ό,τι πριν το 2008! Ακόμη μεγαλύτερα κρατικά και ιδιωτικά χρέη, ακόμη πιο διογκωμένος «σκιώδης» χρηματο-οικονομικός τομέας, εξίσου αν όχι και μεγαλύτερες και πιο επίφοβες «φούσκες» στις αγορές, επενδύσεις υψηλού ρίσκου σε νέα γενιά «εξωτικών» χρηματο-οικονομικών προϊόντων. 

Το δομικό πρόβλημα του νεοφιλελεύθερου μοντέλου συσσώρευσης κατοικεί στο συνδυασμό αυτών των δύο παραγόντων. Και εξηγεί γιατί, παρά την «ευρεία ανάκαμψη», ο καπιταλισμός δεν έχει βγει από τον κύκλο της δομικής του κρίσης.

Χρηματιστικός «κανιβαλισμός» και (γεω)πολιτική αστάθεια

Το «πολιτικό ρίσκο» αλλά και το «γεωπολιτικό ρίσκο» είναι μόνιμη πηγή ανησυχιών για τις οικονομικές προοπτικές, έχοντας περίοπτη θέση στις αναλύσεις θεσμικών εκπροσώπων, εκθέσεων των διεθνών καπιταλιστικών οργανισμών και των τραπεζών, εκθέσεων επενδυτικών funds.   

Γιατί τέτοια βαρύτητα στην πολιτική και τη γεωπολιτική; Πάλι οι αιτίες πρέπει να αναζητηθούν στις αντιφάσεις του μοντέλου συσσώρευσης. Καθώς ο μηχανισμός της κατανάλωσης με δανειακά μπλοκαρίστηκε σε μεγάλο βαθμό, η καπιταλιστική κερδοσκοπία μετατρέπεται πλέον σε κανιβαλισμό μεταξύ των καπιταλιστών. Πάντα υπήρχε αυτή η διάσταση, αλλά τώρα γίνεται όχι απλώς κυρίαρχη, αλλά και πολύ «αιχμηρή» και «πολεμική». Όταν ο μεγάλος όγκος των κερδοσκοπικών κερδών δεν προέρχεται από την κερδοσκοπική λεηλασία των «από κάτω» αλλά από τον αλληλο-κανιβαλισμό των «από πάνω», τότε ο πόλεμος των «από πάνω» γενικεύεται. Ο πόλεμος αυτός εκδηλώνεται με οξύτητα τόσο στην πολιτική όσο και στη γεωπολιτική: ο Τραμπ τείνει να πυροδοτήσει πραγματικό «εμφύλιο» μέσα στο αμερικανικό κατεστημένο ενώ απειλεί να παίξει τυχοδιωκτικά με τα κουμπιά των πυρηνικών πυραύλων, οι σπασμοί προστατευτισμού (που τόσο τρομοκρατούν τους οπαδούς της «παγκοσμιοποίησης» Γέλεν, Ντράγκι, ΔΝΤ κ.λπ.) διατρέχουν σημαντικές χώρες στην ευρωπαϊκή ήπειρο, και όταν η παγκόσμια «πίτα» μικραίνει, ο πόλεμος για τα μερίδια οξύνεται. Αυτά τα ρήγματα στον πλανήτη της «παγκοσμιοποίησης» και η όξυνση των ανταγωνισμών ασφαλώς σχετίζονται και με τις ανατροπές συσχετισμών που προκαλεί η ανισόμετρη ανάπτυξη, η ραγδαία αύξηση του οικονομικού και πολιτικού ειδικού βάρους της Κίνας που απειλεί ευθέως την πρωτοκαθεδρία των ΗΠΑ, η μείωση του ειδικού βάρους της Ευρώπης σε σχέση με Κίνα - Ινδία, η υποβάθμιση ευρωπαϊκών δυνάμεων του G-7 (Γαλλία, Ιταλία) κ.λπ. Όμως αυτό που κάνει τη γόμωση αυτής της «βόμβας» εξαιρετικά εκρηκτική είναι η καπιταλιστική κρίση, δηλαδή η έκρηξη των αντιφάσεων του νεοφιλελεύθερου μοντέλου συσσώρευσης.  

Αν η ερμηνεία στα «μυστήρια» του πληθωρισμού, της παραγωγικότητας, των υψηλών κερδών με χαμηλή ανάπτυξη και ισχνές επενδύσεις είναι αυτή, το πολιτικό συμπέρασμα είναι τούτο: ο καπιταλισμός δεν έχει δώσει στιβαρές απαντήσεις στη δομική του κρίση, με αποτέλεσμα να εξακολουθεί να πατά σε σαθρό έδαφος και ο κίνδυνος μιας καταστροφικής «επιστροφής» της κρίσης του 2008 να παραμένει ισχυρός. Το ζήτημα δεν είναι αν τα χρηματιστήρια και οι αγορές ομολόγων θα «διορθώσουν», αν δηλαδή θα σκάσουν κάποιες από τις χρηματο-οικονομικές φούσκες (αυτό το έχουν ενσωματώσει στις προβλέψεις τους ακόμη και οι αναλυτές και εκπρόσωποι του συστήματος). Το ζήτημα είναι ότι αυτό θα προκαλέσει νέο κύμα αστάθειας σε ένα οικοδόμημα ήδη ρηγματωμένο, με άδηλη κατάληξη…

ΠΙΝΑΚΕΣ

Ιστορική μεταβολή βασικών οικονομικών μεγεθών

(1965, 2007, 2016)*

ΗΠΑ

                                                1965            2007            2016

Καθαρά κέρδη*                          76,3             96,1             101,1          

Αύξηση ΑΕΠ%**                        8,4               3,1               1,5

Αύξηση κεφαλαίου%***             3,5               2,8               1,7

Ηνωμένο Βασίλειο

                                                1965            2007            2016

Καθαρά κέρδη*                          82,8             112,6           112,1

Αύξηση ΑΕΠ**                           8,1               5,1               3,8

Αύξηση κεφαλαίου***                2,9               1,9               1,5

Γερμανία

                                                1965            2007            2016

Καθαρά κέρδη*                          91                114,5           102,9

Αύξηση ΑΕΠ**                           -                  4,75             3,1

Αύξηση κεφαλαίου***                -                  1,1               0,85  

Ιαπωνία

                                              1965            2007            2016

Καθαρά κέρδη*                          72,3             109,2           123,8

Αύξηση ΑΕΠ**                           11,3             1,3               0,7

Αύξηση κεφαλαίου***                4,7               0,4               0,2

Γαλλία

                                                1965            2007            2016

Καθαρά κέρδη*                          94,2             122,1           94,6

Αύξηση ΑΕΠ**                           8                 5,1               2

Αύξηση κεφαλαίου***                4,7               2,4               1,3

Ιταλία

                                                1965            2007            2016

Καθαρά κέρδη*                          94,3             130              103,2

Αύξηση ΑΕΠ**                           8                 3,6               2,4

Αύξηση κεφαλαίου**                  3,4               2                 -0,2

*1965: έτος «συντονισμού» της κορύφωσης του μεταπολεμικού αναπτυξιακού «μπουμ» σε ΗΠΑ και Ευρώπη

2007: έτος κορύφωσης του κύκλου ανάπτυξης πριν το ξέσπασμα της τελευταίας κρίσης

2016: τα τελευταία διαθέσιμα στοιχεία 8 χρόνια μετά το ξέσπασμα της κρίσης

Πηγή: AMECO
 

Σημειώσεις:

1. Του Mohamed A. El-Erian, «10 χρόνια μετά την κρίση, ο κίνδυνος στο χρηματοπιστωτικό σύστημα παραμένει μεγάλος», Financial Times 11/8/2017 .

2. Frank Partnoy, «Η οικονομική κρίση και ο φόβος του σίκουελ», Financial Times, 2/8/2017