Οι «σκιές» σε μια αυτοκριτική συζήτηση

Η πο­λι­τι­κή νίκη της Δε­ξιάς στις εκλο­γές του 2019, η ομαλή πα­ρά­δο­ση της κυ­βερ­νη­τι­κής εξου­σί­ας από τον Τσί­πρα στον Μη­τσο­τά­κη, έχουν τις ρίζες τους στην πο­λι­τι­κή ήττα του κα­λο­και­ριού του 2015. Τότε ητ­τή­θη­κε το μα­ζι­κό πο­λι­τι­κό ρεύμα της «ανα­τρο­πής των μνη­μο­νί­ων» που βρι­σκό­ταν στη βάση της εκλο­γι­κής νίκης του ΣΥ­ΡΙ­ΖΑ το Γε­νά­ρη του 2015. Σή­με­ρα, οι πιο αυ­θε­ντι­κοί υπο­στη­ρι­κτές των νε­ο­φι­λε­λεύ­θε­ρων αντι­με­ταρ­ρυθ­μί­σε­ων, η ΝΔ, έρ­χο­νται στην κυ­βερ­νη­τι­κή εξου­σία πα­τώ­ντας πάνω στα πε­πραγ­μέ­να των 4,5 χρό­νων μνη­μο­νια­κής δια­κυ­βέρ­νη­σης από τον ΣΥ­ΡΙ­ΖΑ του Αλ. Τσί­πρα. 

Μια από­δει­ξη του πα­ρα­πά­νω ισχυ­ρι­σμού είναι ότι πα­ρα­μέ­νει ακόμα αμεί­ω­τη η έντα­ση στη δη­μό­σια συ­ζή­τη­ση σχε­τι­κά με κομ­βι­κά ση­μεία εκεί­νης της κρί­σι­μης πε­ριό­δου. 

Για τους απο­λο­γη­τές της Δε­ξιάς αυτό είναι φυ­σιο­λο­γι­κό και εύ­κο­λα κα­τα­νοη­τό: ισχυ­ρί­ζο­νται ότι η «βια­σύ­νη» του Τσί­πρα να κα­τα­λά­βει την πρω­θυ­πουρ­γι­κή κα­ρέ­κλα οδή­γη­σε σε εκτρο­χια­σμό τη «με­ταρ­ρυθ­μι­στι­κή» προ­σπά­θεια των Σα­μα­ρά-Βε­νι­ζέ­λου, εμπό­δι­σε την ομαλή ολο­κλή­ρω­ση του 2ου μνη­μο­νια­κού προ­γράμ­μα­τος και –σε συν­δυα­σμό με τις τάχα ρι­ζο­σπα­στι­κές «ανευ­θυ­νό­τη­τες» του πρώ­του εξα­μή­νου του 2015– κα­τέ­στη­σε «ανα­γκαίο» ένα 3ο βα­ρύ­τα­το μνη­μό­νιο, αυτό που τε­λι­κά υπέ­γρα­ψε ο Τσί­πρας και υλο­ποί­η­σε η κυ­βέρ­νη­ση ΣΥ­ΡΙ­ΖΑ με­τα­ξύ Ιούλη του 2015 (ας μην ξε­χνιό­μα­στε: με τις ψή­φους της ΝΔ και του ΠΑΣΟΚ!) και Αυ­γού­στου του 2018.

Το εντυ­πω­σια­κό είναι ότι σε αυτό το σε­νά­ριο επα­νέρ­χο­νται «αυ­το­κρι­τι­κές» αιχ­μές ή και ανα­λύ­σεις από το εσω­τε­ρι­κό του ΣΥ­ΡΙ­ΖΑ. 

Ο Ν. Βού­τσης, κατά την πα­ρου­σί­α­ση του βι­βλί­ου του Αρ. Μπαλ­τά, δή­λω­σε ότι το 2015 «ο ΣΥ­ΡΙ­ΖΑ ήταν ανέ­τοι­μος να κυ­βερ­νή­σει». Με την ίδια ιδέα «έπαι­ξε» ο Ευ. Τσα­κα­λώ­τος και σε ενί­σχυ­σή τους προ­σέ­τρε­ξε ο Γ. Δρα­γα­σά­κης, ο πιο «θε­σμι­κός», ο πιο «εκλο­γο­κε­ντρι­κός», αλλά και ένας από τους πιο «βια­στι­κούς» να ανα­λά­βουν κυ­βερ­νη­τι­κά κα­θή­κο­ντα, ανά­με­σα στο επι­τε­λείο του Τσί­πρα κατά τις θυ­ελ­λώ­δεις διερ­γα­σί­ες του 2014-15. 

Ο Στ. Κού­λο­γλου (που «εντά­χθη­κε» στον ΣΥ­ΡΙ­ΖΑ ως υπο­ψή­φιος ευ­ρω­βου­λευ­τής –και όχι ως «μέλος»– το 2014, ενώ έγινε δε­κτός ως υπο­ψή­φιος έπει­τα από έντο­νη και επί­μο­νη πα­ρέμ­βα­ση του Αλ. Τσί­πρα…) κλι­μά­κω­σε την «αυ­το­κρι­τι­κή»: «Με αυτόν τον τόσο αρ­νη­τι­κό συ­σχε­τι­σμό δυ­νά­με­ων, ο ΣΥ­ΡΙ­ΖΑ έπρε­πε το 2014 να αφή­σει την κυ­βέρ­νη­ση Σα­μα­ρά-Βε­νι­ζέ­λου να εφαρ­μό­σει ως το τέλος τα σκλη­ρά μνη­μο­νια­κά μέτρα… Η κυ­βέρ­νη­ση ήταν εγκλω­βι­σμέ­νη: ή θα έπε­φτε τους πρώ­τους μήνες του 2015 προ­σπα­θώ­ντας να εφαρ­μό­σει το μνη­μό­νιο και τις απαι­τή­σεις των δα­νει­στών που ζη­τού­σαν πε­ρισ­σό­τε­ρα από το δια­βό­η­το μέιλ Χαρ­δού­βε­λη… ή θα έχανε πα­νη­γυ­ρι­κά τις βου­λευ­τι­κές εκλο­γές στο τέλος του 2015, ενώ στο εν­διά­με­σο ο ΣΥ­ΡΙ­ΖΑ θα είχε προ­ε­τοι­μα­στεί κα­λύ­τε­ρα για την ανά­λη­ψη της εξου­σί­ας…». Αν δεν είχε γίνει αυτό το «λάθος» –που υπο­δει­κνύ­ουν σή­με­ρα ο Στ. Κού­λο­γλου κ.ά.– ο ΣΥ­ΡΙ­ΖΑ τάχα θα απέ­φευ­γε δύο προ­βλή­μα­τα: α) Τον εγκλω­βι­σμό του Αλ. Τσί­πρα στη μέγ­γε­νη που ως τότε «συ­νέ­θλι­βε» τους Σα­μα­ρά-Βε­νι­ζέ­λο («Με δε­δο­μέ­νο ότι οι Έλ­λη­νες πο­λί­τες ήθε­λαν την πα­ρα­μο­νή στο ευρώ με το όποιο κό­στος, η ελ­λη­νι­κή Αρι­στε­ρά δεν είχε εναλ­λα­κτι­κό σχέ­διο αν οι δα­νει­στές δεν υπο­χω­ρού­σαν»). β) Δεν θα είχε κα­τα­στεί «ανα­γκαία» η συ­γκυ­βέρ­νη­ση με τους ΑΝΕΛ, που κατά τον Στ. Κού­λο­γλου κ.ά. τε­λι­κά στοί­χι­σε ακρι­βά στον ΣΥ­ΡΙ­ΖΑ. 

Ορί­στε, λοι­πόν, μια ακραία εκλο­γο­κε­ντρι­κή «αυ­το­κρι­τι­κή» για μια πο­λι­τι­κή που απέ­τυ­χε γιατί πα­ρέ­μει­νε κυ­ρί­ως ως εκλο­γο­κε­ντρι­κή. Όλο το πρό­βλη­μα ήταν, λέει, το ότι ο ΣΥ­ΡΙ­ΖΑ βιά­στη­κε να ρίξει τον Σα­μα­ρά. Αυτή η άποψη πα­ρα­βιά­ζει, επί­σης, την ιστο­ρία της εσω­κομ­μα­τι­κής σύ­γκρου­σης στον ΣΥ­ΡΙ­ΖΑ (που ο Στ. Κού­λο­γλου δι­καιο­λο­γεί­ται να αγνο­εί, αλλά όχι όσοι βρί­σκο­νται πίσω του): Γιατί στα τέλη του 2014 το ερώ­τη­μα που αντι­με­τώ­πι­ζε ο ΣΥ­ΡΙ­ΖΑ δεν ήταν το «πότε» έπρε­πε να ρίξει τον Σα­μα­ρά, αλλά το πολύ πιο βαθύ «πώς». Και αυτό αφο­ρού­σε μια πραγ­μα­τι­κά κομ­βι­κή «στιγ­μή» στην ιστο­ρία του ΣΥ­ΡΙ­ΖΑ, που πα­ρα­μέ­νει υπο­τι­μη­μέ­νη.

Στο δεύ­τε­ρο εξά­μη­νο του 2014, η ΠΓ και η ΚΕ του ΣΥ­ΡΙ­ΖΑ προ­ε­τοί­μα­ζαν μια συ­ζή­τη­ση που όλοι διαι­σθά­νο­νταν ότι θα ήταν κρί­σι­μη. Το ερώ­τη­μα που ετί­θε­το από τις πο­λι­τι­κές εξε­λί­ξεις ήταν το αν ο ΣΥ­ΡΙ­ΖΑ θα έμπαι­νε στον πει­ρα­σμό να «αξιο­ποι­ή­σει» ρωγ­μές στη ΝΔ και στο ΠΑΣΟΚ, με στόχο να εμπο­δί­σει τον Σα­μα­ρά να συ­γκρο­τή­σει πλειο­ψη­φία ικανή να εκλέ­ξει Πρό­ε­δρο της Δη­μο­κρα­τί­ας και έτσι να ανα­βά­λει τις εθνι­κές εκλο­γές ως το τέλος του 2015. Το ερώ­τη­μα γι­νό­ταν ακαν­θώ­δες γιατί όλοι κα­τα­νο­ού­σαν ότι αυτά τα «ανοίγ­μα­τα» προς το χώρο της Δε­ξιάς και της σο­σιαλ­δη­μο­κρα­τί­ας δεν πε­ριο­ρί­ζο­νταν στο «συ­γκυ­ρια­κό» ζή­τη­μα της εκλο­γής Προ­έ­δρου, αλλά επε­κτεί­νο­νταν στην προ­ο­πτι­κή της μορ­φής και του πε­ριε­χο­μέ­νου της κυ­βέρ­νη­σης που –αργά ή γρή­γο­ρα– θα κα­λού­νταν να συ­γκρο­τή­σει ο ΣΥ­ΡΙ­ΖΑ. Το ερώ­τη­μα γι­νό­ταν, επί­σης, χρο­νι­κά πιε­στι­κό, γιατί ήταν γνω­στό ότι κά­ποιοι «αρ­χι­τέ­κτο­νες» ήδη κι­νού­νταν στην κα­τεύ­θυν­ση αυτή μέσα στους δια­δρό­μους της Βου­λής (με συ­νο­μι­λη­τές βου­λευ­τές του ΠΑΣΟΚ που είχαν ήδη ψη­φί­σει μνη­μό­νια, αλλά και «λου­λού­δια» όπως ο Βύρων Πο­λύ­δω­ρας και άλλα δείγ­μα­τα μιας τάχα αντι­μνη­μο­νια­κής και δήθεν λαϊ­κής Δε­ξιάς…). 

Τα επί­δι­κα της συ­ζή­τη­σης ήταν με­γά­λα. Το ιδρυ­τι­κό συ­νέ­δριο του ΣΥ­ΡΙ­ΖΑ είχε ορί­σει το φάσμα των επι­τρε­πτών συμ­μα­χιών του ΣΥ­ΡΙ­ΖΑ στο εξής τόξο: «από την άκρα Αρι­στε­ρά μέχρι την αρι­στε­ρά της σο­σιαλ­δη­μο­κρα­τί­ας» (σ.σ.: ως αρι­στε­ρά της σο­σιαλ­δη­μο­κρα­τί­ας ορί­ζο­νταν ομά­δες και άτομα που δεν είχαν συ­ναι­νέ­σει στα μνη­μό­νια). Όμως στον Τύπο, ακόμα και στις σε­λί­δες της «Αυγής», εμ­φα­νί­ζο­νταν πλέον άρθρα, με υπο­γρα­φές μελών της ΠΓ, που έκα­ναν λόγο για μια πλα­τύ­τε­ρη πο­λι­τι­κή συμ­μα­χιών που απέρ­ρι­πτε μόνο «τη σα­μα­ρι­κή Δεξιά και τη Χρυσή Αυγή» (σ.σ.: ο όρος «σα­μα­ρι­κή Δεξιά» δεν ήταν τυ­χαί­ος, εξαι­ρού­σε έτσι την κα­ρα­μαν­λι­κή Δεξιά). Ταυ­τό­χρο­να, το ιδρυ­τι­κό συ­νέ­δριο του ΣΥ­ΡΙ­ΖΑ είχε ορί­σει ως κε­ντρι­κό πο­λι­τι­κό στόχο την «κυ­βέρ­νη­ση της Αρι­στε­ράς», εντάσ­σο­ντάς τη στη σύγ­χρο­νη πο­ρεία για τη σο­σια­λι­στι­κή απε­λευ­θέ­ρω­ση και μά­λι­στα όχι ως «τέλος του δρό­μου» για να υπο­γραμ­μί­σει τον με­τα­βα­τι­κό χα­ρα­κτή­ρα της διεκ­δί­κη­σης της κυ­βερ­νη­τι­κής εξου­σί­ας από ένα κόμμα/μέ­τω­πο της ρι­ζο­σπα­στι­κής Αρι­στε­ράς (σ.σ.: τη δια­τύ­πω­ση αυτή θυ­μί­ζει σή­με­ρα ο Αρ. Μπαλ­τάς, στο βι­βλίο του «Εντός πα­ρεν­θέ­σε­ως;», που πε­ρι­λαμ­βά­νει την ιδρυ­τι­κή δια­κή­ρυ­ξη του συ­νε­δρί­ου). Όμως, στον δη­μό­σιο λόγο του Τσί­πρα ο στό­χος για «κυ­βέρ­νη­ση της Αρι­στε­ράς» άρ­χι­σε να πα­ραλ­λάσ­σε­ται προς το «κυ­βέρ­νη­ση κοι­νω­νι­κής σω­τη­ρί­ας» αρ­χι­κά, για να γίνει «κυ­βέρ­νη­ση εθνι­κής σω­τη­ρί­ας» όσο προ­σεγ­γί­ζα­με την κα­τάρ­ρευ­ση της κυ­βέρ­νη­σης Σα­μα­ρά.

Ο ΣΥ­ΡΙ­ΖΑ και τα μέλη του –από την κο­ρυ­φή ως τη «βάση»– είχαν κάθε λόγο να επι­θυ­μούν και να πα­λεύ­ουν για την τα­χύ­τε­ρη πτώση της κυ­βέρ­νη­σης Σα­μα­ρά: αφε­νός, για να προ­στα­τεύ­σουν τον κόσμο μας από ένα πρό­σθε­το μνη­μο­νια­κό βάρος (μέιλ Χαρ­δού­βε­λη) και αφε­τέ­ρου για να αρ­πά­ξουν το momentum της κρί­σης και να επι­βά­λουν μια ση­μα­ντι­κή πο­λι­τι­κή ανα­τρο­πή. Δεν ετί­θε­το, λοι­πόν, θέμα «βια­σύ­νης», όπως σή­με­ρα λένε ο Κού­λο­γλου κ.ά., αλλά θέμα στρα­τη­γι­κής και τα­κτι­κής για το τι θα την αντι­κα­θι­στού­σε μπρο­στά στο εν­δε­χό­με­νο μιας με­γά­λης νίκης. 

Αυτή ακρι­βώς η συ­ζή­τη­ση δεν ολο­κλη­ρώ­θη­κε ποτέ και δη­μο­κρα­τι­κά στο εσω­τε­ρι­κό του ΣΥ­ΡΙ­ΖΑ. Το εύρος των ανα­τρο­πών που επι­δί­ω­κε η στενή ομάδα γύρω από τον Αλ. Τσί­πρα ήταν τόσο ση­μα­ντι­κό, ώστε να δη­μιουρ­γεί­ται ερώ­τη­μα για το αν θα είχε πλειο­ψη­φία στην ΚΕ. Οι από τα αρι­στε­ρά πιέ­σεις απα­ντή­θη­καν με την προ­σφι­λή «τε­χνο­γνω­σία» της κα­τα­φυ­γής σε μια ει­κο­νι­κή δη­μο­κρα­τία σε «πλα­τύ­τε­ρα» σώ­μα­τα (Διαρ­κές Συ­νέ­δριο), όπου λει­τουρ­γού­σε πε­ρισ­σό­τε­ρο ο πο­λι­τι­κός εκ­βια­σμός τού «να μην τορ­πι­λι­στεί η εκλο­γι­κή δυ­να­μι­κή του ΣΥ­ΡΙ­ΖΑ».

Αυτή η δυ­να­τό­τη­τα απο­θρά­συ­νε το «πε­ρί­κλει­στο κόμμα», δη­λα­δή τη στενή ομάδα γύρω από τον Αλ. Τσί­πρα, που πήρε μο­νο­με­ρώς και αυ­θαί­ρε­τα όλες τις κρί­σι­μες απο­φά­σεις του τέ­λους του 2014. 

Η συ­γκυ­βέρ­νη­ση με τους ΑΝΕΛ δεν ήταν μο­νό­δρο­μος. Υπήρ­χε πάντα η δυ­να­τό­τη­τα της απαί­τη­σης ψήφου ανο­χής από την Κοι­νο­βου­λευ­τι­κή Ομάδα του ΚΚΕ. Αυτή η δυ­να­τό­τη­τα, ασφα­λώς, αφο­ρού­σε μόνο μια κυ­βέρ­νη­ση που θα έμενε στα­θε­ρή στις αντι­μνη­μο­νια­κές δια­κη­ρύ­ξεις του ΣΥ­ΡΙ­ΖΑ και θα εφάρ­μο­ζε «μο­νο­με­ρώς» το πρό­γραμ­μα της Θεσ­σα­λο­νί­κης. Ποτέ δεν θα μά­θου­με τη βιω­σι­μό­τη­τα αυτής της πο­λι­τι­κής, γιατί δεν επι­λέ­χθη­κε. Επί­σης, η συ­γκυ­βέρ­νη­ση με τους ΑΝΕΛ δεν απο­φα­σί­στη­κε εν μια νυκτί, ούτε κατά την ολι­γό­λε­πτη συ­νά­ντη­ση Τσί­πρα - Καμ­μέ­νου την επαύ­ριον των εκλο­γών του Γε­νά­ρη.

Προ­ε­τοι­μά­στη­κε συ­στη­μα­τι­κά μέσα στο 2014, όπως και το «άνοιγ­μα» στους σο­σιαλ­δη­μο­κρά­τες (Σα­γιάς, Σπίρ­τζης, Ρου­μπά­της, Κα­τσέ­λη κ.ά.) αλλά και το «άνοιγ­μα» στην κα­ρα­μαν­λι­κή Δεξιά που ση­μα­το­δο­τού­σαν η πρό­τα­ση για τον Παυ­λό­που­λο και η συμ­με­το­χή του Πα­παγ­γε­λό­που­λου στον κυ­βερ­νη­τι­κό κύκλο. 

Οι απο­φά­σεις αυτές διευ­κο­λύν­θη­καν από αδυ­να­μί­ες ή αυ­τα­πά­τες της αρι­στε­ρής πτέ­ρυ­γας του ΣΥ­ΡΙ­ΖΑ. Αδυ­να­μί­ες που εκ­δη­λώ­θη­καν με τις πε­ριο­ρι­σμέ­νες αντι­δρά­σεις στη συ­γκυ­βέρ­νη­ση με τους ΑΝΕΛ και την πρό­τα­ση για τον Παυ­λό­που­λο, αλλά και αυ­τα­πά­τες που πε­ρί­με­ναν μήπως και εκ­δη­λω­θεί ένας κά­ποιος «ρι­ζο­σπα­στι­σμός» του Τσί­πρα, μέχρι και την επο­μέ­νη του δη­μο­ψη­φί­σμα­τος του 2015. Οι δυ­σκο­λί­ες ήταν τε­ρά­στιες και οι δι­καιο­λο­γί­ες είναι ση­μα­ντι­κές, αλλά η δια­πί­στω­ση πα­ρα­μέ­νει ιστο­ρι­κά ακρι­βής. 

Οι απο­φά­σεις αυτές ήταν ο πρό­λο­γος της συ­ντη­ρη­τι­κής με­τα­τό­πι­σης της ηγε­σί­ας του ΣΥ­ΡΙ­ΖΑ το πρώτο εξά­μη­νο του 2015 (πάση θυσία στο ευρώ, εγκλω­βι­σμός στη «δια­πραγ­μά­τευ­ση» με δα­νει­στές, απόρ­ρι­ψη «μο­νο­με­ρών» ανα­τρο­πών, συμ­φω­νία 20 Φλε­βά­ρη…) που άνοι­ξε το δρόμο για τη μνη­μο­νια­κή «κω­λο­τού­μπα» του κα­λο­και­ριού, αμέ­σως μετά το δη­μο­ψή­φι­σμα και το με­γά­λο ΟΧΙ. Η ηγε­τι­κή ομάδα γύρω από τον Τσί­πρα πράγ­μα­τι επι­δί­ω­ξε πάση θυσία να ανέ­βει στις κυ­βερ­νη­τι­κές κα­ρέ­κλες, όμως το πρό­βλη­μα σε αυτή την επι­λο­γή δεν ήταν η «βια­σύ­νη» στις κι­νή­σεις της, αλλά ότι μέσα σε αυτές τις κι­νή­σεις ξε­πέ­τα­ξε κάθε δέ­σμευ­ση προς την κοι­νω­νι­κή της βάση και κάθε αρι­στε­ρή πτυχή της πο­λι­τι­κής του κόμ­μα­τος που την ανέ­δει­ξε. 

*Ανα­δη­μο­σί­ευ­ση από την Ερ­γα­τι­κή Αρι­στε­ρά

Ετικέτες