Η Αυστραλία υπήρξε μια χώρα που έμεινε σχετικά ανέπαφη από την κρίση του 2007-08. Η εμφάνιση ουρών στα ταμεία ανεργίας σε αυτήν τη χώρα είναι μια πρωτόγνωρη εικόνα που λειτουργεί ως προειδοποίηση για το βάθος της κρίσης που έρχεται παντού.

Αξίζει επίσης να υπογραμμιστεί ότι τα όσα περιγράφει η συντρόφισσα παρακάτω εξελίσσονται στη χώρα όπου κατατέθηκε ένα από τα πιο πλούσια «πακέτα στήριξης της οικονομίας» διεθνώς, υπενθυμίζοντας πού θα κατευθυνθεί η «κρατική παρέμβαση» για την οποία τόσος λόγος γίνεται σε μια σειρά χώρες. Αυτά, αλλά και άλλα ζητήματα που θίγει το άρθρο, όπως η αδυναμία «επιστροφής στην παλιά κανονικότητα», οι επακόλουθες ανατροπές στις συνειδήσεις, το δίλημμα «να κολλήσω τον ιό ή να μείνω άνεργος;» που δεν θα έπρεπε να υπάρχει, η ανάγκη και η δυνατότητα για μια άλλη οργάνωση της κοινωνίας, ξεπερνούν τα όρια της Αυστραλίας. 

-------------------------------------------------

Οι εικόνες από ατελείωτες ουρές αναμονής για το επίδομα ανεργίας είναι συνήθως συνδεδεμένες με τη Μεγάλη Ύφεση της δεκαετίας του 1930 ή με την άσχημη κατάσταση των εργαζομένων σε άλλες χώρες. Δεν είναι σκηνές με τις οποίες είναι άμεσα εξοικειωμένοι οι περισσότεροι άνθρωποι στη σημερινή Αυστραλία. Μέχρι τώρα.

Η κρίση του COVID-19 έχει προκαλέσει αναστολή μεγάλου μέρους της οικονομικής δραστηριότητας. Οι επίσημες προβλέψεις λένε ότι μέσα στις επόμενες εβδομάδες, 1 έως 2 εκατομμύρια άνθρωποι θα απολυθούν στην Αυστραλία. Η [αεροπορική εταιρεία] Qantas έχει ήδη απολύσει 20.000 εργαζόμενους, μόλις λίγες μέρες αφότου έλαβε οικονομικό πακέτο κρατικής στήριξης ύψους 715 εκατομμυρίων δολαρίων.

Υπάρχει λόγος που οι ατελείωτες ουρές αναμονής για το επίδομα ανεργίας αποτελούν ένα πιο υποβλητικό σύμβολο οικονομικής κατάρρευσης απ’ ότι, παραδείγματος χάριν, οι εικόνες πανικόβλητων χρηματιστών και η πτώση των τιμών στο χρηματιστήριο. Οι μαζικές απολύσεις αποτυπώνουν τις παραλυτικές κακουχίες που αντιμετωπίζουν οι εργαζόμενοι και υπογραμμίζουν την επισφάλεια των συνθηκών ύπαρξης της εργατικής τάξης.

Σε περιόδους υψηλής ή πλήρους απασχόλησης (έστω σύμφωνα με τα επίσημα στοιχεία), αυτή η όψη της ζωής της εργατικής τάξης είναι κρυμμένη. Οι εργαζόμενοι μπορεί να νιώθουν ανασφάλεια μεμονωμένα, αλλά η κοινωνία ως σύνολο δείχνει σταθερή. Οι μεγάλης κλίμακας ρωγμές στην οικονομία αποκαλύπτουν το πόσο ευάλωτη είναι η κοινωνική πλειοψηφία. Γίνεται προφανές ότι, παρά το γεγονός ότι ζούμε σε έναν κόσμο άφθονου πλούτου και πόρων, ο καθημερινός μας βιοπορισμός εξαρτάται από μια εύθραυστη διευθέτηση -την απασχόλησή μας από κάποιο αφεντικό.

Όταν αυτή η διευθέτηση διαταραχτεί, έρχονται τα πάνω κάτω στη ζωή μας. Συχνά από τη μια στιγμή στην άλλη. Εκατομμύρια εργαζόμενοι στην Αυστραλία δεν έχουν αποταμιεύσεις πάνω στις οποίες να μπορούν να βασιστούν: το 40% του πληθυσμού έχει στον τραπεζικό λογαριασμό του χρήματα που δεν ξεπερνούν το εισόδημα τριών εβδομάδων, ενώ ένα 10% έχει λιγότερα από 90 δολάρια. Περίπου το 25% των εργαζομένων απασχολείται με συμβάσεις ορισμένου χρόνου χωρίς άδεια ασθενείας.

Είναι οι άνθρωποι που βρίσκονται σε αυτή την κατάσταση αυτοί οι οποίοι  σχηματίζουν τις ουρές που απλώνονται σαν ποτάμια έξω από τα γραφεία των κοινωνικών υπηρεσιών σε ολόκληρη την Αυστραλία. Δημοσιογράφοι της Red Flag μίλησαν με μερικούς από αυτούς, ανθρώπους φανερά αγχωμένους -ιδίως στα πιο φτωχά προάστια- που δεν έχουν ιδέα για το πώς θα θρέψουν τις οικογένειές τους τις προσεχείς εβδομάδες. Οι περισσότεροι ήταν σε κατάσταση σοκ, από την αναπάντεχη εξέλιξη των γεγονότων.

Ο Μπεν, ένας 44χρονος σεφ από την Αδελαΐδα, αφηγήθηκε μια ιστορία που είναι χαρακτηριστική της γενικότερης κατάστασης: «Ποτέ δεν περίμενα ότι θα  ξαναβρεθώ στην ουρά αναμονής για το επίδομα ανεργίας. Προς μεγάλη μου ικανοποίηση εργαζόμουν επί 10 χρόνια, βγάζοντας αρκετά καλά λεφτά... Τελείωσα τη βάρδιά μου το βράδυ της Κυριακής και καθώς χτυπούσα κάρτα ότι σχολάω, το όνομά μου ήταν ακόμα στον πίνακα με τις βάρδιες της ερχόμενης εβδομάδας. Στη συνέχεια, στις 9:30, βγήκε μια ανακοίνωση στις ειδήσεις και οι ιδιοκτήτες απλά ήρθαν στο ξενοδοχείο και άρχισαν να συσκευάζουν τα πάντα. Έτσι το έμαθα».

Οι περισσότεροι επίσης ένιωθαν θυμωμένοι και απογοητευμένοι. Σε αντίθεση με τις μεγάλες επιχειρήσεις -που ήδη περιλούζονται από πακέτα οικονομικής υποστήριξης χωρίς υποχρέωση αποπληρωμής ή άλλες υποχρεώσεις- οι απλοί άνθρωποι πρέπει να δαπανήσουν ώρες και μέρες τσαλαβουτώντας μέσα στην πηχτή αργοκίνητη λάσπη που είναι η γραφειοκρατία των Αυστραλιανών κοινωνικών υπηρεσιών απλά και μόνο για να πάρουν ένα μικρό επίδομα.

Από τότε που ξεκίνησαν οι απολύσεις, το σάιτ της κοινωνικής υπηρεσίας έχει «πέσει» αμέτρητες φορές. Παρόλα αυτά, οι Αρχές έχουν προειδοποιήσει τον κόσμο να μην επισκέπτεται τα γραφεία της. Η Λάνα από την Μπρίσμπεϊν εξήγησε την εμπειρία της σε αυτό το Καφκικό δίλλημα έξω από τα γραφεία των κοινωνικών υπηρεσιών στο Μπρίσμπεϊν:

«Κατέληξα να περιμένω 4,5 ώρες. Μόλις μπήκα μέσα περίμενα άλλη μισή ώρα μόνο και μόνο για να μου πουν ότι με κάποιο τρόπο όλα τα έγγραφά μου είχαν ήδη φορτωθεί στο σύστημά τους και ότι έπρεπε να πάω σπίτι μου και να συνδεθώ στο ίντερνετ για να κλείσω το ραντεβού μου, παρά το γεγονός ότι η ιστοσελίδα τους και η εφαρμογή τους είχαν “πέσει”. Έτσι, στην ουσία στήθηκα στην ουρά και περίμενα πέντε ώρες για να μου πουν να πάω σπίτι και να το κάνω απ` τον υπολογιστή μου. Δεν μπορώ να καταλάβω γιατί δεν μπορούσαν απλώς να μου κλείσουν το ραντεβού επιτόπου οι ίδιοι. Τους ρώτησα πώς υποτίθεται ότι θα το κάνω αυτό διαδικτυακά  όταν η ιστοσελίδα τους έχει γαμηθεί και μου είπαν καλή τύχη και να συνεχίσω να προσπαθώ».

Δεν πρόκειται για ένα μεμονωμένο περιστατικό, όπου το σύστημα επιβαρύνεται από μια ξαφνική μαζική ζήτηση. Είναι ένα σύστημα σχεδιασμένο να αποτυγχάνει να στηρίξει τους ανθρώπους. Δεκαετίες νεοφιλελευθερισμού είχαν ως αποτέλεσμα τεράστιες περικοπές, τόσο σε προσωπικό όσο και ως προς το ύψος του ποσού για τη στήριξη του εισοδήματος που είναι διαθέσιμο για το λαό. Αφήνουν σκόπιμα τους πιο ευάλωτους να περιμένουν για μήνες χωρίς εισόδημα, καθώς αξιολογούνται οι αιτήσεις τους. Τα επιδόματα ανεργίας καταδικάζουν τους ανθρώπους να ζουν πολύ κάτω από το όριο της φτώχειας -35 δολάρια ημερησίως για έναν άγαμο ενήλικα χωρίς εξαρτώμενα άτομα- και διαδοχικές κυβερνήσεις έχουν αρνηθεί πεισματικά να αυξήσουν το ποσό παρά τις έντονες πιέσεις που έχουν δεχτεί. Είναι το χαμηλότερο επίδομα ανεργίας (αναλογικά) από όλες τις χώρες του ΟΟΣΑ.

Εν τω μεταξύ, η κυβέρνηση ευχαρίστως χαραμίζει χρήματα προκειμένου να καθυποτάξει τον κόσμο, όπως συνέβη με το παράνομο και ανήθικο πρόγραμμα robodebt, που μέχρι πρόσφατα κυνηγούσε, ταπείνωνε και ποινικοποιούσε τους αποδέκτες προνοιακών επιδομάτων προκαλώντας τους αρκετό περιττό άγχος (ΣτΜ: ένα «ρομποτικό» πρόγραμμα που εξέταζε ημι-αυτόματα διάφορα δεδομένα και απέστελνε μαζικά επιστολές σε δικαιούχους επιδομάτων όπου τους δήλωνε ότι χρωστούν χρήματα στο δημόσιο γιατί έχουν εισπράξει μεγάλα ποσά).

Ο [πρωθυπουργός] Μόρισον, πέρσι απαντούσε στις κριτικές για το χαμηλό ύψος του επιδόματος ανεργίας δηλώνοντας ότι «το καλύτερο είδος κοινωνικής πρόνοιας είναι μια δουλειά». Αλλά το ξέσπασμα μιας οξείας κοινωνικής κρίσης υποχρέωσε το Φιλελεύθερο Κόμμα να αλλάξει κάποιους από τους κανόνες. Τα επιδόματα έχουν προσωρινά διπλασιαστεί και οι άνεργοι που στηρίζονται στην κοινωνική πρόνοια δεν στιγματίζονται πλέον ως τεμπέλικα σκουπίδια της κοινωνίας.

Παρόλα αυτά, οι παλιές συνήθειες δύσκολα αλλάζουν: τα ΜΜΕ αποκάλυψαν ότι η κυβέρνηση κρατούσε τους ανθρώπους στο σκοτάδι σχετικά με την αναστολή των αμοιβαίων υποχρεώσεών τους (ΣτΜ: υποχρεώσεις που πρέπει κανείς να τηρεί για να εισπράττει το επίδομα ανεργίας, πχ «ενεργή αναζήτηση εργασίας» κλπ). Σύμφωνα με το νόμο, οι υποχρεώσεις αυτές μπορούν να ανασταλούν όταν δεν υπάρχει καμιά δυνατότητα εκπλήρωσής τους, όπως, για παράδειγμα, κατά τη διάρκεια ενός άνευ ιστορικού προηγουμένου «λουκέτου» στην οικονομία. Τα μεγάλα ΜΜΕ κατέγραψαν την αποτυχία της κυβέρνησης να ενημερώσει τους δικαιούχους επιδότησης για αυτήν την αναστολή υποχρεώσεων ως μια γκάφα στο επίπεδο της επικοινωνίας με το κοινό.

Ωστόσο, ένας δημόσιος υπάλληλος δήλωσε στην Red Flag ότι ήταν μια σκόπιμη απόφαση που αποσκοπούσε στην εξυπηρέτηση των φορέων/εταιριών παροχής υπηρεσιών αναζήτησης εργασίας. Αυτοί οι «πάροχοι υπηρεσιών» δεν παρέχουν υπηρεσίες ούτε στις καλύτερες μέρες –το 93% των «πελατών» τους βρίσκουν δουλειά μόνοι τους. Αλλά σε μια περίοδο μαζικών απολύσεων και οικονομικών λουκέτων, οι υπηρεσίες που εμπορεύονται αποτελούν σκέτη φάρσα. Παρ’ όλα αυτά, η κυβέρνηση κατέβαλε τις πληρωμές των συμβάσεών τους για τους επόμενους έξι μήνες προκαταβολικά.

Αυτό δείχνει τις πραγματικές προτεραιότητες της κυβέρνησης κατά τη διάρκεια αυτής της περιόδου κρίσης. Αντί να διασώζει τους εργαζόμενους, παρέχοντας προνοιακά επιδόματα ισάξια του κατώτατου μισθού, επιβάλλοντας το αναγκαστικό κλείσιμο των βιομηχανιών που δεν είναι απολύτως απαραίτητες και αναγκάζοντας τα αφεντικά να διατηρήσουν το προσωπικό τους, θα συνεχίσει να φροντίζει τις ιδιωτικές επιχειρήσεις και να εργάζεται για τη διατήρηση των κερδών τους  οπουδήποτε μπορεί. Προς το παρόν, αυτό περιλαμβάνει μερικά προσωρινά μέτρα τα οποία ωφελούν και ορισμένους εργαζόμενους. Αλλά αυτό δεν πρόκειται να διαρκέσει. Εισερχόμαστε σε μια οικονομική ύφεση, και ενδεχομένως μια βαθιά παρατεταμένη οικονομική ύφεση, κατά την οποία η άρχουσα τάξη θα εξαπολύσει άγριες επιθέσεις.

Πολλοί απολύτως κατανοητά ελπίζουν ότι αυτή η κρίση θα είναι περαστική, και ότι μόλις περάσει η χειρότερη φάση της πανδημίας τα πράγματα θα επανέλθουν στο φυσιολογικό και η οικονομία θα συνεχίσει από εκεί που σταμάτησε. Τα γεγονότα των τελευταίων εβδομάδων μοιάζουν σουρεαλιστικά και είναι δύσκολο να πιστέψει κανείς ότι θα μπορούσαν να αντιπροσωπεύσουν μια νέα κανονικότητα.

Ωστόσο, δεν υπάρχει επιστροφή στην προηγούμενη κατάσταση. Είναι αλήθεια ότι πολλές επιχειρήσεις και βιομηχανίες έχουν κλείσει λόγω της κυβερνητικής πολιτικής και των κοινωνικών πιέσεων και όχι επειδή δεν ήταν οικονομικά βιώσιμες. Αυτό καθιστά την πρώιμη φάση αυτής της καθοδικής οικονομικής πορείας πολύ διαφορετική από άλλες υφέσεις.

Αλλά η καπιταλιστική οικονομία δεν μπορεί να απενεργοποιείται και να επανενεργοποιείται με το ανεβοκατέβασμα ενός διακόπτη. Οι επενδύσεις που είχαν ήδη γίνει στο παρελθόν δεν μπορούν να παρθούν πίσω και οι μικρότερες και πιο αδύναμες επιχειρήσεις δεν θα επιβιώσουν σε μήνες χειμερίας νάρκης, καθώς τα χρέη θα γίνονται απαιτητά. Οι μεμονωμένες εταιρείες καθώς και η οικονομία στο σύνολό της θα αναδιαρθρωθούν ριζικά στην πορεία, και αυτό θα οδηγήσει στο να χάσουν πολλοί εργαζόμενοι σκληρά κερδισμένους μισθούς και συνθήκες εργασίας ή και τις δουλειές τους συνολικά.

Αυτή η τάση συγχωνεύεται με την προϋπάρχουσα οικονομική άσχημη κατάσταση  την οποία επιτάχυνε η σημερινή κρίση. Η ανάπτυξη υπήρξε ασθενής και αργή σε ολόκληρη την παγκόσμια οικονομία μετά το παγκόσμιο οικονομικό κραχ του 2008 και εξακολουθούν να υπάρχουν υψηλά επίπεδα εταιρικού χρέους. Η διακοπή λειτουργίας της οικονομίας εξ’ αιτίας του COVID-19 είναι πιθανό να πυροδοτήσει  ένα κύμα αθέτησης εταιρικών οικονομικών υποχρεώσεων και συρρίκνωσης σε ορισμένες από τις μεγαλύτερες οικονομίες του κόσμου, γεγονός που με τη σειρά του θα μπορούσε να οδηγήσει σε κρίσεις σε άλλες οικονομίες. Ανεξάρτητα από το πόσο βαθιές θα αποδειχθούν αυτές οι κρίσεις, η ανεργία είναι πιθανό να γίνει ένα πολύ πιο μόνιμο και έντονο χαρακτηριστικό όλων των κοινωνιών στο ορατό μέλλον –και αυτό συμπεριλαμβάνει και την Αυστραλία.

Η Αυστραλία παρέμεινε σχετικά αμόλυντη από τις επιπτώσεις της κρίσης του 2008, γεγονός που αποτελεί έναν από τους λόγους για τους οποίους είναι δύσκολο να φανταστεί κανείς εδώ την προοπτική μιας διαρκούς και βαθιάς οικονομικής ύφεσης. Οι χώρες που αντιμετώπισαν την ορμή των συνεπειών της τελευταίας κρίσης περισσότερο, μεταμορφώθηκαν θεμελιωδώς από αυτήν, οικονομικά και πολιτικά.

Στη Νότια Ευρώπη η ανεργία ανέβηκε στα ύψη. Στην Ισπανία και την Ελλάδα, η ανεργία των νέων ανέβηκε περίπου στο 60%. Αυτός ήταν ένας βασικός παράγοντας πυροδότησης αγώνων και αναδιαμόρφωσης της πολιτικής σκηνής.

Οι νέοι άνθρωποι ηγήθηκαν ενός τεράστιου κινήματος στους δρόμους της Ισπανίας, αυτοαποκαλούμενοι Indignados (Αγανακτισμένοι). Η αγανάκτησή τους τροφοδότησε τεράστιες, παρατεταμένες καταλήψεις δημόσιων πλατειών και την απόρριψη όλων των πολιτικών κομμάτων του νεοφιλελεύθερου κατεστημένου.

Στην Ελλάδα, ένα ριζοσπαστικό νεολαιίστικο κίνημα σε συνδυασμό με μια ξεσηκωμένη εργατική τάξη οδήγησαν στην ταχεία άνοδο ενός νέου αριστερού κόμματος το οποίο υποσχόταν να αντισταθεί στα αφεντικά και στους τραπεζίτες (αν και ψευδώς όπως αποδείχτηκε). Η λαϊκή υποστήριξη προς το παραδοσιακό σοσιαλδημοκρατικό κόμμα κατέρρευσε.

Στη Μέση Ανατολή, η ανεργία αυξήθηκε σε παρόμοια επίπεδα και ο θυμός των νέων αποφοίτων πανεπιστημίων που δεν είχαν πλέον την εγγύηση ότι θα βρουν δουλειά, ήταν ένας από τους παράγοντες που καθοδήγησαν τις επαναστάσεις οι οποίες αναφέρονται συλλογικά ως η Αραβική Άνοιξη.

Καθώς παρόμοιες συνθήκες θα εμφανίζονται κι εδώ, το μότο που επαναλαμβάνει η κυβέρνηση ότι «είμαστε όλοι μαζί σ’ αυτό» θα αρχίσει να χάνει την αξιοπιστία του. Οι ταξικές εντάσεις θα γίνουν εντονότερες και η κοινωνική πόλωση θα αυξηθεί, ανοίγοντας τη δυνατότητα για μαζικές μετατοπίσεις των συνειδήσεων όπως επίσης και για σοβαρή και ριζοσπαστική αντίσταση.

Ακόμη και βραχυπρόθεσμα, βλέπουμε ήδη τις ταξικές αντιφάσεις της τρέχουσας περιόδου να βγαίνουν στην επιφάνεια. Η επιμονή των αρχουσών τάξεων στη διατήρηση της λειτουργίας των σχολείων και διαφόρων άλλων μη αναγκαίων  βιομηχανιών πάει κόντρα στα ένστικτα εκατομμυρίων εργαζομένων που τα θέλουν κλειστά προκειμένου να προστατευτεί ο κόσμος από τον ιό. Σε αντίθεση με τον Μόρισον και τους μεγάλους καπιταλιστές, η πλειοψηφία των ανθρώπων δεν θεωρεί ότι «κάθε εργασία είναι απολύτως αναγκαία» εν μέσω μιας πανδημίας.

Εν τω μεταξύ, αυτή η κρίση αποδεικνύει ότι ορισμένες δουλειές είναι σίγουρα αναγκαίες, συμπεριλαμβανομένων πολλών που είναι χαμηλόμισθες και γενικά δεν θεωρούνται μεγάλης αξίας. Αυτοί οι εργαζόμενοι επίσης διεκδικούν το δικαίωμά τους να εργάζονται σε ασφαλείς συνθήκες. Ορισμένοι είναι έτοιμοι ακόμα και να σταματήσουν τη δουλειά προκειμένου να επιμείνουν σε αυτό το αίτημα, όπως μας έδειξε η θαρραλέα απεργία των εργατών στις αποθήκες Coles που αρνούνται να δεχθούν ανθυγιεινές συνθήκες εργασίας.

Αλλά το δίλημμα που αντιμετωπίζουμε οι εργαζόμενοι παντού είναι ότι η δουλειά μας ήταν πάντα απαραίτητη για την επιβίωσή μας –η ύπαρξή μας εξαρτάται από την εκμετάλλευσή μας από τα αφεντικά. Ακόμη και σε κανονικές περιόδους, αυτός ο οικονομικός καταναγκασμός υποχρεώνει πολλούς να διακινδυνεύσουν την υγεία τους προκειμένου να διατηρήσουν το εισόδημά τους. Σε αυτήν την εποχή κρίσης, πάρα πολλοί είναι διχασμένοι ανάμεσα στο τι τους απειλεί περισσότερο –ο ιός ή η ανεργία.

Είναι ένα δίλλημα που δεν θα έπρεπε να υπάρχει. Οι σοσιαλιστές καλούμε τους εργαζόμενους να αντισταθούν στις μαζικές απολύσεις και να αρνηθούν να θυσιάσουν τις συνθήκες εργασίας ή την αμοιβή τους για να διασωθεί η εύρυθμη λειτουργία του καπιταλισμού. Αντιμετωπίζοντας ωστόσο μια μακροπρόθεσμη κρίση, πρέπει επίσης να προχωρήσουμε προς μια κατάσταση όπου οι εργαζόμενοι δεν θα εξαρτώνται από τα καπρίτσια της αγοράς. Η κυβέρνηση θα πρέπει να εγγυάται το βιοτικό μας επίπεδο, όσο η κοινωνία βρίσκεται σε καραντίνα και να προσφέρει ευκαιρίες για ασφαλή απασχόληση και προσλήψεις σε βιομηχανίες που παίζουν σημαντικό ρόλο στην καταπολέμηση του ιού.

Αλλά το πιο σημαντικό, πρέπει να επιχειρηματολογήσουμε για μια κοινωνία στην οποία η εργατική τάξη έχει πραγματικό έλεγχο πάνω στην κοινωνία και την οικονομία. Μια κοινωνία προσανατολισμένη στο κέρδος δεν μπορεί να ανταποκριθεί σε μια πανδημία με ανθρωπιστικό και ορθολογικό τρόπο. Μια σοσιαλιστική δημοκρατία θα σήμαινε ότι οι βιομηχανίες θα μπορούσαν γρήγορα να αλλάξουν αντικείμενο και να αναδιοργανωθούν χωρίς να ληφθεί υπόψη το κόστος. Οι εργαζόμενοι θα μπορούσαν με γνώμονα τη χρησιμότητα και με ασφάλεια να αναλάβουν νέα καθήκοντα προκειμένου να εκτελούν αναγκαίο έργο, χωρίς να χρειάζεται να ανησυχούν για το ενδεχόμενο να βυθιστούν στη φτώχεια. Οι άνθρωποι δεν θα εξαναγκάζονταν να δουλέψουν σε επικίνδυνα πόστα εξαιτίας της οικονομικής απόγνωσης. Οι αποφάσεις που αφορούν το ποιες εργασίες είναι αναγκαίες και ποιες όχι θα παίρνονταν από τους εργαζομένους συλλογικά και προς το συμφέρον της πλατιάς πλειοψηφίας.

Αυτό το όραμα σοσιαλισμού απαιτεί κάτι παραπάνω από κεντρικό σχεδιασμό. Προϋποθέτει ότι οι εργαζόμενοι άνθρωποι αναλαμβάνουν συλλογικά και δημοκρατικά τον έλεγχο των ζωών τους, της οικονομίας και της κοινωνίας.

Ετικέτες