Από την αρχή του νέου έτους έχει ξεκινήσει ο εθνικός διάλογος για την παιδεία. Μια διαδικασία που δεν στοχεύει απλά σε κάποιες νομοθετικές αλλαγές αλλά σε ένα σύνολο μεταρρυθμίσεων σε όλες τις βαθμίδες της εκπαίδευσης.

Οι αφετηριακές θέσεις (1) εύκολα χαρακτηρίζονται από «αγνές»’ προθέσεις για την αναβάθμιση της εκπαίδευσης γενικά, για τις πρώτες δύο βαθμίδες όσον αφορά τη διδακτέα υλη, τη διαδικασία μάθησης και το διαχωρισμό τους από τις πανελλήνιες, τις  δημοκρατικές αξίες στην εκπαίδευση κτλ. Ενώ μπαίνει και το θέμα της 12χρονης υποχρεωτικής εκπαίδευσης με την 2χρονη υποχρεωτική προσχολική αγωγή.

Οι πραγματικοί όμως στόχοι της κυβέρνησης για αυτόν τον διάλογο φαίνονται από τη σύνθεση της επιτροπής διαλόγου και τον πρόεδρό της Αντώνη Λιάκο, εκσυγχρονιστή, δεξί χέρι του Σημίτη επί πρωθυπουργίας του. Αλλά  πολύ περισσότερο από τη θεματολογία (2) που βάζει η Επιτροπή Μορφωτικών Υποθέσεων της Βουλής στις 12 συζητήσεις στα πλαίσια του Εθνικού Διαλόγου που θα διεξαχθούν έως τα τέλη Απρίλη.

Εκεί βρίσκουμε στην ενότητα 2,«Οικονομικά της εκπαίδευσης» τις υποενότητες «διαφορετικά χρηματοδοτικά σχήματα, δυνατότητες μείωσης εξόδων, αξιοποίηση περιουσίας, την  προσπάθεια δηλαδή να δημιουργηθεί ένα νομοθετικό περιβάλλον όπου οι σχολικές μονάδες θα αναζητούν μόνες τους την απαιτούμενη χρηματοδότηση. Ο Α. Λιάκος σε συνέντευξη του (3) αναρωτιέται: «Γιατί δεν αξιοποιείται, λ.χ., ο χώρος της Πανεπιστημιούπολης στου Ζωγράφου με τις σχολές να γίνονται συνεδριακά κέντρα, με μια ζώνη καταστημάτων, κινηματογράφων… Δεν θα κάλυπταν μέρος των εξόδων τους σχολικές εγκαταστάσεις παραθαλάσσιων ή ορεινών περιοχών αν λειτουργούσαν ως κατασκηνώσεις ή ως hostel νέων Ιούλιο και Αύγουστο;».

Ο μπαμπούλας της αξιολόγησης επανέρχεται από την κυβέρνηση της «αριστεράς» στην ενότητα 3 «Αξιολόγηση εκπαιδευτικών μονάδων και εκπαιδευτικού προσωπικού». Στην ενότητα 7, «Είδη και δομή των διαφορετικών σχολικών μονάδων, επιχειρείται η δημιουργία πλαισίου σχολείων διαφορετικών ταχυτήτων σύμφωνα με την κατάταξη τους ή τον διαχωρισμό-ξεσκαρτάρισμα των μαθητών. Ο Α. Λιάκος στην ίδια συνέντευξη ξεκόβει αυτό που θα περίμενε κανείς τουλάχιστον σε επίπεδο εξαγγελιών, το αυτονόητο «ίσες ευκαιρίες σε όλους τους μαθητές  όσο διαρκεί η υποχρεωτική εκπαίδευση», αντιθέτως προβάλει ευρωπαϊκά πρότυπα… «γιατί εκεί ο κοινωνικός διαχωρισμός αρχίζει από πολύ πρώιμη ηλικία, όταν τα παιδιά μπαίνουν σε μια εκπαίδευση διώροφη ή τριώροφη, χωρίς να περιμένουν αυτό να συμβεί στα 18».

Το ότι η διαδικασία του διαλόγου είναι μια πρόφαση το αντιλαμβάνεται και ο πιο καλόπιστος βλέποντας τις υποχρεώσεις και τα χρονοδιαγράμματα (4) του υπουργείου παιδείας: λήξη του διαλόγου και σύνταξη  σχετικής έκθεσης έως το τέλος Απρίλη, ψήφιση του αντίστοιχου νομοσχεδίου έως το Μάιο, αξιολόγηση του ελληνικού εκπαιδευτικού συστήματος που εκπόνησε ο ΟΟΣΑ το 2011 έως τον Απρίλη. Θα πρέπει επίσης μέχρι τον Μάη να ετοιμαστεί νέο πλαίσιο αξιολόγησης του εκπαιδευτικού και των σχολικών μονάδων που να συνάδει με το γενικό σύστημα αξιολόγησης της δημόσιας διοίκησης (θα αφορά και τα ιδιωτικά σχολεία). Ενώ σε ορίζοντα δύο χρόνων θα εκπονηθεί ένα σχέδιο ευθυγράμμισης του αριθμού των διδακτικών ωρών ανά μέλος προσωπικού, καθώς και αναλογία μαθητών ανά τάξη και εκπαιδευτικό, με τις βέλτιστες πρακτικές των χωρών του ΟΟΣΑ. Από την τελευταία υποχρέωση θεωρείται βέβαιο ότι θα προκύψει  νέος χάρτης σχολικών μονάδων, μέσω συγχωνεύσεων τάξεων και σχολείων.

Σε μια τέτοια φαρσοκωμωδία που έχει στόχο να νομιμοποιήσει στα μάτια της κοινωνίας τις πολιτικές του τρίτου μνημονίου δεν έχουν θέση τα συνδικαλιστικά όργανα (ΔΟΕ, ΟΛΜΕ) των εκπαιδευτικών που έτσι κι αλλιώς δεν περιλήφθηκαν από το υπουργείο στο σχεδιασμό του διαλόγου, αλλά καλούνται τώρα, εκ των υστέρων, ως «φτωχοί συγγενείς», να τοποθετηθούν στην ατζέντα που βάζει η κυβέρνηση.

Οι προκλήσεις του εκπαιδευτικού κινήματος είναι μεγάλες. Η άρνηση συμμετοχής σε αυτόν τον διάλογο είναι προφανής. Αυτό δε σημαίνει ότι οι προσπάθειες ακύρωσής του (επιτυχημένες έως τώρα) και το «όχι» των εκπαιδευτικών είναι στείρα και δεν περιλαμβάνουν θέσεις και ανησυχίες για τη βελτίωση της παρεχόμενης εκπαίδευσης. Από αυτό το διάλογο λείπουν, όχι τυχαία, σημαντικά ζητήματα που απασχολούν τη δημόσια εκπαίδευση: εργασιακά, μόνιμες προσλήψεις, τι θα ισχύσει για τους ξενόγλωσσους, τεχνική και ειδική εκπαίδευση, μείωση μαθητών ανά τμήμα, ανακούφιση μαθητών από την ύλη, κτιριακό, μεταφορά μαθητών, παιδαγωγική ελευθερία…

Το εκπαιδευτικό κίνημα έχει πρωταγωνιστήσει με πολύ μαζικούς όρους-είτε ήταν οι εκπαιδευτικοί, είτε οι γονείς, είτε οι φοιτητές και μαθητές-και έχει αφήσει τη σφραγίδα του στην κοινωνία. Η μεταπολιτευτική ιστορία μας λέει ότι όποιος-α υπουργός πήγε να κάνει χοντρές αντιεκπαιδευτικές αλλαγές συνήθως αναγκαζόταν «να τα πάρει όλα πίσω». Αυτή είναι η υποχρέωσή μας και τώρα.

*Δάσκαλος

Αρθρογραφία:

1. «Αφετηριακές θέσεις για τον Εθνικό και Κοινωνικό Διάλογο για την Παιδεία», εισήγηση του προέδρου της επιτροπής Αντώνη Λιάκου.

2.Πρόγραμμα των δώδεκα συζητήσεων στο πλαίσιο της λειτουργίας της Επιτροπής Εθνικού και Κοινωνικού Διαλόγου για την Παιδεία, Επιτροπή μορφωτικών υποθέσεων της Βουλής.

3. Συνέντευξη Αντώνη Λιάκου, Εφημερίδα Συντακτών.

4. http://www.esos.gr/arthra/41996/trehoyn-oi-prothesmies-gia-axiologisi-ek...

Ετικέτες