Στον αέρα η στρατηγική της αυτοδυναμίας

Προκηρύσσοντας τελικά τις εκλογές για τις 21 Μάη -και στέλνοντας τις πιθανές δεύτερες εκλογές για τις 2 ή τις 9 Ιούλη- ο Μητσοτάκης μπήκε και επισήμως στον επίλογο της πρωθυπουργικής του περιόδου, παλεύοντας πλέον για την πολιτική του επιβίωση. Αλλά και υποχρεωμένος να αποτρέψει το ενδεχόμενο να μετατραπεί η δική του κρίση σε μια γενικότερη, μια σημαντική πολιτική κρίση για τον ελληνικό καπιταλισμό. 

Το εργατικό δυστύχημα στα Τέμπη ήταν το «συμβάν» που επιτάχυνε αυτήν την πορεία, πορεία όμως που ωρίμαζε μέσα από τις προηγούμενες πικρές εμπειρίες του κόσμου μας, αλλά και μέσα από τους πολύτιμους μαζικούς αγώνες (μεγάλους και «μικρούς») που σήμερα έρχεται στην επιφάνεια η αναντικατάστατη αξία τους. 

Τα αποτελέσματα φαίνονται με γυμνό μάτι, ακόμα και στις «φιλικές» προς την κυβέρνηση δημοσκοπήσεις. Η εκλογική συμπεριφορά μαζικών τμημάτων του κόσμου θα εξαρτηθεί κυρίως από τα «ταξικά» ζητήματα (μισθοί, συντάξεις, τιμές, κοινωνικές δαπάνες κλπ), ενώ οι παραδοσιακές «σημαίες» του συντηρητισμού (ρατσισμός, εθνικισμός, ασφάλεια) υποχωρούν με ταχύτητα. Οι νεοφιλελεύθερες αντιμεταρρυθμίσεις που το 2019 πλασάρονταν ως «απελευθερωτικές» σήμερα γίνονται κατανοητές ως κίνδυνος για τη μεγάλη κοινωνική πλειοψηφία. 

Το αποτέλεσμα είναι μια σημαντική υποχώρηση της ΝΔ στις εκλογικές προσδοκίες της. Αν επιβεβαιωθούν οι σημερινές δημοσκοπικές προβλέψεις, το κόμμα της Δεξιάς κινδυνεύει να βρεθεί ακόμα και κάτω από το 30%. Αν συμβεί, θα είναι μια πτώση συγκρίσιμη μόνο με τη μεγάλη πτώση της ΝΔ το 2012. Είναι μια άδικη σύγκριση, γιατί τότε κυριαρχούσε μια ελπιδοφόρα, γενικευμένη και ισχυρή ανοδική τάση των αγώνων, αλλά και «ερχόταν» ένα πολιτικό ρεύμα που στο όνομα της ριζοσπαστικής Αριστεράς επιχειρούσε να ενοποιεί και να «κλειδώνει» τις μετατοπίσεις. Σήμερα το φαινόμενο είναι περισσότερο αυθόρμητο και στηριγμένο κυρίως στις εμπειρίες του κόσμου. 

Ο πρότερος πολιτικός βίος υποχρεώνει τον Μητσοτάκη να προσπαθήσει να αντιμετωπίσει αυτή την καινούργια κατάσταση, με την παλιά στρατηγική της «αυτοδυναμίας». Οι αριθμοί είναι αμείλικτοι: στην πρώτη κάλπη, της (σχετικά) απλής αναλογικής η αυτοδυναμία προϋποθέτει το 46%+, ποσοστό άπιαστο για τη σημερινή κατάσταση της Δεξιάς. Στη δεύτερη κάλπη, της «ενισχυμένης», οριακή αυτοδυναμία 151 βουλευτών προϋποθέτει 38%+, αν η «διασπορά» ψήφων προς τα κόμματα που θα μείνουν εκτός Βουλής περιοριστεί στα όρια του 2019, αν και οι δημοσκόποι προειδοποιούν ότι αυτή θα είναι μεγαλύτερη… Τούτων δοθέντων, οι ελπίδες για «αυτοδυναμία» παραμένουν εν ζωή μόνο αν η ΝΔ πετύχει στην πρώτη κάλπη τουλάχιστον 33%. Κάθε μικρότερο σκορ, ανοίγει επισήμως την προοπτική προς τις «ευρύτερες συναινέσεις», προοπτική για την οποία ο Μητσοτάκης είναι ανέτοιμος και έχει κριθεί ακατάλληλος. 

Αυτά δεν σημαίνουν ότι ο Μητσοτάκης θα καταρρεύσει αμαχητί. Η καμπάνια για τον φράχτη στον Έβρο και για τους «τζιχαντιστές τρομοκράτες» (χωρίς τις ενοχλητικές «λεπτομέρειες» της κατοχής όπλων κι εκρηκτικών…) έχουν ως στόχο να αναζωπυρώσουν παραδοσιακά συντηρητικά αντανακλαστικά, να περιορίσουν απώλειες της ΝΔ προς την ακροδεξιά, να αναδείξουν τις αδυναμίες κι αντιφάσεις του ΣΥΡΙΖΑ. 

Όμως η έμφαση σε «πολιτική συνόρων» δεν οδηγεί σε πλειοψηφία. Κατά το συστημικό Τύπο, ο Μητσοτάκης είναι υποχρεωμένος να διεκδικήσει τις εκλογές επικεντρώνοντας στη συσπείρωση γύρω του της κυρίαρχης τάξης. Και αυτό επιχειρεί συμβολικά, με τη θρασύτατη απειλή της επέκτασης των ιδιωτικοποιήσεων στο νερό, αλλά και στην πανεπιστημιακή εκπαίδευση (μέσω της προαναγγελίας των τομών που θα επιχειρήσει η Δεξιά στη συνταγματική «μεταρρύθμιση»). Σε πιο πρακτικό-υλικό επίπεδο, η κυβέρνηση ανασκουμπώνεται για να προλάβει τη διανομή των 27 δισ. ευρώ των ευρωπαϊκών «πόρων» προς τις κατασκευαστικές εταιρίες (που αποτελούν «ραχοκοκαλιά» των Ελλήνων καπιταλιστών) ενόψει των έργων που προγραμματίζονται για την… επόμενη πενταετία. 

Η επιλογή για μια «έμφαση στην οικονομία» θα είχε ανάγκη για μια ισχυρή συμβολική κίνηση. Ο Μητσοτάκης ήλπιζε ότι η ανάκτηση της «επενδυτικής βαθμίδας» θα γινόταν μέσα στην προεκλογική περίοδο, πιθανότατα στις 21 Απρίλη. Παρόλο που η πιθανότητα μένει ακόμα θεωρητικά ανοιχτή, οι εξελίξεις προειδοποιούν ότι οι «οίκοι» αναστέλλουν την απόφαση προς το τρίτο τρίμηνο του 2023, ή ακόμα και προς τα τέλη του 2024. Η τελευταία έξοδος του ελληνικού Δημοσίου προς τις αγορές για δανεισμό προς εξυπηρέτηση του χρέους, οδήγησε σε επιτόκιο 3,919%! Παρότι ο οικονομικός Τύπος έσπευσε να καθησυχάσει, λέγοντας ότι αυτό το υψηλό επιτόκιο ήταν προβλεπόμενο και προεξοφλημένο, κανείς δεν μπορεί να υποτιμά την προοπτική του τέλους του 2023, όπου το ελληνικό κράτος θα βρεθεί στην υποχρέωση να μειώνει κατά 5% ετησίως το θηριώδες χρέος (που προσεγγίζει τα 400 δισ. ευρώ) σε συνθήκες υψηλών κι αυξανόμενων επιτοκίων. 

Αυτά σημαίνουν ότι γίνονται στενότερα τα περιθώρια του Μητσοτάκη να συνδυάσει την απεύθυνση προς την κυρίαρχη τάξη, με μέτρα που θα απευθύνονται στη μαζική επιρροή της κυρίαρχης τάξης (μεσοστρώματα, εύποροι αγρότες κλπ). Ακόμα χειρότερα, σημαίνουν ότι αυξάνει ο κίνδυνος να πάψει να γίνεται πιστευτή από τους καπιταλιστές η βιωσιμότητα της ηγετικής ομάδας της ΝΔ, με αποτέλεσμα να αρχίσει να κινδυνεύει ο Μητσοτάκης και από καυγάδες μεταξύ καπιταλιστικών Ομίλων ή και να εκδηλωθεί μέσα στην προεκλογική περίοδο μια απόσυρση της εμπιστοσύνης των καπιταλιστών απέναντι στον μέχρι σήμερα «εκλεκτό» τους. Οι προειδοποιήσεις έχουν ήδη εκφραστεί έμμεσα αλλά καθαρά. 

Αυτή η σταδιακή απόσυρση της εμπιστοσύνης προς τον Μητσοτάκη έχει γενικότερες συνέπειες για το κόμμα της ΝΔ. Κανείς από τους βασικούς υπουργούς της ακραία νεοφιλελεύθερης ηγετικής ομάδας δεν έχει κατοχυρώσει πιθανότητες εναλλακτικής ηγεσίας. Η κρίση του Μητσοτάκη απειλεί να συμπαρασύρει το σύνολο των γιάπηδων που συσπειρώθηκαν γύρω του. Όσο για τα στελέχη της πιο παραδοσιακής πτέρυγας του «κοινωνικού φιλελευθερισμού» της Δεξιάς (Δένδιας;) θα έχουν να αντιμετωπίσουν το ερώτημα γιατί σιώπησαν σε κρίσιμες προκλήσεις (υποκλοπές…) αλλά και να απαντήσουν στα γρήγορα το τι περίπου σημαίνει αυτός ο «κοινωνικός» φιλελευθερισμός στις σύγχρονες συνθήκες του ελληνικού καπιταλισμού. 

Και όλα αυτά τα προβλήματα στρατηγικής και προσανατολισμού, έχουν ελάχιστη «περίοδο χάριτος» για να ωριμάσουν, στις ελάχιστες εβδομάδες που απομένουν μέχρι η πρώτη κάλπη να βγάλει τα νέα αριθμητικά δεδομένα. 

Αυτή η κινούμενη άμμος χαρακτηρίζει τη συζήτηση για την προοπτική κυβέρνησης συνασπισμού ή ειδικού σκοπού. Είναι μια εναλλακτική λύση, αλλά όχι χωρίς δυσκολίες: οι ηγεσίες των «μεγάλων» κομμάτων, αλλά και τα ίδια τα κόμματα (όπως η ΝΔ ή ο ΣΥΡΙΖΑ) είναι ολοφάνερα ανέτοιμες δυνάμεις για αυτή την προοπτική. Και ο ελληνικός καπιταλισμός στην ερχόμενη περίοδο θα χρειαστεί μια κυβέρνηση κάθε άλλο παρά αδύναμη κι ασταθή. 

Ο Κυριάκος Μητσοτάκης υποστηρίχθηκε σαν ηγέτης «μακράς πνοής» από τις καθεστωτικές δυνάμεις. Ολοκληρώνοντας την πρώτη θητεία του κινδυνεύει με κατάρρευση και απόσυρση. Δεν ήταν εύκολο μέχρι τώρα και δεν θα είναι εύκολο μέχρι τέλους. Οι καπιταλιστές έχουν την πραγματική εξουσία και, αν αποφασίσουν να δώσουν μάχη για μια επιλογή τους, έχουν δυνατότητες να την επιβάλουν. 

Η φθορά του Μητσοτάκη ήταν έργο των δυνάμεων από τα κάτω: των εργαζομένων και της νεολαίας. Αυτές οι δυνάμεις έχουν όλους τους λόγους να επιμείνουν μέχρι τέλους, να ολοκληρώσουν την ανατροπή μιας από τις πιο αντιδραστικές κυβερνήσεις μετά τη Μεταπολίτευση. Χωρίς, όμως, καμιά αυταπάτη απέναντι στις δυνάμεις που έστρωσαν το δρόμο για την άνοδο του Μητσοτάκη στην εξουσία, και του έδωσαν τη δυνατότητα πολιτικής επιβίωσης στην τετραετία μετά το 2019. 

*Αναδημοσίευση από την Εργατική Αριστερά

Ετικέτες