Μια πολυσήμαντη απεργία, οι τάσεις για εργατική ανυπακοή, η αλληλεγγύη, η δυνατότητα της ανατροπής
Υπάρχουν στιγμές όπου τα κοινωνικά υποκείμενα αποκτούν καθαρότερες γραμμές, όπου οι ταξικές πρακτικές γίνονται ανάγλυφες, όπου τα απωθημένα επί χρόνια συναισθήματα καταπίεσης βγαίνουν στην επιφάνεια, όπου η εργατική τάξη γίνεται «τάξη για τον εαυτό της».
Υπάρχουν στιγμές όπου η εργατική αντιηγεμονία γεννιέται στο εργοστάσιο (Γκράμσι). Υπάρχουν στιγμές όπου ο λόγος των εργατών φτάνει στο όριο, φωτογραφίζει άμεσα τους ενόχους της εκμετάλλευσης και της βάναυσης καταπίεσης. Όπου οι δυνάμεις της καταστολής και της πραγματικής κοινωνικής ανομίας αντιμετωπίζουν αποφασισμένους ανθρώπους.
Μια τέτοια συγκλονιστική στιγμή ήταν η απάντηση την Πέμπτη 23/1 του προέδρου του σωματείου εργαζομένων στο μετρό Σταματόπουλου, όταν αρνήθηκε πολιτικά να συμμορφωθεί στην απόφαση της επιστράτευσης και χαρακτήρισε το καθεστώς της τρικομματικής κυβέρνησης «χούντα». Δεν παίζει κανένα ρόλο αν ο Σταματόπουλος μίλαγε με «πολιτικά ορθή» ορολογία, αυτό που έχει σημασία είναι ότι κατέδειξε τα χαρακτηριστικά της ολοκληρωτικής κυριαρχίας του κεφαλαίου και του κράτους πάνω στη μισθωτή εργασία στη σημερινή συγκυρία, κάτω από τις μνημονιακές πολιτικές, και την αναστολή και παραμερισμό όλων των σημαντικών εργατικών κατακτήσεων από την πτώση της… «κανονικής χούντας» μέχρι και σήμερα. Το Σύνταγμα έχει γίνει από τους κρατούντες ένα κομμάτι χαρτί.
Η άρνηση της αυταρχικής «νομιμότητας»
Ο Σταματόπουλος δεν δέχθηκε την αυταρχική νομιμότητα. Ας μην παίζουμε με τις λέξεις. Η «παρανομία» για το καθεστώς δεν υπάρχει μόνο όταν ασκείται φυσική βία. Υπάρχει και όταν ένας νόμος ή μια δικαστική απόφαση αγνοείται ή και παραβιάζεται έμπρακτα από τους εργαζόμενους στον δρόμο ή στο εργοστάσιο. Υπάρχει, ακόμη και όταν διατυπώνεται η φράση «νόμος είναι το δίκιο του εργάτη». Η απόφαση του Μονομελούς Πρωτοδικείου Αθηνών που κήρυξε την απεργία παράνομη και καταχρηστική, ακολουθώντας μια μακρά αντεργατική δικαστική πρακτική, η εφαρμογή του νομοθετικού διατάγματος 17/1974 για την επιστράτευση μπορεί να ήταν πολιτικά και ηθικά απαράδεκτες και ενδεχομένως αντισυνταγματικές. Όμως, με τους απόλυτους όρους της αστικής νομιμότητας, ήταν νόμιμες. Η αρνητική απάντηση και απόφαση των εργαζομένων στο μετρό -ανεξαρτήτως του πώς θα εξελιχθεί και πού θα καταλήξει- ήταν μια απάντηση που έβαζε το εργατικό ταξικό συμφέρον πάνω από την τήρηση της αστικής νομιμότητας. Μιας νομιμότητας που γίνεται τον τελευταίο καιρό όλο και πιο καταθλιπτική πάνω στους εργαζόμενους, στον ελληνικό λαό. Αυτή η άρνηση της νομιμότητας αποτελεί ένα πολύ κρίσιμο περιστατικό στην ιστορία της ταξικής πάλης στην Ελλάδα. Υπήρξαν ελάχιστες περιστάσεις όπου ένα σωματείο -έστω και φραστικά- αρνήθηκε να αποδεχτεί μια επιβολή πολιτικής επιστράτευσης από το 1974 μέχρι και σήμερα. Και μάλιστα με άμεσο κίνδυνο αυτόφωρης σύλληψης και παραπομπής, ενδεχομένως και με κακουργηματικές κατηγορίες.
Απεργία αλληλεγγύης
Η άρνηση της αυταρχικής νομιμότητας γέννησε ένα σκίρτημα στους εργαζόμενους και άλλων κλάδων των αστικών συγκοινωνιών. Την ώρα που γράφονται αυτές οι λέξεις, απεργούν οι εργαζόμενοι στα λεωφορεία, στον ηλεκτρικό, στον ΟΣΕ, στο τραμ, στον Προαστιακό, το Εργατικό Κέντρο της Αθήνας. Αυτή η απεργία αλληλεγγύης ανακαλεί την ξεχασμένη έννοια της άμεσα πολιτικής απεργίας, της απεργίας ανατροπής της κυβερνητικής πολιτικής. Μια θαυμάσια εμπειρία ταξικής αλληλεγγύης ξεδιπλώνεται, που όμοια δεν έχουμε δει εδώ και αρκετά χρόνια στην Ελλάδα. Τα «υποζύγια» των πολιτικών του κεφαλαίου, όχι μόνο η μεσαία τάξη ούτε κυρίως οι «νοικοκυραίοι» αλλά κατά πρώτο λόγο η ίδια η εργατική τάξη, αντιδρούν, τοποθετούνται, διαδηλώνουν, απεργούν, απαιτούν. Ξαναμαθαίνουν να αντιστέκονται. Η κυβέρνηση του Σαμαρά, των τριών κομμάτων, του κ. Δένδια -όπως είχαμε προβλέψει- δεν εξάντλησε την βαρβαρότητα και τον αυταρχισμό της στις καταλήψεις και τους αυτοδιαχειριζόμενους χώρους. Δεν την εξάντλησε απέναντι στους μετανάστες που κρατούνται υπό «προληπτική προστασία» στα στρατόπεδα συγκέντρωσης, δεν την εξάντλησε απέναντι στους διαδηλωτές με τα χημικά και τα ΜΑΤ, ταυτίζοντας αγωνιστές και την Αριστερά με τα πρωτοπαλίκαρα του φασισμού. Κράτησε ένα σημαντικό απόθεμα για τους «προνομιούχους» εργαζόμενους που δουλεύουν όλη μέρα σαν τους τυφλοπόντικες κάτω από την γη και έπαιρναν για το λόγο αυτόν λίγα ευρώ παραπάνω, ξεχνώντας, όμως, ότι ο «τυφλοπόντικας» έχει ιστορικά και έναν αντίθετο συμβολισμό…
Κάτι αλλάζει στις διαθέσεις της κοινωνίας
Για άλλη μια φορά, η κυβέρνηση παίζει το χαρτί του κοινωνικού αυτοματισμού στρέφοντας τον ένα κλάδο ενάντια στον άλλο, το φτωχότερο ενάντια στο φτωχό, τον πιο αδύναμο ενάντια στον αδύναμο. Όμως, αυτή τη φορά φαίνεται ότι δεν τα κατάφεραν. Πέρα από τους φωτογραφιζόμενους από τα ΜΜΕ λίγους πολίτες που δυσανασχετούν για τις συνέπειες της απεργίας στις μεταφορές, έχεις μια αίσθηση ότι η κοινωνία νιώθει να μπαίνει μπρος μια διαδικασία ενεργοποίησης ενάντια στην απόγνωση των μνημονίων και του απολυταρχικού καπιταλισμού της εποχής μας. Αισθάνεσαι ότι κάπου πλανάται ένα χαμόγελο στους εργαζόμενους που «ταλαιπωρούνται» από την απεργία. Κάπου γεννιέται η υποψία -και η ανακούφιση- ότι η απεργία στις συγκοινωνίες μπορεί να γίνει η θρυαλλίδα που θα «κάψει» πολιτικά τους κρατούντες, όπως ακριβώς η μεγαλειώδης απεργία της ΕΑΣ το καλοκαίρι του 1992 αποτέλεσε την αρχή του τέλους για την «πρωτοπόρα» νεοφιλελεύθερη κυβέρνηση Μητσοτάκη πριν από 20 χρόνια. Ένας δυναμικός κλάδος -το ξέρουμε ιστορικά- μπορεί να δώσει το παράδειγμα της ανυπακοής σε όλους τους εργαζόμενους, σε όλη την κοινωνία, να ανάψει την λαμπάδα της κοινωνικής ανάστασης. Η γενίκευση της κοινωνικής αντίστασης προϋποθέτει την υπέρβαση διαχωριστικών ορίων ανάμεσα στους εργαζόμενους είτε κοινωνικών (π.χ. καχυποψίες και «διακριτά συμφέροντα» μεταξύ δημοσίου και ιδιωτικού τομέα) είτε και πολιτικών/κομματικών ορίων που δεν έχουν καμία σχέση με τις αυξημένες ανάγκες της τρέχουσας πραγματικότητας, αλλά προϋποθέτει μια ανώτερου επιπέδου ενότητα.
Πολιτική υποστήριξη και «κάλυψη»
Η ανάπτυξη και αναγέννηση της κοινωνικής αντίστασης χρειάζεται πολιτική υποστήριξη και κάλυψη. Προϋποθέτει την ενεργή στήριξη της Αριστεράς και ιδίως της δικής μας Αριστεράς, στήριξη που πρέπει να αποβεί κύριο μέλημά της. Χωρίς να εγκαταλείπει άλλα πεδία παρέμβασης, ο ΣΥΡΙΖΑ πρέπει να ανεβάσει τα πολιτικά του αισθητήρια και αντανακλαστικά, να παλέψει για ένα ενιαίο εργατικό μέτωπο αντίστασης στο «αμαξοστάσιο» του Μετρό, στο συντονιζόμενο απεργιακό δίκτυο των αστικών συγκοινωνιών. Να απαιτήσει να υπάρξει άμεσα γενική απεργία των ΓΣΕΕ-ΑΔΕΔΥ- Εργατικών Κέντρων για την προστασία των εργαζομένων στις αστικές συγκοινωνίες, για την ικανοποίηση άμεσα των αιτημάτων τους, για την άμεση ανατροπή της εισοδηματικής και κοινωνικής πολιτικής της κατάπτυστης μνημονιακής κυβέρνησης. Μιας κυβέρνησης που διαθέτει και «αριστερό εταίρο», τη ΔΗΜΑΡ, η οποία «διαμαρτύρεται» για την επιστράτευση αλλά εξακολουθεί να στηρίζει την κυβέρνηση για «μείζονες λόγους».
Ανατροπή της κυβέρνησης!
Επιτέλους, υφίστανται, έστω και εμβρυϊκά ακόμη, οι δυνατότητες κινηματικής παράλυσης και ίσως και ανατροπής αυτής της κυβέρνησης! Ανεξάρτητα από το πώς θα εξελιχθούν αυτές οι δυνατότητες, εμείς ως ΣΥΡΙΖΑ πρέπει να εξαντλήσουμε όλες μας τις δυνάμεις για τη στήριξη του υπαρκτού απεργιακού μετώπου και την ανάδειξή του σε κύριο και αποφασιστικό ζήτημα στην ελληνική κοινωνία. Πρέπει να γίνουμε το «κόμμα της απεργίας», το κόμμα της αλληλεγγύης και πολιτικής στήριξης στη νικηφόρα της διεξαγωγή. Πρέπει να απευθυνθούμε σε όλη την κινηματική Αριστερά (ΑΝΤΑΡΣΥΑ, ΚΚΕ) και να ζητήσουμε συμπόρευση και κοινή πολιτική στήριξη του απεργιακού μετώπου. Ιδίως για όσους/όσες ανησυχούν για το ζήτημα του ριζοσπαστικού χαρακτήρα του ΣΥΡΙΖΑ και επισημαίνουν τα υπαρκτά σημάδια της τάσης συντηρητικής στροφής, η σημερινή συγκυρία παρουσιάζει ένα ιδιαίτερο ενδιαφέρον. Γιατί, ακριβώς, αν επεκταθεί η τάση για κοινωνική σύγκρουση και «αναταραχή», ο ΣΥΡΙΖΑ έχει μια χρυσή ευκαιρία να αναβαπτίσει τη ριζοσπαστική/κινηματική παρουσία του και να διαχωριστεί ριζικά από τα κόμματα του -αντιδραστικού σήμερα- «μεσαίου χώρου». Να γίνει το κόμμα στο αμαξοστάσιο βάζοντας στη γωνία τις λογικές της κοινωνικής γαλήνης, όπου και όπως εκδηλώνονται μέσα στην Αριστερά. Και ο νοών νοείτω…