Τρία χρόνια µετά την πολιτική ανατροπή της µνηµονιακής συγκυβέρνησης Σαµαρά/Βενιζέλου, στις 25 Γενάρη του 2015, τίποτα δεν θυµίζει το κλίµα ελπίδας και προσδοκιών που είχε δηµιουργήσει η εκλογική νίκη του ΣΥΡΙΖΑ. Ο Τσίπρας «γιορτάζει» την επέτειο στο Νταβός, επιδιώκοντας συναντήσεις µε την Κριστίν Λαγκάρντ και τον πρωθυπουργό της ΠΓΔΜ Ζόραν Ζάεφ, για να αποδείξει ότι το πρόγραµµα της κυβέρνησής του «παντρεύει» τον σοσιαλ-φιλελευθερισµό, της απόλυτης υποταγής στα µνηµόνια, µε τον σοσιαλ-εθνικισµό, της ξετσίπωτης προώθησης των νατοϊκών σχεδίων στα Δ. Βαλκάνια.
Οργή και αγανάκτηση
Η κοινωνική βάση της πολιτικής ανατροπής του 2015, η εργατική και λαϊκή πλειοψηφία, όχι µόνο δεν πανηγυρίζει πλέον, αλλά διακατέχεται από αισθήµατα οργής και αγανάκτησης. Παρακολουθεί την κυβέρνηση της -τάχαµου- «ριζοσπαστικής Αριστεράς» να θεσµοθετεί τους ηλεκτρονικούς πλειστηριασµούς για να βγάλει στο «σφυρί» χιλιάδες σπίτια λαϊκών οικογενειών που αδυνατούν να πληρώσουν τα χρέη τους προς τις τράπεζες και στο Δηµόσιο, µε µοναδικό στόχο να σώσει τις τράπεζες (και τον εαυτό της…) από το κάζο µιας νέας ανακεφαλαιοποίησης. Παρακολουθεί µια κυβέρνηση που χρησιµοποιεί τα σύµβολα και τους όρους της Αριστεράς, να προσπαθεί να κάνει πιο δύσκολη, ή και αδύνατη, την κήρυξη απεργίας, την ώρα που στην «αγορά εργασίας» έχουν εγκατασταθεί -µε απόλυτη κυβερνητική ευθύνη!- οι νόµοι και οι συνήθειες της εργοδοτικής ζούγκλας.
Ο κόσµος αυτός, µέσα στην τρέχουσα συγκυρία (και µε την πολύτιµη «συνδροµή» της ηγετικής συνδικαλιστικής γραφειοκρατίας των ΓΣΕΕ και ΑΔΕΔΥ στους κυβερνητικούς σχεδιασµούς), δεν κατορθώνει να µετατρέψει την οργή και την αγανάκτηση στο αναγκαίο κύµα µαζικών αγώνων, ώστε να ανατραπεί η νεοµνηµονιακή κυβερνητική πολιτική. Όµως η ιστορία της ταξικής πάλης σε αυτόν τον τόπο διδάσκει πόσο λανθασµένο είναι να εκτιµήσει κανείς την προσωρινή αδυναµία του κόσµου σαν µόνιµη. Η πύκνωση γύρω µας των «µικρών» αγώνων αντίστασης -στο δηµόσιο τοµέα αλλά ακόµα και στον ιδιωτικό, όπου σαρώνουν οι απολύσεις πρωτοπόρων αγωνιστικών στοιχείων- είναι η καλύτερη προειδοποίηση ότι η διαδικασία ανάκαµψης του µαζικού κινήµατος θα προχωρήσει. Αξίζει, όµως, µια ακόµα υπενθύµιση: όποιος συγχέει την προσωρινή αδυναµία αντίδρασης του κόσµου µε την ανοχή ή και µε τη συναίνεση στην πολιτική του, κάνει ένα σοβαρό πολιτικό λάθος. Αυτό υπογραµµίζουν οι δηµοσκοπήσεις, όπου, παρόλο που η ΝΔ διαθέτει την αποκρουστική, ακραία νεοφιλελεύθερη, ηγεσία του Κυρ. Μητσοτάκη, δείχνουν ότι η κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ-ΑΝΕΛ βαδίζει προς µια µεγάλη πολιτική ήττα, όποτε και αν στηθούν οι κάλπες.
Σε αυτό το υπόβαθρο, οι εξελίξεις που έρχονται είναι κάθε άλλο παρά ανέφελες για την κυβέρνηση. Άµεσα, θα έχει να αντιµετωπίσει τα stress tests των τραπεζών και την 4η αξιολόγηση που θα περιλαµβάνει πρόσθετα µέτρα λιτότητας. Ακολουθεί ο «διάλογος» µε τους θεσµούς των δανειστών για το χρέος, όπου το καλύτερο σενάριο που έχει για να ελπίζει ο Τσίπρας, είναι µια διασπορά των πληρωµών προς το µέλλον, ακόµα και αν αυτό σηµαίνει τη δηµιουργία µιας καινούργιας «νάρκης» χρέους, περίπου στα τέλη της δεκαετίας του ’20. Και σε αυτή τη βάση θα ανοίξει η συζήτηση για την «επόµενη µέρα» της τυπικής λήξης του 3ου µνηµονίου. Οι δανειστές έχουν κάνει ήδη σαφείς τους όρους τους: Καµιά «χαλάρωση» των αντιµεταρρυθµίσεων που επιβλήθηκαν µε τα τρία µνηµόνια, αλλά προσήλωση στην «εφαρµογή» των συµφωνηθέντων. Καµιά αυταπάτη για κατάργηση της «επιτήρησης» επί της οικονοµικής και κοινωνικής πολιτικής. Επέλαση του ιδιωτικού κεφαλαίου στο δηµόσιο τοµέα, θεσµοθέτηση ακόµα και του διαβόητου «3ου πυλώνα» στο Σύστηµα Κοινωνικών Ασφαλίσεων… Αυτά θα τεθούν προς υπογραφή τον Αύγουστο του 2018 και η κυβέρνηση που θα τα υπογράψει δεν θα έχει, στην πραγµατικότητα, περιθώρια για επικοινωνιακούς πανηγυρισµούς.
«Αδιανόητες» διεργασίες
Έχοντας επίγνωση των δυσκολιών που παραµένουν µεγάλες για όλες τις καθεστωτικές δυνάµεις, οι πρωταγωνιστές του πολιτικού σκηνικού πραγµατοποιούν «κινήσεις» που µέχρι χθες θα έµοιαζαν αδιανόητες.
Ο Τσίπρας προσπαθεί να εισβάλει στην ατζέντα της Δεξιάς, για να ισοσκελίσει τις απώλειες που έχει στα εργατικά και λαϊκά στρώµατα. Συνδέει πλέον ξεκάθαρα τη σοσιαλφιλελεύθερη µνηµονιακή πολιτική του µε µια στροφή στον «εθνικο-πατριωτικό» χώρο. Με τη σκληρή υποστήριξη της αµερικανικής πολιτικής στη ΝΑ Μεσόγειο, αλλά και στα Δυτ. Βαλκάνια, που συµβολίζει το δίδυµο Κοτζιάς-Καµµένος. Με το συνδυασµό αυτής της πολιτικής επιλογής µε τον εκλογικό «τακτικισµό», την προσπάθεια να βάλει «τρικλοποδιά» στον Κυρ. Μητσοτάκη ενθαρρύνοντας «διεργασίες» στα δεξιά της ΝΔ, έστω κι αν αυτό αποδειχθεί µακροπρόθεσµα παιχνίδι µε τη φωτιά µιας νέας ακροδεξιάς.
Αντίστροφα, από το περιβάλλον των αντιπάλων του Τσίπρα σηκώνονται «περίεργες» φωνές: µετά τον Ντάισελµπλουµ, τώρα ο Στουρνάρας και µεγάλο µέρος του καθεστωτικού Τύπου, καλούν τον Τσίπρα να… εξαντλήσει την τετραετία! Διότι, λένε, η οικονοµία «δεν αντέχει» µια αιφνίδια ανακοπή λόγω εκλογικής δοκιµασίας. Διότι, επίσης, υπογραµµίζουν, η κυβέρνηση Τσίπρα οφείλει να αναλάβει όλη την ευθύνη για ολόκληρο το πρόγραµµα του 3ου µνηµονίου, συµπεριλαµβανοµένων των σκληρών µέτρων (περικοπή καταβαλλόµενων συντάξεων, κατάργηση αφορολόγητου) που έχουν δροµολογηθεί για την 1.1.2019. Τούτων δοθέντων, ισχυρίζονται, θα είναι απολύτως ανεύθυνο και απαράδεκτο να στηθούν οι κάλπες πριν… το Μάη του ’19.
Αυτές οι φωνές αφήνουν έκθετο τον Κυρ. Μητσοτάκη, που ζητούσε εκλογές τώρα. Που, επίσης, είχε να ευθυγραµµιστεί «υπευθύνως» µε τη γραµµή της Πρεσβείας των ΗΠΑ για το Μακεδονικό, έστω και αν έπρεπε να αντιµετωπίσει τον πονοκέφαλο της ακροδεξιάς πτέρυγας του κόµµατός του και τα συλλαλητήρια. Όµως αυτές οι φωνές είναι ισχυρές και µέσα στο κόµµα της ΝΔ. Η «καραµανλική» πτέρυγα -τις σχέσεις της οποίας µε την κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ συµβολίζει ο Πρ. Παυλόπουλος και ο Παπαγγελόπουλος- επιµένει ότι στο τέλος της περιόδου αυτής, θα εξακολουθούµε να είµαστε σε συνθήκες καθεστωτικής κρίσης. Και τις συνθήκες αυτές δεν θα µπορεί να διαχειριστεί παρά µια οικουµενική κυβέρνηση, που θα καταγράφει στο εσωτερικό της την αλλαγή στο συσχετισµό δύναµης (την ήττα του ΣΥΡΙΖΑ), αλλά θα συγκεντρώνει ευρύτερες δυνάµεις (µεταξύ των οποίων και τον ΣΥΡΙΖΑ…) µε στόχο τη διατήρηση του κλίµατος κοινωνικής ειρήνης. Μια κυβέρνηση στην κορυφή της οποίας δεν θα µπορούσε να σταθεί άλλος, πέραν του… Κ. Καραµανλή!
Χρονιά πολιτικών συγκρούσεων
Όπως ήδη φαίνεται στις σελίδες του Τύπου, πίσω από αυτούς τους αλληλοσυγκρουόµενους και αλληλοδιαπλεκόµενους σχεδιασµούς «συνωθούνται» οµάδες, όµιλοι και οικογένειες ντόπιων καπιταλιστών, µε αλληλοσυγκρουόµενα συµφέροντα και οξύτατους ανταγωνισµούς µεταξύ τους. Πρόκειται για στοιχείο που θα κάνει την αστάθεια µεγαλύτερη και το αποτέλεσµα απρόβλεπτο.
Η χρονιά που βρίσκεται µπροστά µας θα είναι ακόµα µια χρονικά οικονοµικής και κοινωνικής κρίσης, µια χρονιά πολιτικών συγκρούσεων, µε επίδικο το συσχετισµό κατά την «επόµενη µέρα», µετά τη λήξη του «προγράµµατος» του 3ου µνηµονίου, του προγράµµατος που υπέγραψε ο Τσίπρας το καλοκαίρι του 2015 προδίδοντας τη µεγάλη δυναµική του δηµοψηφίσµατος.
Από τη σκοπιά των συµφερόντων των εργαζοµένων και των λαϊκών τάξεων, αυτή η χρονιά έχει δύο προτεραιότητες:
Την ανάπτυξη των αγώνων αντίστασης, του µαζικού κινήµατος από τα κάτω, ενάντια στους κυβερνητικούς σχεδιασµούς. Η πάλη κατά των πλειστηριασµών δείχνει ήδη µια κατεύθυνση, που θα πρέπει να διευρυνθεί στο µέτωπο κατά των ιδιωτικοποιήσεων (ΔΕΗ, δηµόσιοι χώροι κ.ο.κ.) αλλά και στους εργασιακούς χώρους και στη νεολαία.
Όµως, ταυτόχρονα, θα είναι αναγκαία η συγκρότηση στο πεδίο της πολιτικής απάντησης. Η διεκδίκηση του κόσµου που ήλπισε στον ΣΥΡΙΖΑ και σήµερα απογοητεύεται-οργίζεται αλλά και αναζητά εναλλακτική λύση, είναι κρίσιµο καθήκον για όλες τις δυνάµεις της αντιµνηµονιακής, ριζοσπαστικής, αντικαπιταλιστικής Αριστεράς. Που οφείλουν να δώσουν µια «µετωπική» απάντηση τόσο στα κοινά καθήκοντα του καθηµερινού πολιτικού αγώνα, όσο και στο ζήτηµα της κρίσιµης πολιτικής αναµέτρησης που έρχεται.
Με αυτά τα καθήκοντα, σε συνθήκες όπου οι δυσκολίες και οι αντιφάσεις είναι συνυφασµένες µε τις δυνατότητες διεξόδου, θα αναµετρηθούµε όλοι.
*Αναδημοσίευση από την Εργατική Αριστερά