Τα πρωτοβάθμια σωματεία, οι διαδικασίες συντονισμού, οι καμπάνιες αλληλεγγύης είναι τα πολύτιμα «βήματα» της στιγμής, που μπορούν να δώσουν τελείως άλλο νόημα στην παρέμβαση και σε επίπεδο ΓΣΕΕ ή ΑΔΕΔΥ.
Σε μια ιστορική καμπή για το εργατικό κίνημα, το 35ο Συνέδριο της ΓΣΕΕ, που θα συγκληθεί στην Αλεξανδρούπολη(!), προκαλεί γενική αδιαφορία.
Σχεδόν κανένα από τα κρίσιμα προβλήματα των εργατών και των ανέργων δεν θα φτάσει να συζητηθεί στις αίθουσές του, δεν θα κατορθώσει να διαπεράσει το τείχος της παγερής γραφειοκρατικής αδράνειας που από καιρό επικρατεί στη Συνομοσπονδία.
Η ηγεσία Παναγόπουλου στην ΠΑΣΚΕ, σε συμμαχία με τη ΔΑΚΕ, επέβαλλαν στην κορυφή των συνδικάτων την αποδοχή της μνημονιακής πολιτικής, περιορίζοντας τη ΓΣΕΕ σε ρόλο απορρόφησης των κραδασμών, που η οργή προκαλεί μέσα στην εργατική τάξη. Οι διαδοχικές γενικές απεργίες αποφασίστηκαν αφενός κάτω από την ασφυκτική πίεση της βάσης, ενώ οργανώθηκαν, αφετέρου, με τρόπο που το εργατικό κίνημα να μην πετύχει ανατρεπτικά αποτελέσματα.
Στο τέλος αυτής της περιόδου οι γραφειοκρατικές συνδικαλιστικές ηγεσίες είναι: α) Ικανές να πετύχουν την αναπαραγωγή τους. β) Σε βαθιά και οριστική κρίση.
Είναι ικανές να πετύχουν, με απώλειες, την αναπαραγωγή τους, εκμεταλλευόμενες συγκεκριμένα χαρακτηριστικά. Στο 35ο Συνέδριο δεν θα αποτυπωθεί ο συσχετισμός της σημερινής συγκυρίας, αλλά διάσπαρτων εκλογών στα σωματεία που μπορεί να έγιναν πολλούς μήνες πριν.
Στο 35ο Συνέδριο θα αποτυπωθεί ένας πλαστός συσχετισμός, που ενισχύεται από τη μαζική εργοδοτική τρομοκρατία, αλλά και από την «κατάκτηση» των ΠΑΣΚΕ-ΔΑΚΕ (και δυστυχώς εν μέρει και του ΠΑΜΕ) να επιβάλουν σε δεκάδες σωματεία νοθεία απίστευτων διαστάσεων. Παρ’ όλα αυτά, τόσο η ΠΑΣΚΕ όσο και η ΔΑΚΕ θα έχουν απώλειες, με αποτέλεσμα η επόμενη διοίκηση της συνομοσπονδίας να έχει ως προϋπόθεση, για να ελεγχθεί, τη στενότερη συνεργασία αυτών των δύο άσπονδα φιλικών παρατάξεων.
Όμως, ταυτόχρονα, οι ΠΑΣΚΕ-ΔΑΚΕ είναι σε βαθιά κρίση. Στο χώρο της ΠΑΣΚΕ εμφανίστηκε η διάσπαση του ΕΜΕΙΣ (Ενωτικό Μέτωπο Εργατικών Ισχυρών Συνδικάτων) από τους «ριζοσπάστες» σοσιαλδημοκράτες συνδικαλιστές (ΓΕΝΟΠ-ΔΕΗ, ΕΚ Αθήνας κ.ά.). Το ρήγμα θα μπορούσε να είναι βαθύτερο, αν αυτοί που πήραν την πρωτοβουλία, είχαν κινηθεί πιο τολμηρά και πιο νωρίς.
Στο χώρο της ΔΑΚΕ υφέρπει το πρόβλημα της αντίθεσης των «αντιμνημονιακών» οπαδών του Σαμαρά, αλλά και της αντίθεσης των «καραμανλικών» με τους «σαμαρικούς».
Όμως αυτά είναι η κορυφή του παγόβουνου. Το μεγάλο πρόβλημα των γραφειοκρατών είναι ότι με τις σημερινές απόψεις τους δεν μπορούν να κινητοποιούν σχεδόν κανέναν, ότι βρίσκονται αντιμέτωποι πλέον με την απέχθεια της μεγάλης πλειοψηφίας των εργαζομένων. Ο απαξιωτικός όρος «εργατοπατέρες» σήμερα ταιριάζει γάντι στο πλειοψηφικό ρεύμα της ΓΣΕΕ.
Το ΠΑΜΕ, που θεωρητικά κινήθηκε σε αντιγραφειοκρατική βάση, έχει αποτύχει. Σε κανέναν από τους χώρους που ελέγχει δεν κατόρθωσε να δώσει πειστικά παραδείγματα μιας πιο αποτελεσματικής αντίστασης. Χάνει δυνάμεις στο πραγματικό πεδίο, ενώ η διατήρηση κάποιων θέσεών του αντανακλά συχνά πλαστές διαδικασίες.
Η Αυτόνομη Παρέμβαση θα εμφανίσει άνοδο, αλλά όχι αντίστοιχη με το άλμα του ΣΥΡΙΖΑ στην κοινωνία. Αιτία είναι οι ειδικές δυσκολίες μέσα στα συνδικάτα, οι συντηρητισμοί στην αντιμετώπιση της γραφειοκρατίας και κυρίως η πολύ περιορισμένη παρουσία οργανωμένων δυνάμεων στους χώρους του ιδιωτικού τομέα.
Οι συνδικαλιστικές δυνάμεις της Αριστεράς θα παρέμβουν στην Αλεξανδρούπολη, θα καταγράψουν τις θέσεις τους στην επόμενη διοίκηση και θα συνεχίσουν να δρουν μέσα σε αυτή. Σωστά. Αλλά λίγα πράγματα θα βγουν από αυτή τη δραστηριότητα. Η έμφαση πρέπει να δοθεί στην προσπάθεια από τα κάτω.
Το εργατικό κίνημα έχει επιστρέψει στην εποχή όπου ο αποφασιστικός παράγοντας είναι η δουλειά στο χώρο εργασίας, η συσπείρωση των συναδέλφων, η δυνατότητα για πραγματική παρέμβαση. Αυτή η δουλειά θα βγάλει μια νέα γενιά συνδικαλιστών, ακόμα και νέων συνδικάτων. Αυτός ο παράγοντας θα αλλάξει τελικά τους συσχετισμούς μέσα στα σωματεία, σαρώνοντας τα αποκαΐδια της γραφειοκρατίας.
Τα πρωτοβάθμια σωματεία, οι διαδικασίες συντονισμού, οι καμπάνιες αλληλεγγύης είναι τα πολύτιμα «βήματα» της στιγμής, που μπορούν να δώσουν τελείως άλλο νόημα στην παρέμβαση και σε επίπεδο ΓΣΕΕ ή ΑΔΕΔΥ.
Ταυτόχρονα είναι απαραίτητη και μια άλλη δραστηριότητα, πέρα από τον κλασσικό συνδικαλισμό: Η αλληλεγγύη στους ανέργους, η δράση ενάντια στις περικοπές κοινωνικών δαπανών, η διεκδίκηση δημόσιων σχολείων, νοσοκομείων, βρεφονηπιακών σταθμών κλπ.
Η δραστηριότητα αυτή οφείλει να κλιμακώνει τη σχέση μεταξύ των συνδικαλισμένων εργαζομένων και του γενικού «πληθυσμού», των ανθρώπων που δίνουν τη μάχη της λαϊκής αντίστασης στη γειτονιά, στο σχολείο, στο χωριό. Και αντίστροφα: η ανασύνταξη των συνδικάτων δεν μπορεί παρά να είναι υπόθεση όλης της κοινωνίας, όλης της Αριστεράς. Μια πλατύτατη καμπάνια με σύνθημα: «Γραφτείτε στα συνδικάτα, απαιτήστε τα συνδικάτα, αλλάξτε τα συνδικάτα!» πρέπει επειγόντως να ξεδιπλωθεί παντού.
Γιατί πλέον γνωρίζουμε ότι από τη «στάνη» του Παναγόπουλου το μόνο τυρί που βγαίνει είναι ο συμβιβασμός και η υποταγή.