Την εποµένη της διαγραφής του Σαλµά από την ΚΟ της ΝΔ, ο Μητσοτάκης διαπιστώνει ότι η διαχείριση της «ανταρσίας των 11», δηλαδή της πτέρυγας της «λαϊκής Δεξιάς» µέσα στη ΝΔ, γίνεται όλο και πιο περίπλοκη.
Οι 11 υπολογίζονται πλέον σε… 25, ενώ κάποια πιο «ιστορικά» στελέχη (που δεν είναι εύκολο να διαγραφούν όπως ο Σαλµάς…), σαν τον Νικήτα Κακλαµάνη, δεν διστάζουν να στέλνουν στον Μητσοτάκη ενοχλητικά µηνύµατα µέσω των εφηµερίδων: «Δεν αντέχω να βλέπω το κόµµα µου να γράφει 2 µπροστά, ούτε την παράταξή µου να λεηλατείται από τσαρλατάνους και τυχάρπαστους…».
Μέσα σε αυτήν την ευχάριστη ατµόσφαιρα, η ηγεσία της ΝΔ ζήτησε «µορατόριουµ», ελπίζοντας ότι δεν θα υπάρξουν νεότερες επιθέσεις προς εκτεθειµένους υπουργούς (όπως ο Χατζηδάκης, ο Θοδωρικάκος κ.ά.) και υποσχέθηκε να αξιοποιήσει την επέτειο των 50 χρόνων από την ίδρυση της ΝΔ για µια συζήτηση προς την αποκατάσταση της «στρατηγικής ενότητας» της παράταξης της Δεξιάς.
Για πολλούς λόγους η αξιοπιστία αυτής της επιχείρησης έχει υπονοµευτεί: Πρώτον η εκλογική αποδυνάµωση της ΝΔ έχει σε µεγάλο βαθµό συντελεστεί. Μετά το 41%, που όπως οµολόγησε ο Μητσοτάκης «δεν υπάρχει πλέον», ούτε το 28% των ευρωεκλογών δεν είναι πια δεδοµένο. Οι δηµοσκοπήσεις δείχνουν τον Μητσοτάκη σε όρια µεταξύ του 21-25%, κάνοντας την πολιτική στρατηγική της αυτοδυναµίας «µετέωρη». Δεύτερον, στα δεξιά της ΝΔ, ο χώρος των «τσαρλατάνων και τυχάρπαστων» έχει ξεπεράσει σε εκλογική προσδοκία το 20% και τείνει να ενισχυθεί. Εκεί που σήµερα φτύνει ο Νικήτας Κακλαµάνης, αύριο ο Μητσοτάκης µπορεί να υποχρεωθεί να γλύψει, αναζητώντας κυβερνητικούς συµµάχους. Στον Τύπο της Δεξιάς ήδη ράβεται το ανάλογο ταγεράκι για την κ. Λατινοπούλου. Τρίτον, η απόπειρα αλλαγής του εκλογικού νόµου (µε στόχο τη διασφάλιση της αυτοδυναµίας µε εκλογική επίδοση αισθητά µικρότερη από το σηµερινό όριο του 37%), αλλά και η απόπειρα αξιοποίησης της επιλογής Προέδρου της Δηµοκρατίας για την ενοποίηση της Δεξιάς, µπορεί να αποδειχθούν δύσκολες «ασκήσεις» για τον Μητσοτάκη, µε µεγαλύτερους κινδύνους αποσυσπείρωσης, παρά πιθανότητες συσπείρωσης.
Ακρίβεια και χρέος
Η ΝΔ είναι σήµερα ένα πιο αδύναµο κόµµα, είτε σε σύγκριση µε τις εκλογικές επιδόσεις της στον προηγούµενο πολιτικό κύκλο, είτε –και κυρίως!– σε σύγκριση µε τις προϋποθέσεις που έχει η διασφάλιση «κυβερνησιµότητας» για λογαριασµό των καπιταλιστών, στον επόµενο εκλογικό κύκλο.
Και αυτό το πιο αδύναµο κόµµα θα έχει να αντιµετωπίσει µια περίοδο µεγαλύτερων δυσκολιών. –
Η χιλιοτραγουδισµένη «ύφεση του πληθωρισµού» –ακόµα και µε την ασθενική εκδοχή του µέσου όρου της ευρωζώνης– δεν λέει να εµφανιστεί στην ελληνική οικονοµία. Η πραγµατικότητα στις τιµές των προϊόντων µαζικής και υποχρεωτικής κατανάλωσης είναι, ασφαλώς, κατά πολύ χειρότερη. Στις εφηµερίδες του τελευταίου σαββατοκύριακου του Σεπτέµβρη, παρουσιάζεται ένα µπαράζ «προειδοποιήσεων» για µια ακόµα µεγάλη άνοδο των τιµών στα τρόφιµα, σε όλη τη διάρκεια του φθινοπώρου. Η ακρίβεια, που διαβρώνει καίρια το πραγµατικό εισόδηµα των εργατικών και λαϊκών νοικοκυριών, είναι επίσης –κατά όλους τους δηµοσκόπους– βασικός παράγοντας που διαβρώνει την εκλογική επιρροή του Μητσοτάκη.
Και αυτό θα συνεχίσει να συµβαίνει µέσα σε συνθήκες γενικότερης οικονοµικής επιδείνωσης. Η ίδια η Τράπεζα της Ελλάδας αναθεωρεί τις προβλέψεις για την ανάπτυξη στην περίοδο 2024-25-26, «ελαφρά προς τα κάτω» (ελαφρά µεν, προς τα κάτω δε…) αλλά κυρίως προειδοποιεί ότι αυτές οι προβλέψεις γίνονται όλο και πιο επισφαλείς και αβέβαιες. Στην ίδια περίοδο επανέρχεται ο βραχνάς πληρωµών του χρέους. Από την πρόβλεψη για χρέος στο 161% του ΑΕΠ στο τέλος του 2023, αυτό υπολογίστηκε τελικά στο 169% του ΑΕΠ. Το Δεκέµβρη του 2024 το ελληνικό Δηµόσιο θα χρειαστεί να πληρώσει δόσεις χρέους «αξιοποιώντας» 5 δισ. ευρώ από τον «σκληρό πυρήνα» του δηµοσιονοµικού «µαξιλαριού».
Αυτές οι προοπτικές αποκλείουν κάθε πιθανότητα χαλάρωσης της οικονοµικής πολιτικής, κάθε βήµα πίσω από την επιδίωξη όλο και µεγαλύτερων αιµατηρών «πλεονασµάτων». Η µέθοδος που διασφαλίζονται τα πλεονάσµατα είναι δεδοµένη. Είναι η διαρκής µείωση των κοινωνικών δαπανών, που έχει οδηγήσει τα δηµόσια νοσοκοµεία και σχολεία σε ερείπια. Είναι, επίσης, η πρωτοφανής φοροεπιδροµή: Μέσα στους πρώτους 8 µήνες του 2024 τα φορολογικά έσοδα του κράτους αυξήθηκαν κατά 2 δισ. ευρώ, σε σύγκριση µε τα αντίστοιχα του 2023, που ήταν επίδοση-ρεκόρ.
Εξοπλισµοί
Από αυτούς τους λογαριασµούς «εξαιρούνται», τουλάχιστον ως προς τη δηµόσια συζήτηση, οι θηριώδεις εξοπλιστικές δαπάνες. Όµως αυτό δεν σηµαίνει ότι τα Ραφάλ, οι Μπελαρά, τα F-35 κλπ, τελικά δεν θα πληρωθούν. Και µέσα σε αυτόν τον τρελό χορό, ο Δένδιας εµφανίζεται να παραγγέλνει µια ακόµα φρεγάτα Μπελαρά, να ζητά εξοπλισµό των φρεγατών µε πυραύλους Scalp και να προαναγγέλει έναν Iron Dome παράλληλο µε εκείνον του Ισραήλ, κάνοντας ακόµα και σκληρούς φιλοµιλιταριστές «αναλυτές» να αναρωτιούνται αν συνυπολογίζει κανείς «τις δηµοσιονοµικές δυνατότητες της χώρας». Τα όπλα δεν θα πληρωθούν από τα «λεφτόδεντρα», αλλά από πρόσθετα χτυπήµατα στους µισθούς, στις συντάξεις, στις κοινωνικές δαπάνες.
Ο Μητσοτάκης ούτε θέλει, ούτε µπορεί να αναιρέσει την ανελέητη πολιτική σκληρής λιτότητας που άσκησε στα προηγούµενα 5 χρόνια. Για την ακρίβεια, προτίθεται να την εντατικοποιήσει.
Ακροδεξιό αγκάθι
Αυτές οι πτυχές της πραγµατικής οικονοµικής και κοινωνικής πολιτικής, παράγουν και θα συνεχίσουν να παράγουν πολιτικά αποτελέσµατα. Οι δυσκολίες της ζωής σπρώχνουν ένα µεγάλο τµήµα των εργαζοµένων και λαϊκών ανθρώπων προς την απογοήτευση, την ιδιώτευση και την αδιέξοδη εκλογική έκφραση µε τη διόγκωση της αποχής. Το δηµοσκοπικό εύρηµα ότι στο φτωχότερο τµήµα του πληθυσµού, µεταξύ όσων σκέφτονται να ψηφίσουν, ενισχύεται το κόµµα των «τσαρλατάνων και τυχάρπαστων», το ρεύµα του Βελόπουλου, της Νίκης και της Λατινοπούλου, είναι ασφαλώς ένα χαστούκι για την Αριστερά (αναδεικνύοντας αδυναµίες κι ανεπάρκειες…), αλλά είναι επίσης ένα οδυνηρό αγκάθι για την κυβέρνηση.
Η ευρωπαϊκή εµπειρία δείχνει, πέρα από κάθε αµφιβολία, ότι η φραστική αντίθεση της ακροδεξιάς στις νεοφιλελεύθερες αντιµεταρρυθµίσεις είναι δηµαγωγική και ψευδής. Στην ελληνική εκδοχή της ακροδεξιάς δεν θα πρέπει να αποκλειστεί το σενάριο µιας κυβερνητικής συµµαχίας µε τη ΝΔ, αν αυτό καταστεί εκλογικά αναγκαίο.
Η ανατροπή των αντιµεταρρυθµίσεων και της συνολικής πολιτικής του Μητσοτάκη, είναι υπόθεση της Αριστεράς, του εργατικού κινήµατος και των ευρύτερων κοινωνικών αντιστάσεων. Αυτός ο στόχος, που ταυτίζεται µε την αλλαγή του δυσµενούς ταξικού συσχετισµού που έχει διαµορφωθεί στην Ελλάδα, θα αλλάξει άρδην και τα δεδοµένα στον πολιτικό αγώνα, συµπεριλαµβάνοντας και την εκλογική καταγραφή του πολιτικού συσχετισµού, όποτε και αν αυτή επιχειρηθεί.
*Αναδημοσίευση από την Εργατική Αριστερά