Η γερμανική ηγεσία, σε πολυδιάστατη κρίση πια, παραμένει συνεκτικός ιστός και ενορχηστρωτής της τακτικής των δανειστών στην αξιολόγηση.
Μέχρι πριν ένα μήνα η κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ-ΑΝΕΛ έδινε την εντύπωση ότι ήταν πολύ κοντά στην «έξωση» του ΔΝΤ από το 3ο Μνημόνιο ή ότι, τουλάχιστον, είχε επιτύχει ένα σοβαρό ρήγμα ανάμεσα στις ευρωπαϊκές συνιστώσες του κουαρτέτου και το «σκληρό και άκαρδο» ΔΝΤ. Η επιστροφή των επικεφαλής του κουαρτέτου στην Αθήνα και η επανεκκίνηση του βασανιστηρίου της αξιολόγησης διέλυσε αυτές τις εντυπώσεις.
Ιδιαίτερα από τη στιγμή που φάνηκε ότι, τόσο στο σύνολο της διαπραγμάτευσης όσο και στα σημεία της, οι εκπρόσωποι των δανειστών εμφανίζονται με αρκετά συνεκτική, αν όχι και ενιαία, θέση. Για τη διαμόρφωση της οποίας είναι η Κομισιόν, η ΕΚΤ και ο ESM που μετακινήθηκαν προς τις θέσεις του ΔΝΤ και όχι το αντίστροφο.
Η εντύπωση ότι το ΔΝΤ είναι το «αφεντικό» αυτής της αξιολόγησης, παρότι τυπικά συμμετέχει σε αυτή ως «παρατηρητής» και «τεχνικός σύμβουλος», ενισχύθηκε από τη σκηνοθετημένη πρωτοβουλία Ντάισελμπλουμ να υποσχεθεί άμεση εκκίνηση της συζήτησης για το ελληνικό χρέος, χωρίς να διευκρινίσει σαφώς αν η συζήτηση θα γίνει εντός του χρονικού πλαισίου της αξιολόγησης ή κατόπιν αυτής. Ήταν μια υπόσχεση που, εκ πρώτης όψεως, δόθηκε ως κίνητρο για να επιστρέψει το ΔΝΤ στη διαπραγμάτευση.
Πού και πότε μπορεί να γίνει αυτή η συζήτηση; Με δεδομένο ότι οι δανειστές απλώνουν το χρονοδιάγραμμα της αξιολόγησης μέχρι τα τέλη Απριλίου –όσο κι αν η κυβέρνηση ευελπιστεί για κλείσιμό της μέχρι το καθολικό Πάσχα και είναι πρόθυμη για νέες υποχωρήσεις σε όλα τα ανοικτά μέτωπα– μια ευκαιρία δίνει η εαρινή σύνοδος ΔΝΤ και Παγκόσμιας Τράπεζας στην Ουάσιγκτον (15-17/4), λίγες μέρες πριν την προγραμματισμένη συνεδρίαση του Eurogroup (22/4) που θα μπορούσε να πιστοποιήσει την ολοκλήρωση της αξιολόγησης.
Ο συμβιβασμός για το χρέος
Μια συζήτηση για το ελληνικό χρέος στην έδρα του ΔΝΤ σημαίνει, άραγε, ότι γίνονται αποδεκτά τα κριτήριά του για τον τρόπο αναδιάρθρωσής του; Και ναι και όχι. Ο Σόιμπλε «γείωσε» τη σχετική συζήτηση, περιορίζοντάς την στο πλαίσιο των συμβολισμών («για το πρεστίζ, όχι για την ουσία η συζήτηση»). Αλλά ταυτόχρονα υπενθύμισε το πλαίσιο αναδιάρθρωσης που είναι διατεθειμένη να δεχθεί η Γερμανία και τα περισσότερα από τα κράτη-δανειστές. Δηλαδή, τίποτα περισσότερο από μια επιμήκυνση των λήξεων στα χρεολύσια από το 2025 και μετά, που θεωρούνται και βαρύτερα. Αυτό απέχει παρασάγγας από ό,τι θεωρεί το ΔΝΤ αναγκαία μείωση του χρέους.
Αλλά, ως γνωστόν, το Ταμείο έχει προσφέρει και εναλλακτική. Αν οι Ευρωπαίοι δανειστές δεν είναι διατεθειμένοι να βάλουν βαθιά το χέρι στην τσέπη (και προφανέστατα δεν είναι), τότε η βιωσιμότητα του χρέους θα εξασφαλιστεί με σημαντικές περικοπές στις δημόσιες δαπάνες, με βασική και πιο σίγουρη πηγή το συνταξιοδοτικό σύστημα. Σ’ αυτό, λοιπόν, το σημείο φαίνεται ότι έχει επιτευχθεί ο συμβιβασμός ανάμεσα στις συνιστώσες του κουαρτέτου. Πράγμα που αναδεικνύει το ΔΝΤ σε αφεντικό της αξιολόγησης…
Ωστόσο, αυτή η ερμηνεία θα ίσχυε απόλυτα αν η Ελλάδα ήταν το μόνο ή το κυρίαρχο πρόβλημα της Ευρωζώνης, τουλάχιστον με τον τρόπο που ήταν το 2010 ή το 2012. Σήμερα η ΕΕ αντιμετωπίζει μια κρίση πολύ πιο περίπλοκη και πολυπαραγοντική, που την εκθέτει σε πανθομολογούμενους κινδύνους διάλυσης. Κάθε πόλος εξουσίας στην ΕΕ επιχειρεί να προωθήσει «λύσεις» από το δικό του οπτικό πεδίο κι αυτό σε μεγάλο βαθμό αντανακλάται στην ιδιαίτερη στάση των εντεταλμένων τους στο κουαρτέτο της αξιολόγησης. Απ’ αυτές τις ιδιαιτερότητες προκύπτουν ανταγωνισμοί, συγκλίσεις, αυτοσχεδιασμοί και συχνά αποκαλύπτονται στρατηγικό αδιέξοδο και τρομακτική απουσία σχεδίου. Τόσο συνολικά για την ΕΕ, όσο και ειδικά για την Ελλάδα, όπως αποκάλυψε η προσφυγική «έκρηξη».
Η γερμανική επιρροή σε κάθε πόλο
Όμως, στο ετερόκλητο Ιερατείο της αξιολόγησης υπάρχει τελικά ένας συνεκτικός ιστός: η Γερμανία, οι ιδιαίτερες ανάγκες της και η συντριπτική επιρροή της με τους πιο απροσδόκητους τρόπους. Ας δούμε πώς αντανακλώνται αυτά σε κάθε πόλο του κουαρτέτου.
* Εν αρχή ην η ΕΚΤ. Η τελευταία απόφασή της να διευρύνει σκανδαλωδώς το τύπωμα χρήματος στα 80 δισ. ευρώ το μήνα και να εκτρέψει εκβιαστικά ένα μέρος από το τσάμπα αυτό χρήμα, που τώρα λιμνάζει στις τράπεζες, απευθείας στον επιχειρηματικό τομέα αποκαλύπτει ένα πράγμα: τη βεβαιότητα της ηγεσίας της ότι η Ευρωζώνη, όπως και η παγκόσμια οικονομία, τρέχει ολοταχώς προς την ύφεση. Η οποία αυτή τη φορά μπορεί να πλήξει τον πυρήνα του ευρωπαϊκού καπιταλισμού, τη Γερμανία, ακριβώς λόγω του εξαγωγικού της προσανατολισμού και των τεράστιων εμπορικών της πλεονασμάτων. Σ’ αυτό το πεδίο η ΕΚΤ έχει ταυτόσημες εκτιμήσεις με το ΔΝΤ και η σύγκλιση αυτή επεκτείνεται και στη διαχείριση της ελληνικής εκκρεμότητας.
* Η Κομισιόν, απολύτως υπό γερμανο-γαλλική επιρροή, έχει κάθε λόγο να κινηθεί με βάση τις ιδιαίτερες γερμανικές ανάγκες, πολύ δε περισσότερο όταν αυτές ενισχύονται από τις πολιτικές παρενέργειες του προσφυγικού, αποτυπωμένες στα εκλογικά αποτελέσματα στα τρία ομόσπονδα γερμανικά κρατίδια την περασμένη Κυριακή (14/3). Το Διευθυντήριο των Βρυξελλών, έχοντας αναλάβει τη λεπτή διασύνδεση προσφυγικού και αξιολόγησης, επιχειρεί να διασφαλίσει (και να χρηματοδοτήσει με ψίχουλα) την πλήρη συμμόρφωση της κυβέρνησης ΣΥΡΙΖΑ - ΑΝΕΛ στην αντιμεταναστευτική- αντιπροσφυγική πολιτική της ΕΕ και στην αγωνιωδώς προωθούμενη ευρωτουρκική συνεργασία.
- Ο ESM, ο χρηματοδότης του νέου δανεισμού προς την Ελλάδα, εκφράζεται κυρίως μέσω του Eurogroup και του προέδρου του, εξακριβωμένα εντεταλμένου του Β. Σόιμπλε. Ο ESM, πρωτίστως για λογαριασμό της γερμανικής ηγεσίας, οφείλει να διασφαλίσει τη συμμετοχή του ΔΝΤ στο δάνειο των 86 δισ. ευρώ. Η ανάγκη αυτή για τη γερμανική κυβέρνηση πολλαπλασιάζεται από την πολιτική πίεση που εξακριβωμένα πλέον της ασκεί το προσφυγικό.
- Το ΔΝΤ, τέλος, για πολλούς από τους παραπάνω λόγους, αλλά και για τον επιπλέον ότι βρέθηκε στην Ευρώπη κατόπιν γερμανικής επιμονής, παρά τις τριβές, είναι αφοσιωμένο στη γερμανική ηγεσία. Ο επικεφαλής του ευρωπαϊκού τμήματος Πολ Τόμσεν, διόλου τυχαία, είναι τακτικός επισκέπτης όχι μόνο του γερμανικού Υπουργείου Οικονομικών, αλλά και της καγκελαρίας. Και καμιά δημόσια τοποθέτησή του –όπως το πολύκροτο άρθρο με το δίλημμα «κούρεμα χρέους ή σκληρές περικοπές»– δεν γίνεται χωρίς συνεννόηση μαζί τους.
Το συμπέρασμα είναι πως ο πραγματικός ενορχηστρωτής του κουαρτέτου ήταν και παραμένει το Βερολίνο, ανεξάρτητα από τις αποχρώσεις στις θέσεις κάθε συνιστώσας στην τακτική και στη στάση έναντι της κυβέρνησης ΣΥΡΙΖΑ-ΑΝΕΛ. Το κακό για την τελευταία είναι ότι εμφανίζεται πρόθυμη να προσαρτηθεί στη διφορούμενη και συγκεχυμένη στρατηγική της «γερμανικής Ευρώπης» και του πάλαι ποτέ καταγγελλόμενου «μερκελισμού», τη στιγμή που ακόμη και αυτοί απειλούνται με πολύπλευρη συντριβή.