Σε μια ελεύθερη απόδοσή του, μπορούμε να διατυπώσουμε το νόμο του Μέρφι, ως εξής περίπου: αν κάτι στραβώσει, θα στραβώσει κι άλλο. Και μετά κι άλλο κι άλλο.

Πα­ρα­κο­λου­θώ­ντας, ευ­τυ­χώς όχι εκ του σύ­νεγ­γυς, όσα δια­μεί­βο­νται τις τε­λευ­ταί­ες μέρες στο διά­λο­γο (;) με­τα­ξύ προ­σώ­πων, αλλά και πο­λι­τι­κών ορ­γα­νι­σμών, του ευ­ρύ­τα­του αντι­μνη­μο­νια­κού χώρου, κα­τα­λή­γω πως ο νόμος του Μέρφι ανα­μέ­νε­ται να ζήσει λα­μπρές μέρες δόξης και επι­βε­βαί­ω­σης. Αν η ΛΑΕ, η ΑΝΤΑΡ­ΣΥΑ και η Πλεύ­ση ανταλ­λάσ­σουν όσα ανταλ­λάσ­σουν, με τον πιο επί­ση­μο τρόπο πολ­λές φορές, με δια­κοι­νώ­σεις (sic) και επί­ση­μες το­πο­θε­τή­σεις, τότε το πράγ­μα δεν διορ­θώ­νε­ται εύ­κο­λα.

Και τι δεν είδαν τα μα­τά­κια μας τις τε­λευ­ταί­ες μέρες. Προ­σω­πι­κές κα­ταγ­γε­λί­ες για χρη­μα­τι­σμούς, χα­ρα­κτη­ρι­σμοί πρώην (στο απο­λύ­τως άμεσο πα­ρελ­θόν) συ­ντρό­φων ως λα­μό­γιων, ένθεν και ένθεν,  κα­τη­γο­ρί­ες για εκ­με­τάλ­λευ­ση πε­ρι­στά­σε­ων προς ίδιον όφε­λος συ­νο­δεύ­τη­καν από «απο­κα­λύ­ψεις» για πο­λι­τι­κά συμ­βό­λαια και ισχυ­ρές (;) ει­κα­σί­ες περί «ανώ­μα­λων» σχε­δί­ων.

Μου είναι απο­λύ­τως προ­φα­νές πως τα πε­ρισ­σό­τε­ρα από αυτά είναι πα­θο­λο­γι­κά προ­ϊ­ό­ντα αχα­λί­νω­της φα­ντα­σί­ας. Όπως, επί­σης, μου είναι προ­φα­νές πως δεν έχουν όλοι και όλες τον ίδιο βαθμό ευ­θύ­νης γι’ αυτό το ανε­πα­νά­λη­πτο ξε­κα­τί­νια­σμα.

Δεν είναι αυτό που έχει ση­μα­σία, όμως. Η ει­κό­να την οποία ει­σπράτ­τουν μέσα από όλα αυτά όσοι και όσες προ­σβλέ­πουν σε μια δυ­να­τό­τη­τα όσο το δυ­να­τόν ενω­τι­κής αντι­μνη­μο­νια­κής απά­ντη­σης είναι επο­νεί­δι­στη, απε­χθής και επα­χθής –για να το συν­δέ­σου­με και με το χρέος! Η ζημιά που γί­νε­ται δεν είναι κα­θό­λου δύ­σκο­λο να εξε­λι­χθεί σε ανή­κε­στη.   

Το πε­ρί­φη­μο «ηθικό πλε­ο­νέ­κτη­μα», αφού ευ­τε­λί­στη­κε επαρ­κώς με την χρήση που του έγινε από την κυ­βέρ­νη­ση, τεί­νει με τα τε­λευ­ταία να γίνει τμήμα μιας πα­ρά­στα­σης πα­ρό­μοιας με αυτήν του «Κλου­βιού με τις τρε­λές» –και μην με ελέγ­ξει κα­νείς από την οπτι­κή του politically correct πριν ξα­να­δεί την ται­νία των Monty Pythons. Αρκεί να δοθεί η ση­μα­σία που πρέ­πει σε αι­τιά­σεις συμ­με­τό­χων στο διά­λο­γο (;), κατά τις οποί­ες δώ­σα­νε μάχες μέσα στη μο­να­ξιά και ενώ οι «άλλοι» δεν βά­ζα­νε πλάτη! Θοῦ, Κύριε

Πρό­κει­ται περί κα­κο­δαι­μο­νί­ας. Η οποία εξε­λίσ­σε­ται, ως στρά­βω­μα, εδώ και καιρό, ακόμη κι όταν τα πράγ­μα­τα φαί­νο­νταν αν­θη­ρά. Στιγ­μιό­τυ­πα, για του λόγου το αλη­θές; Η άρ­νη­ση ενός με­γά­λου τμή­μα­τος της αρι­στε­ράς –του ΚΚΕ προ­ε­ξάρ­χο­ντος- να εμπλα­κεί σε μια πραγ­μα­τι­κή μάχη για χρό­νια, από το 2010 κι έπει­τα, είναι κο­ρυ­φαίο. Η ολο­κλή­ρω­σή του με την κλήση για αποχή από το Δη­μο­ψή­φι­σμα είναι εν­δει­κτι­κή της λει­τουρ­γί­ας του νόμου του Μέρφι. Και πολλά άλλα θα μπο­ρού­σαν να ανα­κλη­θούν, στο μέτρο που είναι πλού­σια η ιστο­ρία των χρό­νων της κρί­σης σε τέ­τοια πράγ­μα­τα. Νο­μί­ζω, όλοι μπο­ρού­με να το κά­νου­με τόσο εύ­κο­λα…

Την ίδια στιγ­μή, η other side, οι ενα­πο­μεί­να­ντες, που «δί­νουν τη μάχη» (αρι­στε­ρής) εφαρ­μο­γής των Μνη­μο­νί­ων στο δρόμο προς τη δί­καιη ανά­πτυ­ξη δια της πα­ρα­νοϊ­κής λι­τό­τη­τας, οδη­γού­νται, από κά­ποιες από­ψεις, σε αλη­θι­νή πα­ρά­κρου­ση. Εξ όνυ­χος τον λέ­ο­ντα –δείτε τι γρά­φη­κε στην τε­λευ­ταία «Εποχή», με­τα­ξύ άλλων, και βγάλ­τε τα συ­μπε­ρά­σμα­τά σας: «Όμως το είπε ο έλ­λη­νας πρω­θυ­πουρ­γός. Και ανε­ξάρ­τη­τα αν το είπε για τον Σόι­μπλε ή για τον… Χα­τζη­πε­τρή, το από­φθεγ­μα πήρε την υπό­στα­ση μιας γεν­ναί­ας ελ­λη­νό­φω­νης λε­ζά­ντας, κάτω από μια φω­το­γρα­φία του Βόλφ­γκανγκ Σόι­μπλε: ο γερ­μα­νός υπουρ­γός Οι­κο­νο­μι­κών στο ανα­πη­ρι­κό κα­ρο­τσά­κι του, με πα­γω­μέ­νη τη μάσκα του αυ­ταρ­χι­κού μυα­λο­πώ­λη στη φάτσα, ως συ­νή­θως. Κι από κάτω να γρά­φει: «Όσοι δεν είναι καλά στην ψυχή τους δεν μπο­ρούν να αντι­με­τω­πί­σουν τα προ­βλή­μα­τα της χώρας τους, ούτε της Ευ­ρώ­πης ούτε του κό­σμου»…

Ανε­ξάρ­τη­τα από όσα μι­κρο­πο­λι­τι­κά και πα­ρα­πο­λι­τι­κά ή μι­κρο­θε­σμι­κά και πα­ρα­θε­σμι­κά ακο­λού­θη­σαν το εν λόγω από­φθεγ­μα του Αλέξη Τσί­πρα εντός και εκτός της χώρας, η πεμ­πτου­σία του έπεσε σαν μια στα­γό­να βάλ­σα­μο στις ψυχές των απλών Ελ­λή­νων. Ακρι­βώς όπως το έκτα­κτο βο­ή­θη­μα προς τους μι­κρο­συ­ντα­ξιού­χους που προη­γή­θη­κε. Έτσι, στους αντι­δρώ­ντες πο­λι­τι­κούς και δη­μο­σιο­γρά­φους κάθε πο­λι­τι­κής και κοι­νω­νι­κής κα­τη­γο­ρί­ας και προ­έ­λευ­σης, θα ταί­ρια­ζε μια πα­ρά­φρα­ση του, διά­ση­μου πια, πρω­θυ­πουρ­γι­κού απο­φθέγ­μα­τος: «Όσοι δεν είναι καλά στην ψυχή τους δεν μπο­ρούν να αντι­λη­φθούν τα προ­βλή­μα­τα που αντι­με­τω­πί­ζει η χώρα τους, ούτε η Ευ­ρώ­πη ούτε ο κό­σμος»… Ο Σόι­μπλε πήρε τη θέση του «κα­τη­γο­ρού­με­νου» στο από­φθεγ­μα του Αλέξη Τσί­πρα, γιατί στη συλ­λο­γι­κή συ­νεί­δη­ση των Ελ­λή­νων είναι ο κα­τη­γο­ρού­με­νος. Η προ­σω­πο­ποί­η­ση του κακού που μας κα­τα­τρύ­χει και μας τα­πει­νώ­νει: «Βλέ­που­με τον Σόι­μπλε σαν τον σκα­τό­ψυ­χο σαιξ­πη­ρι­κό δα­νει­στή Σάι­λοκ», μου είχε πει πα­λαιό­τε­ρα, ένας εξαί­ρε­τος έλ­λη­νας ψυ­χα­να­λυ­τής: «θα σου δα­νεί­σω, αλλά θέλω ένα κομ­μά­τι από τη σάρκα σου… Και τον σι­χτι­ρί­ζου­με. Και τον πε­ρι­γε­λού­με. Και τον οι­κτί­ρου­με…»

Πράγ­μα­τι, οι Έλ­λη­νες οι­κτί­ρουν τον Σόι­μπλε. Όχι (μόνο) για την σω­μα­τι­κή ανα­πη­ρία του, αλλά για την ευ­κρι­νή ψυ­χι­κή σκιά της. Που αδυ­να­τεί να κρύ­ψει τους λε­κέ­δες του βίου και της πο­λι­τεί­ας του…». Ο συ­ντά­κτης του προη­γου­μέ­νου ισχυ­ρί­ζε­ται πως αυτή η φράση του Τσί­πρα περί ψυχής άλ­λα­ξε τα δε­δο­μέ­να! Ση­μα­το­δό­τη­σε μια καί­ρια πο­λι­τι­κή πα­ρέμ­βα­ση με­γά­λου βε­λη­νε­κούς, μπλα, μπλα, … Απί­στευ­το; Κα­θό­λου. Δεί­κτης κι αυτό, νο­μί­ζω, το πόσο στρά­βω­σαν τα πράγ­μα­τα.

Υπάρ­χει τρό­πος να μπει ένας, μι­κρός έστω, φραγ­μός στο Μέρφι; Δεν είναι βέ­βαιο. Όσοι αγω­νιούν, όμως, για κάτι τέ­τοιο, νο­μί­ζω, πως θα πρέ­πει σε δυό τρία πράγ­μα­τα να συμ­φω­νή­σουν:

  1. Είναι αδύ­να­τη η αντί­στα­ση στη νε­ο­φι­λε­λεύ­θε­ρη λαί­λα­πα χωρίς την ευ­ρύ­τε­ρη δυ­να­τή ενό­τη­τα. Χωρίς, δη­λα­δή, την ανα­γκαία κρί­σι­μη μάζα και από πο­σο­τι­κή άποψη, αν θέ­λεις να δια­μορ­φώ­σεις ένα εγ­χεί­ρη­μα μα­ζι­κής απεύ­θυν­σης.
  2. Το «ευ­ρύ­τε­ρη» δεν μπο­ρεί να γίνει «ευ­ρύ­τα­τη». Είναι ανα­γκαίο να πε­ρι­λαμ­βά­νει μόνο δυ­νά­μεις που αυ­το­προσ­διο­ρί­ζο­νται στην αρι­στε­ρά, με ό,τι αυτό συ­νε­πά­γε­ται και για την κουλ­τού­ρα του χώρου. Θέλω να πω, το ζη­τού­με­νο είναι το αρι­στε­ρό αντι­μνη­μο­νια­κό μέ­τω­πο και όχι το … αντι­μνη­μο­νια­κό μέ­τω­πο.
  3. Εξ αυτού προ­κύ­πτει πως η συ­ζή­τη­ση έστω με δυ­νά­μεις, που αγω­νί­ζο­νται (;) «ακτι­βι­στι­κά» για τη μη εγκα­τά­στα­ση προ­σφύ­γων στην Κρήτη π.χ., συ­νι­στά ασύγ­γνω­στη «πα­τριω­τι­κή» σα­χλα­μά­ρα.   
  4. Με­γα­λο­πα­ρα­γο­ντι­σμοί, αλλά και μι­κρο­πα­ρα­γο­ντι­σμοί, απα­γο­ρεύ­ο­νται δια ρο­πά­λου. Να­πο­λε­ό­ντεια ή Λου­δο­βί­κεια σύν­δρο­μα είναι μη δια­πραγ­μα­τεύ­σι­μα.
  5. Η συλ­λο­γι­κό­τη­τα και η δη­μο­κρα­τία είναι εκ των ων ουκ άνευ προ­ϋ­πό­θε­ση. Κα­νείς δεν «ηγεί­ται» -αυ­το­δι­καί­ως ή όχι αυ­το­δι­καί­ως. Η «βάση» είναι αυτή που προσ­διο­ρί­ζει την κί­νη­ση του με­τώ­που.
  6. Η συ­ζή­τη­ση, λοι­πόν, πάνω στις εναλ­λα­κτι­κές, επί της ου­σί­ας, δη­λα­δή, και όχι επί «κο­ρυ­φαί­ων δια­δι­κα­σιών», είναι πρώτη προ­ϋ­πό­θε­ση για την όποια επι­τυ­χία. Μια συ­ζή­τη­ση ανοι­χτή, δη­μό­σια, που θα εμπλέ­κει το σύ­νο­λο των αν­θρώ­πων που ανα­λαμ­βά­νουν το έργο, χωρίς «ει­δι­κούς» ή «προ­νο­μιού­χους διερ­μη­νευ­τές».
  7. Γί­νε­ται; Νο­μί­ζω, ναι. Αν δεν γίνει, η ευ­θύ­νη δεν θα βα­ρύ­νει ούτε την «Ιστο­ρία» ούτε τις «αντι­κει­με­νι­κές συν­θή­κες» ούτε το «Από­λυ­το Πνεύ­μα». Εμάς όλους θα βα­ρύ­νει. Απο­κλει­στι­κά.

Ετικέτες