Στις αρχές του Μάη, οκτώ διανοούμενοι του «πατριωτικού χώρου» απηύθυναν στο Γραμματέα του Πολιτικού Συμβουλίου της ΛΑΕ μια γραπτή πρόσκληση. Σύμφωνα με τον τίτλο της Iskra: «Αγωνιστές του δημοκρατικού πατριωτικού αντιμνημονιακού χώρου απευθύνουν έκκληση συμπόρευσης προς Λαφαζάνη».

Στην «έκκληση», που υπογράφει ο γνωστός (από την ένδοξη περίοδο ΠΑΣΟΚ) δημοσιογράφος Αντ. Κοκορίκος, σημειωνόταν: «Αγαπητέ Παναγιώτη, σε συνέχεια των συζητήσεων που έχουμε κάνει ως τώρα, σου απευθύνουμε αυτήν την έκκληση για ένωση των ψηφοδελτίων του πραγματικά αντιμνημονιακού και δημοκρατικού πατριωτικού χώρου στον οποίο θεωρούμε ότι και εσύ ανήκεις. Η έκκληση γίνεται συμβολικά την ύστατη ώρα ενόψει ευρωεκλογών, με σκοπό να μην επαναληφθεί το φαινόμενο της πολυδιάσπασης και στις εθνικές εκλογές [η υπογράμμιση δική μου]. Περιμένουμε από σένα να απαντήσεις θετικά στην πρωτοβουλία μας και να αναλάβεις πρωτοβουλίες για πολυμερείς επαφές και συνομιλίες ενότητας και συμπόρευσης…» (Iskra, 3/5/2019).

Στην ευγενική (όπως αρμόζει…) απάντηση του Παναγιώτη Λαφαζάνη τονιζόταν: «Αν ένα τέτοιο μεγάλο μέτωπο, με όλες τις διαφορετικότητες των δυνάμεων που θα το συναπαρτίσουν και στη βάση της ισοτιμίας τους, δεν έγινε δυνατό μπροστά στις ευρωεκλογές, θεωρώ ότι επιβάλλεται να ανοίξει ουσιαστική και χωρίς αγκυλώσεις και προκαταλήψεις η συζήτηση για την προώθησή του αμέσως μετά και ενόψει των εθνικών εκλογών…» (Iskra, ό.π., υπογράμμιση δική μου).

Είναι γνωστό ότι οι πολιτικές και οι εκλογικές συμμαχίες αφορούν συλλογικότητες, μέτωπα, κόμματα και οργανώσεις. Γιατί αυτή η «έκκληση» απευθύνθηκε προσωπικά στον Γραμματέα του ΠΣ της ΛΑΕ και όχι στο ΠΣ της ΛΑΕ ή, πιο απλά, στη ΛΑΕ; Υποθέτω, γιατί αυτοί που την υπέγραψαν γνωρίζουν ότι η πρότασή τους απορρίπτεται από τη συλλογική απόφαση της ΛΑΕ, που με ευρύτατη πλειοψηφία αποφάσισε σχετικά με την πολιτική γραμμή και τις συμμαχίες της στις επερχόμενες εκλογικές αναμετρήσεις.

Άλλωστε, πολλοί από τους υπογράφοντες την «έκκληση» παραβρέθηκαν, υποστηρίζοντες, στην εκδήλωση παρουσίασης του ψηφοδελτίου του «πατριωτικού» χώρου στο Δήμο της Αθήνας, με υποψήφιο Δήμαρχο τον Γ. Καραμπελιά. Μαζί με την Ένωση Κεντρώων του Β. Λεβέντη, τη Χριστιανική Δημοκρατία του Μαν. Μηλιαράκη, τον Σ. Καλεντερίδη, τον Πρόδρομο Εμφιετζόγλου, τον Δημ. Κυπριώτη κ.ά.

Ένα τέτοιο φάσμα είναι επιθυμητό, είναι σκόπιμο, είναι εφικτό, να προσκληθεί σε μια «ουσιαστική, χωρίς αγκυλώσεις και προκαταλήψεις συζήτηση» αμέσως μετά τις ευρωεκλογές «και ενόψει των εθνικών εκλογών»; Η απάντηση πρέπει να είναι καθαρή: Όχι. Και η πρόβλεψή μου είναι ότι αυτή η απάντηση θα διαθέτει πλατύτερη από την προηγούμενη πλειοψηφία μέσα στις γραμμές των μελών της ΛΑΕ.

Γιατί οι πολιτικές και οι εκλογικές συμμαχίες στηρίζονται, πέρα από προθέσεις, σε πολιτικές θέσεις και σε κοινές πολιτικές πρακτικές. Και τέτοια κοινή βάση δεν υπήρξε, δεν υπάρχει και δεν πρόκειται να υπάρξει.

Είναι γνωστό ότι μέσα στις γραμμές της Αριστεράς στην Ελλάδα υπάρχει μια ισχυρή «πατριωτική» παράδοση. Όμως αυτή έχει ειδικά γνωρίσματα, δεν ταυτίζεται με τον διάχυτο «πατριωτισμό» των καθεστωτικών δυνάμεων και ειδικότερα της ακροδεξιάς.

Μια πρώτη διαχωριστική γραμμή είναι η αντίθεση και η εχθρότητα προς τον ρατσισμό. Δυστυχώς σε αυτό το μέτωπο, που όφειλε να είναι αρραγές, έχουν υπάρξει ρωγμές. Μια γνωστή εκπρόσωπος του «πατριωτικού» χώρου, η υποψήφια δήμαρχος Παλλήνης-Γέρακα κ. Ραχήλ Μακρή, έγραψε πρόσφατα: «Με νέο κύμα ελληνοποιήσεων “προσφύγων”, που ξέβρασαν στα νησιά μας τα τρύπια φουσκωτά του Σόρος και του Ερντογάν, η κυβέρνηση ελπίζει να μετριάσει τη συντριπτική της ήττα…». Ανάλογες προσπάθειες για «ψάρεμα» ψήφων στα πιο βρόμικα νερά της αντιπροσφυγικής γλώσσας και πολιτικής συνιστά ρήξη με στοιχειώδεις αρχές όπως της λαϊκής αλληλεγγύης και της δημοκρατικής υποστήριξης αδύναμων ανθρώπων, συνιστά πολιτική μετατόπιση προς την ατζέντα της ρατσιστικής ακροδεξιάς.

Μια άλλη διαχωριστική γραμμή ήταν πάντα ο αντιιμπεριαλισμός της «πατριωτικής» αντίληψης μέσα στην Αριστερά: η άποψη που ισχυριζόταν ότι η διεκδίκηση της εθνικής ανεξαρτησίας είναι μια στέρεα βάση για τη σύγκρουση με την πολιτική των ΗΠΑ, της ΕΕ, του ΝΑΤΟ κλπ. Δυστυχώς, η συνοχή και αυτής της διαχωριστικής γραμμής δοκιμάζεται από τις εξελίξεις και την επικαιρότητα. Ζούμε σε μια χώρα που αναπτύσσει στρατιωτικό «άξονα» με το Ισραήλ και την Αίγυπτο, που αναλαμβάνει την οικονομική και στρατιωτική υποστήριξη της επέκτασης του ΝΑΤΟ στα Δυτικά Βαλκάνια, μια χώρα που ορίζεται επισήμως από την κυβέρνηση Τραμπ ως «το πιο πολύτιμο στήριγμα των ΗΠΑ, στο γεωγραφικό τόξο μεταξύ της Πολωνίας και του Ισραήλ». Σε αυτή τη χώρα δεν είναι πλέον εφικτό να υποστηρίζονται από την Αριστερά οι διεκδικήσεις «εθνικής κυριαρχίας» των καθεστωτικών/κρατικών δυνάμεων ως μια κάποια εκδοχή «αντιιμπεριαλισμού». Ένας παραδοσιακός αντιτουρκισμός, που μεγεθύνθηκε στα χρόνια της πασοκικής κυριαρχίας και θράφηκε από τα «μυστικά κονδύλια» πολλών υπουργείων, σήμερα συμπλέει πλήρως με την επίσης και διακηρυγμένη πολιτική των ΗΠΑ, της ΕΕ και του Ισραήλ, σχετικά με τις εξελίξεις στην Ανατολική Μεσόγειο.

Διαβάσαμε πρόσφατα μια εκτίμηση: «το οικονομικοκοινωνικό μνημόνιο θα συμπληρωθεί με ένα γεωπολιτικό μνημόνιο ευρωατλαντικής έμπνευσης για την αναθεώρηση στην πράξη της Συνθήκης της Λοζάνης… που μπορεί να φτάσει μέχρι σημείο ακρωτηριασμού της Ελλάδας και της Κύπρου» (Iskra, 18/5/2019).

Πρόκειται για μια εκτίμηση που δεν ταιριάζει με τις εξελίξεις: Με την πολιτική των ΗΠΑ, της ΕΕ, της Γαλλίας και της Γερμανίας στην Ανατολική Μεσόγειο, όπου πράγματι προωθούν «αναθεωρήσεις» ισχύος, αλλά προς την αντίστροφη κατεύθυνση, προς την ενίσχυση του ρόλου του ελληνικού κράτους που διατηρεί τις «φιλικότερες» σχέσεις με τις παραπάνω δυνάμεις. Πρόκειται, ταυτόχρονα, για μια εκτίμηση που, παρά τις προθέσεις (για τις οποίες δεν έχουμε αμφιβολίες…), προκαλεί δέος και ανημπόρια στον κόσμο και γι’ αυτό τον στρέφει σε συντηρητική κατεύθυνση. Πρόκειται, τέλος, για μια εκτίμηση που είναι αρκούντως σημαντική και κατά συνέπεια θα όφειλε να εξασφαλίσει συλλογική έγκριση πριν «μπουμπουνιστεί» στη δημόσια συζήτηση…

Υπάρχει, ακόμα, μια τρίτη διαχωριστική γραμμή ανάμεσα στον «αριστερό» πατριωτικό χώρο και τον καθεστωτικό «πατριωτισμό»: Αυτή της υπεράσπισης, χωρίς όρους και προϋποθέσεις, όλων των δημοκρατικών δικαιωμάτων και ελευθεριών. Όταν ένα «μέτωπο», όπως η ΛΑΕ, έχει εκφραστεί συλλογικά υπέρ του δικαιώματος στην άδεια όλων των βαρυποινιτών κρατουμένων –και κατά συνέπεια και του Δημήτρη Κουφοντίνα που, παρ’ όλες τις διαφωνίες μας για το «δρόμο» που διάλεξε, είναι στη φυλακή ως πολιτικός κρατούμενος– αποτελεί πρόκληση να βγαίνουν υποψήφιοι στις τηλεοράσεις και να αποφεύγουν στοιχειωδώς να συμμεριστούν τη συλλογική τοποθέτηση. Και πολύ περισσότερο να αφήνουν σκιές και υπονοούμενα ενάντια σε όσους/ες κινητοποιούνται αυτή τη στιγμή, υπερασπίζοντας μια τόσο απλή δημοκρατική γραμμή απέναντι στους «θεούς» (της κυβέρνησης ΣΥΡΙΖΑ) και τους «δαίμονες» (της Πρεσβείας).

Εν κατακλείδι: γνωρίζουμε την παράδοση του πατριωτικού χώρου μέσα στην Αριστερά, διαφωνούμε σε καίρια σημεία της ανάλυσης και των ιδεών του, μπορούμε όμως να συνεργαζόμαστε. Υπό όρους και προϋποθέσεις: Όπως, η τήρηση των διαχωριστικών γραμμών με τις κυρίαρχες πρακτικές και πολιτικές. Όπως, η τήρηση των βασικών αρχών σε κάθε μετωπική συνεργασία, που είναι η συλλογική απόφαση και δέσμευση και όχι η αυθαίρετη «υπέρβαση» με άλματα στο κενό.

*Αναδημοσίευση από την Εργατική Αριστερά

Ετικέτες