Η 24ωρη απεργία τη Δευτέρα 15 Δεκέμβρη, που κινητοποίησε την εργατική τάξη είχε μια τεράστια επιτυχία. Παρέλυσε τελείως ολόκληρη η χώρα: στην Φλάνδρα, στην Βαλονία και στις Βρυξέλλες, στον ιδιωτικό και στον δημόσιο τομέα, στην βιομηχανία και στις δημόσιες υπηρεσίες, στις μεταφορές και στο εμπόριο , στις μεγάλες και τις μικρές επιχειρήσεις.
Ένα τόσο μαζικό κίνημα έχει να παρατηρηθεί από την απεργία του Νοέμβρη του 1993 (24ωρη απεργία ενάντια στο “plan global ’’ , μέτρο της κυβέρνησης χριστιανοδημοκρατών(CVP και PSC) και σοσιαλιστών (PS και SP) που προέβλεπε περικοπή στις δημόσιες δαπάνες, πάγωμα μισθών , αύξηση του ΦΠΑ κ.α. ) αλλά με τη διαφορά ότι αυτή η τελευταία απεργία δεν θα έπρεπε να μείνει χωρίς συνέχεια.
Η απεργία της 15ης Δεκεμβρίου, που οργανώθηκε σε κοινό συνδικαλιστικό μέτωπο (το σοσιαλιστικό FGTB , το χριστιανικό CSC και το φιλελεύθερο GSLB) είναι για την ώρα το τελευταίο στάδιο ενός σχεδίου δράσης ενάντια στην λιτότητα της δεξιάς κυβέρνησης , αποτέλεσμα των τελευταίων εκλογών στις 25 Μαίου . Με αφορμή τη δημιουργία του κυβερνητικού συνασπισμού με επικεφαλής τον Charles Michel , αυτό το σχέδιο δράσης άρχισε με μια μαζική διαδήλωση (130.000 διαδηλωτές) στις 6 Νοεμβρίου στις Βρυξέλλες και συνεχίστηκε με μια σειρά απεργιών στην επαρχία (στις 24/11 , την 01/12 και στις 08/12). Σε κάθε στάδιο η κινητοποίηση ήταν όλο και μεγαλύτερη.
Το 2011 η κυβέρνηση του PS (γαλλόφωνο σοσιαλιστικό κόμμα) έπληξε την εργατική τάξη.
Για να καταλάβουμε τα γεγονότα πρέπει να θυμίσουμε το πολιτικό πλαίσιο. Στο Βέλγιο , γίνονται επιθέσεις στον κόσμο της δουλειάς εδώ και 25 χρόνια από τις κυβερνήσεις με συμμετοχή των σοσιαλδημοκρατών. Μετά τη μεγάλη οικονομική κρίση που οδήγησε στις εκλογές του 2010 , οι οποίες χαρακτηρίστηκαν από τη νίκη του εθνικιστικού κόμματος NVA στην Φλάνδρα , ο πρωθυπουργός (PS) εκτίμησε ότι ‘’για να σώσει τη χώρα ‘’ έπρεπε να σκληρύνει και άλλο τις επιθέσεις , προκειμένου η παραδοσιακή φλαμανδική δεξιά να μπορέσει να νικήσει τους φιλελεύθερους εθνικιστές και να μπορέσει να συνεχιστεί η συμμαχία με τη σοσιαλδημοκρατία.
Αυτή η πολιτική - η οποία κόστισε στους εργαζόμενους το ‘μικροποσό’ των 20 δις - ήταν ένα τρομερό φιάσκο. Τον Μάιο που μας πέρασε , η συνέχιση του συνασπισμού έμοιαζε με το πιο πιθανό σενάριο. Αλλά, προς έκπληξη όλων, το γαλλόφωνο φιλελεύθερο κόμμα (MR) δημιούργησε έναν συνασπισμό της δεξιάς με τους Φλαμανδούς χριστιανοδημοκράτες (CD&V) , τους φιλελεύθερους Φλαμανδούς (OPEN VLD) και τους εθνικιστές του NVA.
Σήμερα, η δεξιά κυβέρνηση θέλει να σπάσει το κοινωνικό μοντέλο, που υπάρχει απ’το 1945.
Σε κοινωνικό-οικονομικό πλαίσιο, το πρόγραμμα της κυβέρνησης με επικεφαλής τον Charles Michel παρατείνει και διευρύνει τη λιτότητα που επιβλήθηκε απ’τον προκάτοχό του. Μια νέα ‘θεραπεία’ ύφεσης οργανώνεται με ένα κόστος ύψους 11 δις. Μισθωτοί, δημόσιοι υπάλληλοι, δικαιούχοι επιδομάτων, συνταξιούχοι, ασθενείς και ανάπηροι, άνεργοι και αιτούντες ασύλου : όλοι και όλες πλήττονται πολύ σκληρά συνεχώς και κυρίως οι νέοι και οι γυναίκες.
Ο επικεφαλής του NVA, Bart De Wener, περιγράφεται ως το πολιτικό χέρι του VOKA, του συλλόγου της φλαμανδικής εργοδοσίας. Δεν είναι υπουργός, αλλά είναι αυτός που ηγείται. Αυτή η κυβέρνηση φαίνεται να είναι στην υπηρεσία των εργοδοτών με μια βασική αποστολή: να στριμώξει τα συνδικάτα, να μειώσει ριζοσπαστικά τη δύναμή τους στην πολιτική ζωή και στην κοινωνία γενικότερα. Τα ΜΜΕ συνεργάζονται ενεργά υπέρ αυτού του σχεδίου: απέναντι στην απεργία της 15ης Δεκεμβρίου έριξαν χειμμάρους προπαγάνδας μίσους ενάντια στους απεργούς και τα συνδικάτα.
Το βέλγικο συνδικαλιστικό κίνημα δεν είναι ιδιαίτερα πολιτικοποιημένο, είναι βασισμένο στην συνεργασία των τάξεων(διαβούλευση), αλλά είναι ιδιαίτερα μαζικό (3,5 εκατομμύρια μέλη σε ένα πληθυσμό 10 εκατομμυρίων) και πάρα πολύ καλά οργανωμένο. Σε καθημερινή βάση, στηρίζεται στη δραστηριότητα δεκάδων χιλιάδων αγωνιστών, αντιπροσώπων και υπευθύνων. Όλοι αυτοί κατάλαβαν ότι έρχονταν αντιμέτωποι με κάτι καινούριο: μια προσπάθεια να αλλάξουν ποιοτικά οι συσχετισμοί δυνάμεων στην κοινωνία. Το παλιό σχέδιο του ισχυρού κράτους επανέρχεται στην ημερήσια διάταξη βάζοντας στο κέντρο τη θέληση για απαξίωση του δικαιώματος της απεργίας.
Πολλές δεκάδες εκατοντάδες συνδικαλιστές-ριες οργανώνουν τον αγώνα
Είναι τόσο η συνειδητοποίηση του κινδύνου όσο και η αγανάκτηση των αγωνιστών-ριών απέναντι στην κοινωνική ύφεση, που πίεσαν τα συνδικάτα να ενωθούν και να προτείνουν ένα πραγματικό σχέδιο δράσης και αυτό το σχέδιο με τη σειρά του τους ενθάρρυνε να περάσουν στην δράση με αυξημένη ενέργεια και ενθουσιασμό: Δεκάδες χιλιάδες άντρες και γυναίκες κινητοποιούνται και οργανώνουν πικετοφορίες, οδοφράγματα και μπλόκο σε βιομηχανικές ζώνες σε όλες τις περιοχές της χώρας.
Το κίνημα έχει μια μεγάλη υποστήριξη από την κοινή γνώμη. Το διαπιστώσαμε από την διαδήλωση στις 6 Νοέμβρη, και από τότε αυτή η υποστήριξη αυξάνεται συνεχώς και πιο συγκεκριμένα φαίνεται κυρίως από τη δημιουργία μεγάλων συνασπισμών από καλλιτέχνες, ανθρώπους του πνεύματος και ηθοποιούς, οι οποίοι συμβάλλουν στην απονομιμοποίηση της πολιτικής της λιτότητας. Ο άνεμος στρέφεται προς το ιδεολογικό πλάνο. Οι αποκαλύψεις για το παρελθόν της άκρας δεξιάς, για πολλούς υπουργούς του NVA έπαιξαν ρόλο σ’ αυτό το επίπεδο , αλλά ο βασικός παράγοντας είναι η άρνηση της κοινωνικής αδικίας απ’ τη στιγμή που το Βέλγιο είναι παράδεισος για τους πλούσιους σχετικά με τη φορολογία και κόλαση για τους υπόλοιπους.
Έξι μήνες μετά την ψηφοφορία , η τοπική φλαμανδική κυβέρνηση(που επιβάλλει και αυτή σημαντικές περικοπές απ’ τον προυπολογισμό) , που διευθύνεται απ’ το NVA ,υποστηρίζεται πια μόνο απ’ το 35% περίπου του πληθυσμού. Σε όλα τα επίπεδα εξουσίας υπάρχει αναξιοπιστία, συμπεριλαμβανομένης και της εκτελεστικής εξουσίας της Βαλονίας , η οποία διοικείται από την σοσιαλδημοκρατία, της οποίας η πολιτική δεν διαφέρει σε τίποτα από την λιτότητα που επιβάλλει η ομοσπονδιακή κυβέρνηση. Το PS ονειρευόταν να αποκαταστήσει τη φήμη του ως αντιπολίτευση, αλλά το σημερινό κλίμα ριζοσπαστικοποίησης το εμποδίζει.
Το κοινό συνδικαλιστικό μέτωπο θέτει 4 διεκδικήσεις:
-
τη διατήρηση και της ενίσχυση της αγοραστικής δύναμης μέσα από την ελευθερία στις διαπραγματεύσεις και από την κατάργηση του μέτρου ενάντια στην αυτόματη προσαρμογή των μισθών
-
μια δυνατή ομοσπονδιακή κοινωνική ασφάλιση
-
την επένδυση στην ανάκαμψη και στη σταθερή εργασία καθώς και στη δημιουργία ποιοτικών δημόσιων υπηρεσιών
-
δικαιοσύνη σε σχέση με την φορολογία.
Αυτή η πλατφόρμα είναι ανεπαρκής.( δεν διαμαρτύρεται ούτε για την συνταξιοδότηση στα 67 χρόνια ούτε για τα μέτρα μαζικού αποκλεισμού της ανεργίας , που πάρθηκαν απ’ τον προηγούμενο κυβερνητικό συνασπισμό. Αλλά η κυβέρνηση δεν μπορεί να επιτρέψει την υποχώρηση της σε κανένα απ’ τα δύο μέτρα. Από οικονομικής απόψεως, θα μπορούσε να υποχωρήσει σε σχέση με την προσαρμογή των μισθών ,γιατί είναι κάτι απ΄το οποίο το συμφέρον των επιχειρήσεων είναι ελάχιστο. Από πολιτικής απόψεως, όμως, αυτή η οπισθοχώρηση θα μεταφραζόταν σαν ένα σημάδι αδυναμίας ,που θα έβαζε σε κίνδυνο το σχέδιό της. Θα μπορούσε, επίσης , να υποσχεθεί μια εξισορρόπηση σε σχέση με τη φορολογία, αλλά αυτό θεωρείται στοιχειώδης δικαιοσύνη και δεν θα της επέτρεπε να δικαιολογήσει τις καινούριες θυσίες , που επιβάλλονται στους εργαζόμενους.
Τα συνδικαλιστικά όργανα, απ’ την πλευρά τους , δεν μπορούν να παρουσιαστούν στη βάση τους, που κέρδισε την εμπιστοσύνη χάρη στο αγώνα , χωρίς πραγματικές προόδους και αποτελέσματα. Στην πραγματικότητα, προσπαθούν να αποκαταστήσουν τον διάλογο με τους εργοδότες , στους οποίους προτείνουν να υιοθετήσουν και να απευθύνουν μαζί στην κυβέρνηση μια πρόταση σχετικά με την ανταγωνιστικότητα των επιχειρήσεων , τους μισθούς και τις συντάξεις. Αλλά αυτό το σενάριο δεν έχει πολλές ελπίδες να υλοποιηθεί.
Προς μια μεγάλη σύγκρουση
Όλα οδηγούν λοιπόν προς την κατεύθυνση μιας μεγάλης σύγκρουσης. Το σχεδόν αυθόρμητο ξέσπασμα μιας γενικής απεργίας κατά το μοντέλο 60-61 δεν είναι το πιο πιθανό σενάριο βραχυπρόθεσμα. Αλλά, αν η κυβέρνηση ψηφίσει μέτρα στο Κοινοβούλιο τις επόμενες μέρες , τα συνδικάτα θα πρέπει ν’ απαντήσουν και να ριζοσπαστικοποιήσουν το πλάνο δράσης τους. Σ’ αυτή την περίπτωση και με προϋπόθεση ότι θα διατηρηθεί η ενότητα των συνδικάτων , πολλά πράγματα θα είναι πιθανά.
Η ριζοσπαστική αριστερά επωφελείται από μια ανταπόκριση του κόσμου, όχι αμελητέα ,αλλά η δυναμική του συλλαλητηρίου που άρχισε με αφορμή τις εκλογές στις 25 Μάη , δεν συνεχίστηκε. Και αυτό είναι αποτέλεσμα της επιλογής του PTB (εργατικό κόμμα) να βασιστεί πάνω στην δική του δομή , με μια σχέση με τα συνδικάτα σοσιαλδημοκρατικού τύπου ( παίρνοντας αποστάσεις απ΄ το κάλεσμα του FGTB ). Βέβαια , υπάρχουν και διαφορετικοί προσανατολισμοί και διεκδικήσεις μέσα στο κίνημα: σε αντίθεση με το PTB , η LCR υπερασπίζεται την ιδέα ότι πρέπει να διώξουν το συντομότερο δυνατό την κυβέρνηση Michel και να ανοίξουν στα συνδικάτα την συζήτηση πάνω σε ένα σχέδιο αντικαπιταλιστικό άμεσης ανάγκης , με την προοπτική ενός αγώνα για μια κοινωνική κυβέρνηση.
*O Daniel Tanuro είναι στέλεχος της Βελγικής LCR-SAP