Η κυβέρνηση πέρασε από την Βουλή τα προαπαιτούμενα πρώτα μέτρα του μνημονίου με τις ψήφους των ΝΔ, ΠΑΣΟΚ και Ποτάμι καθώς πάνω από 35 βουλευτές του ΣΥΡΙΖΑ διαφοροποιήθηκαν και καταψήφισαν. Το κόμμα ΣΥΡΙΖΑ βρίσκεται σε σταυροδρόμι μεταξύ της επιλογής στήριξης (της κυβέρνησης) του μνημονίου και της κοινωνικής αντίστασης στο νέο μνημόνιο (και στην κυβέρνηση).

Που βαδίζει η κυβέρνηση του Α. Τσίπρα;

Παρά την υπογραφή του μνημονίου ο πρωθυπουργός και η κυβέρνηση παραμένουν δημοφιλείς γιατί μεγάλο κοινωνικό κομμάτι τους καταλογίζει ειλικρίνεια και καλές προθέσεις.  Εντούτοις το μνημόνιο που υπέγραψαν αποτελεί αδιάσειστο τεκμήριο αποτυχίας αριστερής πολιτικής, φέρει σκληρότατα, ταξικά μέτρα και σε πολύ σύντομο χρόνο θα υποσκάψει την παραπάνω εικόνα.

Το βασικό υπερασπιστικό επιχείρημα του Α. Τσίπρα είναι πως παρά την δυσμενή εξέλιξη πέτυχε κατάκτηση «θέσης» καθώς διεθνοποίησε και ανέδειξε τα αδιέξοδα της ΟΝΕ / ΕΕ και ξεκίνησε μια διαδικασία αλλαγής. Το επιχείρημα είναι έωλο. Το μόνο προφανές συμπέρασμα από το πεντάμηνο είναι πως αυτό το νεοφιλελεύθερο οικοδόμημα δεν μεταρρυθμίζεται και μάλιστα μέσα στην κρίση, όπου η κυριαρχία της νεοφιλελεύθερης στρατηγικής γίνεται ακόμη πιο αδιαπραγμάτευτη για τα συμφέροντα του κεφαλαίου (συνολικά και επί μέρους) και η ιστορική, στρατηγική ήττα της σοσιαλδημοκρατίας ακόμη βαθύτερη. Η προβολή της δήθεν πολιτικής διαίρεσης της Ευρώπης σε συντηρητικούς και προοδευτικούς κύκλους, φωτογραφίζοντας τον Ολάντ και τον Ρέντζι, αποτελεί στρεψοδικία  επειδή οι κυβερνήσεις τους εφαρμόζουν σκληρή ταξική λιτότητα αλλά και επειδή οι διαφορές τους με την Γερμανία αφορούν τις αντιθέσεις και τα συμφέροντα των εθνικών κεφαλαίων και όχι την σοσιαλδημοκρατική τους ταυτότητα. Η γερμανική σοσιαλδημοκρατία συγκυβερνά αρμονικά με τη Μέρκελ και τον Σόιμπλε. 

Η κυβερνητική στρατηγική βασίστηκε αφενός στην προσδοκία ότι μπορεί να εκμεταλλευτεί τις ενδοϊμπεριαλιστικές αντιθέσεις (μεταξύ Γερμανίας – ΗΠΑ και δευτερευόντως εντός Ευρώπης Γαλλίας – Γερμανίας) και αφετέρου στράφηκε στην εγχώρια άρχουσα τάξη και τους πολιτικούς της εκπροσώπους, ως σύμμαχους στην προσπάθειά της. Οδηγήθηκε στο μνημόνιο κάτω από τους εκβιασμούς και τις ευλογίες των αστικών κέντρων «εσωτερικού» – «εξωτερικού». Η γραμμή του «αριστερού ευρωπαϊσμού» κατέρρευσε σαν χάρτινος πύργος καθώς δεν προσέφερε λύσεις ούτε προς τις δυνάμεις του κεφαλαίου, ούτε προς τις δυνάμεις της εργασίας. 

Σήμερα ο πρωθυπουργός και η κυβέρνηση βρίσκονται υπό αστική ομηρεία με προοπτική και κίνδυνο να μετατραπούν σε μαριονέτες του κεφαλαίου και των πολιτικών του εκπροσωπήσεων μέχρι το πολιτικό σύστημα να ανακάμψει. Αν σ’ αυτή την πορεία ορισμένα πρόσωπα ή και ομάδες προερχόμενες από τον ΣΥΡΙΖΑ χρησιμέψουν στην ανοικοδόμηση των «συναινέσεων» και της «κοινωνικής ειρήνης», δηλαδή στη συντριβή των κοινωνικών αντιστάσεων, είναι απεχθές από την σκοπιά της Αριστεράς.

Η γρήγορη προσφυγή στις κάλπες με παράλληλη εκκαθάριση της «αριστερής πτέρυγας» εμφανίζεται ως λύση γι’ αυτή την κυβέρνηση. Εξάλλου κεντρικά στελέχη της ηγετικής – κυβερνητικής ομάδας δεν διστάζουν να υπαινίσσονται την κατεύθυνση, υποδεικνύοντας και την μέθοδο: «ανοιχτό» (!) συνέδριο ή ακόμη και συνέδριο του «κοινωνικού» (!) ΣΥΡΙΖΑ.

Παρά ταύτα ακόμη και αυτό το σχέδιο, εκκαθάριση και εκλογές, θα περάσει από τα αστικά επιτελεία προς έγκριση, η οποία επί του παρόντος δεν διαφαίνεται.

Το δημοψήφισμα και η κοινωνική διαθεσιμότητα

Σοκαρισμένος θεατής των εξελίξεων είναι η κοινωνία και μάλιστα εκείνο το τμήμα που συνεγέρθηκε και πάλεψε για το ΟΧΙ στο δημοψήφισμα και έμεινε εμβρόντητο ήδη από το βράδυ των αποτελεσμάτων με  την σύγκληση του Συμβουλίου Πολιτικών Αρχηγών. Πολύ περισσότερο με το αποτέλεσμα της διαπραγμάτευσης. 

Παρά την κυβερνητική ερμηνεία του αποτελέσματος πως ο λαός έδωσε «λευκή επιταγή» στον Α. Τσίπρα για την τελική διαπραγμάτευση και την συμφωνία, το 61 % κατανοήθηκε όχι μόνο απ’ την Αριστερά αλλά και από τα εγχώρια αστικά κέντρα και τους δανειστές ως επίδειξη λαϊκής και ταξικής αποφασιστικότητας. 

Το συντριπτικό ΟΧΙ,  το οποίο ενδεχομένως ο πρωθυπουργός και η κυβέρνηση δεν ανέμεναν, προήλθε ως αποτέλεσμα μιας συγκλονιστικής εβδομάδας ωμής ανάδειξης της ταξικότητας της κοινωνίας, γεμάτης εμπειρίες εκβιασμών και απειλών, από τους χώρους δουλειάς έως την μαζική προπαγάνδα των καναλιών. Ο ταξικός διαχωρισμός εκφράστηκε γλαφυρά ακόμη και γεωγραφικά, με αντίστροφα ποσοστά στην Εκάλη και τα Β. προάστια από την Δ. Αθήνα και την Β΄ Πειραιά. Η συγκέντρωση στο Σύνταγμα ήταν μια εικόνα από το ’10 και το ’11.  

Η αφανής, συχνά, διαδικασία στο εσωτερικό της κοινωνίας έφερε στο φως με το δημοψήφισμα, μια δυναμική που καθορίστηκε από τους «φτωχούς/ες» και τους «αριστερούς/ες». Οι «από κάτω» και οι «απ’ τ’ αριστερά» λειτούργησαν πρωτοπόρα σ’ ένα ευρύτατο, πλειοψηφικό κοινωνικό τμήμα. Ήταν όμως ο πολιτικός παράγοντας, η απόφαση της κυβέρνησης και του πρωθυπουργού για το δημοψήφισμα, που έδωσε την δυνατότητα να εκφραστεί αυτή δυναμική. Ο λαός συστρατεύτηκε με την κυβέρνησή του για μια μεγάλη σύγκρουση και ανατροπή. Η οποία όμως δεν συνέβη.

Η μεταστροφή και η ερμηνεία της δυναμικής του ΟΧΙ σε ΝΑΙ από τον ίδιο τον Α. Τσίπρα  αποστοιχίζει τον «κοινωνικό συρμό» και διακόπτει την δυναμική. Η εικόνα των πρόσφατων δημοσκοπήσεων πιστοποιεί την σύγχυση και την υπαγωγή στο πλαίσιο του μονόδρομου (ΤΙΝΑ): η μεγάλη πλειοψηφία απαντά πως η συμφωνία δεν ανταποκρίνεται στο αποτέλεσμα του δημοψηφίσματος, εντούτοις, πλειοψηφικά εγκρίνει την επιλογή.  Η διαπίστωση για την ωριμότητα των αντιθέσεων και την κοινωνική διαθεσιμότητα είναι πολύτιμη. Όμως είναι κατανοητό ότι το πλήγμα που δέχτηκε η σχέση «αριστερή κυβέρνηση – λαϊκό κίνημα» είναι βαρύ.  Ή για να το πούμε διαφορετικά η ταξική – ριζοσπαστική δυναμική δεν έμεινε αλώβητη για να την «παραλάβει» αυτόματα μια διαφορετική πολιτική έκφραση, με στρατηγική αιχμή την έξοδο από το ευρώ.   

Διαχείριση της ήττας με νικηφόρα προοπτική

Ο ΣΥΡΙΖΑ καλείται να διαχειριστεί μια ήττα και απ’ αυτή την διαχείριση θα κριθεί το μέγεθός της και η δυνατότητα της αναστροφής της. Η αποτυχία της κυβερνητικής στρατηγικής στην διαπραγμάτευση κρίθηκε από την επιλογή της να μην χρησιμοποιηθεί η απειλή του GREXIT, αφήνοντας όλα τα περιθώρια η απειλή αυτή να γίνει το όπλο του αντιπάλου (αμφίβολης δυνατότητας υλοποίησης). Απ’ την πολιτική αντιμετώπιση της συντριβής αυτής της στρατηγικής, την άμεση, δηλαδή, εξαγωγή συμπερασμάτων και την αποφασιστική δράση του ΣΥΡΙΖΑ (και ευρύτερα της Αριστεράς) θα εξαρτηθεί η δυνατότητα να αναταχθεί γρήγορα η σχέση εμπιστοσύνης της Αριστεράς με μαζικά κοινωνικά τμήματα και ιδιαίτερα με τα πρωτοπόρα, τους «φτωχούς/ες» και τους «αριστερούς/ες», μπροστά στη νέα φάση αντιμνημονιακού αγώνα.

Η «κυβέρνηση της Αριστεράς» και το περιεχόμενο της δυσφημίζεται στα μάτια της κοινωνίας. Όχι όμως από την επιλογή της παραμονής στο ευρώ – μες στην σύγχυσή του από την συστημική προπαγάνδα ο κόσμος αυτό το αντιμετωπίζει πλειοψηφικά θετικά - αλλά από την υποταγή στους ιμπεριαλιστές και τους ντόπιους συμμάχους τους και την υπογραφή του μνημονίου. Τα σκληρά, ταξικά μέτρα του και η ακόμη μεγαλύτερη χειροτέρευση της θέσης του κόσμου της εργασίας απέναντι στο ντόπιο μεγάλο κεφάλαιο γίνονται και θα γίνουν άμεσα, απολύτως κατανοητά στην κοινωνική πλειοψηφία και ιδιαιτέρως δραματικά στα κατώτερα κοινωνικά στρώματα.

Σήμερα η συζήτηση για το εναλλακτικό σχέδιο γίνεται σε υπονομευμένο έδαφος για την Αριστερά. Η συστημική προπαγάνδα πιέζει ώστε να υποχωρήσει από το προσκήνιο η στρατηγική αιχμή της αντιλιτότητας και της ταξικής μονομέρειας (μνημόνιο για το ντόπιο κεφάλαιο) και να καθοριστεί η συζήτηση για το εναλλακτικό σχέδιο από την αναζήτηση της «ανάπτυξης» μέσα στο πλαίσιο των «μονοδρόμων» της καπιταλιστικής κρίσης και ιδιαίτερα της ευρωπαϊκής κρίσης χρέους. Οποιοδήποτε σχέδιο θέτει ως προϋπόθεση την «ανάπτυξη», την «αύξηση της πίτας», για την υπόσχεση κάποιας μελλοντικής αναδιανομής, για το δικαιότερο «μοίρασμα της πίτας» κάποτε, μπορεί να πάρει σάρκα και οστά μόνο με την οριστική κατίσχυση του κεφαλαίου επί της εργασίας, ως διέξοδος από την κρίση. Αυτό είναι το γενικό αστικό σχέδιο, ανεξαρτήτως νομίσματος, που σήμερα εξυπηρετείται από τα μνημόνια προκειμένου να παραμένει η χώρα στην ευρωζώνη. 

Οι δυνάμεις του συστήματος προσπαθούν να καθορίσουν το πλαίσιο της συζήτησης ως αντιπαράθεση μεταξύ των κομμάτων «του ευρώ» και «της δραχμής» θέλοντας να θάψουν την ουσιαστική αντιπαράθεση μεταξύ των ταξικών συμφερόντων των «από κάτω» και της Αριστεράς και των «από πάνω» και του νεοφιλελεύθερου μονόδρομου. Επιδιώκουν να προκαλέσουν την  σύγχυση και την ανασφάλεια γύρω από το εναλλακτικό αριστερό σχέδιο της σύγκρουσης με την ευρωζώνη και να επιβάλλουν μια προσέγγιση που δεν θα απευθύνεται και δεν θα συνεγείρει τις πρωτοπορίες που καθόρισαν την δυναμική του ΟΧΙ.

Η αναγκαία αριστερή, ριζοσπαστική γραμμή σήμερα οφείλει να αναπλαισιώσει την συζήτηση. Συγκροτείται από τον αδιαπραγμάτευτο στόχο της άμεσης και ταξικά μονομερούς ανατροπής της λιτότητας και το συμπέρασμα του ανέφικτου της μεταρρύθμισης της νεοφιλελεύθερης ΟΝΕ / ΕΕ. Αυτός ο στόχος, της ανατροπής του ταξικού συσχετισμού εντός της χώρας και της αναδιανομής πλούτου και ισχύος υπέρ του κόσμου της εργασίας, των κατώτερων λαϊκών στρωμάτων και των κάθε είδους αποκλεισμένων – της πρωτοπορίας του ΟΧΙ δηλαδή- νοηματοδοτεί τη σύγκρουση με τους ιμπεριαλιστές / δανειστές προσφέροντας κίνητρο, ρεαλιστικό και άμεσο, σε ευρεία κοινωνικά τμήματα για μια ανατροπή με σοσιαλιστική στρατηγική.

Τα βασικά σημεία αυτού του σχεδίου είναι γνωστά και επαρκή από τις επεξεργασίες του κόμματος ΣΥΡΙΖΑ και τις συνεδριακές του αποφάσεις: διαγραφή χρέους, εθνικοποιήσεις / κοινωνικοποιήσεις, διεύρυνση της δημοκρατίας, ανεξαρτησία από τα ιμπεριαλιστικά κέντρα και αναδιανομή με σκληρό μνημόνιο για το ντόπιο κεφάλαιο. Αυτό είναι το περιεχόμενο της αντιπαράθεσης με τα αστικά κέντρα και τους δανειστές και της ενδεχόμενης εξόδου από την ΟΝΕ.

Μάλιστα αυτή η προσέγγιση απαιτεί την οικοδόμηση ουσιαστικών σχέσεων με όλον αυτό τον κόσμο που μετείχε και καθόρισε την δυναμική του ΟΧΙ, πολύ πιο βαθιά από την ρηχή εκλογικίστικη και εν τέλει «πελατειακή» αντίληψη που εν πολλοίς συνέβαλε καθοριστικά στην σημερινή κατάσταση. Η οικοδόμηση και εμβάθυνση των σχέσεων αυτών είναι, στην παρούσα συγκυρία, δυνατή καθώς οι εμπειρίες του δημοψηφίσματος, του μεγάλου ΟΧΙ αλλά και της ανάστροφης ερμηνείας του σε ΝΑΙ από την κυβέρνηση, έχουν δημιουργήσει κενό εκπροσώπησης των πλέον δυναμικών, εργατικών / ταξικών τμημάτων της κοινωνίας.

Πάλη για την υπεράσπιση του ΣΥΡΙΖΑ

Αν ο πυρήνας της αριστερής γραμμής αφορά στην απεύθυνση προς τις κοινωνικές και πολιτικές πρωτοπορίες οφείλει ταυτόχρονα να εξυπηρετεί την υπεράσπιση του κόμματος.

Εδώ είναι απαραίτητη η παρατήρηση ότι ο ΣΥΡΙΖΑ ως ιδεολογικοπολιτικό περιεχόμενο, ενδεχομένως και ως τίτλος, δεν είναι το ίδιο απαραίτητος και στις δύο αντιπαρατιθέμενες πλευρές. Η επιλογή της διαχείρισης της κυβερνητικής εξουσίας με μνημόνιο, λιτότητα και επικυρίαρχη τη νεοφιλελεύθερη στρατηγική όχι μόνο δεν εξυπηρετείται από τον ΣΥΡΙΖΑ αλλά αντίθετα τον αποστρέφεται. Απαιτεί την πλήρη απογύμνωση από τα χαρακτηριστικά του και ενδεχομένως ακόμη και απ’ το ίδιο του το όνομα.

Ο ΣΥΡΙΖΑ, παρά τις πολλές αδυναμίες του, αποτελεί ιστορικό πείραμα της ριζοσπαστικής Αριστεράς και αντικειμενικά δεν μπορεί να είναι «παντός καιρού». Μπροστά στον κίνδυνο της  ακύρωσής  του από την αστική εξουσία οφείλει να στραφεί προς την κοινωνία, τον κόσμο της εργασίας και τα κινήματα. Να επιλέξει την «απόδραση» από την μνημονιακή κυβέρνηση προς το στρατόπεδο του αντιμνημονιακού κινήματος και της κοινωνικής αντίστασης. Ειδάλλως κινδυνεύει να πάψει να υπάρχει!     

Απαιτείται άμεσα η συγκέντρωσης δύναμης, εσωκομματικά, που θα διεκδικήσει την ιστορική πορεία, τις αρχές, τις θέσεις και το όνομα ΣΥΡΙΖΑ. Που θα απαιτήσει την δραστική αλλαγή της κυβερνητικής γραμμής σε κατεύθυνση απόρριψης της συμφωνίας και σύγκρουσης με τους δανειστές απορρίπτοντας τη στήριξη κυβέρνησης μνημονίου. Αυτή η κατεύθυνση μόνο δίνει περιεχόμενο στην «ενότητα». Ενότητα για την υπεράσπιση του ΣΥΡΙΖΑ σε αντίθεση με την ενότητα για την αυτοακύρωσή του.

Ήδη από το διάστημα πριν την συμφωνία έχει εκφραστεί ένα ευρύτατο φάσμα αριστερής κριτικής στις επιλογές της ηγετικής ομάδας και πρόσφατα οι εκφράσεις αυτές κλιμακώνονται σε όλα τα επίπεδα (το κείμενο 109 μελών ΚΕ, τα «όχι» και τα «παρόν» στις ψηφοφορίες στην Βουλή, αρθρογραφία κ.λ.π.) Στο φάσμα αυτό μετέχουν ομάδες, συσπειρώσεις και άτομα που, είτε νιώθουν δικαίωση για τη προηγούμενη στάση τους είτε νιώθουν αυτοκριτικά για τις προδομένες αριστερές προσδοκίες τους, σήμερα συγκλίνουν αντικειμενικά. Η εκπλήρωση αυτού του στόχου αποτελεί το μέτρο της αναγκαίας ηγεμονικής γραμμής και του εύρους που απαιτείται.  

Η υπεράσπιση του ΣΥΡΙΖΑ και της αντίστοιχης ιστορικής εμπειρίας θέτει ως αναγκαιότητα την υπεράσπιση των κεκτημένων θετικών στοιχείων του όπως είναι η δύναμη της δημοκρατικής συνύπαρξης διαφορετικών ιστορικών ρευμάτων υπό τον κοινό στόχο της ισχυρής, μαζικής, ριζοσπαστικής Αριστεράς, στόχος που σήμερα ξεκαθαρίζει και ισχυροποιείται περισσότερο, όπως επίσης και ο στόχος της μεταβατικής «κυβέρνησης της Αριστεράς» σε αντίθεση με τον κυβερνητισμό και την κυβέρνηση ως αυτοσκοπό.

Η εκδήλωση που διοργάνωσε η ιστοσελίδα Ίσκρα για τα πέντε χρόνια λειτουργίας της με τίτλο «το Όχι δεν ηττήθηκε, συνεχίζουμε» και ομιλητές τους Παναγιώτη Λαφαζάνη, Μανώλη Γλέζο, Αντώνη Νταβανέλλο και Πέτρο Παπακωσταντίνου έδωσε μια πρώτη ευκαιρία να εκφραστεί μαζικά η άμεση ανάγκη για τον απεγκλωβισμό του ΣΥΡΙΖΑ και της ριζοσπαστικής Αριστεράς από τη μνημονιακή παγίδα. 

Παραμένει σήμερα ανοιχτή η δυνατότητα να μετατρέψουμε την ήττα σε πρόσκαιρη και σε πρόβα νίκης. Βασική προϋπόθεση η αναγνώριση της επικαιρότητας του Σοσιαλισμού, του ρόλου του υποδείγματος που μπορεί να παίξει η εξέλιξη της προσπάθειας της μαζικής ριζοσπαστικής Αριστεράς στον αδύναμο κρίκο της ευρωπαϊκής κρίσης- στην Ελλάδα- και ταυτόχρονα η τόλμη, η αποφασιστικότητα και η εμπιστοσύνη στην δύναμη της δρώσας κοινωνίας. 

Ετικέτες