Πλησιάζοντας στην επέτειο 4 χρόνων από το ξέσπασμα της επανάστασης στην Τυνησία, δύο εκλογικές αναμετρήσεις, βουλευτικές και προεδρικές, επιτρέπουν μια εκτίμηση για το ποια είναι η κατάσταση στην γενέτειρα των αραβικών εξεγέρσεων.
Στις βουλευτικές εκλογές, πρώτο αναδείχθηκε το Νίντα Τουνές (37,5%), μια ετερόκλητη συμμαχία παλιών καθεστωτικών, φιλελεύθερων αστών, και κάποιων δημοκρατικών ή και αριστερών, που συγκροτήθηκε το 2012, με σημείο αναφοράς τον Εσέμπσι, έναν 87χρονο βετεράνο του καθεστώτος και επί Μπουργκίμπα και επί Μπεν Άλι.
Το μεγαλύτερο πλήγμα δέχθηκαν τα τρία κόμματα που συγκυβέρνησαν από το 2011 (και τις εκλογές για Συντακτική Συνέλευση) μέχρι την συγκρότηση κυβέρνησης τεχνοκρατών στις αρχές του 2014. Το ισλαμικό Ενάντα που είχε έρθει πρώτο το 2011 με 1.500.000 ψήφους και 37%, έχασε 550.000 ψήφους και βρέθηκε στο 27,8%. Το σοσιαλδημοκρατικό CPR καταποντίστηκε από το 8,7% στο 2% (από 350.000 ψήφους στις 70.000) ενώ το κεντροαριστερό Ετατακόλ που είχε κερδίσει 7% το 2011 εξαφανίστηκε από τον εκλογικό-πολιτικό χάρτη.
Στην τέταρτη θέση με 3,64%, αναδείχθηκε το Λαϊκό Μέτωπο (πλατιά συμμαχία διαφόρων οργανώσεων της Αριστεράς και του αραβικού εθνικισμού) που εκλέγει 15 βουλευτές, από 4 που είχαν εκλέξει χωριστά οι συνιστώσες του το 2011.
Αν και ο πρόεδρος της δημοκρατίας έχει περιορισμένες εξουσίες, οι προεδρικές εκλογές θεωρούνται πολύ ισχυρός πολιτικός δείκτης καθώς στη νεογέννητη τυνησιακή δημοκρατία τα πρόσωπα είναι πιο γνωστά και δημοφιλή από τα κόμματα. Στον πρώτο γύρο, ο Εσέμπσι ήρθε πρώτος με 39,5%, και στο δεύτερο γύρο θα αναμετρηθεί με τον Μαρζούκι (33,43%), ηγέτη του CPR που όμως υποστηρίχθηκε ανεπίσημα από το Ενάντα. Τα ευχάριστα νέα ήταν η τρίτη θέση και το 7,8% που κέρδισε ο υποψήφιος του Λαϊκού Μετώπου, Χαμάμι.
Νίκη των «κοσμικών»
Τα πρωτοσέλιδα ήταν αναμενόμενα, και πανομοιότυπα: «Νίκη των κοσμικών ενάντια στο ισλαμικό Ενάντα». Αναμασιέται ξανά και ξανά η ίδια διαχωριστική γραμμή, που βλέπει μόνο «κοσμικούς» ενάντια σε «ισλαμιστές», αφανίζοντας όρους όπως Αριστερά, Δεξιά, καθεστωτικοί, δημοκρατικοί, νεοφιλελεύθεροι, συντηρητικοί κλπ. Δεν είναι απλά ανιστόρητη και απλουστευτική άποψη, είναι και επικίνδυνη. Σπάζοντας την μονοτονία στα διεθνή ΜΜΕ, η Μόνικα Μαρς έγραψε εξαιρετικά στον «Γκάρντιαν»:
«Παρά τα φιλικά αισθήματα προς αυτό το κόμμα εξαιτίας της κοσμικής του ταμπέλας, οι δυτικοί κατανοούν εκπληκτικά λίγα πράγματα για το Νίντα Τουνές, κυρίως επειδή έχουν την τάση να περνάνε από το μικροσκόπιο της κριτικής έρευνας τους Ισλαμιστές, αλλά όχι τους κοσμικούς. Σε αντίθεση με το προαίσθημα πολλών, η εσωτερική δομή του Νίντα Τουνές είναι πολύ πιο αυταρχική από του Ενάντα, το οποίο καμαρώνει για τις αντιπροσωπευτικές δομές λήψεις αποφάσεων που έχει από τη βάση του ως την εθνική του ηγεσία».
Το Νίντα Τουνές θυμίζει το αιγυπτιακό Μέτωπο Εθνικής Σωτηρίας, μια ανίερη συμμαχία που στο όνομα της «κοινής αντι-ισλαμικής πάλης» καταλήγει στην ανασυγκρότηση των (πάντα ισχυρών) δικτύων των παλιών καθεστωτικών, σε συνεργασία με άλλες αστικές (και διεθνείς) δυνάμεις που αποφασίζουν ότι ήρθε η ώρα να «πετάξουν απτο τρένο» τα κόμματα του πολιτικού Ισλάμ που χρησιμοποιήθηκαν μετεπαναστατικά για να ελέγξουν την κατάσταση, αλλά πλέον είναι άχρηστα.
Η νίκη του Νίντα Τουνές (και μια ενδεχόμενη επικράτηση του Εσέμπσι) αφενός επιβεβαιώνει την κρίση του πολιτικού Ισλάμ. Αυτά τα κόμματα, χτισμένα στην κενή υπόσχεση «το Ισλάμ είναι η λύση», όταν δοκιμάστηκαν στην πράξη, βρέθηκαν μπροστά στα αδιέξοδά τους, προδίδοντας τις ελπίδες της λαϊκής τους βάσης.
Παρά την κρίση που περνάνε τα ισλαμικά κόμματα, θα προτείναμε να μη βιαστεί κανείς να ανακηρύξει πρόωρα τον «θάνατο» του πολιτικού Ισλάμ, και κυρίως να μη βιαστεί να πανηγυρίσει την εξέλιξη. Από μόνη της δεν σημαίνει τίποτα. Αν το πολιτικό Ισλάμ ηττηθεί «από τα αριστερά» θα είναι ένα πολύ σημαντικό βήμα μπρος για την περιοχή. Αν όμως η Αριστερά δεν μπορέσει να επωφεληθεί από αυτήν την κρίση, αυτή μπορεί να οδηγήσει ή σε «στρατηγούς Σίσι» ή σε δυνάμεις του τύπου «Ισλαμικό Κράτος» ή και στα δύο, καθώς το ένα φαινόμενο θρέφει το άλλο.
Η νίκη του Νίντα Τουνές όμως σημαίνει κι άλλα πράγματα. Είναι σημάδι συντηρητικής αναδίπλωσης, αντίστοιχης με αυτήν που έκανε δημοφιλή τον στρατηγό Σίσι σε μερίδες της αιγυπτιακής κοινωνίας. Η αδυναμία της επανάστασης να συγκροτήσει «θετική εναλλακτική» στο μετεπαναστατικό χάος είναι εύφορο έδαφος για να ανθίσει ο κυνισμός, η νοσταλγία για το παλιό καθεστώς, να κερδίσουν το χαμένο έδαφος στην κοινή γνώμη οι «ειδικοί της εξουσίας» (όπως αυτοπροβάλλονται ο Εσέμπσι και οι πρώην καθεστωτικοί).
Νικηφόρα επανάσταση;
Η Τυνησία εξελίσσεται σε αγαπημένο παιδί των δυτικών, φιλελεύθερων ΜΜΕ και για έναν άλλο λόγο. Για αυτούς που εξαρχής ονειρεύονταν ένα αραβικό «1989», (ανατροπή των δικτατοριών, συγκρότηση κοινοβουλευτικής δημοκρατίας, συνέχεια και ένταση των νεοφιλελεύθερων πολιτικών) στην Τυνησία η επανάσταση νίκησε.
Δεν υποτιμούμε καθόλου τις δημοκρατικές κατακτήσεις των Τυνήσιων, που έχουν αποφύγει τη μοίρα της Αιγύπτου ή της Συρίας, και μπορούν για παράδειγμα να φιλοξενούν ελεύθερα διεθνείς συναντήσεις της Αριστεράς στη χώρα τους. Αλλά ούτε το «ψωμί» ούτε η «κοινωνική δικαιοσύνη» έχουν κατακτηθεί.
Το Ενάντα και οι σύμμαχοί του, έπειτα η τεχνοκρατική κυβέρνηση και σήμερα το Νίντα Τουνές, παραμένουν προσηλωμένοι στις προτεραιότητες της αστικής τάξης και στις επιταγές του ΔΝΤ και της ΕΕ (που έσπευσαν να παρέμβουν στην οικονομική πολιτική της «μετεπαναστατικής» Τυνησίας) και οι «Μπουαζίζι» της χώρας παραμένουν στην ίδια κατάσταση που τους οδήγησε στους δρόμους το Δεκέμβρη του 2010.
Κίνημα και Αριστερά
Το μέλλον θα κριθεί από την στάση της πανίσχυρης εργατικής συνομοσπονδίας UGTT και της δυνατής (σε σύγκριση με τις άλλες αραβικές χώρες) τυνησιακής Αριστεράς. Οι φιλελεύθεροι «ξεχνούν» ότι ακόμα και τα μικρά δημοκρατικά κατορθώματα στην Τυνησία (γρήγορη κι αναίμακτη ανατροπή του Μπεν Άλι, αποφυγή αιματοχυσίας ή παλινόρθωσης του καθεστώτος) δεν οφείλονται σε μια κάποια «ωριμότητα των Τυνήσιων» αλλά οφείλονται αποκλειστικά στην ύπαρξη και δράση αυτών των δυνάμεων, ιδιαίτερα της UGTT που είναι η πιο οργανωμένη δύναμη στη χώρα και μπορεί να επιβάλει όρους ακόμα και με την απειλή κινητοποίησής της.
Το πρόβλημα είναι πως οι ίδιες δυνάμεις αυτοπεριορίζονται στο όνομα ενός «δημοκρατικού σταδίου της επανάστασης» (κοινό μέτωπο της UGTT με τους εργοδότες ενάντια στο Ενάντα, φιλικότητα δυνάμεων της Αριστεράς προς το Νίντα Τουνές και μια κάποια «φιλελεύθερη αστική τάξη», γραμμή «εθνικής συνεννόησης» και «συναίνεσης για να προχωρήσει η μετάβαση»). Αυτή η αδυναμία έχει οδηγήσει σε χαμένες ευκαιρίες στο πρόσφατο παρελθόν και μπορεί να οδηγήσει και σε επόμενες ήττες αν δεν ξεπεραστεί. Αλλά αυτή είναι μια άλλη συζήτηση…