Όσο κι αν είναι βέβαιο ότι η κρίση δηµιουργεί κίνηµα, δεν είναι καθόλου βέβαιο ότι το κίνηµα αντιστρέφει την κρίση και την µετατρέπει σε κρίση πολιτική.

Οι εκλογές που έρχονται δεν έχουν να προσφέρουν στο κίνηµα καµία κυβερνητική λύση. Μπορούν όµως και πρέπει να προσφέρουν µια συγκροτηµένη πολιτική αντιπολίτευση. Οι δυνάµεις της εξωκοινοβουλευτικής αριστεράς, στην οποία ανήκω εδώ και 45 χρόνια, µπορούσαν και έπρεπε να ενωθούν. Γιατί αυτό αντιστοιχεί και στην κινηµατική τους παρουσία και ιστορία, και στην διακριτότητα του χώρου της αντικαπιταλιστικής και ριζοσπαστικής αριστεράς από τις άλλες πολιτικές δυνάµεις. Η άποψη «άλλο η κεντρική πολιτική, άλλο τα κοινωνικά σχήµατα» είναι µεγάλο λάθος. Αν δεν υπήρχαν τα κοινωνικά σχήµατα, αυτός ο χώρος δεν θα ήτανε ποτέ ούτε µια ανθυποσηµείωση στον πολιτικό χάρτη. Το πρόσωπό του το έχει αποκτήσει στην κοινωνία µε τους αγωνιστές του και µε τις παρατάξεις του.

Ωστόσο και οι προσεχείς εκλογές ανάµεσα σε οτιδήποτε άλλο σηµατοδοτούν µια ακόµα χαµένη ευκαιρία ενιαίας πολιτικής παρέµβασης της αντικαπιταλιστικής αριστεράς. Η απόφαση της 5ης συνδιάσκεψης της ΑΝΤΑΡΣΥΑ, σεβαστή, αναµενόµενη και αναµφισβήτητη όσον αφορά το εύρος της πλειοψηφίας της, έδωσε στη ΛΑΕ (όχι χωρίς αντίθετες φωνές) το προσδοκώµενο άλλοθι να υλοποιήσει την προεπιλεγµένη συµπόρευσή της µε το ΜΕΡΑ25. Παρόµοιοι προσανατολισµοί, παλιότερα προς τον ΣΥΡΙΖΑ ή το ΚΚΕ, πέρα από τον προφανή µικροµεγαλισµό και τον παραγοντισµό τους, απειλούν την αυτοτέλεια του χώρου της ριζοσπαστικής αντικαπιταλιστικής αριστεράς και οδηγούν το κίνηµα στην διάσπαση και τους φορείς τους στην πολιτική εξαφάνιση και στην ανυποληψία.

Η συγκρότηση της ΑΝΤΑΡΣΥΑ το 2009 υπήρξε το µόνο βήµα που έδωσε πανελλαδική αναγνωρισιµότητα και ταυτότητα στον χώρο αυτό. Δυστυχώς όµως στη µεγάλη πολιτική κοσµογονία της µνηµονιακής περιόδου αντί να δηµιουργηθεί µια µεγάλη ΑΝΤΑΡΣΥΑ, δηµιουργήθηκε ένας µεγάλος ΣΥΡΙΖΑ. Τεράστια για την εξέλιξη αυτή στους συσχετισµούς υπήρξε η στήριξη του τελευταίου από οργανώσεις της εξωκοινοβουλευτικής αριστεράς που του έδωσαν το δικαίωµα να µιλάει εξ ονόµατος των κινηµάτων και τον κόσµο των κινηµάτων να διατηρεί την αυταπάτη ότι θα αλλάξει “τα πράγµατα από τα µέσα”. Οσο και αν είναι ειλικρινείς οι αυτοκριτικές τους η ιστορία δεν αλλάζει.

Σήµερα η κοινωνία αγωνίζεται, επιµένει, κινητοποιείται, αρνείται να υποτάξει τον αγώνα της σε εκλογικές αυταπάτες, έστω και αν κάτι θα ψηφίσει και αυτό το κάτι εύλογα προσανατολίζεται σε “ρεαλιστικές λύσεις”. Η πολιτική της ανάγκη είναι να αποκτήσει µια ταυτότητα, να εγκατασταθεί στην κεντρική πολιτική σκηνή, να διεκδικήσει την αλλαγή των συσχετισµών, να βάλει στη Βουλή τον κόσµο του αγώνα όχι για να τον δουλέψει µε υποσχέσεις ότι θα σκίσει τα µνηµόνια µε ένα νόµο και να τον πουλήσει στην άρχουσα τάξη, αλλά για να γίνει η φωνή του µέσα στους θεσµούς και να ενισχύσει τη συνολική θέση του. Και όχι για να µινιµάρει τον αντικαπιταλιστικό της προσανατολισµό και τις αντίστοιχες διεκδικήσεις µε προγράµµατα άµεσης ανακούφισης και σύγχυση για το ρόλο της Ε.Ε. και του ΝΑΤΟ, τον εθνικισµό, τον πόλεµο, τα ελληνοτουρκικά, τις ιδιωτικοποιήσεις, το δηµόσιο και ιδιωτικό χρέος κλπ Ενότητα, υπέρβαση, συγκρότηση, προοπτική, αυτά είναι τα βήµατα που χρειαζόµαστε.

Χωρίς να παραγνωρίζουµε τα προβλήµατα και να παραιτούµαστε από τα βήµατα που αναφέρθηκαν, υπό τις δεδοµένες συνθήκες, η ψήφος στην ΑΝΤΑΡΣΥΑ είναι η µόνη που εγγράφεται στον παραπάνω στόχο. Και µακάρι έστω και την υστάτη στιγµή να υπάρξει κάθε δυνατή συνεργασία.