Με το υπερόπλο της ρευστότητας αλλά και της χρηματοδότησης και την «απειλή» πιστωτικού γεγονότος οι δανειστές αναγκάζουν την κυβέρνηση να στραγγίσει τα πολύτιμα διαθέσιμα του Δημοσίου βυθίζοντάς την σε ολοένα δυσχερέστερη θέση. Βέβαια χρεοστάσιο εντός ευρωζώνης δεν είναι εύκολο να συμβεί και πάντως όχι με την συνέργεια των ευρωπαϊκών διευθυντηρίων – κάτι τέτοιο αποτελεί όπλο του αδύναμου, του χρεώστη – γι’ αυτό και την τελευταία στιγμή δίνονται τα αναγκαία «ψίχουλα» μεταθέτοντας το πρόβλημα χρονικά.

Πρόκειται για μια πολύ αποτελεσματική τακτική καθώς ήδη η κυβέρνηση έχει αναγκαστεί να απεμπολήσει τον κύριο όγκο των προεκλογικών της δεσμεύσεων ή έστω να τις αναβάλει για ένα απώτερο μέλλον. Αποσκοπεί στο πλήρες «ξεδόντιασμα» ακόμη και σε συμβολικό επίπεδο των αριστερών, ταξικών χαρακτηριστικών της νίκης του ΣΥΡΙΖΑ στην Ελλάδα. Για τα αστικά και ιμπεριαλιστικά κέντρα η διακύβευση είναι ξεκάθαρη: καμιά αριστερή κυβέρνηση, καμιά Αριστερά δεν θα αμφισβητήσει το νεοφιλελεύθερο δόγμα ΤΙΝΑ (There Is No Alternative), στο κέντρο του δυτικού καπιταλισμού, εντός της ΟΝΕ και σε συνθήκες κρίσης. Ακόμη και αν υπάρξουν «διορθώσεις» στην στρατηγική αντιμετώπισης της κρίσης χρέους, αυτές δεν θα γίνουν υπό την σημαία της ριζοσπαστικής Αριστεράς και στο όνομα των ταξικών συμφερόντων του κόσμου της εργασίας και γενικότερα των λαών! Είναι αυταπάτη πως μια τέτοια διακύβευση μπορεί να εξυπηρετηθεί στα πλαίσια κάποιου «έντιμου συμβιβασμού». Στην πραγματικότητα τέτοιος συμβιβασμός, η υποβοήθηση δηλαδή ή ακόμη και η ανοχή αντινεοφιλελεύθερης, αριστερής κυβερνητικής πολιτικής που προϋποθέτει την απαλλαγή από την θηλιά του χρέους, δεν πρόκειται να διατεθεί από τα ιμπεριαλιστικά κέντρα, σίγουρα όχι εντός της ΟΝΕ αλλά ούτε και ως θετική διευκόλυνση – συμφωνία για την έξοδο της χώρας από το ενιαίο νόμισμα!

Κόμμα – κυβέρνηση και μεταβατική λογική

Εδώ προκύπτει ένας γρίφος! Ο ΣΥΡΙΖΑ βρίσκεται στην κυβέρνηση και οι γενικές υπογραμμίσεις των υποχωρήσεών της δεν αρκούν. Οι ζητούμενες απαντήσεις στα τρέχοντα, πιεστικά αδιέξοδα κρίνονται στην συγκεκριμενοποίησή τους και γι αυτό χρειάζεται να στηριχτούν στρατηγικά.

Τα τμήματα της Αριστεράς (με όρους ρευμάτων και τάσεων) που συγκρότησαν τον ΣΥΡΙΖΑ και υπηρέτησαν τον στόχο για «κυβέρνηση της Αριστεράς» κι όσοι ακόμα στήριξαν κριτικά την προσπάθεια αυτή, συμφώνησαν στην μεταβατική φυσιογνωμία και δυνατότητα της «κυβέρνησης της Αριστεράς» στις παρούσες συνθήκες, οριοθετώντας την από την κεντροαριστερά και τον σοσιαλφιλελευθερισμό. Μάλιστα αναπτύχθηκε έντονος διάλογος εντός της Αριστεράς για τους όρους και τις προϋποθέσεις μιας τέτοιας δυνατότητας αλλά και αντιπαράθεση, ιδιαίτερα με το ΚΚΕ που απορρίπτει κάθε μεταβατική δυνατότητα και θεωρεί κάθε αριστερή κυβέρνηση φύσει κεντροαριστερή και σοσιαλδημοκρατική.

Η συζήτηση στον ΣΥΡΙΖΑ τα προηγούμενα τρία χρόνια αφορούσε ακριβώς σε αυτό, τους όρους και τις προϋποθέσεις για να υπηρετήσει το μεταβατικό της περιεχόμενο η κυβέρνηση της Αριστεράς και να μην ηττηθεί δραματικά ως «παρένθεση». Αποτέλεσμα αυτής της εσωκομματικής και δημόσιας συζήτησης για την βέλτιστη και ρεαλιστική έκφραση της μεταβατικής κυβέρνησης της Αριστεράς, εναλλακτική για την κοινωνία απέναντι στην μνημονιακή συνδιαχείριση δεξιάς – ακροδεξιάς – κεντροαριστεράς, ήταν το πρόγραμμα του ΣΥΡΙΖΑ όπως σκιαγραφείται στις συνεδριακές αποφάσεις του κόμματος. Στην τελική ευθεία προς την κυβερνητική εξουσία δόθηκε ως συμπύκνωμα των άμεσων κυβερνητικών δεσμεύσεων το «πρόγραμμα της ΔΕΘ» το οποίο αποτέλεσε επίκεντρο της προεκλογικής καμπάνιας. Μάλιστα πάνω σ’ αυτό το μίνιμουμ πρόγραμμα έγινε συζήτηση για την μεταβατική του «επάρκεια» γι αυτό και ο πρόεδρος του κόμματος το περιέγραψε ως αυτό που μπορούμε να κάνουμε άμεσα – ανεξάρτητα απ΄ τις δανειακές υποχρεώσεις – κι όχι αυτό που θέλουμε.

Λαμβάνοντας υπόψη όλες τις εξελίξεις του τελευταίου ενάμιση μήνα, από την συγκρότηση της κυβέρνησης ως τις βασικές της επιλογές, την αντίδραση των δανειστών καθώς και την θέση στην οποία έχει περιέλθει η κυβέρνηση και η χώρα πρέπει να κρίνουμε μα και να αναζητήσουμε τις επιλογές με γνώμονα την μεταβατική δυνατότητα. Απ’ αυτή την οπτική γωνία η κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ – ΑΝΕΛ, έχει χάσει στα πλαίσια της διαπραγμάτευσης που κάνει, σχεδόν κάθε στοιχείο μεταβατικής πολιτικής και βάλλεται από το ευρωπαϊκό κέντρο ακόμη και για τον συμβολισμό, για τα προσχήματα και το όνομα των διαδικασιών.

Εν τούτοις η ιστορική «στιγμή» δεν έχει παρέλθει καθώς η διελκυστίνδα μεταξύ των αιτημάτων και των προσδοκιών της κοινωνικής πλειοψηφίας και των απαιτήσεων των αστικών κέντρων δεν έχει κριθεί. Η κυβέρνηση είναι υποχρεωμένη όχι μόνο να εκφράσει (αντικειμενικά) αλλά να επιλέξει ξεκάθαρα (υποκειμενικά) το πρόσημο της κατεύθυνσης. Ή θα κινηθεί πιέζοντας τις κοινωνικές προσδοκίες – και κυρίως αυτές του κόσμου της εργασίας - προς τα κάτω και διαπραγματευόμενη με τα αστικά κέντρα αυτή την δυνατότητα, επιλογή που θα σημάνει χωρίς αμφιβολία την μετατροπή της Αριστεράς στην κυβέρνηση καθώς και την ιστορική ευκαιρία, σε παρένθεση, με άμεσα αλλά και μακρόχρονα εξαιρετικά αρνητικά αποτελέσματα για την Αριστερά και το κίνημα ή θα κινηθεί στην αντίστροφη κατεύθυνση, αντιμετωπίζοντας με τόλμη και προετοιμάζοντας τον λαό για σκληρή αντιπαράθεση και σύγκρουση με ενδεχόμενο ακόμη και τη ρήξη με την ΟΝΕ. Τα περιθώρια αμφίσημης στάσης έχουν εξαντληθεί.

Ο ρόλος του πολιτικού υποκειμένου, του κόμματος, σ’ αυτή τη διαδικασία είναι απόλυτα κρίσιμος. Η άποψη ότι η μοίρα του κόμματος ΣΥΡΙΖΑ και ακόμη περισσότερο, της Αριστεράς και του κινήματος είναι άρρηκτα δεμένη με την μοίρα της κυβέρνησης, μπορεί να αποτελεί εκτίμηση στα πλαίσια της ενδεχομενικότητας, ωστόσο, δεν μπορεί να αποτελεί επιλογή προδιαγεγραμμένης εξέλιξης, ηττοπαθή και μοιρολατρική. Το «ευρύ κόμμα» (broad party) της ριζοσπαστικής αριστεράς, ο ΣΥΡΙΖΑ, που συγκροτήθηκε στα χρόνια της κινηματικής ανάτασης ενάντια στην καπιταλιστική παγκοσμιοποίηση με την ιστορικά πρωτότυπη σύγκλιση διαφορετικών ρευμάτων της Αριστεράς, ανανεώνοντας την δυναμική των αξιακών χαρακτηριστικών της στην κοινωνία και διεκδικώντας - σε εποχή εχθρική και ιδεολογικά «άνυδρη» - την ιδεολογικοπολιτική ηγεμονία, οφείλει να υπερασπιστεί την φυσιογνωμία του και τις προγραμματικές του επεξεργασίες με τα μεταβατικά χαρακτηριστικά σε διαρκή σύνδεση με τη σοσιαλιστική προοπτική. Μ’ αυτόν τον τρόπο θα φανεί χρήσιμο στην κυβέρνηση, αυξάνοντας και οργανώνοντας την έκφραση των κοινωνικών προσδοκιών και των αιτημάτων, πρώτ’ απ’ όλα του κόσμου της εργασίας και των κινημάτων. Οι οργανώσεις μελών και πολύ περισσότερο το συνδικαλιστικό έχουν πλέον την βαριά ευθύνη της οργανικής σύνδεσης με την κοινωνία και τον κόσμο της εργασίας ώστε να τεθούν επικεφαλείς των διεκδικήσεων απέναντι στις απαιτήσεις των εγχώριων αστικών κέντρων και των ιμπεριαλιστικών επιβολών μέσω του χρέους (σήμερα της τρόικα αλλά και οποιουδήποτε ενδεχομένως τεθεί στην θέση του δανειστή). Έχουν το καθήκον να φέρουν ξανά στην επιφάνεια την προτεραιότητα των πιο σημαντικών ζητημάτων στην πάλη για την ανατροπή της λιτότητας και της νεοφιλελεύθερης στρατηγικής (ανεξαρτήτως «εκδοχών»): την απαλλαγή από το βραχνά του χρέους και των δυσβάσταχτων τοκοχρεωλυσίων απέναντι στα ευρωπαϊκά και διεθνή ιμπεριαλιστικά κέντρα και τα άμεσα μέτρα αναδιανομής απέναντι στις αδηφάγες απαιτήσεις του εγχώριου μεγάλου κεφαλαίου.

Η αριστερή «πτέρυγα» του ΣΥΡΙΖΑ

Στην μέχρι σήμερα πορεία του ΣΥΡΙΖΑ ο ρόλος της οιωνεί «αριστερής πτέρυγας», είτε εκφράστηκε κατά περίπτωση ενιαία, είτε όχι, υπήρξε πολύτιμος. Όχι τόσο για την εσωκομματική της αποτελεσματικότητα, όσο κυρίως γιατί δεν έπαψε να στέλνει ένα ισχυρότατο μήνυμα προς την κοινωνία, τον κόσμο της εργασίας και των κινημάτων και ταυτόχρονα προς τους ταξικούς και πολιτικούς αντιπάλους, ντόπιους και ιμπεριαλιστές. Ένα μήνυμα για την φυσιογνωμία αυτού του κόμματος και την αποφασιστικότητά του να μην γίνει άλλη μια «παρένθεση» στην ιστορία του ελληνικού και ευρωπαϊκού εργατικού, λαϊκού και αριστερού κινήματος. Να μην γίνει βορά των αστικών μεθοδεύσεων και να μην υποκύψει στα δήθεν «ρεαλιστικά» διλήμματα της καπιταλιστικής κρίσης, καταντώντας κυβερνητική κεντροαριστερά. Αντίθετα, να επιμείνει στην προβολή του εναλλακτικού δρόμου που η ίδια η κρίση φέρνει στο προσκήνιο, του δρόμου των ταξικών συμφερόντων του κόσμου της εργασίας και, υπό την ηγεμονία του, της κοινωνικής πλειοψηφίας. Του δρόμου του διεθνισμού των λαών και της σοσιαλιστικής προοπτικής. Του δρόμου του μεταβατικού προγράμματος της Αριστεράς ως αιχμή του δόρατος για την ανατροπή της λιτότητας και της νεοφιλελεύθερης στρατηγικής πανευρωπαϊκά, οικοδομώντας εναλλακτικό υπόδειγμα στην Ελλάδα. Αν δεν υπήρχε και δεν έκανε εμφανή την παρουσία της αυτή η «πτέρυγα», εκφράζοντας και υποστηρίζοντας το πλέον ριζοσπαστικό κοινωνικό τμήμα καθώς και τον κόσμο της αριστεράς, με ταξική και πολιτική συνείδηση, που δεν κάμπτεται από την απειλή του «GREXIT» μπροστά στον στόχο της ανατροπής του νεοφιλελεύθερου καθεστώτος και της ταξικής λιτότητας, η κυβέρνηση σήμερα δεν θα μπορούσε να αντισταθεί στις πιέσεις ούτε συμβολικά!

Σήμερα ο ρόλος της «αριστερής πτέρυγας» είναι ακόμη σημαντικότερος, πραγματικά κρίσιμος. Επωμίζεται αντικειμενικά την ευθύνη να επηρεάσει καθοριστικά τις εξελίξεις σε κατεύθυνση ανυποχώρητης αντιπαράθεσης, ακόμη και σύγκρουσης με τους δανειστές και τα εγχώρια αστικά κέντρα. Επωμίζεται την ιστορική ευθύνη να μην κριθεί αρνητικά η συνέχεια της ταξικής και πολιτικής πάλης, η συνέχεια του αριστερού κινήματος σε κάθε ενδεχόμενο - ακόμη και στο απευκταίο να βρεθεί η κυβέρνηση σε πλήρες αδιέξοδο. Το αποτέλεσμα της ψηφοφορίας για την συμφωνία της 20ης Φλεβάρη στην πρόσφατη συνεδρίαση της Κεντρικής Επιτροπής του ΣΥΡΙΖΑ έστειλε πολύτιμο μήνυμα σε πολλούς αποδέκτες και πρώτα απ’ όλους στους ταξικούς και πολιτικούς αντιπάλους του ΣΥΡΙΖΑ και στον λαό. Όμως οι εξελίξεις είναι ραγδαίες και απαιτούν διαρκώς νέες αποφάσεις / πρωτοβουλίες που να εξυπηρετούν τους στόχους και την πορεία του κόμματος και των εργατικών, λαϊκών αναγκών. Η κυβέρνηση, παρά την κριτική για τον τρόπο συγκρότησής της και τις επιλογές που κάνει υπό την τεράστια πίεση των ιμπεριαλιστικών κέντρων καθώς και του ελληνικού αστισμού, έχει ανάγκη την αντίστροφη πίεση / στήριξη απ’ τα κάτω και απ’ τ’ αριστερά προκειμένου να επιλέξει αποφασιστικά την συνέχιση της πάλης για την ανατροπή της λιτότητας, την απαλλαγή από το χρέος και τα αέναα δάνεια / μνημόνια, την εκκίνηση του προγράμματος αναδιανομής σε βάρος των ντόπιων αστικών κέντρων, όταν, πολύ σύντομα κάτι τέτοιο θα τεθεί «τελεσιγραφικά». Είναι αναγκαίο να επικρατήσει η αντίληψη πως η ανατροπή των ταξικών και πολιτικών συσχετισμών στην χώρα και πανευρωπαϊκά δεν είναι «μονόπρακτο» αλλά διαδικασία με πολλές φάσεις όπου, κάθε φορά, η αντιπαράθεση / σύγκρουση με τα αστικά και ιμπεριαλιστικά κέντρα θα πρέπει να αποτελεί ταυτόχρονα προετοιμασία για την επόμενη σύγκρουση με διαρκώς καλύτερους όρους από την πλευρά του κόσμου της εργασίας και της Αριστεράς. Αυτό το καθήκον αντιστοιχεί στο κόμμα και αποτελεί την πιο ουσιαστική πρόκληση, ιδιαίτερα για την αριστερή του «πτέρυγα».

Ετικέτες