Ήταν 4 Οκτώβρη όταν το Γενικό Συμβούλιο της ΑΔΕΔΥ αποφάσιζε 24ωρη απεργία μέσα στο Νοέμβρη για όλο το δημόσιο, με πρόθεση η απεργία αυτή να γίνει πανεργατική μαζί με τα συνδικάτα του ιδιωτικού τομέα και ειδικά τα Εργατικά Κέντρα.
Αυτή η απόφαση αναδείκνυε την μεγάλη αναγκαιότητα να οργανωθεί και να κλιμακωθεί η πάλη για το σπάσιμο της εφαρμογής του νόμου Χατζηδάκη. Από εκεί και μετά όμως οι συνδικαλιστές της ΔΑΚΕ και της ΠΑΣΚΕ στην ΑΔΕΔΥ αλλά και οι συνδικαλιστές του ΣΥΡΙΖΑ στο Εργατικό Κέντρο Αθήνας (ΕΚΑ) έχουν αδρανήσει αφήνοντας μετέωρη την ανάγκη να υπάρξει απεργιακός σταθμός που θα αποτελεί απάντηση στην κυβερνητική πολιτική.
Η πρωτοβουλία που πήρε εκείνες τις μέρες το ΠΑΜΕ και η σύσκεψη στο Σπόρτινγκ με τη συμμετοχή πολλών Ομοσπονδιών, Εργατικών Κέντρων και πρωτοβάθμιων σωματείων, οδήγησε στην κινητοποίηση της Πέμπτης 4 Νοέμβρη. Μια κινητοποίηση που θα μπορούσε να έχει αποκτήσει χαρακτήρα προετοιμασίας μιας μεγάλης γενικής απεργίας. Μια κινητοποίηση που έδωσε ελπίδες ότι θα υπάρξει ενωτική προσπάθεια κλιμάκωσης του αγώνα από τις αγωνιστικές, ταξικές, ριζοσπαστικές αριστερές δυνάμεις στα συνδικάτα. Δυστυχώς η άρνηση του ΠΑΜΕ να προχωρήσει θαρρετά δίνοντας μετωπικό χαρακτήρα στη σύσκεψη που έγινε στο Σπόρτινγκ άφησε στη μέση αυτή την προσπάθεια. Είναι ένα νήμα που αν υπάρξουν οι κινητοποιήσεις θα υπάρξει και η πίεση να ξαναπιαστεί. Και η αδράνεια των συνδικαλιστών της ΔΑΚΕ και της ΠΑΣΚΕ αλλά και των δυνάμεων του ΣΥΡΙΖΑ στο Εργατικό Κέντρο Αθήνας, έχουν αφήσει ανοιχτό το ζήτημα της πραγματοποίησης της απεργίας.
Σίγουρα δυσκολίες έχουν προκύψει και από την αναγκαιότητα να οργανωθούν έγκαιρα εκλογικές διαδικασίες στα σωματεία. Όμως οι εκλογικές διαδικασίες θα ήταν ακόμη πιο «ζωντανές» και πιθανά με μεγαλύτερη συμμετοχή αν γινόντουσαν κέντρο για την οργάνωση και τη στήριξη μιας απεργίας.
Η ψήφιση του ταξικά βάρβαρου προϋπολογισμού, στα μέσα του Δεκέμβρη, πιθανά την Παρασκευή 17/12, δίνει τη δυνατότητα να αποφασιστεί, όχι όσο έγκαιρα χρειαζόταν βέβαια, μια μαζική απάντηση του εργατικού κινήματος στην πραγματικότητα που ξημερώνει από την 1 Γενάρη του 2022. Μια πραγματικότητα που απειλεί να οδηγήσει στην παρανομία τα συνδικάτα και τη συνδικαλιστική δράση. Μια πραγματικότητα ακραία βάρβαρη όπως περιγράφεται από τον προϋπολογισμό που στήνει πάρτι εκατομμυρίων για τους από πάνω και αφήνει αβοήθητους τους από κάτω να πεθαίνουν από τον Covid-19, να εξαθλιώνονται από την ακρίβεια, την ανεργία, τους χαμηλούς μισθούς, να τσακίζονται στα μεσαιωνικά κάτεργα των καπιταλιστών.
Μαχητικοί αγώνες
Απέναντι σε αυτή την πραγματικότητα έχει καταγραφεί το τελευταίο τρίμηνο και η πραγματικότητα των μαχητικών εργασιακών αγώνων. Η νίκη των εργαζομένων στην E-FOOD. Εκεί που η κοινή δράση των σωματείων που στηρίζονται από τους αναρχικούς και το ΠΑΜΕ απέδειξε ότι η ενότητα και η αποφασιστικότητα να στηριχθεί μια εργατική κινητοποίηση μπορεί να φέρει νίκες. Ο αγώνας αυτός έχει δώσει φτερά και στους εργαζόμενους σε άλλες εταιρείες διανομών και ταχυμεταφορών, όπως η Wolt και η ΕΛΤΑ COURIER, να βγουν στο δρόμο, να αντιμετωπίσουν τους εργοδότες και την κυβέρνηση, να απεργήσουν. Η ταξική αλληλεγγύη που κερδίζουν καθημερινά αυτοί οι νέοι, στην πλειοψηφία τους εργαζόμενοι, αποδεικνύει ότι το υπέδαφος για την κήρυξη πανεργατικής απεργίας όχι απλά υπάρχει, αλλά όσο πιο έγκαιρα οργανωθεί και προπαγανδιστεί, τόσο πιο μαζικά θα αγκαλιαστεί από τον κόσμο.
Οι αποσπασματικοί αγώνες είτε είναι νικηφόροι, όπως αυτός των εργαζομένων στην Cosco, είτε συνεχείς με αποσπασματικές όμως κινητοποιήσεις όπως αυτός των εργαζομένων στα δημόσια νοσοκομεία που έχουν προχωρήσει σε σειρά κινητοποιήσεων από τις 26 Αυγούστου, σχεδόν ανά δεκαήμερο και απεργούν ξανά την Τετάρτη 1 Δεκέμβρη, οι αγώνες των εκπαιδευτικών, οι αγώνες των εργαζομένων σε επισιτισμό-τουρισμό, οι νικηφόροι και μη αγώνες των εργαζομένων στους δήμους, οι αγώνες των μεταναστών εργατών γης στη Μανωλάδα χρειάζεται να γίνουν συντονισμένα ώστε να μπορέσουν να έχουν συνέχεια και να είναι όχι μόνο νικηφόροι για κλαδικά αιτήματα αλλά και προετοιμαστικοί ώστε να οργανωθεί μια γενική απεργία όπου όλα τα χέρια θα χτυπήσουν μαζί, σε κοινή κατεύθυνση και με στόχο την βάρβαρη νεοφιλελεύθερη κυβερνητική πολιτική.
Αν η απεργία είχε προκηρυχθεί έγκαιρα θα έδινε την ευκαιρία, να υπάρξουν συναντήσεις για το συντονισμό των δράσεων, να γίνουν συνελεύσεις, να οργανωθούν προσπάθειες για δράσεις σε χώρους και γειτονιές που θα έφερναν στο προσκήνιο τα αιτήματα των εργαζομένων. Την ανάγκη να υπάρξει μαζική απειθαρχία και ανυπακοή στο νόμο Χατζηδάκη. Την ανάγκη να σωθεί ο λαός από την πανδημία, με προσλήψεις στα νοσοκομεία και αύξηση της χρηματοδότησης τους αντί να δίνονται δισεκατομμύρια ευρώ για οπλικά συστήματα. Την αύξηση στους μισθούς, τις συντάξεις και τα κοινωνικά επιδόματα αντί να δίνονται απλόχερα λεφτά στους καπιταλιστές. Την άρση των αναστολών εργασίας στα νοσοκομεία, τη μονιμοποίηση όλων των συμβασιούχων και τις μαζικές προσλήψεις μόνιμου προσωπικού σε νοσοκομεία, σχολεία, δήμους και κοινωνικές υπηρεσίες. Την απαγόρευση των αυξήσεων στα είδη κοινωνικής ανάγκης, όπως τα τρόφιμα κ.ά. Την ανάγκη να ενισχυθούν οι επιθεωρήσεις εργασίας ώστε να μην δρουν ανεξέλεγκτα οι εργοδότες και να τηρούνται τα μέτρα ασφάλειας και προστασίας στους χώρους. Την κατάργηση της αξιολόγησης.
Για όλα τα παραπάνω η προκήρυξη γενικής απεργίας ακόμη και τώρα χρειάζεται να σημάνει συναγερμό στις δυνάμεις της Αριστεράς στα συνδικάτα. Έστω και αν είναι λίγες ημέρες θα πρέπει με ανακοινώσεις, σύντομες περιοδείες, αξιοποιώντας τα μέσα κοινωνικής δικτύωσης να δώσουν το βάρος τους στη μαζικοποίησή της και την προσπάθεια να υπάρξει μια μεγάλη απεργιακή συγκέντρωση.
*Αναδημοσίευση από την Εργατική Αριστερά