Μετά από 7 χρόνια σκληρής σύγκρουσης, η Φατάχ και η Χαμάς ανακοίνωσαν μια συμφωνία συμφιλίωσης, που προβλέπει σχηματισμό μεταβατικής κυβέρνησης τις επόμενες 5 εβδομάδες και εκλογές σε 6 μήνες.
(φωτό από διαδηλώσεις στη Ραμάλα, τις μέρες του σύντομου πολέμου Χαμάς-Ισραήλ, που καλούσαν σε έμπρακτη αλληλεγγύη στη Γάζα με κοινό αγώνα ενάντια στον κατακτητή: αυτή του είδους η ενότητα αξίζει να επιτευχθεί)
Είναι η τρίτη φορά τα τελευταία χρόνια που ανακοινώνεται μια τέτοια συμφωνία, με τις δύο προηγούμενες να μένουν στα χαρτιά, οπότε δεν μπορεί κανείς να προδικάσει την υλοποίησή της. Η συμφωνία δεν έγινε εφικτή για χρόνια, σε μακροχρόνιες διαπραγματεύσεις, σε διεθνείς συσκέψεις, με αραβικά κράτη ως εγγυητές και μεσολαβητές. Τι άλλαξε και μοιάζει να επιτεύχθηκε σε μια διμερή συνάντηση-αστραπή; Στην πραγματικότητα υπάρχει κάτι που άλλαξε: και οι δύο πλευρές αντιμετωπίζουν μεγάλα αδιέξοδα και βλέπουν στην ενότητά τους μια διέξοδο.
Αδιέξοδα
Ο Μαχμούντ Αμπάς αντιμετωπίζει μια βαθιά κρίση απονομιμοποίησης στον παλαιστινιακό λαό. Η στρατηγική της Φατάχ δεν προσέφερε τίποτε απολύτως στους Παλαιστίνιους, καθώς οι «ειρηνευτικές συνομιλίες» αποδείχθηκαν για πολλοστή φορά άχρηστες, ενώ η ίδια η Παλαιστινιακή Αρχή αποδεικνύεται στην καλύτερη περίπτωση «πουκάμισο αδειανό» και στη χειρότερη το μακρύ χέρι του Ισραήλ.
Η Χαμάς βρίσκεται απομονωμένη. Με τη Γάζα να παραμένει πολιορκημένη από το Ισραήλ, έχασε τη στήριξη του Ιράν και της Συρίας, καθώς στάθηκε φιλικά προς τη συριακή επανάσταση, ενώ μετά την ανατροπή της Αδελφότητας έχασε και την στήριξη από την Αίγυπτο, με τον στρατηγό Σίσι να επιτίθεται στην ισλαμική οργάνωση πιο σκληρά και από τον Χόσνι Μουμπάρακ (τέθηκε εκτός νόμου, ενώ καταστράφηκαν τα τούνελ στα σύνορα με την Αίγυπτο που αποτελούσαν «γραμμή ζωής» για τη Γάζα).
Ένας τρόπος να κρίνουµε τη συµφωνία είναι πως «αν το Ισραήλ και οι ΗΠΑ ενοχλούνται, κάτι καλό θα έχει».
Το Ισραήλ διέκοψε τις συνομιλίες δηλώνοντας πως «ο Αμπάς θα πρέπει να διαλέξει ανάμεσα στην ειρήνη με τη Χαμάς και την ειρήνη με το Ισραήλ», ενώ ο υπουργός Εξωτερικών τω ΗΠΑ Τζον Κέρι τηλεφώνησε στον Μαχμούντ Αμπάς για να εκφράσει την «απογοήτευσή του».
Αυτά δείχνουν ότι η συμφωνία μπορεί να διαταράξει την παγιωμένη κατάσταση. Η συμμετοχή της «τρομοκρατικής οργάνωσης» στην κυβέρνηση δεν είναι και η καλύτερη είδηση για όσους επιχείρησαν να την συντρίψουν μετά την εκλογική της νίκη το 2006. Η είδηση πως στα πλαίσια της συμφωνίας θα ανασυγκροτηθεί η PLO έχει ενδιαφέρον, καθώς η ιστορική οργάνωση (που εκπροσωπεί όλους τους Παλαιστίνιους, όπου κι αν βρίσκονται) είχε μπει σε τροχιά υποβάθμισης, προς όφελος της Παλαιστινιακής Αρχής (που είναι η διοίκηση μόνο των «παλαιστινιακών εδαφών» που έχει αποδεχτεί το Ισραήλ).
Ωστόσο χρειάζεται µια πιο προσεκτική µατιά. Οι συνομιλίες της Παλαιστινιακής Αρχής με το Ισραήλ βάδιζαν ήδη προς την προθεσμία λήξης, χωρίς καμία προοπτική συμφωνίας ή έστω παράτασής τους. Σύμφωνα με αξιωματούχο του Ισραήλ, το υπουργικό συμβούλιο έχει αποφασίσει πως η στάση του θα καθοριστεί μετά το σχηματισμό της παλαιστινιακής κυβέρνησης ενότητας. Αντίστοιχα, το Στέιτ Ντιπάρτμεντ ανακοίνωσε πως η νέα κυβέρνηση «θα κριθεί με βάση τις πολιτικές και τις δράσεις της». Η -καθόλου φιλοπαλαιστινιακή- ΕΕ πήγε ένα βήμα παραπέρα και καλωσόρισε την παλαιστινιακή ενότητα.
Ερωτηματικά
Αυτά «προειδοποιούν» πως πρέπει να κρατάμε μικρό καλάθι, όσο τα ερωτήματα που τέθηκαν το 2006 (ειρηνευτικές συνομιλίες ή δικαίωμα στην ένοπλη αντίσταση; αναγνώριση ή όχι του Ισραήλ; απελευθέρωση όλης της ιστορικής Παλαιστίνης ή δύο κράτη;) παραμένουν αναναπάντητα στα (επίσημα) κείμενα της συμφωνίας.
Η Παλαιστινιακή Αρχή λειτουργεί ως ντόπιος βραχίονας της Ισραηλινής κατοχής, ενώ η Χαμάς παραμένει μέχρι σήμερα δεσμευμένη στο δικαίωμα στην αντίσταση και την αυτοάμυνα των Παλαιστινίων. Πώς ακριβώς θα επιλυθεί αυτή η αντίφαση;
Η Φατάχ και η ΕΕ μιλούν για τη συμφιλίωση ως «χρήσιμη για την ειρήνη». Η Δυτική Όχθη παραμένει εξαρτημένη από τη δυτική βοήθεια και η ηγεσία της Φατάχ και της Π.Α. δεν πρόκειται να την απαρνηθεί εύκολα. Οι ΗΠΑ ήδη επανέφεραν τις απειλές του 2006, συνδέοντας την οικονομική βοήθεια με την προϋπόθεση «οποιαδήποτε παλαιστινιακή κυβέρνηση πρέπει πεντακάθαρα και ρητά να δεσμευτεί στη μη-βία, την αναγνώριση του κράτους του Ισραήλ και την αποδοχή των προηγούμενων συμφωνιών και υποχρεώσεων» (παρεμπιπτόντως, ενώ η Ουάσινγκτον έκανε κήρυγμα στη μελλοντική παλαιστινιακή κυβέρνηση περί βίας, το Ισραήλ βομβάρδισε τη Λωρίδα της Γάζας τραυματίζοντας 12 αμάχους, μεταξύ τους 5χρονα παιδιά).
Κίνδυνοι
Η ηγεσία της Χαμάς τηρεί σιγή ιχθύος σε όλα αυτά τα ζητήματα. Καθώς το βασικό της κίνητρο είναι να βελτιώσει τις περιφερειακές σχέσεις της με τα αραβικά κράτη, ειδικά με την Αίγυπτο που την πιέζει ασφυκτικά, για να λύσει τα σοβαρά οικονομικά και πολιτικά προβλήματα που αντιμετωπίζει, αφήνει ανοιχτό το έδαφος για ερμηνείες αναλυτών που μιλούν για «στροφή της Χαμάς στον πραγματισμό». Ανάμεσά τους, ο Ami Ayalon, πρώην διευθυντής της Ισραηλινής υπηρεσίας ασφαλείας Shin Bet, που καλωσόρισε τη συμφιλίωση ως «νίκη του πραγματισμού».
Με αυτά υπόψη, δεν είναι διόλου απίθανο η συμφωνία να μην οδηγήσει σε στροφή της Φατάχ μακριά από το Ισραήλ, αλλά σε ρυμούλκηση της Χαμάς στο «στρατόπεδο του Όσλο», μετά από 7 χρόνια εξοντωτικής πολιορκίας. Άλλωστε η Χαμάς αντιμετώπιζε και αντιμετωπίζει τα ίδια στρατηγικά όρια των «εθνικοαπελευθερωτικών κινημάτων», που οδήγησαν παλιότερα και τη Φατάχ του Γιάσερ Αραφάτ στο συμβιβασμό.
Κανείς μας, φυσικά, δεν δικαιούται να υποτιμήσει την ειλικρινή και βαθιά επιθυμία του παλαιστινιακού λαού για ενότητα, για τερματισμό της ενδοπαλαιστινιακής διαμάχης. Οι πανηγυρισμοί χιλιάδων ανθρώπων στη Γάζα είναι ενδεικτικοί. Βέβαια, και στη Γάζα και στη Δυτική Όχθη η λαϊκή θέληση είναι για «ενότητα μάχης», για ενότητα ενάντια στον κατακτητή.
Με αυτήν την έννοια, το ενδεχόμενο να βγει από τη μέση η διαίρεση των Παλαιστίνιων, η οποία κυριαρχούσε ως πρόβλημα και στρέβλωνε όλες τις πολιτικές συζητήσεις και δράσεις στα παλαιστινιακά εδάφη, είναι καλοδεχούμενο. Γιατί χωρίς αυτόν το βραχνά, αυτή η λαϊκή διάθεση αντίστασης μπορεί να διευκολυνθεί να εκφραστεί, όχι απαραίτητα υπό μια νέα «ενωτική» ηγεσία της PLO, αλλά από τον κοινό αγώνα της βάσης σε Δυτική Όχθη και Γάζα.
Η Φατάχ, ηγέτιδα δύναμη του παλαιστινιακού αγώνα για δεκαετίες, χρεοκόπησε με τη συμφωνία του Όσλο. Η Χαμάς τα προηγούμενα χρόνια εξέφρασε τη θέληση συνέχειας της αντίστασης, την απόρριψη του Όσλο, αλλά αυτός ο προωθητικός της ρόλος εξαντλείται. Σήμερα έρχεται στο προσκήνιο μια νέα γενιά Παλαιστινίων που ριζοσπαστικοποιείται ακόμα περισσότερο, και δεν εκφράζεται από τις παραδοσιακές ηγεσίες.
Ακόμα και οι New York Times υποχρεώθηκαν να αναφερθούν στην εξάπλωση των «διαφωνιών ανάμεσα στις γενιές» που εξελίσσεται στα παλαιστινιακά εδάφη, καθώς «τα παιδιά και τα εγγόνια των ιδρυτών του παλαιστινιακού εθνικού κινήματος όλο και περισσότερο αμφισβητούν τους στόχους και τις τακτικές τους». Σε έρευνα του Παλαιστινιακού Κέντρου Ερευνών, η λύση των δύο κρατών υποστηριζόταν από το 65% των ανθρώπων άνω των 50 ετών, αλλά από το 47% των ανθρώπων 18-34 ετών. Ο Khalil Shikaki, διευθυντής του Κέντρου, είπε πως ένας στους τρεις Παλαιστίνιους ενδιαφέρεται για την εναλλακτική του ενός κράτους, από τον Ιορδάνη ποταμό ως τη Μεσόγειο θάλασσα, με ίσα δικαιώματα για Εβραίους και Άραβες, αλλά στις ηλικίες κάτω των 45 η υποστήριξη είναι ακόμα πιο ισχυρή και θεμελιωμένη. Όπως συνόψισε την κατάσταση ο ίδιος: «Ρωτήστε το γιο μου. Θα σας πει ότι η γενιά μου απέτυχε και πρέπει να αποσυρθεί, παίρνοντας μαζί της το κεντρικό της μοντέλο, την λύση των δύο κρατών». Είναι η γενιά που διαμόρφωσε τις απόψεις της στη διάρκεια της αποτυχίας του Όσλο, η γενιά που μεγάλωσε με την Παλαιστινιακή Αρχή να εποπτεύει διεφθαρμένα και τυραννικά μια παρωδία «κράτους».
Λύση
Η αποτυχία της «ειρηνευτικής διαδικασίας» να οδηγήσει σε δύο κράτη κάνει όλο και πιο σαφές ότι το δίλημμα παραμένει, είτε συντριβή και εξαφάνιση του «παλαιστινιακού προβλήματος» για το Ισραήλ, είτε δημιουργία ενός κράτους με ίσα δικαιώματα για όλους. Το δεύτερο σενάριο θεωρείται εφιάλτης για το σιωνιστικό κράτος, αλλά και τους δυτικούς ιμπεριαλιστές. Για να επιβληθεί θα πρέπει να συνεχιστεί η αντίσταση, θα χρειαστούν νέες «Ιντιφάντες» στην Παλαιστίνη, θα χρειαστεί η αραβική εργατική τάξη να ολοκληρώσει τη δουλειά που άρχισε τον Δεκέμβρη του 2010 στις γειτονικές χώρες, θα χρειαστεί η ενίσχυση και η στήριξη του διεθνούς κινήματος, που απαιτεί οικονομική, πολιτική, στρατιωτική, διπλωματική απομόνωση του Ισραήλ στη Δύση. Δεν είναι εύκολος δρόμος, αλλά είναι ο μόνος εφικτός.