Ο εργατικός αγώνας και η συμπαράσταση στην ΕΡΤ άλλαξαν τα δεδομένα. Η κυβερνητική σταθερότητα κλονίστηκε ανεπανόρθωτα, η κοινωνική συναίνεση με το success story της οικονομίας κατέρρευσε, ο μύθος της κοινωνίας που υποχώρησε στην παθητικότητα και την ηττοπάθεια διαλύθηκε, καθώς ο αγώνας στην ΕΡΤ έσπασε το γύψο της επιστράτευσης και της καταστολής.

Η νέα συγκυβέρνηση είναι πιο αδύναμη, αλλά ταυτόχρονα και πιο επιθετική. Πολύ σύντομα θα επιχειρήσει να περάσει νέα βάρβαρα αντεργατικά μέτρα, με κλεισίματα νοσοκομείων, ΝΠΙΔ και ΔΕΚΟ, χιλιάδες απολύσεις στο Δημόσιο, ιδιωτικοποιήσεις των δημόσιων αγαθών, με κλεισίματα, απολύσεις και μειώσεις μισθών στον ιδιωτικό τομέα.

Οι πλειοψηφίες σε ΓΣΕΕ-ΑΔΕΔΥ, ταυτισμένες στην πράξη με τις μνημονιακές κυβερνήσεις,  ολοένα και περισσότερο απομακρύνονται από τις ανάγκες της γενίκευσης, του συντονισμού, της συμπαράστασης, της διάρκειας των εργατικών αγώνων. Μετά την απεργοσπαστική στάση τους στους καθηγητές, κάλεσαν γενική απεργία για την ΕΡΤ κάτω από την πίεση του κόσμου και κατόπιν αποσύρθηκαν.

Στο νέο τοπίο που διαμορφώνεται, η ανάγκη ενός εναλλακτικού μαζικού συντονιστικού κέντρου αγώνα είναι πλέον ζωτικής σημασίας για την οργάνωση της συμπαράστασης και του συντονισμού των εργατικών αγώνων.

Η αναζήτηση μορφών συντονισμού ξεκινάει από την αρχή της μνημονιακής εποχής, όπου με πρωτοβουλία των συνδικαλιστών της ριζοσπαστικής Αριστεράς, και όχι μόνο, επιχειρήθηκαν να δημιουργηθούν διάφοροι συντονισμοί όπως οι 151, ο συντονισμός πρωτοβάθμιων σωματείων, συντονισμός Εργατικών Κέντρων για τη Χαλυβουργική, συντονιστικά των συμβασιούχων, κλαδικοί συντονισμοί, επιτροπές και συνελεύσεις σε πόλεις και γειτονιές για τη στήριξη των εργατικών αγώνων κλπ.

Οι απόπειρες αυτές, παρά τα πολιτικά προβλήματα και την αποσπασματικότητά τους, έχουν βάλει τα θεμέλια για να περάσουμε σε ανώτερες μορφές συντονισμού, που έχουν μπροστά τους το στοίχημα να μπορέσουν να κινητοποιήσουν την εργατική βάση των συνδικάτων.

Επιπλέον, η διάθεση ανατροπής και αλλαγής των συσχετισμών προς τα αριστερά εκφράζεται και στις εκλογές των συνδικάτων, όπου οι συνδικαλιστικές δυνάμεις των κυβερνητικών-μνημονιακών κομμάτων βουλιάζουν και οι δυνάμεις της Αριστεράς, παρά τη διάσπασή τους, πετυχαίνουν μεγάλα ποσοστά.

Οι νέοι συσχετισμοί που διαμορφώνονται στα συνδικάτα, με την ισχυροποίηση των παρατάξεων της Αριστεράς από τα πρωτοβάθμια σωματεία μέχρι τις ομοσπονδίες, τα Εργατικά Κέντρα ακόμα και εν όψει του συνεδρίου της ΑΔΕΔΥ, δίνουν πολύ μεγαλύτερες δυνατότητες για το νέο βήμα συντονισμού των συνδικάτων.

Με ποια τακτική
Με δεδομένη την κυβερνητική επιθετικότητα και την παράδοση της συνδικαλιστικής γραφειοκρατίας, ο συντονισμός των συνδικάτων έχει να αναμετρηθεί με «θηριώδη» καθήκοντα. Η συμπαράσταση στους εργατικούς αγώνες, που ξεσπούν, είναι πρώτιστο καθήκον. Μέχρι τώρα  οι πρωτοβουλίες για τη συμπαράσταση στους εργατικούς αγώνες έχουν αποσπασματικά, συμβολικά χαρακτηριστικά.

Σ’ αυτό το ζήτημα πρέπει να επιχειρήσουμε να συνδεθούμε ξανά με τις παραδόσεις της μεταπολίτευσης: το ξαναζωντάνεμα της εργατικής αλληλεγγύης με τις απεργίες συμπαράστασης, τα κοινά συλλαλητήρια, τις απεργιακές φρουρές, την οικονομική ενίσχυση των απεργών κλπ. Επιπλέον η ενεργοποίηση των τοπικών κοινωνιών είναι εξίσου κρίσιμης σημασίας για τη συγκρότηση ενός ισχυρού μετώπου αγώνα.

Ειδικό βάρος έχει ο απεργιακός συντονισμός, όπως φάνηκε ξεκάθαρα στην επιστράτευση των καθηγητών, όπως φάνηκε στην πρώτη εβδομάδα μετά τη γενική απεργία με την κατάληψη της ΕΡΤ. Τα συνδικάτα χρειάζονται να προετοιμάσουν ένα σχέδιο απεργιακού συντονισμού και έτσι να ανταποκριθούν άμεσα με το σύνθημα του απεργιακού ξεσηκωμού στο επόμενο «ατύχημα» που θα προκαλέσουν οι Γεωργιάδηδες και οι Μητσοτάκηδες της συγκυβέρνησης. Μια τέτοια κίνηση απεργιακού συντονισμού θα πίεζε αφόρητα και τις συνδικαλιστικές πλειοψηφίες να καλέσουν σε γενικές απεργίες.

Επίσης η κατάληψη των εργατικών χώρων είναι η μορφή πάλης που δίνει τη δυνατότητα να συγκροτούνται κέντρα αγώνα και ενημέρωσης, να μπλοκάρουν τα σχέδια της κυβέρνησης και της εργοδοσίας και να εκπαιδεύουν τους εργαζόμενους για το τι σημαίνει εργατικός έλεγχος στην πράξη.

Για να προετοιμάσουμε μια μεγάλη ανάταση και αντεπίθεση του εργατικού κινήματος υπάρχει ακόμα μια προϋπόθεση ίσως η πιο ισχυρή: η καθημερινή δουλειά του «μυρμηγκιού» στον εργατικό χώρο, οι περιοδείες, οι ενημερώσεις, οι συζητήσεις στα τμήματα, για να ξανακτίσουμε από τα κάτω την εμπιστοσύνη της εργατικής βάσης.

Η κρίση της γραφειοκρατίας
Ο συνδυασμός οικονομικής κρίσης, κοινωνικής πόλωσης και πολιτικής κρίσης των κομμάτων αναφοράς της συνδικαλιστικής γραφειοκρατίας (ΠΑΣΚΕ-ΔΑΚΕ) έχει οδηγήσει σε κρίση και διαμάχες στους κόλπους της, καθώς δεν μπορεί να επιτελέσει το ρόλο της σαν διαμεσολαβητικό στρώμα συμβιβασμού ανάμεσα στο κεφάλαιο και την εργασία, δεν μπορεί να πετύχει ούτε τα ψίχουλα του συντεχνιακού συνδικαλισμού του παρελθόντος. Οι άμεσες πολιτικές σχέσεις με τα κυβερνητικά τους κόμματα από πλεονέκτημα έχουν γίνει βαρίδι. Η διαρκώς κλιμακούμενη επίθεση των μνημονιακών κυβερνήσεων απειλεί με εξαφάνιση ένα μεγάλο τμήμα της συνδικαλιστικής γραφειοκρατίας.

Η κρίση δεν είναι τωρινή και έχει πραγματική υλική βάση. Οι πολεμικές διαμάχες στη σύσκεψη της ΓΣΕΕ με τον Φωτόπουλο της ΓΕΝΟΠ-ΔΕΗ που πρότεινε επαναλαμβανόμενες 48ωρες απεργίες ενάντια στον Παναγόπουλο, ο Μπαλασόπουλος και η ηγεσία της ΠΟΕ-ΟΤΑ που ανεξαρτητοποιήθηκαν από την ΠΑΣΚΕ, η διαγραφή του προέδρου της ΔΑΚΕ από τον Σαμαρά, δεν γίνονται για προσωπικές διαφορές, αλλά είναι εκφράσεις των μεγάλων πιέσεων που δέχεται η συνοχή της συνδικαλιστικής γραφειοκρατίας.

Παράλληλα η ρήξη των τμημάτων της ΠΑΣΚΕ είναι προς το παρόν ημιτελής, όπως εκφράστηκε στο συνέδριο της ΓΣΕΕ και του ΕΚΑ και με τους δισταγμούς και τις υπαναχωρήσεις από μια σταθερή αγωνιστική γραμμή παρά τις διακηρύξεις.
Η νέα αυτή κατάσταση πρέπει να αξιοποιηθεί από τις δυνάμεις της Αριστεράς προς όφελος του εργατικού κινήματος, γιατί η στροφή από τμήματα των συνδικαλιστικών ηγεσιών σε πιο αγωνιστική στάση απέναντι στην κυβέρνηση και τα μνημόνια μπορεί να ευνοήσει την καλύτερη κινητοποίηση των εργαζομένων. Γι’ αυτό είναι λάθος η απόρριψη συμμαχιών με τέτοια τμήματα, αλλά και με την υπόλοιπη Αριστερά που κάνει το ΚΚΕ –και σε μικρότερο βαθμό η ΑΝΤΑΡΣΥΑ– στο όνομα της «καθαρότητας του πλαισίου». Λάθος που οδηγεί το ΚΚΕ σε ενέργειες που ευνοούν τα πιο συντηρητικά κομμάτια, όπως η ψήφιση μαζί με την ΠΑΣΚΕ ενάντια στην πρόταση για επαναλαμβανόμενες απεργίες στο ΓΣ της ΑΔΕΔΥ, η πρόταση για απεργία συμπαράστασης στους καθηγητές τρείς μέρες πριν τις εξετάσεις και όχι την ημέρα των εξετάσεων, η παραίτηση από το προεδρείο του ΕΚΑ προς όφελος της ΠΑΣΚΕ του Παναγόπουλου κ.ά.

Αριστερά
Σε αυτό το τοπίο οι συνδικαλιστικές δυνάμεις του ΣΥΡΙΖΑ επιφορτίζονται με ιδιαίτερα καθήκοντα και πρέπει να παίξουν πρωταγωνιστικό ρόλο στα καθήκοντα του συντονισμού και της συμπαράστασης των εργατικών αγώνων. Γιατί έχουν τις καλύτερες προϋποθέσεις για να κάνουν τη σύνδεση με τα αγωνιστικά τμήματα που αποχωρούν από την ΠΑΣΚΕ με την υπόλοιπη Αριστερά, για να κάνουν πράξη την ενότητα στη δράση.

Η πολιτική της συμπαράταξης και της κυβέρνησης της Αριστεράς μπορεί να εμπνεύσει τους εργαζόμενους, γιατί είναι αυθεντική ανάγκη των ίδιων, καθώς συνδέουν τους αγώνες τους με την πολιτική ανατροπή. Τέλος γιατί μπορούν το ρεύμα του ΣΥΡΙΖΑ στην κοινωνία να το μετατρέψουν σε δύναμη κοινωνικής κινητοποίησης και ενεργούς συμπαράστασης στους εργατικούς αγώνες.

Γι’ αυτό χρειάζεται οι συνδικαλιστικές δυνάμεις του ΣΥΡΙΖΑ να ανακαλύψουν ξανά τη δουλειά στη βάση των πρωτοβάθμιων σωματείων, προσπαθώντας να χτίσουν τέτοια σε κάθε χώρο εργασίας. Ακόμη και στους πιο δύσκολους. Χτίζοντας πλατιές παρατάξεις, με στόχο την ανασύνταξη και συσπείρωση του εργατικού κινήματος, την οργάνωση των αγωνιστικών μειοψηφιών που δρουν στους χώρους. Αναγεννώντας την εμπιστοσύνη στη συνδικαλιστική δράση και τα ίδια τα σωματεία.

Στηρίζοντας ενεργά και ανεπιφύλακτα κάθε εργατικό αγώνα με κάθε μέσο που είναι απαραίτητο, εγκαταλείποντας τους γραφειοκρατικούς σχεδιασμούς και οργανώνοντας τα ξεσπάσματα του αυθόρμητου, παραμερίζοντας τα άλλοθι των θεωριών της ηττοπάθειας, των δυσμενών συσχετισμών και της ανάθεσης. Χωρίς να διστάσουν να ξεπεράσουν τα προγραμματικά και αγωνιστικά όρια, όταν εκφωνούνται από τον πολιτικό φορέα ΣΥΡΙΖΑ.

Με μια τέτοια είδους πολιτική, το νέο βήμα συντονισμού μπορεί να μη μείνει μετέωρο και οι συνδικαλιστικές δυνάμεις του ΣΥΡΙΖΑ και της Αριστεράς μπορούν να πρωταγωνιστήσουν στη ζωή των συνδικάτων και στους εργατικούς αγώνες με σταθερή πυξίδα την ανατροπή.