Το τουρκικό κράτος έχει εξαπολύσει την πιο άγρια καταστολή ενάντια στο αριστερό, φιλοκουρδικό HDP.

Οι συλλήψεις των δύο ηγετών του κόμματος, ήταν η πιο ισχυρή (πολιτικά-συμβολικά) κλιμάκωση μιας εκστρατείας που περιλαμβάνει φυλακίσεις πολλών βουλευτών και αξιωματούχων του, καταστολή των μελών του, που διαδηλώνουν ενάντια στις διώξεις.

Είναι η συνέχεια του πολέμου που εξαπέλυσε ο Ταγίπ Ερντογάν το καλοκαίρι του 2015. Τότε, το HDP είχε πετύχει μια ιστορική νίκη, ξεπερνώντας το αντιδημοκρατικό «φραγμό» του 10%, μπαίνοντας στο κοινοβούλιο και στερώντας από το ΑΚΡ την αυτοδυναμία. Η απάντηση του Ερντογάν ήταν ο πόλεμος ενάντια στον κουρδικό πληθυσμό (με βομβαρδισμούς και σφαγές) και η προκήρυξη νέων εκλογών το Νοέμβρη: Φιλοδοξούσε να τρομοκρατήσει τη βάση του HDP και να συσπειρώσει λαϊκή στήριξη γύρω του, αξιοποιώντας την αναζωπύρωση του αντικουρδικού, εθνικιστικού κλίματος και εμφανιζόμενος ως «πρόεδρος σε καιρό πολέμου».

Το ΑΚΡ κέρδισε την αυτοδυναμία, αλλά το HDP παρά τη σχετική κάμψη του ποσοστού του πέτυχε ένα μικρό θαύμα, εκλέγοντας 59 βουλευτές στην τουρκική βουλή εν μέσω πολέμου, τρομοϋστερίας, καταστολής, αλλά και αιματηρών επιθέσεων εναντίον του. Όπως λέει σήμερα ανακοίνωσή του, «αφού δε μπόρεσε τότε να μας εμποδίσει να μπούμε στη Βουλή, μας διατάζει τώρα να μπούμε στη φυλακή».

Σήμερα ο πόλεμος ενάντια στον κουρδικό πληθυσμό παροξύνεται: Πέρα από τις διώξεις των πολιτικών ηγετών του HDP, ένα κύμα φυλακίσεων ή «απολύσεων» δημάρχων έχει οδηγήσει στο να διοικούνται 28 κουρδικοί Δήμοι από διορισμένους γραφειοκράτες.

Η επιλογή του παροξυσμού λογοδοτεί σε μια σειρά ανάγκες του καθεστώτος Ερντογάν. Το ένα ζήτημα αφορά τις σχέσεις με το κεμαλικό βαθύ κράτος που διαπερνώνται από μια αντίφαση.

Αφενός, έχει ανάγκη να κερδίσει στηρίγματα σε αυτήν τη γραφειοκρατία (πολιτική και κυρίως στρατιωτική), μετά την εκκαθάριση της κρατικής μηχανής από τους παλιούς συμμάχους του γκιουλενιστές και μετά το σοκ που προκάλεσε στο ΑΚΡ η απόπειρα πραξικοπήματος: Η «συγκολλητική ουσία» που ενοποιεί τις διάφορες πτέρυγες του τουρκικού κράτους (και μπορεί σήμερα να ξαναστήσει στα πόδια του τον τουρκικό στρατό, που είχε κλονιστεί βαθιά από την αποτροπή του πραξικοπήματος) είναι η αμείλικτη πάλη ενάντια στην «κουρδική απειλή». Αφετέρου, έχει ανοίξει μέτωπο με τον κεμαλισμό ως πολιτικό ρεύμα και παράδοση, για να εμφανιστεί ως αποτελεσματικότερος υπερασπιστής της Τουρκίας σε μια εποχή κρίσης και ανακατατάξεων στην περιοχή (εκεί λογοδοτούν οι δηλώσεις για τη Λοζάνη κλπ, χρεώνοντας στους πολιτικούς προγόνους των κεμαλιστών «υποχωρητικότητα» απέναντι στους ιμπεριαλιστές και ελλιπή «πατριωτισμό»). Η αμείλικτη στάση απέναντι στην «κουρδική απειλή», τον νούμερο ένα εφιάλτη της τουρκικής εθνικής ιδέας, του δίνει πόντους σε αυτόν το διαγκωνισμό.

Μια δεύτερη ανάγκη της ηγεσίας Ερντογάν είναι να αναλάβει αποφασιστική δράση σε όλα τα μέτωπα, για να δηλώσει «παρών» σε όλες τις ιμπεριαλιστικές δυνάμεις, καθώς αντιλαμβάνεται ότι επέρχεται «μοιρασιά» στην οποία δεν θέλει να μείνει απέξω. Εξ ου και η αναβάθμιση της στρατιωτικής παρουσίας στο βόρειο Ιράκ, εξ ου και η εισβολή σε συριακό έδαφος. Αυτές οι προσπάθειες (με κοινό παρονομαστή του «κουρδικό») έχουν ως τώρα αμφίβολα αποτελέσματα: Ο τουρκικός στρατός τελικά αποκλείστηκε από την «Μάχη της Μοσούλης» όπου συμμετέχουν ενεργά οι Κούρδοι Πεσμεργκά, ενώ μάλλον αποκλείεται και από την «Μάχη της Ράκα».

Η επιχείρηση «Οργή του Ευφράτη» (για ανακατάληψη της Ράκα από το Ισλαμικό Κράτος) που ξεκίνησε αυτές τις μέρες γίνεται από τις Συριακές Δημοκρατικές Δυνάμεις (SDF), μια συμμαχία ενόπλων ομάδων, ραχοκοκκαλιά της οποίας αποτελούν οι κουρδικές πολιτοφυλακές YPG, και έχει την πλήρη αεροπορική και υλικοτεχνική στήριξη του διεθνούς συνασπισμού υπό την ηγεσία των ΗΠΑ, μια εξέλιξη που πάσχιζε να αποτρέψει μανιωδώς ο Ερντογάν. Σύμφωνα με τις SFD, συμφωνήθηκε με την Ουάσινγκτον να μην έχει ρόλο η Τουρκία. Οι Αμερικάνοι αξιωματούχοι δεν είναι τόσο κατηγορηματικοί, επιχειρώντας να ισορροπήσουν (ο Αμερικανός επιτελάρχης ταξίδεψε αιφνιδιαστικά στην Άγκυρα), αλλά με την «Οργή του Ευφράτη» απαντούν στο «ή με αυτούς ή με την Τουρκία» που είχε διατυπώσει έμμεσα ο Ερντογάν.

Αντιμέτωπος με αυτές τις «αναποδιές» εκτός συνόρων, ο Ερντογάν χτυπά ανηλεώς τους Κούρδους εντός συνόρων. Και μια παλιότερη εκτίμηση του Οτσαλάν πως αν δεν λυθεί ειρηνικά το κουρδικό, η Τουρκία μπορεί να κυβερνηθεί μόνο με δικτατορία δίνει μια επιπλέον εξήγηση στη διαρκή κλιμάκωση του αυταρχισμού και της καταστολής. Όπως γράφουν οι Τούρκοι σύντροφοι της Sosyalist Demokrasi için Yeniyol, «Η απαράδεκτη επίθεση που αρνείται την ψήφο 6 εκατομμυρίων ανθρώπων είναι συνέπεια του πολέμου που διεξάγει του τουρκικό κράτος ενάντια στις ελπίδες για αυτοδιάθεση του κουρδικού λαού στην Τουρκία και τη Συρία». 

Σε αυτούς τους δύσκολους καιρούς, οι σύντροφοι και οι συντρόφισσες στην Τουρκία δίνουν ένα σκληρό αγώνα. Έχουν περάσει και άλλες μεγάλες δυσκολίες και δεν έπαψαν να αγωνίζονται. Όπως είπε και ο φυλακισμένος σήμερα Ντεμιρτάς, «ακόμα και όταν είσαι τελείως απαισιόδοξος, μην κοιτάς τις άκρες των δαχτύλων σου αλλά τον ορίζοντα: και θα δεις την ελπίδα σίγουρα. Αν δεν την δεις, ξανακοίτα. Συνέχισε να κοιτάς μέχρι να εμφανιστεί η ελπίδα».  

*Αναδημοσίευση από την "Εργατική Αριστερά", φ. 371 (9/11). 

Ετικέτες