Από τις 23 Νοέμβρη, η πλατεία Ταχρίρ είναι και πάλι κατειλημμένη από χιλιάδες διαδηλωτές, ενώ στις κεντρικές διαδηλώσεις που έχουν καλεστεί έχει πλημμυρίσει από εκατοντάδες χιλιάδες. Όλα ξεκίνησαν όταν ο πρόεδρος Μόρσι εξέδωσε ένα διάταγμα με το οποίο συγκέντρωνε υπερεξουσίες στα χέρια του και ύψωνε την Άνω Βουλή όπως και τη Συντακτική Συνέλευση (η οποία έχει χάσει κάθε αξιοπιστία μετά την παραίτηση δεκάδων μελών της το τελευταίο διάστημα) πάνω από τη δικαιοδοσία του δικαστικού σώματος.
Ο πρόεδρος της Αιγύπτου έκρινε πως η στιγμή ήταν προνομιακή για να οχυρώσει και να ενισχύσει την εξουσία των Αδελφών Μουσουλμάνων. Είχε μόλις προηγηθεί η μεσολάβησή του στην εκεχειρία στη Γάζα η οποία είχε ενισχύσει το ηγετικό προφίλ του. Είχε κατορθώσει να περιορίσει σχετικά την ηγεσία των ενόπλων δυνάμεων (ωθώντας σε απόσυρση τους παλιούς στρατηγούς, χτίζοντας συμμαχίες με νεότερους αξιωματικούς και υποσχόμενος να μείνει ανέγγιχτη η οικονομική δύναμη του στρατού). Η πρόσφατη εξασφάλιση δανεισμού από το ΔΝΤ ήταν ψήφος εμπιστοσύνης ή έστω ανοχής από το διεθνές και αιγυπτιακό κεφάλαιο προς την κυβέρνησή του ως η ικανότερη δύναμη να ανακόψει τη συνέχεια και τη ριζοσπαστικοποίηση της επανάστασης. Ο ίδιος έχει πίσω του την μόνη πραγματικά οργανωμένη μαζική πολιτική δύναμη της χώρας, την Μουσουλμανική Αδελφότητα, ενώ τα νεαρά κόμματα και οργανώσεις της αντιπολίτευσης ακόμα «ψάχνονται».
Φαινομενικά είναι σε θέση ισχύος και αυτή η εικόνα είχε οδηγήσει πολλούς στη Δύση από καιρό να ξεγράψουν την αιγυπτιακή επανάσταση, να κάνουν συγκρίσεις με το ιρανικό 1979 (όταν η γνήσια λαϊκή επανάσταση κατέληξε στην άνοδο των ισλαμιστών στην εξουσία) και να προβλέπουν μια αναπόφευκτη «ισλαμική δικτατορία». Αρκετοί επιμέναμε ότι η τα γεγονότα της αραβικής άνοιξης απελευθέρωσαν μια κοινωνική δυναμική που δεν θα εξαφανιστεί έτσι εύκολα από το προσκήνιο, ότι η αραβική επανάσταση θα έχει πολλά επεισόδια ακόμα. Με πάνω και κάτω, με νίκες και ήττες, θα συνεχιστεί όσο οι εκρηκτικές αντιφάσεις που την γέννησαν μένουν άλυτες. Πιο απλά, όσοι προέβλεπαν το τέλος της αραβικής επανάστασης λογάριαζαν χωρίς το «ξενοδόχο». Και αυτό το θανάσιμο λάθος έκανε και ο Μόρσι, όπως αποδεικνύεται αυτές τις μέρες στους δρόμους του Καΐρου, της Αλεξάνδρειας, του Σουέζ…
Από τα πάνω, η «θέση ισχύος» του Μόρσι δεν είναι καθόλου δεδομένη. Μια σειρά κορυφαίων συνεργατών του παραιτήθηκε τις περασμένες μέρες. Το ίδιο το Καθοδηγητικό Γραφείο της Αδελφότητας είναι διχασμένο (αρκετά στελέχη δεν φοβούνται το πλήγμα στην εικόνα των Αδελφών Μουσουλμάνων ως επίδοξων δικτατόρων). Η στήριξη από το στρατό δεν θα είναι πάντα δεδομένη. Πολλοί στρατηγοί δεν έχουν ακόμα δεχτεί την ιδέα ενός πολιτικού προέδρου, και πολύ περισσότερο ενός προέδρου προερχόμενου από την Μουσουλμανική Αδελφότητα. Αν ο Μόρσι δεν μπορέσει να διαχειριστεί την κρίση, πολλές παλιές καθεστωτικές δυνάμεις θα ήθελαν ένα νέο πραξικόπημα εναντίον του.
Όμως οι πιο σημαντικοί παράγοντες είναι η οικονομία και το κίνημα από τα κάτω. Πρόκειται για δύο παράγοντες που κάνουν δύσκολο για τον Μόρσι να εξελιχθεί είτε σε Αιγύπτιο Ερντογάν είτε σε Αιγύπτιο Χομεϊνί. Σε αντίθεση με την Τουρκία του Ερντογάν, η αιγυπτιακή οικονομία όχι μόνο δεν ανθίζει, αλλά είναι στα πρόθυρα της καταστροφής. Όταν αργά ή γρήγορα ο Μόρσι υποχρεωθεί να ακολουθήσει τις οδηγίες του ΔΝΤ, αλλά και τις επιθυμίες των εκατομμυριούχων που βρίσκονται στην κορυφή της Μουσουλμανικής Αδελφότητας, θα ρισκάρει μια νέα κοινωνική έκρηξη. Για παράδειγμα, το ΔΝΤ απαιτεί την κατάργηση και των τελευταίων πενιχρών επιδοτήσεων (για καύσιμα και τρόφιμα) που επιβίωσαν από τη νεοφιλελεύθερη λαίλαπα του Μουμπάρακ. Αυτές είναι το τελευταίο στήριγμα του 40% του πληθυσμού που ζει κάτω από τα όρια της φτώχειας, και μια ματιά στη γειτονική Ιορδανία όπου η αύξηση της τιμής του πετρελαίου πυροδότησε μια λαϊκή εξέγερση ενάντια στο βασιλιά Αμπντάλα αρκεί ως προειδοποίηση.
Σε αντίθεση με το Ιράν του Χομεϊνί, όλες οι προσπάθειες του Μόρσι να ενισχύσει την εξουσία του με «επαναστατικό μανδύα» (στο ίδιο διάταγμα περιλαμβάνεται η απόλυση του λαομίσητου γενικού εισαγγελέα του καθεστώτος, οι δίκες και οι έρευνες ενάντια στους δολοφόνους των επαναστατών) έχουν πέσει στο κενό, γιατί το κίνημα και οι πολιτικές δυνάμεις που το στηρίζουν δεν έχουν συντριβεί, ούτε έχουν χάσει την πολιτική μάχη απέναντι στην επιρροή της Αδελφότητας.
Αυτοί οι παράγοντες πυροδότησαν τον σημερινό ξεσηκωμό, που μπορεί να αποδειχθεί το «τρίτο κύμα» της αιγυπτιακής επανάστασης. Το πρώτο ξέσπασε στις 25 Γενάρη του 2011 και ανέτρεψε τον Μουμπάρακ. Ακολούθησε μια περίοδος αυταπατών για το ρόλο του στρατού, αν και υπήρχαν επαναστατικές δυνάμεις που συνέχισαν τη μάχη. «Δεύτερο κύμα» ονομάστηκε η εξέγερση του Νοέμβρη του 2011, που οδήγησε στην περίφημη «μάχη της οδού Μοχάμεντ Μαχμούντ». Αυτή η εξέγερση δεν νίκησε επί τόπου, αλλά έσπασε τις αυταπάτες για το στρατό και θεωρείται η «στιγμή» που έκρινε τελικά την αποχώρησή του από το πολιτικό προσκήνιο. Ακολούθησαν οι εκλογές και μια περίοδος αυταπατών για τους Αδελφούς Μουσουλμάνους και τους νέους «δημοκρατικούς θεσμούς». Ακριβώς ένα χρόνο μετά την «εξέγερση του Νοέμβρη» (όχι τυχαία, καθώς οι διαδηλώσεις είχαν ήδη ξεκινήσει για να τιμηθεί η επέτειός της), ο σημερινός ξεσηκωμός μπορεί να αποδειχθεί «τρίτο κύμα», να παίξει έναν αντίστοιχο καταλυτικό ρόλο στις εξελίξεις και στις συνειδήσεις των ανθρώπων με αυτόν που έπαιξε η «μάχη της οδού Μοχάμεντ Μαχμούντ».
Η διαρκής ριζοσπαστικοποίηση μιας μαζικής μειοψηφίας μέσα από αυτούς τους αγώνες είναι το μεγαλύτερο κέρδος. Είναι τα "παιδιά" της εξέγερσης του Νοέμβρη που βγήκαν και σήμερα στους δρόμους.
Στις σημερινές συγκεντρώσεις της Ταχρίρ, επιχειρούν οπορτουνιστικά να τρυπώσουν και παλιοί καθεστωτικοί που ισχυρίζονται πως «είμαστε όλοι ενάντια στους Αδελφούς Μουσουλμάνους» και επιχειρούν να επιστρέψουν στην εξουσία. Όμως με πρωταγωνιστές τους αγωνιστές της επαναστατικής Αριστεράς, αυτοί οι πολιτικοί αποδοκιμάζονται από τους διαδηλωτές και μερικές φορές διώχνονται από την πλατεία. Κάποιες πολιτικές δυνάμεις είναι πρόθυμες να συνεργαστούν μαζί τους. Ο Ελ Μπαραντέι, ο λαοφιλής νασερικός ηγέτης Σαμπάχι και άλλα κόμματα δημιούργησαν ένα «Μέτωπο Σωτηρίας της Επανάστασης» στο οποίο συμμετέχουν και παλιοί καθεστωτικοί αλλά και «νέες δυνάμεις» που όμως ήταν πολύ κοντά στο καθεστώς (όπως το φιλελεύθερο «Κόμμα των Ελεύθερων Αιγυπτίων» που ίδρυσε μετά την πτώση του Μουμπάρακ ο Ναγκίμπ Σαγκίρις, ο «Αιγύπτιος Ροκφέλερ»).
Οι Επαναστάτες Σοσιαλιστές από καιρό τόνιζαν σωστά και τώρα προειδοποιούν με ακόμα μεγαλύτερη έμφαση ότι η μάχη δεν είναι ανάμεσα στις «κοσμικές δυνάμεις» και τους «ισλαμιστές», αλλά ανάμεσα σε αυτούς που θέλουν να συνεχιστεί και να βαθύνει η επανάσταση και αυτούς που θέλουν να τη σταματήσουν. Πως η πάλη δεν είναι ενάντια απλά στην Μουσουλμανική Αδελφότητα, αλλά και ενάντια στους παλιούς καθεστωτικούς και ενάντια στους δεξιούς φιλελεύθερους. Το θετικό είναι πως τέτοιες ιδέες δεν περιορίζονται στην επαναστατική Αριστερά. Οι φοιτητές του Συνταγματικού Κόμματος (Μπαραντέι), της Σοσιαλιστικής Λαϊκής Συμμαχίας (που δυστυχώς συμμετέχει στο Μέτωπο) και της Αιγυπτιακής Λαϊκής Πτέρυγας (Σαμπάχι) με κοινή ανακοίνωση καταδίκασαν δημόσια το «Μέτωπο Σωτηρίας» και κάλεσαν τα κόμματά τους να αποχωρήσουν από αυτό.
Ένα σημαντικό μάθημα της αιγυπτιακής επανάστασης είναι πως η μαζική απεργία είναι το πιο ισχυρό όπλο σε κάθε μάχη. Αυτό οδήγησε στην άμεση νίκη της ανατροπής του Μουμπάρακ το Φλεβάρη του 2011, αυτό έλειψε στις μάχες που ακολούθησαν. Στη «σκιά» των μεγάλων πολιτικών γεγονότων, το εργατικό κίνημα δίνει διαρκώς σκληρούς οικονομικούς αγώνες. Το πρώτο δίμηνο του Μόρσι στην εξουσία, «καλωσορίστηκε» από τους εργάτες με 1.000 περίπου απεργίες. Η αυθόρμητη ριζοσπαστικοποίηση του εργατικού κινήματος εξελίσσεται. Οι εργάτες της Μαχάλα ανακοίνωσαν απεργίες αλληλεγγύης στους διαδηλωτές της Ταχρίρ. Το Ανεξάρτητο Συνδικάτο των Εκπαιδευτικών συμμετέχει στις διαδηλώσεις. Πρόσφατα και η Ομοσπονδία των Ανεξάρτητων Συνδικάτων κάλεσε τα μέλη της να στηρίξουν τον αγώνα ενάντια στο διάταγμα του Μόρσι. Είναι δείγματα του πώς διαμορφώνεται μια εργατική πρωτοπορία που είναι πρόθυμη να χρησιμοποιήσει την οικονομική της δύναμη στους πολιτικούς αγώνες, ξεπερνώντας το διαχωρισμό πολιτικής-οικονομίας που ταλαιπωρεί την αιγυπτιακή επανάσταση.
Όμως το δεύτερο μάθημα είναι πως η μαζική απεργιακή δράση, το κέρδισμα της υποστήριξης της λαϊκής πλειοψηφίας από τους επαναστάτες δεν είναι εύκολη υπόθεση, δεν θα προκύψει αυθόρμητα και δεν θα προκύψει από τους συνδικαλιστικούς αγώνες. Αυτό είναι υπόθεση της Αριστεράς που πρέπει να αποφύγει τα «κοσμικά» ή τα «δημοκρατικά» μέτωπα και να επιμείνει στην ταξική προοπτική, τη μόνη που μπορεί να «ξεγυμνώσει» το πολιτικό Ισλάμ ή τους φιλελεύθερους αστούς στα μάτια των εκατομμύριων εργατών που διεκδικούν «κοινωνική δικαιοσύνη».
Το «τίποτα δεν πάει χαμένο» ισχύει για την αιγυπτιακή επανάσταση. Φάνηκε από την κληρονομιά που άφησε πίσω του και ο «πρώτος γύρος» και ο «δεύτερος». Αλλά εξίσου ισχύει και το ότι κάθε μεγάλο γεγονός ήταν και μια «χαμένη ευκαιρία» για να γίνει «το κάτι παραπάνω» που πέρασε ανεκμετάλλευτη για το επαναστατικό στρατόπεδο δεν ήταν αρκετά οργανωμένο. Η συμμαχία του εργατικού κινήματος με τις επαναστατικές πολιτικές δυνάμεις, η πολιτική (και όχι απλά συνδικαλιστική) οργάνωση των πρωτοπόρων κομματιών της εργατικής τάξης που βγαίνουν «στον αφρό» θα είναι κρίσιμη. Όχι μόνο για να κερδηθεί η σημερινή μάχη, αλλά και για να δοθούν οι επόμενες μάχες από καλύτερη θέση. Για να μην υπάρξουν πολλές ακόμα «χαμένες ευκαιρίες» που μπορεί να αποδειχθούν μοιραίες, αλλά ο πόλεμος να λήξει με «όλη την εξουσία και τον πλούτο στο λαό»…