Σε εκ νέου αναστολή προχώρησαν τις εργασίες τους λίγες μέρες πριν οι εργολάβοι της ΔΕΗ στην ευρύτερη περιοχή Κοζάνης-Πτολεμαΐδας, απολύοντας και πάλι εκατοντάδες εργαζόμενους. Πριν περίπου 4 μήνες απολύθηκαν περίπου 1000 εργάτες, τώρα προστέθηκαν άλλοι 1500 απολυμένοι.

Οι εργολαβίες, καθώς κι οι ολιγόμηνες συμβάσεις απασχόλησης καθιερώθηκαν στη ΔΕΗ τη δεκαετία του ’90, χρησιμοποιούμενες ως Δούρειος Ίππος για τη διάλυση των εργασιακών σχέσεων των εργαζομένων, ώστε να περάσουν πιο εύκολα τα σχέδια για την ιδιωτικοποίησή της. Οι μόνιμοι εργαζόμενοι στη ΔΕΗ άρχισαν να αντικαθίστανται σταδιακά από εργολαβικούς , 2μηνίτες κι 8μηνίτες που κάλυπταν πάγιες και διαρκείς ανάγκες της επιχείρησης. Έτσι τα εργασιακά δικαιώματα άρχισαν να συμπιέζονται προς τα κάτω για όλες τις κατηγορίες εργαζομένων της ΔΕΗ.

 Στα χρόνια των μνημονίων οι πιέσεις να απαξιωθεί, να συρρικνωθεί και να πουληθεί η ΔΕΗ κορυφώθηκαν, μετατρέποντας τις ήδη άθλιες εργασιακές συνθήκες των εργολαβικών σε συνθήκες δουλείας, με 300, 400 και 500 ευρώ για ανασφάλιστη (και συχνά απλήρωτη) εργασία, σε πολύ επικίνδυνες συνθήκες μέσα στα ορυχεία. Σήμερα οι εργολαβίες σχεδόν έχουν σταματήσει, με τους εργολάβους να μένουν απλήρωτοι και να αφήνουν  απλήρωτους (προφανώς σε πολύ μεγαλύτερο βαθμό) κι απολυμένους τους εργάτες τους. Το επόμενο διάστημα το «σχέδιο» προβλέπει σταμάτημα όλων των εργολαβικών εργατών, των συμβασιούχων, ενώ άρχισαν να διαρρέουν και οι απειλές προς το μόνιμο προσωπικό, ότι από Σεπτέμβρη μπορεί να μην πληρώνεται, ή να πληρώνεται ...έναντι. Μόνο τυχαίο δεν μπορεί να θεωρηθεί ότι τις ίδιες μέρες δόθηκε το πράσινο φως για το ξεπούλημα του ΑΔΜΗΕ, ενώ η ΔΕΗ βαδίζει προς το ταμείο ξεπουλήματος στους δανειστές, το ΤΑΙΠΕΔ. Το παιχνίδι είναι μεγάλο, διακυβεύονται δισεκατομμύρια κέρδη. Η επιχείρηση πρέπει να «εξυγιανθεί» και οι εργαζόμενοι πρέπει να τρομοκρατηθούν και να δεχτούν αγόγγυστα την κατάσταση. Η κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ-ΑΝΕΛ πρωταγωνιστεί στην προσπάθεια...

Για το θέμα πραγματοποιήθηκε σύσκεψη στο Εργατικό Κέντρο Πτολεμαΐδας κι ακολούθησε κάλεσμα για συγκέντρωση διαμαρτυρίας στο διοικητήριο του ΛΚΔΜ (Λιγνιτικό Κέντρο Δυτικής Μακεδονίας) στις 12/7, όπου συγκεντρώθηκαν 250-300 άνθρωποι. Ωστόσο η γραφειοκρατία του Εργατικού Κέντρου Πτολεμαΐδας έκλεισε τη συγκέντρωση σε 5 λεπτά, απαγορεύοντας σε οποιονδήποτε να πάρει το λόγο, πόσο μάλλον να προχωρήσει σε κάποια αγωνιστική κινητοποίηση. Είναι φανερό ότι οι τοπικοί «άρχοντες» και η γραφειοκρατία ούτε θέλουν ούτε μπορούν να δώσουν τη μάχη-άλλωστε με σοβαρές ευθύνες και των ίδιων έφτασε ο «κόμπος στο χτένι» για την περιοχή μας, με ρεκόρ ανεργίας, φτώχειας και λουκέτων. Αν δε θέλουμε να δούμε τις πόλεις μας να μετατρέπονται σε ερημοτόπους, πρέπει να δημιουργηθούν πλατιές κινηματικές πρωτοβουλίες των εργαζομένων και των κατοίκων, για να διεκδικήσουν την ανατροπή της κυβερνητικής πολιτικής και τις συνέπειές της σε τοπικό επίπεδο. Μόνο οι ίδιοι μπορούμε να προασπίσουμε τα συμφέροντά μας, χωρίς «προστάτες» και χωρίς να πιστεύουμε σε δήθεν «υποσχέσεις» που αφορούν το μακρινό μέλλον. Η Αριστερά πρέπει να πρωτοστατήσει σε πρωτοβουλίες που θα λειτουργούν ως «ασπίδα» απέναντι στη μνημονιακή καταιγίδα, αλλά και ως «όπλα» για επιθετική διεκδίκηση «εδώ και τώρα» : καμία χαμένη θέση εργασίας, προσλήψεις και σταθερές σχέσεις εργασίας-κατάργηση των εργολαβιών, άμεση πληρωμή των δεδουλευμένων, όχι στην ιδιωτικοποίηση, Κρατικό μονοπώλιο της ΔΕΗ και της ενεργειακής πολιτικής με κοινωνικό κι εργατικό έλεγχο (δηλαδή να πεταχτούν έξω με τις κλοτσιές οι Μπόμπολες, οι Μυτιληναίοι, οι Κοπελούζοι κ.ά.),  κανένα σπίτι χωρίς ρεύμα-δωρεάν ρεύμα τους φτωχούς και τους ανέργους.

Από αυτή τη σκοπιά, είναι σημαντικό ότι μια τέτοια πρωτοβουλία , η Πρωτοβουλία Πολιτών Εορδαίας, έκανε ήδη από το Μάρτιο τα πρώτα της βήματα, και ήδη άνοιξε το άλλο μεγάλο «μέτωπο» στην περιοχή , αυτό της Υγείας. Με αφορμή τις απειλές των τοπικών κυβερνητικών εκπροσώπων (του βουλευτή Μ.Δημητριάδη, του περιφερειάρχη κ.ά.), στις 14/7 συγκάλεσε μια πρώτη Σύσκεψη για τη Δημόσια Υγεία στο Δημαρχείο Πτολεμαΐδας. Πάνω από 30 πολίτες παραβρέθηκαν, ανάμεσά τους εργαζόμενοι στα νοσοκομεία και συνδικαλιστικοί τους εκπρόσωποι (ΕΙΝΔΥΜ, ΕΚΑΒ) , εκπρόσωποι από την ΕΛΜΕ, το σωματείο ενέργειας «Εργατική Αλληλεγγύη» κι άλλους φορείς και διεξήχθη ένας πλούσιος διάλογος. Όλες οι τοποθετήσεις συνέκλιναν γύρω από την έλλειψη προσωπικού κι ασθενοφόρων,  τις κακές υπηρεσίες που προκύπτουν λόγω της υποστελέχωσης, την αυξημένη ζήτηση από τους ασθενείς λόγω της κρίσης,  την εξόντωση και αυτοθυσία του υπαρκτού προσωπικού για να μειωθούν οι δραματικές συνέπειες των ελλείψεων και να μη μετράμε τα θύματα σωρηδόν, τη δύσκολη θέση στην οποία βρίσκεται καθημερινά το  νοσοκομειακό προσωπικό απέναντι στους ασθενείς , αλλά και τις κυβερνητικές απειλές και εκβιασμούς.

Βασικές κλινικές όπως η Παθολογική , η Παιδιατρική και η Χειρουργική, αλλά και το ΤΕΠ (Τμήμα Επειγόντων Περιστατικών) μένουν χωρίς γιατρούς ή λειτουργούν τόσο οριακά που αν χρειαστεί ο γιατρός να συνοδεύσει τον ασθενή σε διακομιδή μένει το τμήμα ακέφαλο.  Τα κενά γίνονται ακόμα πιο μεγάλα λόγω έλλειψης αγροτικών και ειδικευόμενων γιατρών, ενώ οι –υποτιθέμενες- εξαγγελίες προσλήψεων επικουρικών γιατρών δε φτάνουν ούτε για δείγμα, όταν οι ανάγκες είναι πολλαπλάσιες: η κυβέρνηση υποσχέθηκε 40 θέσεις επικουρικών για τη Δ.Μακεδονία, όταν οι ανάγκες ξεπερνάνε τις 200 θέσεις. Υπό αυτές τις συνθήκες οι θέσεις φυσιολογικά δεν καλύπτονται, καθώς κανείς δεν «βάζει το κεφάλι του στο ντορβά» . Τρία ασθενοφόρα χωρίς προσωπικό καλύπτουν ένα νομό 150 χιλιάδων κατοίκων, που στην πράξη δεν είναι ούτε τρία, καθώς επιβαρύνονται επιπλέον να τρέχουν από διακομιδή σε διακομιδή. Γι αυτό το λόγο οι καθυστερήσεις του ΕΚΑΒ πλέον αποτελούν καθημερινό φαινόμενο, κοστίζοντας σε ανθρώπινο πόνο και ζωές. Μάλιστα, εν μέσω θερινής-τουριστικής περιόδου και τα μισά νησιά βιώνουν την καθημερινότητά τους δίχως υπηρεσίες ΕΚΑΒ. Η κυβέρνηση έφτασε στο σημείο να προτείνει την επιστράτευση οδηγών από τους δήμους για τα ασθενοφόρα (!), ενώ επί δικής της θητείας καταδικάστηκε οδηγός ασθενοφόρου γιατί εκτέλεσε την υπηρεσία του χωρίς να συνοδεύεται από διασώστη. Συνολικά οι εργαζόμενοι στα νοσοκομεία υποφέρουν από ψυχικά και σωματικά νοσήματα, ενώ τους χρωστούνται εκατοντάδες μέρες σε ρεπό και άδειες, που δεν προβλέπεται να αποδοθούν στο άμεσο μέλλον. Όλο και περισσότερο προσωπικό βγαίνει στη σύνταξη χωρίς να αναπληρώνεται, ενώ  εν ενεργεία γιατροί όλο και περισσότερο απειλούν με παραιτήσεις εξαιτίας της θλιβερής κι εξοντωντικής πραγματικότητας. Συνολικά το ΕΚΑΒ απαιτεί τουλάχιστον διπλάσιο προσωπικό πανελλαδικά για να μπορεί στοιχειωδώς να ανταποκριθεί στις ανάγκες του ΕΣΥ σύμφωνα με τον πρόεδρο του Εργασιακού Σωματείου ΕΚΑΒ Δυτικής  Μακεδονίας  Θ.Σαραφίδη, ενώ όπως δήλωσε ο Πρόεδρος της Ένωσης Ιατρών Νοσοκομείων Δυτικής Μακεδονίας (ΕΙΝΔΥΜ) Άγγελος Αγγελόπουλος, η ίδια η κυβέρνηση υπολογίζει τα κενά των γιατρών σε 6000, και αντ’ αυτού υπόσχεται και προκηρύσσει μόλις 670 θέσεις επικουρικών . Η κατάσταση είναι παρόμοια τραγική και στην υπόλοιπη Δ.Μακεδονία, αλλά και πανελλαδικά. Το ΕΣΥ είναι υπό κατάρρευση.

Στη σύσκεψη έγινε η σύνδεση της σημερινής κατάστασης με το μνημονιακό καθεστώς, αλλά και το διαχρονικό σχέδιο των κυβερνήσεων για ιδιωτικοποίηση της Υγείας, στην Ελλάδα και διεθνώς. Η Πρωτοβουλία έθεσε ως στόχο  τη συγκρότηση ενός πανδυτικο-μακεδονίτικου  μετώπου για την Υγεία, που θα προτάξει ένα αγωνιστικό πλαίσιο και μεθόδους πάλης.  Οι παρεβρισκόμενοι αποφασίσαμε να αποκτήσουμε κοινό βηματισμό το επόμενο διάστημα. Τόσο σε επίπεδο εργαζομένων στα νοσοκομεία όσο και σε επίπεδο κατοίκων,  φαίνεται να υπάρχει ένα δυναμικό που θέλει να δράσει μαχητικά αψηφώντας τις δυσκολίες, την απογοήτευση και τις απειλές. Το θέμα της Υγείας μπορεί να αποτελέσει αιχμή που θα ενώσει και θα κινητοποιήσει ευρύτερα τμήματα πληθυσμού.

Το ίδιο ισχύει και με τις εξελίξεις στο χώρο της ΔΕΗ, ιδιαίτερα για την περιοχή μας, καθώς η συρρίκνωση της επιχείρησης θα σημάνει οριστική ταφόπλακα. Είναι από τις περιπτώσεις που ισχύει 100% το «ή αυτοί ή εμείς». Πλατιές κι ενωτικές πρωτοβουλίες  πρέπει να συγκεντρώσουν και να συντονίσουν το υπαρκτό δυναμικό που έχει διάθεση να παλέψει ενάντια στη μνημονιακή πολιτική και τις διάφορες εκφράσεις της σε κάθε εργασιακό χώρο, περιοχή και πόλη, για να παίξουν το ρόλο «μαγιάς» στο ξεδίπλωμα ευρύτερων αντιστάσεων. Από το αν θα πετύχουμε να δημιουργήσουμε ξανά –μέσα και από  τέτοιες κινήσεις βάσης-  ένα νέο ρεύμα διεκδίκησης κι ανυπακοής, θα κριθεί σε μεγάλο βαθμό η δυνατότητα ανατροπής , το μέλλον και η ποιότητα ζωής μας. 

Ετικέτες