Η γαλλική κοινωνική και πολιτική εμπειρία.

Μια υπο­δειγ­μα­τι­κή σε διάρ­κεια και κλι­μά­κω­ση τα­ξι­κή αντι­πα­ρά­θε­ση

Μετά από ένα πο­λύ­μη­νο διά­στη­μα κι­νη­το­ποι­ή­σε­ων και απερ­για­κών δρά­σε­ων πα­νε­θνι­κού χα­ρα­κτή­ρα, το αγω­νι­στι­κό γαλ­λι­κό ερ­γα­τι­κό κί­νη­μα φαί­νε­ται πλέον πως πλη­σιά­ζει σε μια κι­νη­μα­τι­κή οροφή. Τε­λευ­ταία για την ώρα πα­νε­θνι­κή ημέρα δρά­σης η 15η Σε­πτεμ­βρί­ου, όπου πέραν της κα­τάρ­γη­σης του νόμου για την ερ­γα­σία, η Cgt πρό­βα­λε διεκ­δι­κή­σεις όπως την εβδο­μά­δα των 32 ωρών, τη σύ­ντα­ξη στα 60 χρό­νια, την αύ­ξη­ση του κα­τώ­τα­του μι­σθού στα 1800 ευρώ (καλά δια­βά­ζε­τε 1800 ευρώ). Βέ­βαια σε επι­μέ­ρους το­μείς η κοι­νω­νι­κή έντα­ση συ­νε­χί­ζε­ται αμεί­ω­τη, και τέ­τοια είναι η ση­με­ρι­νή πε­ρί­πτω­ση της απει­λής κλει­σί­μα­τος του με­γά­λου ερ­γο­στά­σιου πα­ρα­γω­γής σι­δη­ρο­δρο­μι­κού υλι­κού της Άλ­στομ στο Μπελ­φόρ, ωστό­σο η από­φα­ση των κε­ντρι­κών συν­δι­κά­των (Cgt, ForceOuvriere, Sud, Solidairesκλπ.), είναι να συ­νε­χί­σουν την κι­νη­το­ποί­η­ση απέ­να­ντι στις δια­τά­ξεις του νόμου Μι­ριάμ Ελ Κομρί, με δι­κα­στι­κές προ­σφυ­γές στα ανώ­τα­τα δι­κα­στή­ρια της χώρας. Ενός νόμου που αφο­ρού­σε κυ­ρί­ως τον πα­ρα­γκω­νι­σμό των συλ­λο­γι­κών συμ­βά­σε­ων ερ­γα­σί­ας και την υπε­ρί­σχυ­ση των επι­χει­ρη­σια­κών και πρα­κτι­κή ατο­μι­κών συμ­βά­σε­ων ερ­γα­σί­ας, όπου η θέση του μι­σθω­τού ερ­γα­ζό­με­νου είναι σαφώς ασθε­νέ­στε­ρη από ό,τι της ερ­γα­τι­κής συ­νο­μο­σπον­δί­ας. Ενός νο­μο­θε­τι­κού κει­μέ­νου που απο­δο­μεί τα θε­μέ­λια του γαλ­λι­κού Κώ­δι­κα Ερ­γα­σί­ας, και πέ­ρα­σε χωρίς την έγκρι­ση της εθνι­κής αντι­προ­σω­πεί­ας, μια και το Σύ­νταγ­μα (άρθρο 49 – 2) πα­ρέ­χει αυτή τη δυ­να­τό­τη­τα στην εκτε­λε­στι­κή εξου­σία σε «έκτα­κτες» πε­ρι­στά­σεις.

          Είναι αλή­θεια ότι περί τις δε­κα­πέ­ντε πα­νερ­γα­τι­κές κι­νη­το­ποι­ή­σεις των γαλ­λι­κών ερ­γα­τι­κών συ­νο­μο­σπον­διών (με την θλι­βε­ρή εξαί­ρε­ση της Cfdt, της σο­σια­λι­στι­κής, ερ­γο­δο­τι­κής και κυ­βερ­νη­τι­κής συ­νο­μο­σπον­δί­ας), ενώ απο­τύ­πω­σαν την με­γα­λύ­τε­ρη έξαρ­ση του ευ­ρω­παϊ­κού συν­δι­κα­λι­στι­κού κι­νή­μα­τος στην τε­λευ­ταία πε­ρί­ο­δο, εντού­τοις δεν κα­τά­φε­ραν να επι­φέ­ρουν το επι­διω­κό­με­νο απο­τέ­λε­σμα, δη­λα­δή την από­συρ­ση του νόμου Μι­ριάμ Ελ Κομρί. Εντού­τοις από όλες τις συν­δι­κα­λι­στι­κές πλευ­ρές κρί­νε­ται ότι αυτό το μεί­ζον ζή­τη­μα τα­ξι­κής αντι­πα­ρά­θε­σης πα­ρα­μέ­νει ανοι­χτό, όχι μόνον δι­κα­στι­κά, αλλά και σε επί­πε­δο της επι­χει­ρη­μα­τι­κής συν­δι­κα­λι­στι­κής πρα­κτι­κής. Σε κάθε πε­ρί­πτω­ση ολο­κλη­ρώ­θη­κε ένας ση­μα­ντι­κός κι­νη­μα­τι­κός κύ­κλος, που προ­σφέ­ρε­ται στην εξα­γω­γή ορι­σμέ­νων συ­μπε­ρα­σμά­των, χρή­σι­μων για το υπό­λοι­πο ευ­ρω­παϊ­κό ερ­γα­τι­κό κί­νη­μα στην αντι­πα­ρά­θε­σή του με τα μέτρα του ακραί­ου νε­ο­φι­λε­λευ­θε­ρι­σμού των ευ­ρω­παϊ­κών αστι­κών τά­ξε­ων.

          Τόσο ο φε­τι­νός νόμος της Μι­ριάμ Ελ Κομρί, όσο και ο αντί­στοι­χος πε­ρυ­σι­νός του Εμ­μα­νου­έλ Μα­κρόν, που και οι δύο επι­κυ­ρώ­θη­καν με τον ίδιο αντι­δη­μο­κρα­τι­κό τρόπο, στην ίδια την κοι­τί­δα της ευ­ρω­παϊ­κής δη­μο­κρα­τί­ας, που είναι πα­ρα­πλή­σιοι με τους ελ­λη­νι­κούς μνη­μο­νια­κούς νό­μους ολό­κλη­ρης της τε­λευ­ταί­ας εξα­ε­τί­ας, ήταν προ­ϊ­όν της πρό­θε­σης της γαλ­λι­κής αστι­κής τάξης να κα­τα­στή­σει τη μι­σθω­τή ερ­γα­σία «φθηνή, πει­θαρ­χη­μέ­νη, απορ­ρυθ­μι­σμέ­νη», προ­κει­μέ­νου ο γαλ­λι­κός κα­πι­τα­λι­σμός να ενι­σχύ­σει την αντα­γω­νι­στι­κό­τη­τά του σε ευ­ρω­παϊ­κό και διε­θνές επί­πε­δο. Βε­βαί­ως και υπήρ­ξε πίεση από την γερ­μα­νι­κή προς την γαλ­λι­κή κυ­βέρ­νη­ση, με πρό­σχη­μα το με­γά­λο γαλ­λι­κό δη­μό­σιο χρέος, για την λήψη τέ­τοιου εί­δους μέ­τρων. Η Γαλ­λία με ετή­σιο ΑΕΠ ύψους 2.621 δι­σε­κατ. δο­λά­ρια,  πα­ρου­σιά­ζει δη­μό­σιο χρέος 2.096 δι­σε­κατ. ευρώ, δη­λα­δή στο 96% του ΑΕΠ της. Άλ­λω­στε η ίδια η γερ­μα­νι­κή σο­σιαλ­δη­μο­κρα­τία ήταν αυτή που τα τε­λευ­ταία δε­κα­πέ­ντε χρό­νια, και με κύριο όχημα την Χάρτα Χάρτζ, κα­θιέ­ρω­σε την με­ρι­κή απα­σχό­λη­ση, τις «μι­κρές – φθη­νές» μορ­φές απα­σχό­λη­σης κλπ.

Σε κάθε πε­ρί­πτω­ση δη­λα­δή είναι οι εθνι­κές αστι­κές τά­ξεις που εφάρ­μο­σαν και συ­νε­χί­ζουν να υλο­ποιούν μνη­μο­νια­κές πο­λι­τι­κές, και στο ίδιο το ευ­ρω­παϊ­κό κέ­ντρο, ενώ αυτή η διαρ­κής νε­ο­φι­λε­λεύ­θε­ρη επί­θε­ση ενορ­χη­στρώ­νε­ται προ­φα­νώς και στο ευ­ρύ­τε­ρο πεδίο της Ιεράς Συμ­μα­χί­ας των ορ­γά­νων της ευ­ρω­παϊ­κής κα­πι­τα­λι­στι­κής διε­θνο­ποί­η­σης. Ωστό­σο σε καμία πε­ρί­πτω­ση της εξέ­λι­ξης του γαλ­λι­κού ερ­γα­τι­κού κι­νή­μα­τος, δεν τέ­θη­κε ζή­τη­μα πρό­τα­ξης του στό­χου της απο­χώ­ρη­σης από την Ευ­ρω­ζώ­νη και την Ευ­ρω­παϊ­κή Ένωση, αλλά έμει­νε απο­κλει­στι­κά στο επί­κε­ντρο του απερ­για­κού αγώνα η από­κρου­ση της ου­σια­στι­κής κα­τάρ­γη­σης του γαλ­λι­κού Κώ­δι­κα Ερ­γα­σί­ας. Σε όλα τα δη­μο­σιεύ­μα­τα της Humanite και της LeMonde, σε όλες τις ομι­λί­ες, συ­ζη­τή­σεις και συ­νε­ντεύ­ξεις του κο­ρυ­φαί­ου ερ­γα­τι­κού ηγέτη της Cgt Φιλίπ Μαρ­τι­νέζ, που­θε­νά δεν τί­θε­ται ένας τέ­τοιος προ­σα­να­το­λι­σμός.

          Μόνον εφό­σον επι­κρα­τού­σαν οι επι­διώ­ξεις των γάλ­λων ερ­γα­ζο­μέ­νων, και απο­σύ­ρο­νταν οι αντι­δρα­στι­κές με­ταλ­λά­ξεις του Ερ­γα­τι­κού Δι­καί­ου, εκ των πραγ­μά­των θα επέρ­χο­νταν ένας ισχυ­ρός κλο­νι­σμός της γαλ­λι­κής αστι­κής τάξης (Medef), και συ­νε­πα­κό­λου­θα θα απο­δυ­να­μώ­νο­νταν τα θε­μέ­λια της κα­πι­τα­λι­στι­κής διε­θνο­ποί­η­σης στην ευ­ρω­παϊ­κή ήπει­ρο. Το να προ­τα­χθεί ο στό­χος της επι­στρο­φής στο εθνι­κό νό­μι­σμα, χωρίς να έχουν αλ­λά­ξει ρι­ζι­κά οι συ­σχε­τι­σμοί προς όφε­λος της ερ­γα­τι­κής τάξης και σε βάρος του ευ­ρω­παϊ­κού κε­φα­λαί­ου, χωρίς να έχουν επέλ­θει ρι­ζο­σπα­στι­κές ανα­κα­τα­τά­ξεις στο πο­λι­τι­κό επί­πε­δο κλπ., κα­νέ­νας γάλ­λος ερ­γα­ζό­με­νος δεν θα έθετε την ερ­γα­σία του σε κίν­δυ­νο, συμ­με­τέ­χο­ντας στις απερ­για­κές κι­νη­το­ποι­ή­σεις, για ένα νο­μι­σμα­τι­κό στόχο επα­να­φο­ράς του φρά­γκου. Το κα­θο­ρι­στι­κό και κύριο για την ερ­γα­τι­κή κι­νη­το­ποί­η­ση ήταν η αντι­πα­ρά­θε­ση επί του συ­γκε­κρι­μέ­νου επί­δι­κου της τα­ξι­κής πάλης, που ακρι­βώς αντι­προ­σώ­πευε το μέγα δια­κύ­βευ­μα για τον γαλ­λι­κό κα­πι­τα­λι­σμό και τους ευ­ρω­παί­ους συ­νε­ταί­ρους του.

          Κατά συ­νέ­πεια, οι όποιες αλ­λα­γές, ανα­τρο­πές, με­τα­σχη­μα­τι­σμοί στο ευ­ρω­παϊ­κό θε­σμι­κό επί­πε­δο δεν μπο­ρεί να είναι «προ­α­παι­τού­με­νο» των λαϊ­κών κι­νη­το­ποι­ή­σε­ων, αλλά απε­να­ντί­ας αυτές διε­ξά­γο­νται στα συ­γκε­κρι­μέ­να εθνι­κά πεδία της πάλης των τά­ξε­ων, και εφό­σον προ­ά­γο­νται νι­κη­φό­ρα, επι­φέ­ρουν τις ευ­ρω­παϊ­κές ανα­τρο­πές. Αν βέ­βαια γί­νε­ται λόγος για ανα­τρο­πές των ευ­ρω­παϊ­κών υπα­γο­ρεύ­σε­ων από την πλευ­ρά του ερ­γα­τι­κού κι­νή­μα­τος και της Αρι­στε­ράς, και όχι για εν­δο­κα­πι­τα­λι­στι­κές αντι­θέ­σεις, φι­λο­ευ­ρω­παϊ­κές και ευ­ρω­σκε­πτι­κι­στι­κές, που σε κάθε πε­ρί­πτω­ση απο­βαί­νουν σε βάρος των ερ­γα­τι­κών συμ­φε­ρό­ντων. Κα­νέ­νας ερ­γα­ζό­με­νος ή ευ­ρύ­τε­ρα συν­δι­κα­λι­στι­κό κί­νη­μα δεν κι­νη­το­ποι­ή­θη­κε και ούτε πρό­κει­ται να κι­νη­το­ποι­η­θεί με ση­μαία την δραχ­μή: Η λαϊκή απερ­για­κή δράση γί­νε­ται στην κα­τεύ­θυν­ση αντι­πα­λό­τη­τας στο υπαρ­κτό αντι­κεί­με­νο των μνη­μο­νί­ων, και εφό­σον κα­τορ­θώ­νει να υλο­ποιεί τους στό­χους της και να τρο­πο­ποιεί τον πο­λι­τι­κό συ­σχε­τι­σμό των δυ­νά­με­ων, έχει τη δυ­να­τό­τη­τα να ανα­δια­τάσ­σει το ευ­ρω­παϊ­κό σκη­νι­κό, ανα­τρέ­πο­ντας τους θε­σμι­κούς θε­μα­το­φύ­λα­κες του ακραί­ου νε­ο­φι­λε­λευ­θε­ρι­σμού.

Οι ερ­γα­τι­κές κι­νη­το­ποι­ή­σεις στο φόντο των προ­ε­δρι­κών εκλο­γών

Το δεύ­τε­ρο ζή­τη­μα που τέ­θη­κε με το γαλ­λι­κό απερ­για­κό κί­νη­μα είναι προ­φα­νώς της απο­τε­λε­σμα­τι­κό­τη­τας, πράγ­μα που συ­ναρ­τά­ται με το εύρος των κι­νη­το­ποι­ή­σε­ων, γιατί διάρ­κεια και κλι­μά­κω­ση ούτως ή άλλως υπήρ­ξαν από τον αρχή του χρό­νου μέχρι σή­με­ρα. Πα­ρό­λη την κι­νη­το­ποί­η­ση όλων των ερ­γα­τι­κών συ­νο­μο­σπον­διών (πλην της Cfdt), το εύρος της συμ­με­το­χής στις απερ­γί­ες και στις διά­φο­ρες δρά­σεις, με εναλ­λα­γή στη συμ­με­το­χή των ερ­γα­ζο­μέ­νων, εφό­σον εφαρ­μό­ζο­νταν οι κυ­λιό­με­νες απερ­γί­ες κατά κλάδο, έφτα­σε στο 10% πε­ρί­που του συ­νο­λι­κού δυ­να­μι­κού της μι­σθω­τής ερ­γα­σί­ας, δη­λα­δή τα 2,5 εκα­τομ­μύ­ρια απερ­γούς και δια­δη­λω­τές σε ένα σύ­νο­λο 24 εκα­τομ­μυ­ρί­ων μι­σθω­τών ερ­γα­ζο­μέ­νων. Βε­βαί­ως αυτό είναι εξαι­ρε­τι­κά ση­μα­ντι­κό σε σχέση με απερ­για­κές πα­νε­θνι­κές κι­νη­το­ποι­ή­σεις σε άλλες ευ­ρω­παϊ­κές χώρες, που ούτε πραγ­μα­το­ποιού­νται, ή και αν προ­κη­ρυ­χθούν, όπως στην ελ­λη­νι­κή πε­ρί­πτω­ση, σε πολ­λές πε­ρι­πτώ­σεις μέ­νουν στα χαρ­τιά, ή με πολύ μικρή συμ­με­το­χή.

          Αυτό ήταν και το μεί­ζον πρό­βλη­μα στην εξέ­λι­ξη του πο­λύ­μη­νου αυτού απερ­για­κού αγώνα. Για να επι­τυγ­χά­νο­νταν η από­συρ­ση του νόμου θα χρειά­ζο­νταν ευ­ρύ­τε­ρη απερ­για­κή κι­νη­το­ποί­η­ση από αυτή που κα­τα­γρά­φη­κε. Αυτό είχε γίνει σε έναν βαθμό προη­γού­με­να στην δε­κα­ε­τία του 2000 με την από­πει­ρα επι­βο­λής της Σύμ­βα­σης Πρώ­της Απα­σχό­λη­σης, που αφο­ρώ­ντας τη νε­ο­λαία, είχε ξε­ση­κώ­σει ένα πολύ με­γα­λύ­τε­ρο πο­σο­στό του νε­ο­λαι­ί­στι­κου πλη­θυ­σμού, πράγ­μα που είναι ευ­χε­ρέ­στε­ρο σε σχέση με την ερ­γα­τι­κή τάξη της βιο­μη­χα­νί­ας. Από μια άποψη μπο­ρεί να πει κα­νείς ότι υπήρ­ξε μια πα­ραλ­λη­λία ανά­με­σα στο πο­σο­στό αυτό απερ­για­κής συμ­με­το­χής, και στο επί­πε­δο πο­λι­τι­κής επιρ­ρο­ής της Αρι­στε­ράς, που με βάση τις ση­με­ρι­νές δη­μο­σκο­πή­σεις δεί­χνουν την προ­ε­δρι­κή υπο­ψη­φιό­τη­τα του Ζ. Λ. Με­λαν­σόν να κα­τορ­θώ­νει να ξε­πε­ρά­σει το 10%. Και σ’ αυτό το επί­πε­δο ανα­δει­κνύ­ε­ται το πραγ­μα­τι­κό πρό­βλη­μα, στην σύν­δε­ση κοι­νω­νι­κού κι­νή­μα­τος και συ­νο­λι­κό­τε­ρης πο­λι­τι­κής κα­τά­στα­σης στην γαλ­λι­κή κοι­νω­νία.

          Είναι γε­γο­νός ότι για να επι­τύ­χει ένα απερ­για­κό ερ­γα­τι­κό κί­νη­μα τις επι­διώ­ξεις του, απαι­τεί­ται, πέρα από την κλι­μά­κω­ση και την διάρ­κεια, το σπά­σι­μο αυτού του «φράγ­μα­τος» του 10% της συμ­με­το­χής και της αντί­στοι­χης αρι­στε­ρής κα­τα­γρα­φής. Εδώ βέ­βαια υπει­σέρ­χε­ται ο ίδιος ο ρόλος της πο­λι­τι­κής Αρι­στε­ράς καθώς και οι γε­νι­κό­τε­ροι συ­σχε­τι­σμοί και επιρ­ρο­ές που ισχύ­ουν στον επι­μέ­ρους κοι­νω­νι­κό σχη­μα­τι­σμό στη συ­γκε­κρι­μέ­νη πε­ρί­ο­δο. Είναι γε­γο­νός αδιαμ­φι­σβή­τη­το ότι η επιρ­ροή και οι δυ­νά­μεις της γαλ­λι­κής Αρι­στε­ράς (αν υιο­θε­τή­σει κα­νείς τη λο­γι­κή που χρη­σι­μο­ποιεί­ται στην με­γά­λη πλειο­ψη­φία των εντύ­πων ότι Αρι­στε­ρά = Μέ­τω­πο της Αρι­στε­ράς + Σο­σια­λι­στι­κό Κόμμα, πράγ­μα αμ­φι­σβη­τή­σι­μο σή­με­ρα με την φι­λε­λεύ­θε­ρη κυ­βερ­νη­τι­κή πο­λι­τι­κή του Φ. Ολ­λάντ), βρί­σκο­νται σε ένα ιστο­ρι­κά χα­μη­λό επί­πε­δο, εφό­σον με βάση τις σφυγ­μο­με­τρή­σεις για τις προ­ε­δρι­κές εκλο­γές του Απρι­λί­ου – Μαΐου 2017, ανέρ­χο­νται αθροι­στι­κά στο 26% πε­ρί­που (Με­λαν­σόν 10% + Ολ­λάντ ή Μα­κρόν ή Ομπρύ 16%).

          Αυτό οφεί­λε­ται σε δύο κα­θο­ρι­στι­κούς ιστο­ρι­κούς πα­ρά­γο­ντες: Από τη μια πλευ­ρά, στην ιστο­ρι­κή πα­ρακ­μή του γαλ­λι­κού ΚΚ που από το 15% των προ­ε­δρι­κών εκλο­γών του 1981 έπεσε στο 2% των προ­ε­δρι­κών εκλο­γών του 2007. Χρειά­στη­κε η συ­γκρό­τη­ση του Με­τώ­που της Αρι­στε­ράς, υπό τον Ζ.Λ. Με­λαν­σόν, προ­κει­μέ­νου να υπάρ­ξει η σχε­τι­κή ανά­καμ­ψη στις προ­ε­δρι­κές εκλο­γές του 2012 (11%). Αυτό οφεί­λε­ται στο ότι για μια μακρά σειρά ετών, ο γαλ­λι­κός κομ­μου­νι­σμός ακο­λού­θη­σε μία πο­λι­τι­κή και­ρο­σκο­πι­σμού τέ­τοια, που όντας άλ­λο­τε στην συ­γκυ­βέρ­νη­ση με τους σο­σια­λι­στές, και άλ­λο­τε σε μια κρι­τι­κή συ­μπο­λί­τευ­ση – αντι­πο­λί­τευ­ση, κα­τόρ­θω­σε να χάσει το ιστο­ρι­κό ερ­γα­τι­κό πλη­βεια­κό του ακρο­α­τή­ριο. Από την άλλη πλευ­ρά το Σο­σια­λι­στι­κό Κόμμα, από τα σχε­τι­κά υψηλά πο­σο­στά που κα­τέ­γρα­φε στην εποχή Μιτ­τε­ράν (μέχρι και 34% το 1988), ακο­λού­θη­σε εξί­σου μια φθί­νου­σα πο­ρεία, με τε­λευ­ταία ανα­λα­μπή τις προ­ε­δρι­κές εκλο­γές του 2012 (29%), που οδή­γη­σαν και στην εκλο­γή του Φ. Ολ­λάντ : Σή­με­ρα βρί­σκε­ται στα υπο­δι­πλά­σια επί­πε­δα του 16%. Στην πε­ρί­πτω­ση αυτή αιτία ήταν η με­τάλ­λα­ξη των γάλ­λων σο­σια­λι­στών από τον σο­σιαλ­δη­μο­κρα­τι­κό με­ταρ­ρυθ­μι­σμό στην υιο­θέ­τη­ση του νε­ο­φι­λε­λευ­θε­ρι­σμού, φαι­νό­με­νο που χα­ρα­κτή­ρι­σε όλη σχε­δόν την ευ­ρω­παϊ­κή σο­σιαλ­δη­μο­κρα­τία.

          Όλη αυτή η ιστο­ρι­κή απο­μεί­ω­ση της Αρι­στε­ράς (κομ­μου­νι­στι­κής + σο­σιαλ­δη­μο­κρα­τι­κής) ει­σπρά­χθη­κε από τους δύο σχη­μα­τι­σμούς της συ­ντη­ρη­τι­κής πα­ρά­τα­ξης. Όσο απο­ψι­λώ­νο­νταν το γαλ­λι­κό ΚΚ, τόσο από την άλλη πλευ­ρά τρο­φο­δο­τού­νταν η άνο­δος του Εθνι­κού Με­τώ­που με από­κλη­ρα, πλη­βεια­κά λαϊκά στρώ­μα­τα: Από το 14% του 1988 στο 18% των προ­ε­δρι­κών εκλο­γών του 2012, και στο ση­με­ρι­νό δη­μο­σκο­πι­κό πο­σο­στό του 26%. Αλλά και η μεί­ω­ση της επιρ­ρο­ής του Σο­σια­λι­στι­κού Κόμ­μα­τος κα­τευ­θύν­θη­κε προς την ρε­που­μπλι­κα­νι­κή δεξιά, έτσι ώστε το απο­τέ­λε­σμα είναι σή­με­ρα ότι οι δύο συ­ντη­ρη­τι­κοί σχη­μα­τι­σμοί (Εθνι­κό Μέ­τω­πο με την Μ. Λεπέν + Ρε­που­μπλι­κα­νοί με Σαρ­κο­ζί ή Μπαϊ­ρού ή Α.Ζυπέ) να συ­να­θροί­ζουν από τον πρώτο γύρο των προ­ε­δρι­κών εκλο­γών περί το 65% του εκλο­γι­κού σώ­μα­τος, δη­λα­δή τα δύο τρίτα του πλη­θυ­σμού, με­τα­ξύ των οποί­ων, πέρα από τις μι­κρο­α­στι­κές τά­ξεις, βρί­σκο­νται ερ­γα­τι­κά λαϊκά στρώ­μα­τα.

          Το πρό­βλη­μα δη­λα­δή είναι ότι το απερ­για­κό κί­νη­μα προ­ά­σπι­σης του Κώ­δι­κα Ερ­γα­σί­ας, ενώ κι­νη­το­ποί­η­σε ένα ση­μα­ντι­κό μέρος του αρι­στε­ρού πλη­θυ­σμού, εντού­τοις προ­σέ­κρου­σε στον τοίχο του γε­γο­νό­τος της κυ­ριαρ­χί­ας της συ­ντη­ρη­τι­κής πο­λι­τι­κής στο 65% των γάλ­λων, που σε με­γά­λο βαθμό ανή­κουν στη μι­σθω­τή ερ­γα­σία, ωστό­σο όμως η συ­ντη­ρη­τι­κή και νε­ο­φι­λε­λεύ­θε­ρη ηγε­μό­νευ­σή τους, ακυ­ρώ­νουν την δυ­νη­τι­κή κι­νη­μα­τι­κή τους συμ­με­το­χή. Μ’ αυτά τα δε­δο­μέ­να, εκεί­νο που μπο­ρεί να επι­διω­χθεί είναι, στη βάση της δυ­να­μι­κό­τη­τας του απερ­για­κού ερ­γα­τι­κού κι­νή­μα­τος, το Μέ­τω­πο της Αρι­στε­ράς να κα­τορ­θώ­σει να πάρει κε­φά­λι από το χρε­ο­κο­πη­μέ­νο κυ­βερ­νη­τι­κό Σο­σια­λι­στι­κό Κόμμα, και κατ’ αυτό τον τρόπο να ανα­δει­χθεί στο αντί­πα­λο δέος απέ­να­ντι στις δύο πλειο­ψη­φι­κές δε­ξιές, ρε­που­μπλι­κα­νι­κή και ακρο­δε­ξιά, δια­μορ­φώ­νο­ντας μια ρι­ζο­σπα­στι­κή εναλ­λα­κτι­κή λύση απέ­να­ντι στο νε­ο­συ­ντη­ρη­τι­σμό, με την πε­ρι­θω­ριο­ποί­η­ση των γάλ­λων σο­σια­λι­στών. Αυτό το πο­λι­τι­κό γε­γο­νός θα είναι πλέον σε θέση να επα­να­τρο­φο­δο­τή­σει την κλι­μά­κω­ση και τη διάρ­κεια του κοι­νω­νι­κού κι­νή­μα­τος για την σω­τη­ρία του Κώ­δι­κα Ερ­γα­σί­ας, των οι­κο­νο­μι­κών και συν­δι­κα­λι­στι­κών δι­καιω­μά­των των ερ­γα­ζο­μέ­νων. Και μ’ αυτό τον τρόπο μπο­ρεί να δρο­μο­λο­γη­θεί η από­σπα­ση τμη­μά­των των λαϊ­κών τά­ξε­ων από την επιρ­ροή όλου του συ­ντη­ρη­τι­κού πο­λι­τι­κού μπλοκ.

Ετικέτες