Αισθήματα ανακούφισης κυριαρχούν στα μητροπολιτικά κέντρα του διεθνούς συστήματος. Αν το 2016 έφερε τα διαδοχικά σοκ του Brexit, της νίκης Τραμπ και του ιταλικού δημοψηφίσματος, το 2017 διαγράφεται ως χρονιά επανασταθεροποίησης.

Μετά τη συ­γκρά­τη­ση της Ακρο­δε­ξιάς στις εκλο­γές της Αυ­στρί­ας και της Ολ­λαν­δί­ας, ήρθε η πολύ ση­μα­ντι­κό­τε­ρη νίκη του «κε­ντρώ­ου» Μα­κρόν στη Γαλ­λία. Ενός πο­λι­τι­κού που δια­κτι­νί­στη­κε από το τί­πο­τα στο Ελιζέ, βάζει το χέρι στην καρ­διά, μι­μού­με­νος τους Αμε­ρι­κα­νούς προ­έ­δρους, στην ανά­κρου­ση της Μασ­σα­λιώ­τι­δας και υπο­βάλ­λει, την επο­μέ­νη της εκλο­γής του, τα δια­πι­στευ­τή­ριά του στην κ. Μέρ­κελ, στο Βε­ρο­λί­νο.

Οι οπα­δοί της πλα­νη­τι­κής Ορ­θο­δο­ξί­ας ανα­πτε­ρώ­θη­καν και από την έκ­βα­ση των βρε­τα­νι­κών εκλο­γών. Η Τε­ρέ­ζα Μέι είναι ήδη πρω­θυ­πουρ­γός με ημε­ρο­μη­νία λήξης και ο αντι­κα­τα­στά­της της, με ή χωρίς νέες εκλο­γές, πι­θα­νό­τα­τα θα πει­θα­να­γκα­στεί να εγκα­τα­λεί­ψει το «σκλη­ρό Brexit» και να κρα­τή­σει τη Βρε­τα­νία του­λά­χι­στον στην Ενιαία Αγορά. Όσο για τον Τραμπ, έχει ήδη τεθεί σε κα­ρα­ντί­να και είναι αμ­φί­βο­λο αν ελέγ­χει πολλά πράγ­μα­τα, πέρα από τον προ­σω­πι­κό λο­γα­ρια­σμό του στο Twitter, στις ατέ­λειω­τες, μο­να­χι­κές ώρες του, στη Δυ­τι­κή Πτέ­ρυ­γα του Λευ­κού Οίκου. Για την απί­θα­νη πε­ρί­πτω­ση που θα τα στυ­λώ­σει σε καί­ρια ζη­τή­μα­τα, η Δα­μό­κλειος Σπάθη της κα­θαί­ρε­σης, είτε ως ενερ­γού­με­νου της Μό­σχας, είτε και ως μι­σό­τρε­λου, κρέ­με­ται διαρ­κώς πάνω από το κε­φά­λι του. Τα φα­ντά­σμα­τα του δε­ξιού και αρι­στε­ρού «λαϊ­κι­σμού» έχουν εξορ­κι­στεί και τα χρό­νια της οργής φαί­νε­ται να είναι πίσω μας- ή μήπως όχι;

Στο πο­λι­τι­κό επί­πε­δο, οι πα­νη­γυ­ρι­σμοί για «επι­στρο­φή στην κα­νο­νι­κό­τη­τα» ακού­γο­νται του­λά­χι­στον πρό­ω­ροι. Είναι αλή­θεια ότι οι πρό­σφα­τες ανα­με­τρή­σεις επι­βε­βαί­ω­σαν την τάση των πο­λι­τών να κα­τα­βρο­χθί­ζουν τις κυ­βερ­νώ­ντες, ακόμη κι αν αυτοί εν­δύ­ο­νται τη λε­ο­ντή των «αντι­συ­στη­μι­κών»- αλλά τί­πο­τα πε­ρισ­σό­τε­ρο. Στην πιο πρό­σφα­τη πε­ρί­πτω­ση της Βρε­τα­νί­ας, δεν έχασε το Brexit, καθώς όλα τα κόμ­μα­τα- με μόνη εξαί­ρε­ση τους Φι­λε­λεύ­θε­ρους που πά­τω­σαν, πα­ρό­τι υπο­στη­ρί­χθη­καν ανοι­χτά από τον Τόνι Μπλερ- το απο­δέ­χο­νταν ως τε­τε­λε­σμέ­νο. Δεν έχα­σαν ούτε καν οι Συ­ντη­ρη­τι­κοί, που αύ­ξη­σαν το πο­σο­στό τους κατά 5,5% σε σύ­γκρι­ση με τις προ­γού­με­νες εκλο­γές. «Απλώς» εκτι­νά­χθη­καν οι Ερ­γα­τι­κοί του Τζέ­ρε­μι Κόρ­μπιν, με ένα πρό­γραμ­μα αντι­λι­τό­τη­τας και εθνι­κο­ποι­ή­σε­ων, που θα το χα­ρα­κτη­ρί­ζα­με σο­σιαλ­δη­μο­κρα­τι­κό τη δε­κα­ε­τία του 1970, αλλά φα­ντά­ζει σχε­δόν επα­να­στα­τι­κό στην εποχή του πα­γκο­σμιο­ποι­η­μέ­νου και αχα­λί­νω­του νε­ο­φι­λε­λευ­θε­ρι­σμού.

Για κάθε σκε­πτό­με­νο αρι­στε­ρό, το γρή­γο­ρο ξε­φού­σκω­μα του δε­ξιού, εθνι­κι­στι­κού ρεύ­μα­τος δεν μπο­ρεί, βέ­βαια, να προ­κα­λεί με­λαγ­χο­λία- γιατί μόνο η ακραία απελ­πι­σία θα οδη­γού­σε κά­ποιον να σκε­φτεί ότι ένας Τραμπ, μία Μέι ή ακόμη και μια Λεπέν θα μπο­ρού­σαν να δρά­σουν ως χρή­σι­μοι ηλί­θιοι, που θα μας απαλ­λά­ξουν από τους βρό­χους της πα­γκο­σμιο­ποί­η­σης, της ΕΕ και των Μνη­μο­νί­ων. Άλλο τόσο, η εξέ­λι­ξη αυτή δεν μπο­ρεί να προ­κα­λεί έκ­πλη­ξη σε όσους διέ­κρι­ναν στοι­χειω­δώς ρε­α­λι­στι­κά τα ιστο­ρι­κά και τα­ξι­κά χα­ρα­κτη­ρι­στι­κά αυτού του ρεύ­μα­τος.

Όπως ο νε­ο­φι­λε­λευ­θε­ρι­σμός υπήρ­ξε η αστι­κή, αντι­δρα­στι­κή απά­ντη­ση στην εξά­ντλη­ση του προη­γού­με­νου, Κεϋν­σια­νού κα­θε­στώ­τος κε­φα­λαια­κής συσ­σώ­ρευ­σης, η οποία εκ­δη­λώ­θη­κε ανά­γλυ­φα με την κρίση της δε­κα­ε­τί­ας του 1970, έτσι και το νέο ρεύμα του δε­ξιού εθνι­κι­σμού- προ­στα­τευ­τι­σμού απο­τε­λεί από­πει­ρα αστι­κής, αντι­δρα­στι­κής απά­ντη­σης στην εξά­ντλη­ση του πα­γκο­σμιο­ποι­η­μέ­νου νε­ο­φι­λε­λευ­θε­ρι­σμού και της χρη­μα­το­ποί­η­σης, που οδή­γη­σε στη δρα­μα­τι­κή κρίση του 2008. Τα «αι­ρε­τι­κά» αστι­κά ρεύ­μα­τα έγι­ναν πιο ισχυ­ρά σε ΗΠΑ και Βρε­τα­νία γιατί οι δύο τε­λευ­ταί­ες πα­γκό­σμιες αυ­το­κρα­το­ρί­ες αφ’ ενός μεν αι­σθά­νο­νταν με πιο έντο­νο τρόπο την πίεση των ανα­δυό­με­νων δυ­νά­με­ων που επω­φε­λού­νταν από την πα­γκο­σμιο­ποί­η­ση- κυ­ρί­ως Γερ­μα­νία και Κίνα- αφ΄ετέ­ρου δε γιατί συ­γκέ­ντρω­ναν την κρί­σι­μη (οι­κο­νο­μι­κή, στρα­τιω­τι­κή και πο­λι­τι­στι­κή) μάζα της «Αγ­γλό­σφαι­ρας» που θα τους επέ­τρε­πε να ανα­ζη­τή­σουν πιο εύ­κο­λα βιώ­σι­μες εναλ­λα­κτι­κές λύ­σεις.

Η καί­ρια δια­φο­ρά με τη στρο­φή του Ρί­γκαν και της Θά­τσερ είναι ότι, ενώ ο νε­ο­φι­λε­λευ­θε­ρι­σμός είχε ήδη ανα­δει­χθεί σε συ­γκρο­τη­μέ­νο, συ­νε­κτι­κό σύ­στη­μα ύστε­ρα από δε­κα­ε­τί­ες επώ­α­σης και ωρί­μαν­σης στα αστι­κά επι­τε­λεία, οι θια­σώ­τες του νέου, δε­ξιού εθνι­κι­σμού- προ­στα­τευ­τι­σμού δί­νουν την ει­κό­να μα­θη­τευό­με­νων μάγων. Ξέ­ρουν τι δεν θέ­λουν, αλλά δεν ξέ­ρουν τι ακρι­βώς θέ­λουν και πώς θα το πε­τύ­χουν. Ο κύ­ριος λόγος γι αυτό βρί­σκε­ται στις βα­θειές αλ­λα­γές που έχουν συ­ντε­λε­στεί στην πα­γκό­σμια οι­κο­νο­μία στα χρό­νια της νε­ο­φι­λε­λεύ­θε­ρης ηγε­μο­νί­ας και οι οποί­ες κα­θι­στούν εξαι­ρε­τι­κά δύ­σκο­λη την προ­σφυ­γή σε κά­ποιου εί­δους προ­στα­τευ­τι­σμό.

Η ση­με­ρι­νή πα­γκο­σμιο­ποί­η­ση δεν συ­νί­στα­ται απλώς στη δια­σύν­δε­ση εθνο­κε­ντρι­κών κα­πι­τα­λι­σμών μέσω της πα­γκό­σμιας αγο­ράς, στη μεί­ω­ση των εμπο­ρι­κών φραγ­μών ή ακόμη και στις πο­λυ­ε­θνι­κές επι­χει­ρή­σεις πα­λαιού τύπου (πο­λυ­κλα­δι­κών μο­νο­πω­λί­ων με έδρα σε μία χώρα, συ­νή­θως μη­τρο­πο­λι­τι­κή και θυ­γα­τρι­κές σε διά­φο­ρες άλλες). Το ποιο­τι­κά νέο στοι­χείο της «πα­γκο­σμιο­ποί­η­σης 2.0» είναι η διε­θνο­ποί­η­ση της ίδιας της πα­ρα­γω­γι­κής δια­δι­κα­σί­ας, η δη­μιουρ­γία διε­θνών αλυ­σί­δων κα­τα­κερ­μα­τι­σμέ­νης πα­ρα­γω­γής του ενός ή του άλλου προ­ϊ­ό­ντος (ιδίως στις τε­χνο­λο­γί­ες αιχ­μής) που δια­τρέ­χουν ολό­κλη­ρη σειρά χωρών. Το iphone σχε­διά­ζε­ται και ελέγ­χε­ται στην Κοι­λά­δα του Πυ­ρι­τί­ου, αλλά συ­ναρ­μο­λο­γεί­ται στην Κίνα, με εξαρ­τή­μα­τα που έχουν πα­ρα­χθεί σε δε­κά­δες χώρες. Όποιος από τους με­γά­λους διε­θνείς παί­κτες σπά­σει αυτές τις αλυ­σί­δες, κιν­δυ­νεύ­ει να πυ­ρο­βο­λή­σει τα ίδια τα πόδια του.

Επό­με­νο είναι οι πο­λι­τι­κοί εκ­πρό­σω­ποι του δήθεν «αντι­συ­στη­μι­κού», δε­ξιού, εθνι­κι­στι­κού ρεύ­μα­τος να τρο­μο­κρα­τού­νται από τις επι­πτώ­σεις των ίδιων των δι­στα­κτι­κών επι­λο­γών τους και να ανα­δι­πλώ­νο­νται άτα­κτα, δί­νο­ντας μια ει­κό­να τρα­γε­λα­φι­κής σύγ­χυ­σης στους «επάνω» και προ­δο­σί­ας των δη­μα­γω­γι­κά φι­λο­λαϊ­κών υπο­σχέ­σε­ων στους «κάτω». Ο Τραμπ φτιά­χνει μια κυ­βέρ­νη­ση στρα­τη­γών και δι­σε­κα­τομ­μυ­ριού­χων που απο­δο­μεί τη (μισή) με­ταρ­ρύθ­μι­ση Ομπά­μα στην Υγεία, αλλά ανα­κρού­ει πρύ­μνα ένα­ντι της Κίνας και της Γερ­μα­νί­ας. Η Μέι ανα­κοι­νώ­νει επι­βα­ρύν­σεις στους ηλι­κιω­μέ­νους για την ασφά­λι­ση υγεί­ας στη μέση της προ­ε­κλο­γι­κής πε­ριό­δου. Και η Λεπέν, επι­διώ­κο­ντας την ανοχή του συ­στή­μα­τος στη στρα­τη­γι­κή της επι­δί­ω­ξη να ανα­δει­χθεί στον νέο, βα­σι­κό πόλο της γαλ­λι­κής Δε­ξιάς, ετοι­μά­ζε­ται να εγκα­τα­λεί­ψει τη θέση για έξοδο από το ευρώ.

Τού­των δο­θέ­ντων, οδεύ­ου­με όχι προς μια μα­κρο­πρό­θε­σμα βιώ­σι­μη επα­να­στα­θε­ρο­ποί­η­ση του διε­θνούς συ­στή­μα­τος, αλλά προς την απο­στα­θε­ρο­ποί­η­ση και των αστι­κών, εναλ­λα­κτι­κών απα­ντή­σε­ων στην κρίση του- κάτι που μπο­ρεί να ση­μά­νει ακόμη πιο δρα­μα­τι­κές, αν και δια­φο­ρε­τι­κού τύπου, ανα­τρο­πές στο όχι μα­κρι­νό μέλ­λον. Με τον κίν­δυ­νο να γί­νου­με πλη­κτι­κοί, θα επα­να­λά­βου­με ότι η εποχή μας θυ­μί­ζει αυτό που ο Γκράμ­σι χα­ρα­κτή­ρι­ζε ως interregnum, δη­λα­δή με­σο­βα­σι­λεία ή με­σο­διά­στη­μα: μια αρ­κε­τά πα­ρα­τε­τα­μέ­νη πε­ρί­ο­δος, όπου η παλιά τάξη πε­θαί­νει, αλλά δεν έχει ακόμη πε­θά­νει και η και­νούρ­για πα­σχί­ζει να γεν­νη­θεί, αλλά δεν έχει ακόμη εμ­φα­νι­στεί. Σε τέ­τοιες επο­χές, έγρα­φε ο Γκράμ­σι, οι συ­νή­θεις αι­τια­κές σχέ­σεις ανα­στέλ­λο­νται, το απρό­βλε­πτο εγ­γρά­φε­ται στην ημε­ρή­σια διά­τα­ξη και πολλά «νο­ση­ρά συμ­πτώ­μα­τα» εμ­φα­νί­ζο­νται.

Οι εξε­λί­ξεις στην πα­γκό­σμια οι­κο­νο­μία είναι πι­θα­νό να κα­τα­λύ­σουν θε­τι­κά αυτές τις τά­σεις. Στο κύριο άρθρο του, στο τε­λευ­ταίο τεύ­χος της Le MondeDiplomatique, ο διευ­θυ­ντής του γνω­στού πε­ριο­δι­κού, Σερζ Αλιμί, πα­ραλ­λη­λί­ζει τη ση­με­ρι­νή φάση με τα «τρελ­λά χρό­νια» της δε­κα­ε­τί­ας του 1920- πε­ρί­ο­δο ισχυ­ρής οι­κο­νο­μι­κής ανά­πτυ­ξης και πο­λι­τι­κής στα­θε­ρο­ποί­η­σης του διε­θνούς κα­πι­τα­λι­σμού, η οποία ανα­κό­πη­κε βίαια με το κραχ του 1929 και όσα Απο­κα­λυ­πτι­κά και κο­σμο­γο­νι­κά ακο­λού­θη­σαν.

Σή­με­ρα, είναι γε­γο­νός ότι η χρό­νια κρίση υπερ­συσ­σώ­ρευ­σης που εκ­δη­λώ­θη­κε δρα­μα­τι­κά το 2008 έχει εν μέρει εκτο­νω­θεί με τη μα­ζι­κή κα­τα­στρο­φή πα­ρα­γω­γι­κών δυ­νά­με­ων, ότι τα μη­τρο­πο­λι­τι­κά μέτρα έχουν δη­μιουρ­γή­σει απο­τε­λε­σμα­τι­κό­τε­ρους μη­χα­νι­σμούς άμυ­νας και ότι η οι­κο­νο­μι­κή με­γέ­θυν­ση σε ΗΠΑ και Ευ­ρώ­πη έχει επα­νέλ­θει σε όχι αξιο­ζή­λευ­τους, πά­ντως αρ­κε­τά τα­χύ­τε­ρους από πριν ρυθ­μούς. Ωστό­σο τα σο­βα­ρά, δο­μι­κά προ­βλή­μα­τα- χρέος, δρα­μα­τι­κές ανι­σορ­ρο­πί­ες στα ισο­ζύ­για, τρά­πε­ζες- ζόμπι (ει­δι­κά στην Ιτα­λία, τον με­γά­λο αδύ­να­μο κρίκο της ευ­ρω­ζώ­νης) κ.α.- δεν έχουν αντι­με­τω­πι­στεί, αντί­θε­τα επι­δει­νώ­νο­νται, έστω κι αν έχουν μπει κάτω από το χαλί. Η άνο­δος των χρη­μα­τι­στη­ρί­ων χωρίς αντι­στοι­χία με τα επι­χει­ρη­μα­τι­κά κέρδη, οι νέες φού­σκες στις αγο­ρές ακι­νή­των και η υπερ­βάλ­λου­σα πα­ρα­γω­γι­κή ικα­νό­τη­τα επι­χει­ρή­σε­ων και κρα­τών προ­οιω­νί­ζο­νται μια νέα, διε­θνή κρίση, την έκτα­ση και τον χρόνο της οποί­ας δεν μπο­ρού­με, βέ­βαια, να προ­βλέ­ψου­με. (Οι συ­ντο­νι­σμέ­νες κι­νή­σεις των Κε­ντρι­κών Τρα­πε­ζών για αύ­ξη­ση των επι­το­κί­ων και συρ­ρί­κνω­ση της πο­σο­τι­κής επέ­κτα­σης απο­τε­λούν προ­λη­πτι­κά μέτρα εν όψει ακρι­βώς του εν­δε­χό­με­νου της νέας κρί­σης).

Στο με­σο­διά­στη­μα που δια­νύ­ου­με, οι λαοί με­τα­βολ­λί­ζουν τις πλού­σιες εμπει­ρί­ες που συσ­σώ­ρευ­σαν από τα βά­σα­να, τα κι­νή­μα­τα, τις πο­λι­τι­κές από­πει­ρες αλ­λα­γής και τις απο­τυ­χί­ες της προ­γού­με­νης πε­ριό­δου. Αυτό δεν ση­μαί­νει ότι βρί­σκο­νται σε κα­τά­στα­ση αφα­σί­ας ή από­λυ­της πα­ρά­δο­σης, όπως με με­γά­λη ευ­κο­λία λέ­γε­ται και γρά­φε­ται από αν­θρώ­πους που προ­βάλ­λουν στην κοι­νω­νία τη δική τους πο­λι­τι­κή ή προ­σω­πι­κή απο­θάρ­ρυν­ση. Άφθο­να διε­θνή πα­ρα­δείγ­μα­τα δεί­χνουν ότι η κρίση της πο­λι­τι­κής είναι κρίση από την πλευ­ρά της προ­σφο­ράς, όχι από εκεί­νη της λαϊ­κής ζή­τη­σης.

Η «επι­στρο­φή των κα­τα­πιε­σμέ­νων» από το πε­ρι­θώ­ριο στο κέ­ντρο της πο­λι­τι­κής απο­τε­λεί ένα από τα πιο ελ­πι­δο­φό­ρα χα­ρα­κτη­ρι­στι­κά της πε­ριό­δου. Οι νέοι και οι με­γα­λύ­τε­ροι, κυ­ρί­ως των ερ­γα­τι­κών- λαϊ­κών στρω­μά­των, που είχαν απο­γοη­τευ­θεί από την πο­λι­τι­κή και απεί­χαν από κάθε σχε­τι­κή δια­δι­κα­σία, είναι αυτοί που χά­ρι­σαν τη με­γά­λη εκτί­να­ξη στον Κόρ­μπιν, όπως και στον Με­λαν­σόν και τον Σά­ντερς. Όχι γιατί είχαν τυφλή εμπι­στο­σύ­νη σε κά­ποιον «Μεσ­σία», αλλά γιατί είδαν στα προ­γράμ­μα­τα, τα πο­λι­τι­κά ρεύ­μα­τα και τις προ­σω­πι­κό­τη­τές τους τα ερ­γα­λεία για να σώ­σουν ό,τι μπο­ρούν να σώ­σουν και να αρ­χί­σουν να διεκ­δι­κούν ξανά ένα δια­φο­ρε­τι­κό μέλ­λον. Χί­λιες δυο κρι­τι­κές πα­ρα­τη­ρή­σεις θα μπο­ρού­σε να εγεί­ρει κα­νείς γιαυ­τά τα αντι­φα­τι­κά πο­λι­τι­κά φαι­νό­με­να και κοι­νω­νι­κά κι­νή­μα­τα- τον «υδραρ­γυ­ρι­κό» χα­ρα­κτή­ρα τους, την έλ­λει­ψη στα­θε­ρό­τη­τας και συ­νέ­χειας, τις προ­γραμ­μα­τι­κές ανε­πάρ­κειες και κυ­ρί­ως την έλ­λει­ψη ενός αρ­θρω­μέ­νου, πο­λυ­τα­σι­κού πο­λι­τι­κού φορέα των υπο­τε­λών τά­ξε­ων. Θέ­λου­με να πι­στεύ­ου­με, όμως, ότι απο­τε­λούν μόνο πρό­δρο­μα φαι­νό­με­να ελ­πι­δο­φό­ρων ανα­τρο­πών, τις οποί­ες κα­λού­μα­στε όλοι να συν­δια­μορ­φώ­σου­με, εγκα­τα­λεί­πο­ντας άγο­νες εμ­μο­νές και πε­ρι­χα­ρα­κώ­σεις.

Ετικέτες