Οι μέρες που ζούμε αποκαλούνται συχνά και από πολύ κόσμο «επιστροφή στην κανονικότητα».

Τα μέτρα απαγόρευσης αίρονται, κόσμος βγαίνει ξανά από το σπίτι και η τουριστική περίοδος ξεκινά – η Αριστερά όμως μοιάζει να είναι ακόμα σχετικά αμήχανη και αδρανής. Η επιφυλακτικότητα είναι δικαιολογημένη: η συγκυρία δεν είναι όσο ρόδινη φαίνεται από τα δελτία ειδήσεων, κι αυτό δεν οφείλεται μόνο στην ίδια την πανδημία αλλά και σε όσα αυτή μας έκανε να καταλάβουμε.

Η πανδημία επέφερε μια υγειονομική κρίση που ανέδειξε όλα την υποβάθμιση του ΕΣΥ στα χρόνια των μνημονίων καθώς και των δημοσίων συστημάτων υγείας διεθνώς με την εφαρμογή των νεοφιλελεύθερων πολιτικών.Η υγειονομική αυτή κρίση οδηγεί ραγδαία σε μια νέα οικονομική κρίση και ύφεση. Στη νέα αυτή πραγματικότητα, μορφές απάντησης από μεριάς του κεφαλαίου έχουν αρχίσει στο όνομα της «προστασίας από την πανδημία» να δοκιμάζονται εκτεταμένα: απολύσεις, εμπέδωση ελαστικών σχέσεων εργασίας, ακραίες μορφές αστυνόμευσης με πρόβα για κάθε μορφής διεκδίκηση του μέλλοντος, την ώρα που ο έλεγχος π.χ. της ασφάλειας στα μεγάλες γραμμές παραγωγής είναι από ανύπαρκτος έως κωμικός.

Σε αυτό το πεδίο όμως,αμφισβητήθηκαν πολλά δεδομένα του αστισμού. Φάνηκε ακόμη και σε κάποιους σκληροπυρηνικούς νεοφιλελεύθερους η σημασία ενός δημόσιου συστήματος υγείας. Άνοιξαν νέες δυνατότητες στην κοινωνική αλληλεγγύη. Αποδείχτηκε ότι σε έναν κόσμο ακραίας διεθνοποίησης και ασύδοτης παραγωγής, μια πανδημία μπορεί να διαλύσει τα προτάγματα αιώνιας ευημερίας και να δείξει πόσο απροστάτευτη μπορεί να μείνει η κοινωνία των εργαζομένων αλλά και η ανθρώπινη ζωή. Σε έναν τέτοιο κόσμο, πώς οφείλει να τοποθετηθεί η ριζοσπαστική αριστερά τόσο σε κοινωνικό όσο και σε πολιτικό επίπεδο;

Η πανδημία και η υγειονομική κρίση βρήκε τη ριζοσπαστική αριστερά σε μια περίοδο αμηχανίας που με αργά βήματα προσπαθούσε να επουλώσει τις πληγές του παρελθόντος και να ξεπεράσει τη μεγάλη ήττα του 2015. Τα μεγάλα κινήματα καθώς και η ύπαρξη ενός ισχυρού αντιπροτάγματος υπό μία έννοια ήταν εδώ και καιρό σε καραντίνα. Μέσα σε αυτή την ήδη δύσκολη κατάσταση υπήρξαν κάποιες πρώτες αχτίδες που πέρασαν μέσα από τις ρωγμές. Η πιο χαρακτηριστική υπήρξε η καμπάνια Κανένας μόνος/ Καμία μόνη που μετά από πολύ καιρό αποτέλεσε ένα πεδίο συσπείρωσης και γόνιμου διαλόγου ανάμεσα στο σύνολο, σχεδόν, των δυνάμεων της ριζοσπαστικής αριστεράς που κατάφερε να είναι ουσιαστική, μαζική και κοινωνικά χρήσιμη και με στοχοπροσήλωση να ξεπερνά τις αντιφάσεις και τα εμπόδια και έτσι ώστε να οδηγείται σε μία δημιουργική πολυσυλλεκτικότητα.

Στη νέα αυτή συνθήκη οι αντιστάσεις του εργατικού και λαϊκού κινήματος, η ανάδειξη αιτημάτων και η αντίθεση στη νεοφιλελεύθερη επίθεση τίθενται σε προτεραιότητα. Αναδεικνύεται μέσα από αυτό η ανάγκη ενός νέου μεταβατικού προγράμματος που θα συνδυάζει τα άμεσα αιτήματα πάλης με ένα πρόγραμμα τομών και ανάδειξης ενός αντιπροτάγματος και μιας συνολικής πολιτικής εναλλακτικής. Μέσα σε αυτές τις διεργασίες είναι που πρέπει να χτίσουμε τη νέα ριζοσπαστική αριστερά και ο δρόμος δεν είναι στρωμένος με ροδοπέταλα. Τα λάθη του παρελθόντος βάζουν τον πήχη ψηλότερα. Χρειάζεται να βαδίσουμε με υψηλό το αίσθημα της αυτοκριτικής, μακριά από γραφειοκρατικές λογικές και συνεννοήσεις σε επίπεδο κορυφής, με μορφώματα συμπεριληπτικά και ουσιαστικά δημοκρατικά. Και φυσικά δεν είμαστε στο μηδέν. Ήδη υπάρχειη πρωτοβουλίαγα τον «κοινό τόπο διαλόγου και δράσης» που δημιουργήσαμε από κοινού οι δυνάμεις της ΔΕΑ, της ΑΡΑΝ, της Αναμέτρησης και της Συνάντησης εδώ και ένα χρόνο βλέποντας ακριβώς την αναγκαιότητα για μια νέα συζήτηση και μια νέα ενότητα και διεργασία του χώρου. Στο πλαίσιο της ανάγκης της κοινής δράσης ενάντια στην επίθεση που έρχεται εντάσσεται και η προσπάθεια για κοινή δράση δυνάμεων της ανυπότακτης και ριζοσπαστικής αριστεράς. Εμείς οι ίδιοι που χτίζουμε όλα αυτά γνωρίζουμε ήδη ότι δεν είναι αρκετά. Σήμερα, στις νέες αυτές συνθήκες που μας επιτάσσει η ίδια η πραγματικότητα, η ανάγκη για επανεκκίνηση, για νέες ενότητες που θα συμπεριλαμβάνουν μια ευρύτερη πολιτική γεωμετρία, για πραγματικό άνοιγμα του διαλόγου μέσα στην ριζοσπαστική αριστερά με όσους- συλλογικά και ατομικά- αντιλαμβάνονται ακριβώς την κρισιμότητα αυτή καθώς και την απαίτηση για ένα τέτοιο πολιτικό περιεχόμενο και φυσιογνωμία, βοά. Μέσα από την κοινή δράση, τις συγκλίσεις, την όσμωση σε κοινωνικό και πολιτικό επίπεδο, την υιοθέτηση από κοινού ενός μεταβατικού προγράμματος αλλά φυσικά και μέσα από τις διαφωνίες, τις αντιφάσεις και τις πληγές που όλοι κουβαλάμε πρέπει να βαδίσουμε και να συγκροτήσουμε ένα σύγχρονο πολιτικό υποκείμενο που θα είναι κομμάτι των κινημάτων και των κοινωνικών αντιστάσεων. Στο τέλος του δρόμου ο κόσμος δεν θα είναι ίδιος και ούτε εμείς θα είμαστε ίδιοι. Από εμάς κρίνεται, όμως, το αν θα ορίζουμε τις μάχες και τις νίκες του μέλλοντος μας ώστε αυτός ο κόσμος να μπορεί να μας χωρά όλους.

*Μέλος της Αριστερής Ανασύνθεσης

**Αναδημοσίευση από την Εργατική Αριστερά

Ετικέτες