Ο πολιτικός χρόνος είναι πλέον εξαιρετικά κρίσιμος. Είμαστε σε μία από αυτές τις ιστορικές στιγμές που ισχύει απόλυτα το «χθες ήταν νωρίς, αύριο θα είναι αργά».
Ναι, είναι «Βάρκιζα»: αν αυτό σημαίνει την κατάθεση των «όπλων» και την ανοιχτή προδοσία των αγωνιστών και αγωνιστριών που σε άλλα πίστεψαν και για άλλα αγωνίστηκαν - η αμοραλιστική μετατροπή του «ΟΧΙ» σε «ΝΑΙ σε όλα» μέσα σε μία βδομάδα, απλώς υπογραμμίζει την έκταση και το βάθος της προδοσίας.
Ναι, είναι «βρόμικο ’89»: αν αυτό σημαίνει τη συμμαχία με τις αστικές δυνάμεις και τη «δωρεά σώματος» από την Αριστερά ώστε να «ξεπλύνει» αντιλαϊκές πολιτικές - το ότι κάποιοι της παλιάς φρουράς του ’89, όπως ο Γιάννης Δραγασάκης, είναι πρωταγωνιστές και στη νέα προδοσία, απλώς υπογραμμίζει τον εσωτερικό δεσμό που έχουν όλες οι μεγάλες προδοσίες μεταξύ τους.
Ναι, είναι «1914»: αν αυτό σημαίνει την ξαφνική εγκατάλειψη και το ποδοπάτημα της σημαίας με την οποία ο «στρατός» μας βάδιζε μέχρι χθες ακόμη στη μάχη (τότε η σημαία του διεθνισμού, τώρα η σημαία του αντιμνημονίου και της αντιλιτότητας) πέρα από κάθε προσδοκία - το γεγονός ότι στην περίπτωση του ΣΥΡΙΖΑ τα σημάδια της επερχόμενης προδοσίας ήταν πολύ πιο εμφανή, απλώς υπογραμμίζει τις ευθύνες όσων τα υποτίμησαν.
Οι ιστορικοί παραλληλισμοί, όμως, ακόμη και αν είναι εύστοχοι, δεν έχουν καμία αξία παρά μόνο αν συμβάλλουν στην κατανόηση «αυτού που (μας) συμβαίνει». Το ότι «αυτό που μας συνέβη» έχει «κάτι» απ’ όλες τις μεγάλες προδοσίες στην Ιστορία της Αριστεράς σημαίνει στη δική μας περίπτωση δύο πράγματα: Πρώτο, ότι σηματοδοτεί ένα σημείο καμπής μεγάλης εμβέλειας, ύστερα από το οποίο τίποτε δεν μπορεί να είναι ίδιο όπως πριν – μια νέα πολιτική περίοδος ανοίγεται μπροστά μας, όπου το «νέα κατάσταση - νέα καθήκοντα» ισχύει απολύτως. Δεύτερο, ότι οι επιπτώσεις για τον ΣΥΡΙΖΑ και την Αριστερά δεν έχουν τρέχουσα και δευτερεύουσα, αλλά αντίθετα μείζονα και ιστορικής κλίμακας σημασία.
Ο ιστορικός του μέλλοντος θα κάμει το δικό του καθήκον, αλλά εμείς, πρωταγωνιστές και πρωταγωνίστριες αυτού που συμβαίνει τώρα, δεν πρέπει να υποτιμήσουμε την εμβέλεια και την ιστορικότητα, άρα και τις καταλυτικές συνέπειες αυτού του σημείου καμπής. Δεν πρέπει να αποδειχτούμε «μικροί σε μεγάλα γεγονότα».
Τι είναι λοιπόν «αυτό που μας συνέβη»; Πριν εξηγηθεί, πρέπει πρώτα να αναγνωριστεί. Για να αναγνωριστεί, πρέπει να αρχίσουμε από μια πολύ γνώριμη λέξη: μνημόνιο.
Κυβέρνηση «ειδικού σκοπού»
στην υπηρεσία του κεφαλαίου
«Για να δούμε το σύνολο των πολιτικών εξελίξεων, πρέπει να περιμένουμε το σύνολο της ψήφισης των προαπαιτούμενων από τη Βουλή, την επομένη εβδομάδα. (…) Αν πάμε σε εκλογές, θα θέσουμε το πρόγραμμά μας, που θα περιέχει τις δεσμεύσεις του προγράμματος, αλλά και το αντίδοτο για κάποιες κοινωνικές κατηγορίες, όπως οι αγρότες».
Νίκος Βούτσης, 16/7, συνέντευξη στο ρ/σ Κόκκινο
Δεν είναι μόνο η εντυπωσιακή υποστήριξη που δίνει όλο το αστικό - μνημονιακό σύστημα στον Αλέξη Τσίπρα, δεν είναι μόνο το «ενιαίο μέτωπο» μεταξύ συστημικών ΜΜΕ και κυβερνητικού κέντρου στις συστηματικές επιθέσεις εναντίον όσων διαφωνούν με την επιλογή της υπογραφής του νέου μνημονίου οι οποίες παίρνουν πλέον χαρακτήρα προσωπικών συκοφαντικών καμπανιών (εναντίον του Παναγιώτη Λαφαζάνη, της Ζωής Κωνσταντοπούλου, της Νάντιας Βαλαβάνη, ακόμη και του Γιάννη Βαρουφάκη), είναι και οι ρητές παραδοχές του κυβερνητικού κέντρου όπως αυτή του Νίκου Βούτση, που αποκαλύπτουν δύο σημαντικά στοιχεία του σχεδιασμού του Αλέξη Τσίπρα:
Πρώτο, το πρόγραμμα του Αλέξη Τσίπρα θα περιέχει στο εξής τις δεσμεύσεις του προγράμματος – άρα η κυβέρνηση δεν είναι πρόσκαιρα μνημονιακή, άρα η ηγεσία Τσίπρα ετοιμάζει συνολικότερη και μονιμότερη στροφή στο μνημονιακό Κέντρο.
Δεύτερο, ότι είναι κυβέρνηση «ειδικού σκοπού» στην υπηρεσία του κεφαλαίου – θα ολοκληρώσει την ψήφιση του συνολικού μνημονιακού «πακέτου» και ύστερα η σημερινή κυβερνητική ηγεσία θα πάει σε εκλογές με πρόγραμμα μνημονιακού Κέντρου, για να διεκδικήσει να γίνει η «λαοπρόβλητη» εκλεκτή των δανειστών και του εγχώριου συστήματος στη διαχείριση του μνημονίου.
Πρόκειται για «βρόμικο ’89», αλλά πλέον με μεγάλες φιλοδοξίες: Τότε, το σύστημα χρησιμοποίησε την Αριστερά (συγκυβέρνηση με Μητσοτάκη, «οικουμενική», «κάθαρση») για να ανοίξει το δρόμο στον επελαύνοντα νεοφιλελευθερισμό και την κυβέρνηση Μητσοτάκη, κι ύστερα την ξέβρασε, «ατιμασμένη» και ανυπόληπτη. Τώρα, στο «βρόμικο 2015» η ηγεσία του Αλέξη Τσίπρα έχει μεγαλύτερες φιλοδοξίες: να μείνει στο τιμόνι για να διαχειριστεί αυτή τη συνέχιση των μνημονίων. Από τη σκοπιά της Αριστεράς και του κινήματος, είναι παντελώς αδιάφορο αν θα τα καταφέρει ή όχι.
Μας αρκεί η διαπίστωση ότι δεν θέλουν καν να βγάλουν τη «βρόμικη δουλειά» της επιβολής του νέου μνημονίου-γίγας, αλλά έχουν ένα σχέδιο στροφής στο μνημονιακό Κέντρο με την ελπίδα να συνεχίσουν να το υλοποιούν αυτοί.
Είναι οριστικά και αμετάκλητα προδότες της λαϊκής εντολής της 25ης Ιανουαρίου, της λαϊκής εντολής της 5ης Ιουλίου, της υπόθεσης της Αριστεράς.
Μνημόνιο από την Αριστερά σημαίνει…
Ο Γιάννης Πρετεντέρης, οξυδερκής όσο και απεχθής λειτουργός του αστικού - μνημονιακού συστήματος, στο MEGA το βράδυ της ψηφοφορίας στη Βουλή για το πρώτο «πακέτο» προαπαιτούμενων μέτρων, διέκρινε σωστά τη μείζονα αλλαγή στη συγκυρία λέγοντας «η διαχωριστική μνημόνιο - αντιμνημόνιο φεύγει από το πολιτικό σύστημα και περνάει μέσα στον ΣΥΡΙΖΑ».
Πράγματι, αυτή είναι η μείζων αλλαγή! Η ιστορική προδοσία της ηγεσίας του ΣΥΡΙΖΑ και η μεγάλη της προσφορά στο σύστημα είναι ότι δίνει μια γενναία βοήθεια για να ξεθωριάσει η ταξική διαχωριστική μνημόνιο - αντιμνημόνιο (η οποία ήταν το τεκτονικό υπόβαθρο της κρίσης του πολιτικού συστήματος και η μήτρα όλων των πολιτικών διεργασιών, προσλαμβάνοντας χαρακτηριστικά ηγεμονικής κρίσης). Ότι δίνει μια γενναία βοήθεια στο σύστημα να μπλοκάρει το «μηχανισμό» που μέχρι σήμερα οδηγούσε στο να εκφράζεται από την Αριστερά και προς τ’ αριστερά αυτή η διαχωριστική γραμμή.
Το γεγονός ότι είναι η Αριστερά που φέρνει και ψηφίζει ένα μνημόνιο, η ίδια Αριστερά που ήρθε στην εξουσία με σημαία το αντιμνημόνιο και την αντιλιτότητα, που εξέφρασε το ταξικό ρήγμα πάνω σ’ αυτή τη βάση, έχει διπλά καταστροφικό αποτέλεσμα: Πρώτο, πλήττει θανάσιμα την αξιοπιστία (αυτής) της Αριστεράς, το ηθικό και αξιακό της πλεονέκτημα, την κατατάσσει στις δυνάμεις που χρησιμοποιούν τα κλασικά αστικά μέσα εξαπάτησης. Η μετατροπή του συγκλονιστικού 62% του «ΟΧΙ» σε «ΝΑΙ σε όλα» μέσα σε μία βδομάδα θα μείνει στην ιστορία ανεξίτηλο στίγμα όχι μόνο πολιτικής δειλίας, αλλά πάνω απ’ όλα πολιτικής απάτης, αμοραλισμού και έσχατης αναξιοπιστίας. Δεύτερο, δίνει την ευκαιρία στις δυνάμεις του συστήματος να ισχυριστούν πολύ πιο πειστικά τώρα ότι η διαχωριστική μνημόνιο - αντιμνημόνιο είναι μια απάτη, ένας ιστορικός αναχρονισμός, ότι το τελευταίο επεισόδιο αυτής της απάτης το έπαιξε στην ιστορική σκηνή η αντιμνημονιακή Αριστερά, ο ΣΥΡΙΖΑ.
Αυτή η «δωρεά σώματος» είναι πολύ πιο καταστροφική απ’ ό,τι το ’89, που η Αριστερά συμμετείχε στο θέατρο της «κάθαρσης» αλλά τουλάχιστον δεν ήταν η ίδια τόσο ανοιχτά πρωταγωνίστρια στην επιβολή νεοφιλελεύθερων πολιτικών – «απλώς» άνοιξε το δρόμο στο νεοφιλελευθερισμό του Μητσοτάκη.
Η γόμωση της μνημονιακής «βόμβας» που η κυβερνητική ηγεσία πυροδότησε στα σπλάχνα της Αριστεράς γίνεται πιο καταστροφική από το γεγονός ότι η συνθηκολόγηση αυτή επιχειρηματολογείται σαν «αναπόφευχτη» και «σωτήρια παρά το οδυνηρό της περιεχόμενο». Αυτή η προσχώρηση στην ΤΙΝΑ (There is No Alternative - δεν υπάρχει εναλλακτική) συνιστά ντροπιαστική παράδοση και των ιδεολογικών όπλων.
Ωστόσο, το μείζον είναι το πολιτικό στοιχείο, η ευθεία αποδυνάμωση της διαχωριστικής μνημόνιο - αντιμνημόνιο και λιτότητα - αντιλιτότητα στο πολιτικό επίπεδο, η ευθεία αποδυνάμωση αυτής της διαχψωριστικής στο πολιτικό επίπεδο και προς τα’ αριστερά. Το ιδεολογικό στοιχείο της ΤΙΝΑ λειτουργεί επικουρικά στο πολιτικό στοιχείο, επιτείνοντας τα καταστροφικά του αποτελέσματα.
Το ζήτημα του πολιτικού υποκειμένου: ποιος θα σηκώσει
τη σημαία του αγώνα ενάντια στα μνημόνια και τη λιτότητα;
Θα πάψει λοιπόν η διαχωριστική μνημόνιο - αντιμνημόνιο, λιτότητα - αντιλιτότητα να εκφράζεται πολιτικά, να ορίζει τις συντεταγμένες της πολιτικής κρίσης, να αποτελεί τη βάση για τη μαζική στροφή στ’ αριστερά, για την έκφραση της κοινωνικής - ταξικής πόλωσης προς τ’ αριστερά; Αυτό θα ήταν μια λυτρωτική εξέλιξη για τις αστικές-μνημονιακές δυνάμεις.
Το ΚΚΕ το πολύ-πολύ να διεκδικήσει ένα μικρό μέρος της επιρροής του ΣΥΡΙΖΑ, έχει αποδείξει όμως επαρκώς (με τελευταία απόδειξη τη στάση του στο δημοψήφισμα) ότι δεν μπορεί να ηγηθεί στη συγκρότηση ενός ηγεμονικού πολιτικού ρεύματος. Αν μέσα από τον ΣΥΡΙΖΑ δεν αναδυθεί ένας μαζικός πολιτικός κορμός που θα αποτελέσει τη ραχοκοκαλιά για τη συσπείρωση ευρύτερων δυνάμεων και τη συγκρότηση μαζικού - μετωπικού πολιτικού υποκειμένου που θα εκφράσει το κοινωνικό μπλοκ δυνάμεων που έδωσε τη μάχη και θριάμβευσε στο ΟΧΙ της 5ης Ιουλίου, οι συνέπειες θα είναι διαλυτικές. Στο έδαφος της απογοήτευσης και απελπισίας από την ήττα και την προδοσία, αλλά και στο έδαφος της επέκτασης της κοινωνικής απελπισίας από την υλοποίηση και του νέου μνημονίου, η πολιτική έκφραση των δυνάμεων της εργασίας και των φτωχών λαϊκών στρωμάτων θα κερματιστεί και θα ανθήσουν όλων των ειδών τα αστικά «ζιζάνια»: κόμματα του «δημοκρατικού Κέντρου» τύπου Δημοκρατικού Κόμματος της Ιταλίας (η γραβάτα-δώρο του Ρέντσι στον Τσίπρα μπορεί να αποδειχτεί το σύμβολο της πολιτικής… σκυτάλης), μεταπολιτικά και αμερικανικής έμπνευσης «κινήματα» τύπου Ποταμιού, κυρίως όμως η ναζιστική Χρυσή Αυγή.
Αν τα πράγματα εξελιχτούν έτσι, αν η προδοσία της ηγεσίας Τσίπρα οδηγήσει σε μια τέτοια δεξιόστροφη ανασύνθεση του πολιτικού σκηνικού, η ήττα θα προσλάβει στρατηγικά χαρακτηριστικά. Το βασικό μας πολιτικό καθήκον πλέον είναι αυτό: να αποτρέψουμε μια τέτοια καταστροφική εξέλιξη. Και ισοδυναμεί με το καθήκον να συγκροτήσουμε (το ταχύτερο δυνατόν!) τη μαζική πολιτική έκφραση του κοινωνικού μπλοκ της 5ης Ιουλίου. Η κυβερνητική ηγεσία έχει κάνει τις επιλογές της και πήρε το δρόμο του Ρέντσι. Δεν μπορούμε να είμαστε στο ίδιο όχημα, γιατί αυτό θα σήμαινε ότι την ακολουθούμε σ’ αυτό το δρόμο - και αυτό θα ήταν η δική μας προδοσία.
Μπορεί και πρέπει ο ΣΥΡΙΖΑ να μείνει ενωμένος;
Το λαϊκό ένστικτο είναι υπέρ της ενότητας και κατά των διασπάσεων. Αλλά και ο κόσμος της Αριστεράς είναι ενστικτωδώς ενάντια στη διάσπαση, καμένος στο χυλό δεκάδων διασπάσεων με μόνο αποτέλεσμα τον εκφυλισμό και τον κατακερματισμό. Όμως οι «μεγάλες» διασπάσεις, αυτές που έχουν ιστορικό χαρακτήρα και κοινωνικό αντίκρισμα, είναι πάντα προϊόντα του συνδυασμού μεγάλων αποτυχιών και μεγάλων προδοσιών, που οδηγούν σε εντελώς αποκλίνουσες επιλογές στην ταξική πάλη. Το πιο κλασικό ιστορικό παράδειγμα: η προδοσία του 1914 και στη συνέχεια η Οκτωβριανή επανάσταση οδήγησαν σε διάσπαση ανάμεσα στη σοσιαλδημοκρατία της Δεύτερης Διεθνούς και την Κομμουνιστική Διεθνή, που η ραχοκοκαλιά της δημιουργήθηκε από το 1914 αλλά ιδρύθηκε το 1919. Πολύ λιγότερο ηρωικό αλλά πολύ πιο πρόσφατο, είναι το παράδειγμα της διάσπασης του ΚΚΕ το 1991, προϊόν του «βρόμικου ’89» και της προσπάθειας σοσιαλδημοκρατικής μετάλλαξής του.
Σήμερα, η προδοσία της κυβερνητικής ηγεσίας υπό τον Αλέξη Τσίπρα δρομολογεί αναπόδραστα τη διάσπαση του ΣΥΡΙΖΑ. Οι αριστερές δυνάμεις του ΣΥΡΙΖΑ δεν μπορούν γίνουν απολογητές του μνημονίου, δεν μπορούν να δεχτούν τη μετατροπή του ΣΥΡΙΖΑ σε κόμμα σαν τη ΔΗΜΑΡ ή σαν το Δημοκρατικό Κόμμα του Ματέο Ρέντσι. Από την άλλη, ένας ΣΥΡΙΖΑ οριστικά και αμετάκλητα μεταλλαγμένος με αυτό τον τρόπο, δεν θα είναι πλέον κόμμα της Ριζοσπαστικής Αριστεράς, δεν θα μπορεί να ξανασηκώσει τη σημαία του αγώνα ενάντια στα μνημόνια και τη λιτότητα, δεν θα μπορεί να εκφράσει πολιτικά το κοινωνικό μπλοκ δυνάμεων που αναδύθηκε μέσα από τη μάχη και τη νίκη του δημοψηφίσματος της 5ης Ιουλίου. Ένας τέτοιος ΣΥΡΙΖΑ θα γίνει κόμμα του σοσιαλφιλελεύθερου κέντρου, κόμμα στην υπηρεσία του κεφαλαίου. Μετασχηματίζοντας πρώτα την κυβέρνηση σε κυβέρνηση στην υπηρεσία του κεφαλαίου, η ηγεσία Τσίπρα θα επιδιώξει τώρα να φτιάξει και ένα σοσιαλφιλελεύθερο κόμμα του κέντρου στην υπηρεσία του κεφαλαίου. Αν δεν καταφέρει να μετασχηματίσει τον ΣΥΡΙΖΑ σε τέτοιο κόμμα «εκκαθαρίζοντας» όλα τα αριστερά του κομμάτια, θα προσπαθήσει να τον διαλύσει.
Η ανταγωνιστική αντίθεση ανάμεσα σε μνημονιακό και αντιμνημονιακό ΣΥΡΙΖΑ, ανάμεσα σε ΣΥΡΙΖΑ του σοσιαλφιλελεύθερου κέντρου και ΣΥΡΙΖΑ της Ριζοσπαστικής Αριστεράς, δεν μπορεί να επιλυθεί με «γέφυρες» ούτε με συναισθηματικές αλλά μη πολιτικές εκκλήσεις ενότητας. Δεν υπάρχει ενότητα ανάμεσα σε μνημονιακούς και αντιμνημονιακούς! Η διάσπαση του ΣΥΡΙΖΑ δρομολογήθηκε από αυτούς που έβαλαν τη διαχωριστική γραμμή «μνημόνιο - αντιμνημόνιο, λιτότητα - αντιλιτότητα» στους κόλπους του, δηλαδή από την κυβερνητική ηγεσία.
Η αναγκαία μάχη στον ΣΥΡΙΖΑ, είναι μάχη ανάμεσα σε μνημονιακούς και αντιμνημονιακούς και μπορεί να έχει μόνο ένα στόχο: να ορθωθεί ο ΣΥΡΙΖΑ ενάντια στο μνημόνιο και άρα ενάντια στην κυβέρνηση που το φέρνει, το ψηφίζει και θα το υλοποιήσει. Θα είναι σημαντικό να κερδηθεί αυτή η μάχη, αλλά αν για οποιοδήποτε λόγο και υπό οποιουσδήποτε όρους χαθεί ή η ηγεσία καταφέρει ώστε να μη δοθεί καν με συντεταγμένο τρόπο, ο στόχος της συγκρότησης μαζικού πολιτικού υποκειμένου που θα εκφράσει το ταξικό μπλοκ δυνάμεων της 5ης Ιουλίου, το αίτημα και τη στρατηγική της ρήξης, όχι μόνο δεν πρέπει να εγκαταλειφθεί, αλλά πρέπει να υπηρετηθεί με αίσθηση του κατεπείγοντος και με όλα τα διαθέσιμα μέσα.
Χθες ήταν νωρίς, αύριο θα είναι αργά
Ο πολιτικός χρόνος είναι πλέον εξαιρετικά κρίσιμος. Είμαστε σε μία από αυτές τις ιστορικές στιγμές που ισχύει απόλυτα το «χθες ήταν νωρίς, αύριο θα είναι αργά». Η κυβερνητική ηγεσία το γνωρίζει αυτό πολύ καλά. Θα επιχειρήσει λοιπόν να αποφύγει κάθε συντεταγμένη διαδικασία, να κερδίσει χρόνο (ή μάλλον να κλέψει πολιτικό χρόνο από την αριστερή πτέρυγα), να ολοκληρώσει τη συνολική συμφωνία και την ψήφισή της στη Βουλή και ύστερα να πάει σε εκλογικό αιφνιδιασμό ώστε να εκκαθαρίσει την αριστερή πτέρυγα.
Είναι τόσο ομολογημένο και τόσο προφανές το σχέδιο αυτό, ώστε πρέπει να είναι κανείς πολιτικά αφελής για να μην το βλέπει.
Αντίστροφα, για την Αριστερά του ΣΥΡΙΖΑ δεν υπάρχει η πολυτέλεια της «αγοράς χρόνου». Ο αριστερός κόσμος του ΣΥΡΙΖΑ υποφέρει, είναι σε κατάσταση σοκ, ντρέπεται να αντικρίσει τον κόσμο, περνάει τα πρώτα στάδια ενός βαρύτατου πολιτικού πένθους (άρνηση και κατάθλιψη). Δεν έχει χρόνο για να τον δανείσει σε κανέναν. Αν δεν υπάρξει γρήγορα, άμεσα, μια συντεταγμένη πολιτική λύση, θα διασκορπιστεί και θα χαθεί. Αυτό, πέρα από το γεγονός ότι θα είναι ένα μεγάλο έγκλημα για την Αριστερά, θα έχει και το καταλυτικό αποτέλεσμα ότι η αριστερή πτέρυγα θα μετατραπεί σε «στρατηγό χωρίς στρατό» - οπότε όλα τα πολιτικά σχέδια θα ακυρωθούν στην πράξη, εκτός από το σχέδιο της ηγεσίας. Για τον ΣΥΡΙΖΑ σήμανε η ώρα του «πολέμου κινήσεων» και της εγκατάλειψης του «πολέμου θέσεων».
Αλλά και ευρύτερα, το κοινωνικό μπλοκ που αναδύθηκε στη μάχη του δημοψηφίσματος, χωρίς μαζική πολιτική έκφραση θα καταδυθεί ξανά σε υπόγειες διαδρομές, ενώ και η εκτός ΣΥΡΙΖΑ Αριστερά του ΟΧΙ θα υποκύψει στο δέλεαρ να κανιβαλίσει ένα μικρό τμήμα της πολιτικής και κοινωνικής επιρροής του ΣΥΡΙΖΑ και να αρκεστεί σ’ αυτό.
Όπως το είπε ο μεγάλος Γάλλος επαναστάτης Νταντόν, «Τόλμη, τόλμη και ξανά τόλμη». Και όπως είπε ο Λένιν, «Χθες ήταν νωρίς, αύριο θα είναι αργά».
Το σύντομο καλοκαίρι του 2015, πρέπει και μπορεί να γίνει το καλοκαίρι που η ελπίδα θα ξαναγεννηθεί μέσα από τις στάχτες της προδοσίας. Έχουμε καθήκον η σκυτάλη να μην πέσει στο έδαφος μαζί με την ποδοπατημένη σημαία του αγώνα, αλλά να δοθεί σε νέα χέρια. Ίσως έτσι, κερδίσουμε το ιστορικό δικαίωμα για μια σύντομη ρεβάνς.