Τον «εθνικό στόχο» της ανάκτησης της επενδυτικής βαθμίδας*, επικαλέστηκε ο Μητσοτάκης ως επίσημο λόγο για την προκήρυξη των εκλογών στις 21 Μάη, στο χθεσινό του διάγγελμα.

Όταν τα νοικοκυριά ασφυκτιούν από την ακρίβεια, τους χαμηλούς μισθούς και το υψηλότατο κόστος δανεισμού, μόνο ως πρόκληση μπορεί να δει κανείς την ανάδειξη ενός στρατηγικού στόχου του κεφαλαίου και των αστικών κομμάτων, σε «εθνική υπόθεση».  

Διαψεύδοντας την κυβερνητική αισιοδοξία, η 21η Απριλίου δεν ήταν τελικά η ημέρα για το «αντίο» στην κατηγορία των «σκουπιδιών». Το αξιόχρεο της Ελλάδας εξακολουθεί να αξιολογείται ως «junk», αφού ο Standard & Poor’s δεν έδωσε προεκλογικά το δώρο μίας αναβάθμισης στην πολυπόθητη επενδυτική βαθμίδα, ενώ αναβάθμισε τις προοπτικές του σε θετικές από σταθερές. Πρόσφατα, και ο οίκος αξιολόγησης Moody's διατήρησε σταθερό το αξιόχρεο στη βαθμίδα Ba3. Ομοίως, ο οίκος DBRS κράτησε την Ελλάδα ένα σκαλοπάτι κάτω από την επενδυτική βαθμίδα, στην τελευταία του αξιολόγηση.

Η προεκλογική αβεβαιότητα, είναι προφανές ότι έπαιξε ρόλο στην μη απόκτηση επενδυτικής βαθμίδας. Ή όπως το έθεσε ο Γ. Στουρνάρας, «η επενδυτική βαθμίδα θα κριθεί από τις προγραμματικές δηλώσεις της επόμενης κυβέρνησης». Για αυτό και η προειδοποίηση του S&P, ώστε να μην παρεκκλίνει η νέα κυβέρνηση από την πολιτική λιτότητας, ιδιαίτερα όσο παραμένουν οι πληθωριστικές πιέσεις: «στις προβλέψεις μας, υποθέτουμε ότι η επόμενη κυβέρνηση θα συνεχίσει να επιδιώκει διαρθρωτικές μεταρρυθμίσεις». Με άλλα λόγια, νέος γύρος ακρίβειας, περικοπών και φοροληστείας για τα εργατικά-λαϊκά στρώματα και -ταυτόχρονα- νέος γύρος με παροχές, ιδιωτικοποιήσεις, φθηνότερο δανεισμό και λοιπά «δώρα» προς τους καπιταλιστές.

Η επενδυτική βαθμίδα θα είναι η επιβράβευση για τα μέτρα κοινωνικής λεηλασίας και φτωχοποίησης των πολλών, η υλοποίηση των οποίων απαιτεί συνθήκες πολιτικής σταθερότητας (όπως επικαλούνται διαρκώς ΝΔ, ΣΥΡΙΖΑ και ΠΑΣΟΚ) και πιθανότατα κάποιο κυβερνητικό σχήμα «ευρύτερης συνεννόησης». Σε κάθε περίπτωση, όποια κυβέρνηση και να προκύψει, αυτοδύναμη ή συνεργασίας, η πολιτική που θα ακολουθήσει δεν θα πρέπει να επιβραδύνει τις αντιμεταρρυθμίσεις, δεν θα πρέπει να ανακόψει τις διευκολύνσεις προς τον κόσμος της επιχειρηματικότητας και δεν θα πρέπει να επιτρέψει καμία φιλολαϊκή παροχή, πέρα από τα φιλοδωρήματα τύπου…pass. Και όλα αυτά όταν το 2024 επιστρέφουν τα «ματωμένα» πλεονάσματα, καθώς παύει η «χαλάρωση» των δημοσιονομικών κανόνων της ΕΕ, που ίσχυαν λόγω πανδημίας.  Όπως μάλιστα ανακοίνωσε η ΕΛΣΤΑΤ, το 2022 έκλεισε με πρωτογενές πλεόνασμα 0,1% του ΑΕΠ, αποτέλεσμα της εκτίναξης των έμμεσων φόρων, κυρίως των εσόδων από το ΦΠΑ.

Μπροστά στην καθεστωτική συναίνεση, που απειλεί τις ζωές, το εισόδημα, τη στέγη και τα δικαιώματα μας, χρειάζεται το στρατόπεδο των «από κάτω» να ανέβει βαθμίδα. Με μαζική αριστερή αντιπολίτευση. Και στην κάλπη, αλλά κυρίως για νικηφόρους αγώνες διεκδίκησης την επόμενη μέρα, απέναντι στην αντεργατική πολιτική που θα εφαρμόσει η -όποια- νέα κυβέρνηση για λογαριασμό της κυρίαρχης τάξης.   

*Ο όρος «επενδυτική βαθμίδα» αφορά στα ομόλογα των κρατών τα οποία έχουν αξιολογηθεί από τους διεθνείς οίκους ως ομόλογα με επαρκή πιστοληπτική ικανότητα, για τα οποία ο κίνδυνος αθέτησης δεν είναι υψηλός.