Ο τίτλος αυτού του άρθρου παραπέμπει στο σύνθημα που συνοδεύει τη φεμινιστική δράση ενάντια στους πολέμους, η οποία ήταν πάντα, άνευ όρων, αλληλέγγυα με τις Παλαιστίνιες, Αφγανές, Σύριες, Ιρακινές, Κολομβιανές, Κούρδισσες, Σαχαράουι και τόσες άλλες γυναίκες που θα μπορούσα να συνεχίσω να απαριθμώ.

Σήμερα, ακούγοντας με πόνο τις μαρτυρίες του ουκρανικού πληθυσμού και βλέποντας τις εικόνες της καταστροφής που προκαλεί η ρωσική εισβολή, η καρδιά μου βρίσκεται με τις Ουκρανές γυναίκες, με εκείνες που αντιστέκονται στις πόλεις και με τις χιλιάδες που αναγκάστηκαν να φύγουν με τις κόρες και τους γιους τους και να γίνουν προσφύγισσες. Η καρδιά μου βρίσκεται επίσης με τις Ρωσίδες, ακτιβίστριες υπέρ της ειρήνης που δημιουργούν δίκτυα αντίστασης κατά του πολέμου αντιμετωπίζοντας την καταστολή του καθεστώτος Πούτιν.

Την παραμονή των διαδηλώσεων της 8ης Μάρτη, γίναμε μάρτυρες  πολεμικών και θεσμικών διακηρύξεων που εκφράστηκαν από κυβερνητικά κόμματα σχετικά με τον πόλεμο και τον χαρακτήρα που θα έπρεπε να έχουν οι επικείμενες φεμινιστικές κινητοποιήσεις. Γι’  αυτό, πριν μπούμε στο κυρίως θέμα αυτού του άρθρου, θα ήθελα πρώτα από όλα να  υπερασπιστώ την αυτονομία του φεμινιστικού κινήματος να θέτει τη δική του ατζέντα στις διαδηλώσεις που οργανώνει και στις οποίες καλεί, χωρίς θεσμικές ή κομματικές παρεμβάσεις. Η ιστορία έχει οδηγήσει το κίνημα αυτό να φυλά σαν κόρη οφθαλμού την αυτονομία του και να μπορεί να διαφοροποιεί την θεσμική σφαίρα και τη σχέση του με τις δημόσιες πολιτικές από τον δικό του χώρο.

Το φεμινιστικό «όχι στον πόλεμο» έχει βαθιές ιστορικές και διεθνείς ρίζες και, δυστυχώς, μακρά ιστορία. Ομάδες όπως οι «Dones per dones» (Γυναίκες για τις γυναίκες), «Mujeres de negro» (Γυναίκες στα μαύρα) και διάφορες άλλες πλατφόρμες για την ειρήνη κινητοποιούνταν πάντα σε περιόδους πολέμων και έχουν δείξει τη σημασία της δημιουργίας δικτύων υποστήριξης και σχέσεων με και μεταξύ γυναικών σε χώρες που βρίσκονται σε σύγκρουση. Αυτό σήμαινε ότι η απόρριψη των πολέμων και η υπεράσπιση της ειρήνης ήταν ζητήματα πάντα παρόντα στη φεμινιστική ιδεολογία  και πρακτική και αποτελούσαν όψη  του διεθνισμού τους, αυτού που σήμερα ονομάζεται «παγκόσμια κραυγή».

Οι λόγοι που οδηγούν τις γυναίκες να ξεσηκωνόμαστε κατά του πολέμου και να υπερασπιζόμαστε την ειρήνη ποικίλουν. Κάποιες φορές η θέση αυτή συσχετίζεται με μια δήθεν ειρηνική φύση των γυναικών, ένα επιχείρημα με σαφείς ουσιοκρατικές προεκτάσεις που δεν συμμερίζομαι και που δεν λαμβάνει υπόψη τις ποικίλες εμπειρίες των γυναικών σχετικά με τη μητρότητα, τις σχεσιακές πρακτικές για τις οποίες θεωρούμαστε υπεύθυνες ή την υπεράσπιση της φύσης. Η φεμινίστρια και αντιμιλιταρίστρια ακτιβίστρια Montse Cervera (Μόντσε Θερβέρα) εξηγεί γιατί συμβαίνει αυτό: «Δεν είναι επειδή οι γυναίκες είναι ειρηνικές από τη φύση τους, αλλά επειδή είναι δεμένες με τη ζωή των ανθρώπων και του πλανήτη».

Αυτή η δέσμευση να τεθούν στο επίκεντρο οι ανάγκες και η ευημερία των ανθρώπων, να διασφαλιστούν αξιοπρεπείς ζωές αντί για τα κέρδη των αγορών, όπως διακηρύσσει ο καπιταλισμός, εξηγεί τη φεμινιστική απόρριψη των πολεμικών εξοπλισμών, αυτής της βιομηχανίας που αυγατίζει σε περιόδους ειρήνης μέχρι να γίνει μια ισχυρή βιομηχανία θανάτου, η οποία παράγει τεράστια κέρδη∙ την απόρριψη επίσης της μιλιταριστικής κλιμάκωσης που σφυρηλατείται κάτω από τη ρητορική της ειρήνης και τις πολιτικές ασφάλειας των κρατών, οι οποίες, από την άλλη πλευρά, είναι τόσο «ωφέλιμες» για την ακροδεξιά.

Στην ίδια κατεύθυνση κινείται και το αίτημά μας για λιγότερες στρατιωτικές δαπάνες και περισσότερες κοινωνικές δαπάνες στους κρατικούς προϋπολογισμούς. Πρόκειται για κοινωνικές δαπάνες που μπορούν να καλύψουν τις πραγματικές ανάγκες των ανθρώπων και να διασφαλίσουν την ασφάλειά τους, και τις οποίες η πανδημία έκανε ορατές και ανέδειξε ως βασικές-απαραίτητες-αναγκαίες εργασίες: αυτές των εργαζομένων στην καθαριότητα, των εργαζομένων σε ιδρύματα φροντίδας, των εργαζομένων στην υγεία, των φροντιστριών σε υπηρεσίες και στην κατ' οίκον εργασία∙ σε όλες αυτές τις εργασίες, η πλειοψηφία των εργαζομένων είναι γυναίκες.

Υπάρχει όμως ένα άλλο θεμελιώδες ζήτημα στη φεμινιστική πρόταση ειρήνης και στο «όχι στον πόλεμο»: η βία. Οι γυναίκες γνωρίζουν πολύ καλά την καταστροφική λογική της βίας, στην προκειμένη περίπτωση της ματσό-έμφυλης βίας, και οι πόλεμοι είναι η ακραία έκφραση της γενικευμένης βίας που επιδιώκει την υποταγή των λαών και της πατριαρχικής βίας που τη συνοδεύει. Όπως δυστυχώς συμβαίνει αλλά και  ευτυχώς έχει καταγραφεί, είναι αμέτρητες οι περιπτώσεις που οι γυναίκες γίνονται λάφυρα του πολέμου. Έπρεπε να έρθει στο φως η τραγωδία των γυναικών στον πόλεμο των Βαλκανίων για να θεωρηθεί ο βιασμός έγκλημα πολέμου, γιατί το πολεμικό έπος οδηγεί αναπόφευκτα στην κουλτούρα του βιασμού, και δεν υπάρχει τίποτα που να προκαλεί μεγαλύτερη απέχθεια από αυτό στη φεμινιστική πρόταση.

Δεν γνωρίζουμε ακόμα την έκταση αυτού του πολέμου, ο οποίος είναι ήδη καταστροφικός, ούτε αν θα καταστεί εφικτή η αποκλιμάκωση της κούρσας των εξοπλισμών η αν θα επιτραπεί στους χιλιάδες Ουκρανούς πρόσφυγες να συνεχίσουν τη ζωή τους στις πόλεις και τα χωριά τους με τις πληγές τους ανοιχτές. Είναι γνωστό, επειδή έχει ήδη φανεί ότι θα αλλάξει τις συνθήκες διαβίωσης για όλες και για όλους. Και αυτή είναι αναμφίβολα μια παγκόσμια και επείγουσα κατάσταση έκτακτης ανάγκης. Αλλά αν επιδιώκουμε την ειρήνη και «μια ειρήνη που δεν καταπιέζει», δεν μπορούμε να αγνοήσουμε τα ζητήματα που θέτει ο αντιμιλιταριστικός φεμινισμός, γιατί αν το κάνουμε αυτό,   εγγυημένα οδηγούμαστε στην επανάληψη της φρίκης και τότε ο λόγος για την ειρήνη θα μετατραπεί σε μια σκέτη ρητορική.

Η βιαιότητα του πολέμου και το ανθρώπινο δράμα που αυτός φέρει, μπορεί να οδηγήσει σε μια κανονικότητα που παραγκωνίζει ή αγνοεί οποιοδήποτε πρόβλημα ξεφεύγει της πολεμικής  λογικής το οποίο ωστόσο μπορεί να αποτελεί μέρος του αγώνα για τη ζωή των γυναικών σε άλλα τμήματα του κόσμου. Αλλά δεν θα είναι εύκολο, ίσως θα πρέπει να μάθουμε πώς να το κάνουμε.

Το κίνημα Black Lives Matter ( οι μαύρες ζωές έχουν σημασία) κατέδειξε ότι όλες οι ζωές έχουν σημασία, και ο αγώνας του και το σύνθημά του έγιναν σημείο αναφοράς. Στρέφομαι σε αυτό το κίνημα, διότι, μπροστά στον κίνδυνο μιας κανονικότητας που βασίζεται στη λογική «ο σώζων εαυτόν σωθήτω» ή «πάνω από όλα η πάρτι μας», λογικής τόσο λειτουργικής για τον νεοφιλελευθερισμό, απέναντι στον φόβο και την ανασφάλεια, με οδηγεί σε αυτό που ο φεμινισμός έχει αναδείξει: «εμείς [σε θηλυκό πρόσωπο/nosotras] μαζί».  Eίναι η ιδέα που λέει ότι δεν υπάρχουν δικαιώματα μόνο για κάποιους αν δεν μπορούν να επεκταθούν για όλες/ους. Γι' αυτό το λόγο το άμεσης ανάγκης ανθρώπινο δράμα της μεγαλύτερης προσφυγικής κρίσης στην Ευρώπη δεν μπορεί να λυθεί  χωρίς την αντιμετώπιση της κατάστασης χιλιάδων γυναικών και ανδρών που ζουν σε προσφυγικούς καταυλισμούς σε όλο τον κόσμο. Όπως επίσης, δεν μπορεί να καθυστερεί άλλο η αλλαγή των νόμων της Ευρωπαϊκής Ένωσης για το άσυλο και τους πρόσφυγες, των μεταναστευτικών νόμων και των κανονισμών ασφαλείας.

Επειδή όλες οι ζωές έχουν σημασία, η νομιμοποίηση των Ουκρανών που ζουν στην Ισπανία είναι επείγουσα και πρέπει από αυτήν να επωφεληθεί το σχεδόν μισό εκατομμύριο μετανάστριες και μετανάστες που ζουν στο Ισπανικό Κράτος σε καθεστώς παράτυπης μετανάστευσης και αναμονής για την διοικητική τακτοποίηση των εγγράφων τους. Όπως επισημαίνουν οι οικιακές βοηθοί-εργαζόμενες στα σπίτι (παρεμπιπτόντως, η κυβέρνηση δεν έχει ακόμη αναγνωρίσει τα δικαιώματά τους και δεν έχει επικυρώσει τη Σύμβαση 189 της Διεθνούς Οργάνωσης Εργασίας), οι μεροκαματιάρες, οι εργαζόμενες στο σεξ, οι φροντίστριες και οι εργαζόμενες στις απαραίτητες εργασίες [esenciales], πολλές από τις οποίες είναι μετανάστριες, το καθεστώς παρανομίας που τους έχει υποβληθεί τις οδηγεί σε  μεγαλύτερη εργασιακή εκμετάλλευση, τους στερεί την νομική προστασία που δικαιούνται, τις αποκλείει  από δημόσιες υπηρεσίες και δικαιώματα και τις καθιστά πιο ευάλωτες στην ματσό βία και στην θεσμική έμφυλη βία. Η κυβέρνηση δεν μπορεί να περιμένει  μέχρι η τρέχουσα εκστρατεία «Ρύθμιση των χαρτιών τώρα» να συγκεντρώσει 500.000 υπογραφές για να εγγυηθεί αυτό το δικαίωμα.

Ο κίνδυνος στον οποίο αναφέρθηκα προηγουμένως ─ότι όλα όσα δεν εμπίπτουν στη λογική του πολέμου και των τεράστιων άμεσων συνεπειών του θα εξαφανιστούν από την μιντιακή, κοινωνική και πολιτική προσοχή─είναι ένα τεράστιο πρόβλημα, διότι ο πόλεμος θα επιδεινώσει τις καταστροφικές συνέπειες των κρίσεων που βιώνουμε και οι οποίες αλληλεπικαλύπτονται: αυτή που απορρέει από τον πόλεμο στηρίζεται σε εκείνη της πανδημίας και η τελευταία στην κρίση της οικολογίας, της φροντίδας και της υγείας,  της οικονομίας και της δημοκρατίας, τις οποίες ο φεμινισμός έχει επίσης περιγράψει ως συστημικές κρίσεις.

Ο κίνδυνος οι ανισότητες που παράγει το σύστημα να βαθύνουν και να παγιωθούν ακόμη περισσότερο σε μια κανονικότητα που χαρακτηρίζεται από τη βία, την ευθραυστότητα των συνθηκών διαβίωσης της πλειοψηφίας και την περιβαλλοντική ευθραυστότητα, είναι υπαρκτός.

Σε μια πρόσφατη ημερίδα για τον φεμινιστικό συνδικαλισμό, κάποιες συντρόφισσες είπαν ότι το να οργανώνεσαι σημαίνει να αρχίζεις να αντιστέκεσαι. Να οργανωθούμε για να μετατρέψουμε το σύνθημα «ούτε τον πόλεμο που μας καταστρέφει ούτε την ειρήνη που μας καταπιέζει» σε παγκόσμια κραυγή, για να δημιουργήσουμε ζωή με αξιοπρέπεια και βιωσιμότητα για όλες και όλους, έτσι ώστε το στοίχημα για τη δημιουργία κοινότητας να κάνει την υποταγή των γυναικών και των λαών μη βιώσιμη.

Όπως αναφέρει το μανιφέστο της Επιτροπής 8M του φεμινιστικού κινήματος της Μαδρίτης, «οι φεμινίστριες έχουμε ένα σχέδιο, θα αλλάξουμε το σύστημα.» Σχεδιάζουμε έναν άλλο πιθανό δρόμο, με μια φεμινιστική δυναμική που ξεπερνά τα σύνορα και γκρεμίζει τα τείχη.  Και δεν είναι ρητορική, υπάρχει ένας συμπεριληπτικός φεμινισμός, στον οποίο χωράμε όλες, με προτάσεις που βάζουν στο στόχαστρο τις δομικές αιτίες των συνθηκών μέσα στις οποίες  ζουν οι γυναίκες και ίσως γι' αυτό το κίνημά μας ενοχλεί τόσο. Φεμινισμός ή βαρβαρότητα.

*Η Χούστα Μοντέρο είναι ισπανίδα φεμινίστρια, ακτιβίστρια, ακαδημαϊκός και συγγραφέας. Δραστηριοποιείται στο φεμινιστικό κίνημα από το 1973. Υπήρξε μέλος της LCR, συνιδρύτρια του Κέντρου Γυναικών στη Μαδρίτη, της Επιτροπής για την υπεράσπιση στο δικαίωμα στις εκτρώσεις, της Φεμινιστικής Συνέλευσης της Μαδρίτης και συμμετέχει στο Πανισπανικό Συντονιστικό φεμινιστικών συλλογικοτήτων. Έχει υποστηρίξει σταθερά τη συμμαχία ανάμεσα στο φεμινιστικό και ΛΟΑΤΚΙ+ κίνημα και αρθρογραφεί ταχτικά στον ισπανικό και φεμινιστικό τύπο. Διδάσκει Σπουδές Φύλου στο Universidad Politécnica de Madrid, στο Universidad Autónoma de Madrid και άλλα ιδρύματα.

Το κείμενο της Χούστα Μοντέρο,  δημοσιεύτηκε την 7η Μαρτίου του 2022 στην εφημερίδα ctxt και είναι διαθέσιμο στον εξής σύνδεσμο στα ισπανικά.

https://ctxt.es/es/20220301/Firmas/39008/guerra-ucrania-movimiento-femin...

Ετικέτες