Το κείμενο που κατέθεσε η Αριστερή Πλατφόρμα προς συζήτηση στην Κεντρική Επιτροπή του ΣΥΡΙΖΑ-ΕΚΜ που γίνεται το Σάββατο και την Κυριακή (18-19/5). Το κείμενο αυτό θα διαμορφωθεί τελικά μετά και την διήμερη συζήτηση στην Κεντρική Επιτροπή του ΣΥΡΙΖΑ-ΕΚΜ.

ΓΙΑ ΕΝΑ ΔΕΥΤΕΡΟ ΚΥΜΑ ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΙΚΟΠΟΙΗΣΗΣ ΤΟΥ ΣΥΡΙΖΑ

ΜΟΝΟ ΕΝΑ ΔΕΥΤΕΡΟ ΚΥΜΑ ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΙΚΟΠΟΙΗΣΗΣ ΜΠΟΡΕΙ ΝΑ ΔΩΣΕΙ ΤΗΝ ΑΠΑΡΑΙΤΗΤΗ ΟΡΜΗ ΣΤΟ ΣΥΡΙΖΑ ΓΙΑ ΕΝΑ ΝΕΟ ΜΕΓΑΛΟ ΑΛΜΑ ΣΤΗΝ ΕΠΙΡΡΟΗ ΤΟΥ ΚΑΙ ΣΤΗ ΣΥΜΒΟΛΗ ΤΟΥ ΣΤΗΝ ΑΝΑΖΩΟΓΟΝΗΣΗ ΤΟΥ ΕΡΓΑΤΙΚΟΥ ΛΑΪΚΟΥ ΚΙΝΗΜΑΤΟΣ

1) ΧΡΕΙΑΖΟΜΑΣΤΑΝ ΜΕΓΑΛΥΤΕΡΗ ΠΡΟΕΤΟΙΜΑΣΙΑ ΓΙΑ ΤΟ ΙΔΡΥΤΙΚΟ ΣΥΝΕΔΡΙΟ

ΠΡΟΣΠΑΘΕΙΑ, ΠΑΡΑ ΤΙΣ ΑΝΤΙΞΟΟΤΗΤΕΣ, ΓΙΑ ΕΝΑ ΣΥΝΕΔΡΙΟ ΙΣΤΟΡΙΚΗΣ ΤΟΜΗΣ ΓΙΑ ΤΗΝ ΑΡΙΣΤΕΡΑ ΚΑΙ ΤΟΝ ΤΟΠΟ

Ένα τόσο σημαντικό Συνέδριο όπως το ιδρυτικό Συνέδριο του ΣΥΡΙΖΑ –ΕΚΜ, το οποίο γίνεται σε μια τόσο κρίσιμη στιγμή για τον ίδιο το ΣΥΡΙΖΑ και σε μια από τις πιο κρίσιμες περιόδους για τον τόπο, θα χρειαζόταν μεγαλύτερη προετοιμασία, καλύτερο σχεδιασμό, άνεση χρόνου για την επεξεργασία και συζήτηση των επίμαχων ζητημάτων και διασφάλιση της ουσιαστικότερης συμμετοχής των μελών και οργανώσεων του φορέα στις Συνεδριακές διαδικασίες και αποφάσεις.

Η απόφαση για τη διεξαγωγή του Ιδρυτικού Συνεδρίου χωρίς όλες τις ως άνω προϋποθέσεις συνιστά ένα μεγάλο έλλειμμα.

Η Αριστερή Πλατφόρμα, παρά τις αντιξοότητες αυτές, καταθέτει τις ιδιαίτερες απόψεις της και θα κάνει ό,τι είναι δυνατόν και για την όσο το δυνατόν πιο επιτυχή έκβαση του Συνεδρίου, για το καλό του ΣΥΡΙΖΑ, της Αριστεράς και του τόπου.

2) ΟΧΙ ΣΕ ΕΝΑ ΣΥΝΕΔΡΙΟ ΕΣΩΤΕΡΙΚΩΝ ΣΚΟΠΙΜΟΤΗΤΩΝ

ΘΕΛΟΥΜΕ ΣΥΝΕΔΡΙΟ ΤΩΝ ΠΛΑΤΙΩΝ ΕΡΓΑΤΙΚΩΝ ΛΑΪΚΩΝ ΣΤΡΩΜΑΤΩΝ ΚΑΙ ΤΗΣ ΠΡΟΟΔΕΥΤΙΚΗΣ ΑΝΑΤΡΟΠΗΣ

Το ιδρυτικό Συνέδριο του ΣΥΡΙΖΑ δεν αποτελεί μια εσωτερική και εσωστρεφή διαδικασία του ΣΥΡΙΖΑ. Δεν διεξάγεται για να υπηρετήσει εσωκομματικές σκοπιμότητες ούτε για την αντιμετώπιση εσωκομματικών «αντιπάλων» ή το ξεκαθάρισμα εσωκομματικών λογαριασμών.

Το ιδρυτικό Συνέδριο του ΣΥΡΙΖΑ, παρά τις ανεπάρκειες σε χρόνο και προετοιμασία, μπορεί και πρέπει να αναδειχθεί σε ένα μεγάλο εξωστρεφές πολιτικό γεγονός, να «ταράξει τα νερά» της πολιτικής και κοινωνικής ζωής της χώρας και να εξελιχθεί σε υπόθεση της μεγάλης κοινωνικής πλειοψηφίας για μια μεγάλη προοδευτική ανατροπή.

Το ιδρυτικό Συνέδριο του ΣΥΡΙΖΑ οφείλει να καταστεί μια κορυφαία στιγμή στην αλληλένδετη προσπάθεια του ΣΥΡΙΖΑ να συμβάλλει από τη μία στην αναζωογόνηση του κοινωνικού πεδίου, στην αντεπίθεση της κοινωνίας και στην ανάπτυξη μεγάλων ενωτικών κοινωνικών ταξικών αγώνων και από την άλλη στην προσπάθεια του να προωθήσει μια κυβέρνηση της Αριστεράς στην Ελλάδα που θα αλλάξει τη μοίρα αυτού του τόπου με γενικότερες επιδράσεις στην περιοχή και την Ευρώπη.

Οι θέσεις για το Συνέδριο του ΣΥΡΙΖΑ και κυρίως οι τελικές αποφάσεις του μπορούν να σφραγίσουν το μέλλον όλης της Αριστεράς και κυρίως το μέλλον του τόπου και να θέσουν τις βάσεις για τη συγκρότηση ενός πρωτότυπου αριστερού Κομματικού εγχειρήματος, στο οποίο η δημοκρατικότητα, η πολυτασικότητα, η γνήσια συλλογικότητα, η ουσιαστική συμμετοχή των μελών στις αποφάσεις και εις βάθος συζήτηση πάνω σε διαφορετικές απόψεις, θα μπορούν να συνυπάρχουν με την ενιαία εικόνα, τη συνοχή, τον πλήρη σεβασμό στις συλλογικές πλειοψηφικές αποφάσεις και την αποτελεσματικότητα στη δράση του Κόμματος.

3) ΔΕΝ ΘΕΛΟΥΜΕ ΑΠΟΦΑΣΕΙΣ ΜΟΝΟ ΓΙΑ «ΕΣΩΚΟΜΜΑΤΙΚΗ ΧΡΗΣΗ» ΟΧΙ ΣΤΗΝ ΑΠΟΣΤΑΣΗ ΤΟΥ ΕΣΩΚΟΜΜΑΤΙΚΟΥ ΑΠΟ ΤΟ ΔΗΜΟΣΙΟ ΛΟΓΟ ΤΟΥ ΚΟΜΜΑΤΟΣ

Ειδικότερα σε σχέση με τις συλλογικές αποφάσεις του ΣΥΡΙΖΑ , παρουσιάζεται το τελευταίο διάστημα όλο και πιο συχνά το φαινόμενο ηγετικά κεντρικά στελέχη του ΣΥΡΙΖΑ να διατυπώνουν δημόσια και επιλεκτικά ως απόψεις του κόμματος και όχι ως προσωπική άποψη, πολύ διαφορετικές θέσεις από τις επεξεργασμένες και συλλογικά αποφασισμένες θέσεις του κόμματος, όπως αυτές λαμβάνονται στα κεντρικά όργανα και Σώματα του Κόμματος.

Όλο και περισσότερο δίνεται η εντύπωση ότι υπάρχουν δύο ειδών θέσεις του κόμματος, εκείνες που χρησιμοποιούνται για "εσωτερική κομματική χρήση" και εκείνες που επιλεκτικά και κατά θέμα είναι "κατάλληλες" για να εκφωνούνται δημόσια, ανάλογα με την περίσταση και τα ακροατήρια.

Το κόμμα που θέλουμε να διαμορφώσουμε είναι ένα δημοκρατικό και πολυτασικό κόμμα και ως τέτοιο επιτρέπει την ελεύθερη και δημόσια διατύπωση της προσωπικής γνώμης , πάντα φυσικά με σεβασμό στις αποφάσεις της πλειοψηφίας και λαμβάνοντας υπόψη τις συνθήκες και τις συγκεκριμένες περιστάσεις. Όταν όμως κρίνεται αναγκαίο να κατατεθεί μια άποψη που δεν είναι θέση του κόμματος, οφείλεται να τονίζεται ευδιάκριτα ο προσωπικός της χαρακτήρας και να διατυπώνεται , ταυτόχρονα, η συλλογική θέση του κόμματος.

Δεν έχει κανένα νόημα να ακολουθούνται επίπονες και χρονοβόρες εσωκομματικές διαδικασίες, Κεντρικές Επιτροπές, Γραμματείες, Συνδιασκέψεις και τώρα Συνέδριο για να καταλήγουμε σε αποφάσεις που λαμβάνονται για λόγους εσωκομματικών ισορροπιών και αφορούν μόνο τα μέλη του κόμματος, των οποίων οι θέσεις δεν εκφωνούνται ή αλλοιώνονται ή εκφωνούνται "μισές", ενώ σε ορισμένες περιπτώσεις διατυπώνονται εντελώς διαφορετικά ή και αντίθετα πράγματα απ’ όσα έχουν αποφασιστεί.

Ακόμα χειρότερα, πρέπει να επισημανθούν ως άκρως αρνητικά φαινόμενα ανάληψης σημαντικών πολιτικών πρωτοβουλιών και κινήσεων ερήμην των συλλογικών οργάνων και με πλήρη άγνοια των τελευταίων, που στέκονται αμήχανα προ τετελεσμένων γεγονότων.

Ο ΣΥΡΙΖΑ όχι μόνο πρέπει να αποφύγει αλλά και να καταπολεμήσει με όλες του τις δυνάμεις και σε όλα τα επίπεδα τυπικά φαινόμενα που έχουν εμφανισθεί σε αντιπολιτευτικά κόμματα , ιδίως του σοσιαλδημοκρατικού κλίματος, τα οποία όσο προσέγγιζαν την κυβέρνηση τόσο υποβαθμιζόταν το κόμμα και μεγάλωνε η απόσταση ανάμεσα στο τελευταίο, τα συλλογικά του όργανα ,τις συλλογικές του αποφάσεις και τη δημόσια διαχείριση της πολιτικής του κόμματος.

Αυτήν την ώρα όλα τα μέλη και στελέχη του κόμματος, όλα τα συλλογικά σώματα και συλλογικά όργανα του σε όλα τα επίπεδα και το ίδιο το Συνέδριο , οφείλουν να υπερασπιστούν την αποτελεσματική και στην πράξη δημοκρατική λειτουργία του κόμματος, την προάσπιση των αποφάσεων του κόμματος και την ενιαία διατύπωση της πολιτικής του τόσο στις εσωκομματικές διαδικασίες όσο και στη δημόσια παρουσία του.

4) ΙΔΡΥΤΙΚΟ ΣΥΝΕΔΡΙΟ ΤΟΜΩΝ ΣΤΗΝ ΠΟΛΙΤΙΚΗ ΚΑΙ ΠΟΡΕΙΑ ΤΟΥ ΣΥΡΙΖΑ

ΓΙΑ ΕΝΑ ΜΕΓΑΛΟ ΔΙΠΛΟ ΑΛΜΑ ΤΟΥ ΣΥΡΙΖΑ

Το ιδρυτικό Συνέδριο πρέπει να αναδειχθεί σε μεγάλη ευκαιρία προκειμένου να προχωρήσει ένα δεύτερο κύμα ριζοσπαστικοποίησης του ΣΥΡΙΖΑ.

Ο ΣΥΡΙΖΑ, ένα περίπου χρόνο μετά τις εκλογές, μπορεί και πρέπει να ξεκολλήσει από τα ποσοστά που κατέγραψε σε αυτές, μπορεί να ανακτήσει την πολιτική πρωτοβουλία, να αποκτήσει ξανά την ηγεμονία στην πολιτικοκοινωνική σκακιέρα και πρώτα απ΄όλα μέσα στο λαό και να κατακτήσει μια νέα πολιτική και κοινωνική δυναμική, εν μέσω νέας ανάπτυξης των εργατικών-λαϊκών αγώνων.

Ο ΣΥΡΙΖΑ για να επιτύχει όλα τα παραπάνω στην κατεύθυνση μιας μεγάλης προοδευτικής ανατροπής στη ζωή της χώρας, χρειάζεται να πραγματοποιήσει ο ίδιος μια δημιουργική ανατροπή μέσα από τη συνέχεια της πορείας του.

Το συνέδριο του ΣΥΡΙΖΑ δεν θα πρέπει να είναι μια από «τα ίδια». Δεν θα πρέπει να συνεχίσει την «πεπατημένη».

Το ιδρυτικό Συνέδριο του ΣΥΡΙΖΑ οφείλει να αναδείξει και να χαράξει εκείνες τις νέες πολιτικές κατευθύνσεις που θα ανοίξουν τα «φτερά» του Κόμματος να επιτύχει ένα ταυτόχρονο διπλό άλμα.

Ένα άλμα στη συμβολή του για την εκ νέου αφύπνιση του κοινωνικού πεδίου, στην αναζωογόνηση των κοινωνικών αγώνων και στην ανάπτυξη ενός μεγάλου ενωτικού εργατικού – λαϊκού κινήματος στο ύψος της ανάγκης μιας προοδευτικής ανατροπής στην πορεία της χώρας με σοσιαλιστικό ορίζοντα.

Ένα νέο άλμα στη δυναμική και επιρροή του κόμματος, που θα του προσδώσει ένα άνετο πολιτικό προβάδισμα και μια καινούργια πολιτική πρωτοκαθεδρία, η οποία θα δώσει και τη χαριστική βολή στο παλιό αστικό πολιτικό σκηνικό και στις «αριστερές» εφεδρείες του.

Αυτά τα νέα άλματα στη δυναμική και τη κινηματική συμβολή του ΣΥΡΙΖΑ είναι απείρως πιο δύσκολα από το «πέταγμα» του Κόμματος σε ρόλο αξιωματική αντιπολίτευσης και απαιτούν για να υλοποιηθούν μεγάλες τομές στην πολιτική του Κόμματος, μεγάλη αποφασιστικότητα, τιτάνια πολιτική θέληση, ακλόνητη ριζοσπαστικότητα και πείσμονα σιδερένια συνέπεια, σταθερότητα, προκειμένου να ανταπεξέλθουμε στις συγκρούσεις και τις επιθέσεις του κατεστημένου, οι οποίες για να ματαιώσουν την κυβερνητική προοπτική της Αριστεράς και του εργατικού-λαϊκού κινήματος, θα καταστούν απείρως πιο σφοδρές έως λυσσώδεις, ενώ δεν πρέπει να αποκλείουμε τη χρήση ακραίων αντιδημοκρατικών μέσων και σκοτεινών μεθοδεύσεων.

Ήδη εδώ και αρκετό διάστημα βρίσκεται σε εξέλιξη και διαρκώς κλιμακώνεται μια απροκάλυπτη επιχείρηση βαθιάς αντιδημοκρατικής εκτροπής και ακύρωσης ακόμα και των πιο στοιχειωδών πλευρών της αστικής κοινοβουλευτικής δημοκρατίας, με αποτέλεσμα να έχει καταστεί περίπου «κουρελόχαρτο» το Σύνταγμα, η Βουλή να έχει εκμηδενιστεί, τα εργασιακά δικαιώματα να είναι ανύπαρκτα, με τη σατραπεία της εργοδοσίας να είναι απόλυτη στους τόπους εργασίας, οι βαθιά συντηρητικές και επιθετικά αυταρχικές πολιτικές να εξαπλώνονται σε όλα τα πεδία, παρέχοντας κάλυψη στη φασιστική-νεοναζιστική προπαγάνδα και επιρροή, ενώ τα ΜΑΤ, οι δικαστικές απαγορεύσεις και όλο και περισσότερο οι κατασταλτικές και τώρα προληπτικές (βλ. καθηγητές) επιστρατεύσεις των εργαζομένων να γίνονται κανόνας, δίνοντας μια εικόνα στρατιωτικοποίησης των εργασιακών χώρων και σχέσεων.

5) ΓΙΑ ΕΝΑ ΔΕΥΤΕΡΟ ΚΥΜΑ ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΙΚΟΠΟΙΗΣΗΣ ΤΟΥ ΣΥΡΙΖΑ

ΚΑΤΑΠΟΛΕΜΗΣΗ ΚΑΘΕ ΕΝΔΕΧΟΜΕΝΗΣ ΤΑΣΗΣ ΑΝΑΔΙΠΛΩΣΗΣ ΚΑΙ ΕΞΕΤΑΣΕΩΝ ΣΥΣΤΗΜΙΚΗΣ «ΥΠΕΥΘΥΝΟΤΗΤΑΣ»

Για να πραγματοποιήσει ο ΣΥΡΙΖΑ το αναγκαίο διπλό άλμα στην πορεία του, στην κατεύθυνση της προοδευτικής ανατροπής και της κυβέρνησης της Αριστεράς, χρειάζεται ο ίδιος μια νέα ριζοσπαστικοποίηση, η οποία με τη σειρά της θα δώσει ώθηση σε μια νέα πολιτική και ιδεολογική ριζοσπαστική μετατόπιση της μεγάλης κοινωνικής πλειοψηφίας.

Δεν είναι ο ΣΥΡΙΖΑ που πρέπει να «χαθεί» μέσα στις συγχύσεις, τις αντιφάσεις και την απροσδιοριστία σημαντικών κοινωνικών τμημάτων που προβληματίζονται και δυσφορούν με τη μνημονιακή λεηλασία, αλλά αντιθέτως οφείλει να ηγηθεί πρωτοποριακά μιας προσπάθειας για να υπάρξουν κοινωνικές αντιδράσεις και κινητοποιήσεις και συνεκτικές πολιτικές και ιδεολογικές ανακατατάξεις στη βάση μιας εναλλακτικής προοδευτικής και σοσιαλιστικής προοπτικής της κοινωνίας.

Ο ΣΥΡΙΖΑ δεν πρόκειται να κερδίσει περισσότερη «αξιοπιστία» και «εμπιστοσύνη», που την έχει απόλυτη ανάγκη για την ενίσχυση της επιρροής του, με μια ενδεχόμενη πορεία αναδίπλωσης και συστημικής «υπευθυνότητας», στρογγυλεύοντας τις αιχμές των θέσεων του, λειαίνοντας τις οξείες γωνίες της τακτικής του, κρατώντας αποστάσεις από «δύσκολους» κοινωνικούς αγώνες, διαλεγόμενος με κέντρα εξουσίας που πρέπει να αμφισβητηθούν και ακολουθώντας την παραδοσιακή ολισθηρή πορεία που ακολούθησαν κατά καιρούς οι διάφορες εκδοχές αξιωματικών αντιπολιτεύσεων στη χώρα μας.

Ο ΣΥΡΙΖΑ μπορεί να ενισχύσει την αξιοπιστία του μέσα στα πλατιά λαϊκά στρώματα, να κερδίσει την εμπιστοσύνη της μεγάλης κοινωνικής πλειοψηφίας και να κατακτήσει την ηγεμονία στη συγκρότηση ενός πλατιού αριστερού μετώπου και σε μια πλατιά κοινωνική συμμαχία της εργατικής τάξης, των μικρομεσαίων στρωμάτων στις πόλεις και την ύπαιθρο και του κόσμου της διανόησης και του πολιτισμού, μόνο αν επιδείξει αξιοπιστία στο ριζοσπαστισμό του και την ανατρεπτική του κατεύθυνση και εμπνεύσει εμπιστοσύνη για τη συνέπεια του, τη σταθερότητα του, την ικανότητα του να δίνει δύσκολες μάχες, την αντοχή του στις πιέσεις του κατεστημένου και την αποφασιστικότητά του.

Το ιδρυτικό Συνέδριο μπορεί να γίνει το Συνέδριο τομής για το δεύτερο κύμα ριζοσπαστικοποίησης του ΣΥΡΙΖΑ. Μιας δεύτερης ριζοσπαστικοποίησης με όρους ταξικούς, εργατικούς, λαϊκούς, κοινωνικούς , οι οποίοι να πατάνε γερά, προωθητικά και τολμηρά στο έδαφος των εργατικών και κοινωνικών αναγκών στους χώρους δουλειάς, στους κλάδους, στις γειτονιές, τους δήμους, στα σχολεία, στο χώρο της υγείας, στους εργαζόμενους του ιδιωτικού και δημόσιου τομέα, στους άνεργους νέους και μεγαλύτερης ηλικίας.

6) ΓΙΑ ΜΙΑ ΝΕΑ ΠΟΛΙΤΙΚΗ, ΠΡΟΓΡΑΜΜΑΤΙΚΗ, ΚΙΝΗΜΑΤΙΚΗ ΚΑΙ ΙΔΕΟΛΟΓΙΚΗ ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΙΚΟΠΟΙΗΣΗ

Η απόλυτα αναγκαία δεύτερη ώθηση ριζοσπαστικοποίησης του ΣΥΡΙΖΑ χρειάζεται ένα ουσιαστικό σχεδιασμό και θα πρέπει να αγκαλιάσει όλους τους τομείς και τις δράσεις του ΣΥΡΙΖΑ: τις πολιτικές επιλογές του, τις προγραμματικές του επεξεργασίες, την κινηματική του παρέμβαση, τις Κομματικές του λειτουργίες, ακόμα και τις ιδεολογικές του βάσεις.

Σε πολιτικό επίπεδο, ο ΣΥΡΙΖΑ πρέπει σε κάθε περίπτωση να εγκαταλείψει ένα πνεύμα άμυνας και απολογίας, που συχνά εμφανίζει και να περάσει σε μια μεγάλη δημιουργική πολιτική αντεπίθεση με τεκμηρίωση, επιχειρήματα, αυτοπεποίθηση, και μαχητικό πνεύμα, η οποία πέραν των άλλων προϋποθέτει μαζί με ένα νέο πολιτικό προσανατολισμό, ένα κατάλληλο σχεδιασμό και μια ουσιαστικότερη συλλογική προσπάθεια και μελέτη.

Είναι αδιανόητο οι δυνάμεις του κατεστημένου να διατηρούν την πολιτική πρωτοβουλία, να διαμορφώνουν την ατζέντα των δημοσίων συζητήσεων και αντιπαραθέσεων ακόμα και των θεμάτων που δεν επιτρέπεται να συζητούνται ή όταν συζητούνται η Αριστερά να παίρνει «υπαγορευμένες» θέσεις που δεν θίγουν ουσιαστικά την κυρίαρχη αντίληψη, ιδιαίτερα σε θέματα που αφορούν το λεγόμενο «ευρωπαϊκό όραμα ή ιδεώδες».

Η νέα πολιτική αντεπίθεση που πρέπει να αναλάβει ο ΣΥΡΙΖΑ οφείλει να αμφισβητήσει την κυρίαρχη θεματολογία, να αναδεικνύει τις δικές του θεματικές προτεραιότητες και να αμφισβητήσει την κεντρικότητα των αστικών μέσων ενημέρωσης, πρώτα απ’ όλα των τηλεοπτικών, προβάλλοντας ένα εναλλακτικό θεσμικό πλαίσιο δημόσιας συζήτησης και ενημέρωσης.

Σε κινηματικό επίπεδο ο ΣΥΡΙΖΑ οφείλει να κάνει μια μεγάλη στροφή για να ανακαλύψει εκ νέου και σε μεγαλύτερο βάθος το ταξικό, εργασιακό και κοινωνικό πεδίο. Χρειαζόμαστε μια μεγάλη στροφή του Κόμματος σε όλα τα επίπεδα από τα κεντρικά του στελέχη μέχρι και την τελευταία οργάνωση και όλα τα μέλη του φορέα στην κοινωνία, τα κοινωνικά προβλήματα και πρώτα απ’ όλα τους εργασιακούς χώρους.

Δεν μπορεί να υπάρχει κοινωνική κινητοποίηση για υπαρκτά προβλήματα χωρίς την παρουσία και ισχυρή παρέμβαση του ΣΥΡΙΖΑ, δεν μπορεί να υπάρχει σωματείο και συνδικάτο στο οποίο να μην δραστηριοποιούνται δυνάμεις του ΣΥΡΙΖΑ, δεν μπορεί να υπάρχει κοινωνικός και εργασιακός χώρος που ο ΣΥΡΙΖΑ, τα στελέχη, τα μέλη και οι φίλοι του δεν ενθαρρύνουν την ανάδειξη των προβλημάτων και την αγωνιστική διεκδίκηση τους.

Ο ΣΥΡΙΖΑ δεν είναι δυνατόν σε περιόδους λεηλασίας και εκτροπής σαν αυτές που διανύουμε να εμφανίζεται σε ορισμένες καίριες στιγμές «ταλαντευόμενος» ή ακόμα χειρότερα ως «κυανόκρανος» απέναντι σε κοινωνικούς αγώνες που έχουν δίκαια αιτήματα. Αντίθετα ο ρόλος του ΣΥΡΙΖΑ δεν είναι ρόλος «παρατηρητή» ή έξωθεν «σχολιαστή» των κοινωνικών αντιδράσεων και κοινωνικών αγώνων, κάτω από την πίεση των κυρίαρχων μέσων ενημέρωσης, αλλά ρόλος ουσιαστικής παρέμβασης για τη στήριξη των αγώνων και για να αποκτούν ουσιαστικό περιεχόμενο, εναλλακτικό προσανατολισμό και να κατακτούν την ευρύτερη δυνατή κοινωνική αλληλεγγύη και αποτελεσματικότητα.

Αμετάθετος άμεσος στόχος του ΣΥΡΙΖΑ σε αυτή ιδιαίτερα τη φάση είναι η αναζωογόνηση σε ταξική κατεύθυνση του συνδικαλιστικού κινήματος , η ανάπτυξη μεγάλων ενωτικών ταξικών αγώνων και η ανύψωση τους σε ένα μεγάλο ενωτικό πολιτικό εργατικό – λαϊκό κίνημα προοδευτικής ανατροπής για μια κυβέρνηση της Αριστεράς και για την υλοποίηση του ριζοσπαστικού προγράμματος της.

Σε ΠΡΟΓΡΑΜΜΑΤΙΚΟ ΕΠΙΠΕΔΟ ο ΣΥΡΙΖΑ πρέπει να απεμπλακεί από μια ιδιόμορφη στασιμότητα στην προγραμματική του εναλλακτική κατεύθυνση που προσομοιάζει με ακινησία ή «black out».

Αντίθετα, ο ΣΥΡΙΖΑ για να καταστεί προγραμματικά πιο αξιόπιστος, φερέγγυος, διεισδυτικός και αποδεκτός από το λαό, πρέπει να γίνει αυθεντικά πιο εναλλακτικός με κοινωνικούς λαϊκούς όρους, να ανακόψει κάθε τάση προγραμματικής αναδίπλωσης και «στρογγυλέματος», να εγκαταλείψει ενδεχόμενες «φοβικές» εμμονές για επιθέσεις του κατεστημένου και να προχωρήσει σε μια νέα προγραμματική αντεπίθεση εφ’ όλης της ύλης και σε όλα τα μέτωπα.

Προς αυτήν την κατεύθυνση πρέπει να καταστήσει πιο συνεκτική και πιο τεκμηριωμένη την κεντρική εναλλακτική του πρόταση, θέτοντας σε ένα ενιαίο σχέδιο, χωρίς τεμαχισμούς και διακοπές, ένα πειστικό δρόμο απαλλαγής από τρόικα και μνημόνια, ο οποίος θα ακολουθηθεί μέχρι τέλους, χωρίς αναστολές και εκβιασμούς για την παραμονή στο ευρώ. Ταυτόχρονα, ο ΣΥΡΙΖΑ πρέπει αμέσως μετά το Συνέδριο να συνδέσει αυτή την κεντρική, συνεκτική, χωρίς αντιφάσεις και εξαρτήσεις από τρίτους, πρόταση με εξειδικευμένη και συγκεκριμένη ριζοσπαστική προγραμματική επεξεργασία σε όλους τους τομείς και σε ανοιχτό διάλογο με τους ενδιαφερόμενους.

Η οργανωμένη και σχεδιασμένη ανάληψη από τον ΣΥΡΙΖΑ μιας νέας κεντρικής και στους επιμέρους τομείς πολιτικής και κοινωνικής εκστρατείας τολμηρής προγραμματικής εμβάθυνσης και επάρκειας σε νέα ριζοσπαστική κατεύθυνση, θα θα προσδώσει ώθηση στην επαφή και την κατάκτηση σχέσεων εμπιστοσύνης και κινητοποίησης με πολύ πλατιά λαϊκά στρώματα.

Σε ΚΟΜΜΑΤΙΚΟ ΕΠΙΠΕΔΟ ο ΣΥΡΙΖΑ χρειάζεται ριζική και ριζοσπαστική ανασυγκρότηση και επαναπροσανατολισμό. Θεμελιώδες κατευθύνσεις είναι να κατακτήσει όλο το Κόμμα μια πραγματικά νέα συλλογική λειτουργία σε όλα τα επίπεδα, μια αληθινή και στην πράξη συμμετοχή στις αποφάσεις και μια ικανότητα εξωστρεφούς κοινωνικής παρουσίας και κινηματικής δράσης σε όλα τα επίπεδα.

Είναι αδιανόητο να μιλάμε για την ανάπτυξη κοινωνικών αγώνων και να μην κινητοποιούνται πρωτοπόρα, αντίθετα συχνά να απουσιάζουν, στους αγώνες, όλα τα μέλη και κυρίως πρώτα από όλα και τα στελέχη, ιδιαίτερα τα ανώτερα, του Κόμματος. Είναι εξοργιστικό να μιλάμε για συμμετοχή και την ίδια ώρα οι πολιτικές κινήσεις να είναι συχνά νωχελικές, βραδυκίνητες και ανενεργές σε πολιτική δράση στο χώρο τους ή ακόμα χειρότερα να έχουν μέλη στα χαρτιά, που εμφανίζονται μόνο στις ψηφοφορίες για την εκλογή οργάνων και σε Συνεδρίων.

Δεν μπορούμε να μιλάμε για νέα ριζοσπαστικοποίηση της κοινωνίας και προοδευτική ανατροπή χωρίς ένα κόμμα ριζοσπαστικό, χωρίς ένα κόμμα εμπροσθοφυλακή, ένα κόμμα αφοσιωμένων αγωνιστών, ένα κόμμα πρωτοπόρων και όχι ένα κόμμα που καμιά φορά κινδυνεύουν λειτουργίες του να περιορίζονται στην ανάδειξη εσωτερικών συσχετισμών, στην επιβεβαίωση και αναπαραγωγή της όποιας ηγεσίας, κόμμα γραφειοκρατικό και μικροεξουσίας.

Το ιδρυτικό Συνέδριο οφείλει να αποσαφηνίσει πλήρως τις κατευθύνσεις για ένα Κόμμα με δραστήρια μέλη και στελέχη ικανά για θυσίες, κόμμα μάχιμο εργαλείο, άξιο να φέρει σε πέρας τη μεγάλη σύγκρουση που έχουμε μπροστά μας και ικανό να διευθύνει μια πορεία προοδευτικής και σοσιαλιστικής αναγέννησης της χώρας και της κοινωνίας.

7. ΓΙΑ ΜΙΑ ΝΕΑ ΘΕΣΗ ΤΗΣ ΕΛΛΑΔΑΣ ΣΤΗΝ ΠΕΡΙΟΧΗ ΜΑΣ ΚΑΙ ΤΟΝ ΚΟΣΜΟ!

Ο ΣΥΡΙΖΑ ΠΡΕΠΕΙ ΝΑ ΑΠΕΜΠΛΑΚΕΙ ΑΠΟ ΕΝΑ ΜΥΩΠΙΚΟ ΕΥΡΩΚΕΝΤΡΙΣΜΟ

Μια κυβέρνηση της Αριστεράς για να στηρίξει μια νέα προοδευτική πολιτική σοσιαλιστικού ορίζοντα με διαγραφή χρέους, χωρίς τρόικα, μνημόνια και δανειακές συμβάσεις, σε σύγκρουση με την ευρωζώνη αλλά και την ΕΕ. Για να στηρίξει, επίσης, μια πολιτικά ανεξάρτητη πορεία υπεράσπισης και διασφάλισης των νόμιμων δικαιωμάτων της, χρειάζεται να αναζητήσει μια νέα θέση στην περιοχή μας και τον κόσμο.

Με δύο λόγια η κυβέρνηση της Αριστεράς χρειάζεται να προωθήσει τολμηρά μια νέα πρωτότυπη, πολυδιάστατη και ριζοσπαστική εξωτερική πολιτική και πολιτική διεθνών οικονομικών σχέσεων, μακριά από τα μέχρι τώρα αστικά δόγματα, χωρίς τις οποίες είναι αδύνατη μια νέα προοδευτική διέξοδος και πορεία.

Ο ΣΥΡΙΖΑ για να συμβάλλει καθοριστικά σε αυτή τη ζωτική κατεύθυνση πρέπει να αντιταχθεί σε βάθος στις πολιτικές του «ανήκομεν εις τη Δύση», που μέσα στην παρούσα κρίση έχουν μετατρέψει ανοιχτά τη χώρα σε «δορυφόρο» των ΗΠΑ και της Γερμανικής Ευρώπης και συχνά την καταστούν παίγνιο και θύμα των μεταξύ τους ιμπεριαλιστικών ανταγωνισμών, ενώ ο ίδιος ο ΣΥΡΙΖΑ πρέπει να απαλλαγεί στην πράξη από ένα ιδιόμορφο και μυωπικό «ευρωκεντρισμό» που συχνά περιορίζεται αποκλειστικά στη Δυτ. Ευρώπη και στον εξωραϊσμό της.

Ο ΣΥΡΙΖΑ ιδιαίτερα σε μια νέα περίοδο που η ΕΕ βρίσκεται σε κρίση, γίνεται όλο και πιο απωθητική στους λαούς, διαλύει ότι έχει απομείνει από τις κοινωνικές-εργασιακές κατακτήσεις και ακολουθεί μια πορεία διεθνούς οικονομικής υποβάθμισης και παρακμής, σε μια περίοδο, επίσης, που οι ΗΠΑ βλέπουν να αποδυναμώνεται και να κλονίζεται η μεταψυχροπολεμική τους μονοκρατορία ενώ ο πολιτικός και οικονομικός χάρτης του πλανήτη και εν μέρει της περιοχής μας, μαζί με τους αντίστοιχους πολιτικούς και οικονομικούς συσχετισμούς, αλλάζουν συνεχώς, ο ΣΥΡΙΖΑ οφείλει να αναπροσανατολίσει τους εξωτερικούς του πολιτικούς και οικονομικούς του ορίζοντες.

Ο ΣΥΡΙΖΑ οφείλει να αντιληφθεί στην πράξη ότι η Ελλάδα είναι, ταυτόχρονα, χώρα των Βαλκανίων, μια μεσογειακή χώρα, χώρα που περιβρέχεται από την ίδια θάλασσα με τις αναπτυσσόμενες χώρες της Β. Αφρικής, χώρα της Νοτιοαν. Μεσογείου που γειτνιάζει με το Μεσο- Ανατολικό και Αραβικό βάθος, χώρα που είναι κοντά στην Κεντρική Ασία.

Ο ΣΥΡΙΖΑ οφείλει να αντιληφθεί ότι ο κόσμος στον οποίο καθόριζε τις τύχες του μόνον οι ΗΠΑ ή οι ΗΠΑ με «παραστάτη» τη Γερμανική ΕΕ, έχει αρχίσει να γίνεται παρελθόν, ενώ νέες μεγάλες και φιλόδοξες δυνάμεις έχουν αρχίσει να αναδύονται, με χαρακτηριστικές τις χώρες των λεγόμενων Brics.

Κάτω από αυτό το νέο πρίσμα ο ΣΥΡΙΖΑ ως Αριστερά οφείλει να μην περιορίζει τις σχέσεις του μόνο με ορισμένα τμήματα της Αριστεράς των χωρών της ΕΕ, αλλά να αναπτύξει ισχυρούς δεσμούς με όλες τις αριστερές προοδευτικές δυνάμεις στον πλανήτη και πρώτα απ’ όλα στα Βαλκάνια, τη Μεσόγειο – Β. Αφρική, τη Μ. Ανατολή, την κεντρική Ασία αλλά και τη μακρινή, σε πολιτικό και κοινωνικό αναβρασμό, Λατ. Αμερική.

Ο ΣΥΡΙΖΑ, ταυτόχρονα, πρέπει να αναζητήσει από τώρα δυνατότητες ανάπτυξης πολιτικών και προοπτικά οικονομικών σχέσεων με χώρες και κυβερνήσεις ιδιαίτερα των ως άνω περιοχών και των BRICS.

Στοιχειώδης πολιτικός ρεαλισμός επιβάλλει σε μια κυβέρνηση της Αριστεράς να ξεκινήσει την όποια αναζήτηση διεθνών ερεισμάτων από μια θεμελιώδη παραδοχή: ότι μετά τη διάλυση της ΕΣΣΔ και τη στροφή της Κίνας δεν υπάρχουν, σε παγκόσμια κλίμακα, στρατηγικοί σύμμαχοι μεγάλης ισχύος για μια αυριανή αριστερή- εργατική κυβέρνηση, η οποία θα θελήσει να αλλάξει και όχι να διαχειριστεί το υπάρχον σύστημα. Υπάρχουν μόνο συγκρουόμενα οικονομικά και γεωπολιτικά συμφέροντα μεταξύ εδραιωμένων και αναδυόμενων ιμπεριαλιστικών δυνάμεων, αντιθέσεις που μπορεί να ανοίξουν κάποια παράθυρα ευκαιρίας για τακτικούς ελιγμούς και πρόσκαιρους, σχετικά ευνοϊκούς συμβιβασμούς στις μαχόμενες αριστερές δυνάμεις.

Από την άλλη πλευρά, η ανάδυση νέων κέντρων οικονομικής και πολιτικής ισχύος στην Άπω Ανατολή, τη Νότια Ασία και τη Λατινική Αμερική δημιουργεί δυνατότητες αναζήτησης εναλλακτικών στηριγμάτων στην προοπτική μιας λαϊκής, δημοκρατικής ανατροπής στην Ελλάδα, έστω κι αν θα πρόκειται για πρόσκαιρες, ετεροβαρείς συμμαχίες, οι οποίες προφανώς θα έχουν το τίμημά τους.

Χτυπητό παράδειγμα αποτελεί η ανάδυση των λεγόμενων BRICS- Κίνα, Ρωσία, Ινδία, Βραζιλία, Νότια Αφρική- που αντιστοιχούν στο 40% του παγκόσμιου πληθυσμού και στο 17% του παγκόσμιου εμπορίου. Την περασμένη εβδομάδα, οι πέντε αυτές μεγάλες χώρες πραγματοποίησαν σύνοδο κορυφής στο Ντέρμπαν της Νότιας Αφρικής, όπου αποφάσισαν να δημιουργήσουν κοινή, αναπτυξιακή τράπεζα, με κεφάλαια της τάξης των 50 δις.

Υπάρχουν εναλλακτικές δυνατότητες διμερών συμφωνιών, σε αμοιβαία επωφελή βάση, με χώρες όπως η Ρωσία και η Κίνα. Ανάλογες συμφωνίες μπορούν να σχεδιαστούν με χώρες όπως η Ινδία και η Βραζιλία- από τους παγκόσμιους πρωταθλητές στην παραγωγή γενόσημων φαρμάκων- θα μπορούσαν να εξασφαλίσουν μια ριζοσπαστική κυβέρνηση της Ελλάδας φθηνά, αξιόπιστα φάρμακα τη δύσκολη μεταβατική περίοδο. Η πολύ σημαντική απόφαση της Ινδίας, στις αρχές της βδομάδας, να αγνοήσει τις πιέσεις της Novartis και άλλων πολυεθνικών αναφορικά με τα «πνευματικά δικαιώματα» στο χώρο του φαρμάκου διευρύνει σοβαρά αυτές τις δυνατότητες.

Σε αντίθεση με τις αστικές κυβερνήσεις του «ανήκομεν εις την Δύσιν», που ακολουθούν δουλικά τις επιλογές Ουάσιγκτον και Βρυξελλών, αυξάνοντας την ενεργειακή εξάρτηση της Ελλάδας από Τουρκία και Ισραήλ, μια ριζοσπαστική, αριστερή κυβέρνηση θα διέθετε μεγάλα περιθώρια διαφοροποίησης των πηγών ενεργειακού ανεφοδιασμού. Ακόμη και η Τουρκία, μια χώρα- μέλος του ΝΑΤΟ και στρατηγικός σύμμαχος των Αμερικανών στη Μέση Ανατολή, αγνοεί τις κυρώσεις Ουάσιγκτον και Βρυξελλών και συνεχίζει να προμηθεύεται από την Τεχεράνη το 20% των αναγκών της σε φυσικό αέριο. Μια κυρίαρχη και ανεξάρτητη Ελλάδα θα μπορούσε να πράξει κάτι ανάλογο, με ακόμη περισσότερο ευνοϊκούς όρους, δεδομένων των παραδοσιακά φιλικών σχέσεων ανάμεσα στην Αθήνα και την Τεχεράνη. Η Ρωσία, η Βενεζουέλα, η Αίγυπτος και άλλες χώρες εντάσσονται επίσης στους υποψήφιους προμηθευτές μιας νέας Ελλάδας, φιλικής με όλους τους λαούς, αλλά όχι «δεδομένης» για οποιαδήποτε μεγάλη δύναμη.

Η κυριότερη εφεδρεία μιας νέας, λαϊκής εξουσίας στην Ελλάδα θα ήταν οι λαοί που υποφέρουν, αγωνίζονται και ελπίζουν- ιδιαίτερα στην περιφέρεια της ευρωζώνης, την ευρωπαϊκή και αραβική Μεσόγειο και τα Βαλκάνια. Μια Ελλάδα που θα τολμήσει να έρθει σε σύγκρουση με την πολιτική της τρόικας,μνημονίων, ευρωζώνης και Γερμανικής ΕΕ, μπαίνοντας στις αχαρτογράφητες θάλασσες της αλληλεγγύης και της κοινωνικής δικαιοσύνης, είναι βέβαιο ότι θα κέρδιζε αμέσως τη συμπάθεια των λαών, πυροδοτώντας ντόμινο προοδευτικών ανατροπών στο γεωγραφικό και οικονομικό της περίγυρο. Για καλή μας τύχη, οι χώρες του Νότου που αποτελούν αυτή τη στιγμή τους αδύναμους, από οικονομική άποψη, κρίκους της ευρωζώνης, υπήρξαν ιστορικά οι αδύναμοι κρίκοι της ιμπεριαλιστικής αλυσίδας και από πολιτική άποψη- και ήδη έχουν αρχίσει να ξαναγίνονται, όπως μαρτυρά η άνοδος της Αριστεράς στην Ελλάδα, η αφύπνιση του πνεύματος της «Επανάστασης των γαρυφάλλων» στην Πορτογαλία και η ανοιχτή πολιτική κρίση στην Ιταλία. Ζώνη αμερικανοβρετανικής συγκυριαρχίας μετά τον Β' Παγκόσμιο Πόλεμο, η Μεσόγειος μπορεί να γίνει σε όλες τις ακτές της σε Ευρώπη, Αφρική και Ασία η δική μας θάλασσα της κοινωνικής εξέγερσης, της ελπίδας και της ελευθερίας.

ΠΡΟΓΡΑΜΜΑΤΙΚΕΣ ΚΑΤΕΥΘΥΝΣΕΙΣ

Το κεντρικό θέμα για το ΣΥΡΙΖΑ είναι η συγκρότηση και ο σχεδιασμός μιας δέσμης άμεσων μέτρων για την ανακοπή της κρίσης, συνυφασμένης με ένα μεταβατικό προοδευτικό πρόγραμμα ενός νέου οικονομικού προτύπου ανάπτυξης και νέων οικονομικών και κοινωνικών σχέσεων, που θα έχει ως προοπτική μια νέα σοσιαλιστική οικονομία και κοινωνία.

Στο πλαίσιο της άμεσης δέσμης μέτρων ανακοπής της κρίσης και του νέου οικονομικού προτύπου μετάβασης σε ένα νέο σοσιαλισμό, προτείνουμε:

1. ΑΚΥΡΩΣΗ – ΚΑΤΑΡΓΗΣΗ ΜΝΗΜΟΝΙΩΝ

Την άμεση, με νόμο στη Βουλή, ακύρωση – κατάργηση όλων των μνημονίων και των εφαρμοστικών τους νόμων, πράγμα που, πέραν των άλλων, θα έχει ως αποτέλεσμα τον τερματισμό της λιτότητας και την απαρχή μιας νέας περιόδου πλήρους επαναφοράς των εργασιακών κατακτήσεων που καταργήθηκαν με τα μνημόνια, με πρώτη την αποκατάσταση των ελεύθερων συλλογικών διαπραγματεύσεων και σταδιακής επαναφοράς (σε συνδυασμό με την επίτευξη αναπτυξιακών επιδόσεων) των μισθών και των συντάξεων στο προ μνημονίων πραγματικό ύψος.

2.ΔΙΑΓΡΑΦΗ ΤΟΥ ΕΛΛΗΝΙΚΟΥ ΚΡΑΤΙΚΟΥ ΧΡΕΟΥΣ

Την άμεση, χωρίς όρους, προϋποθέσεις και μνημονιακές δεσμεύσεις, διαγραφή του χρέους, πρώτα απ’ όλα το εξωτερικού χρέους. Ο ΣΥΡΙΖΑ θεωρεί ότι το υπέρογκο και δυσβάσταχτο κρατικό χρέος είναι τρομακτικά άδικο και βαθύτατα ταξικό, ενώ σημαντικό μέρος του είναι παράνομο και επαχθές. Αυτό το χρέος το συσσώρευσε στη χώρα μια οικονομική και πολιτική ελίτ για να εξυπηρετήσει τα δικά της ιδιοτελή συμφέροντα και προτεραιότητες και όχι πραγματικές και ουσιαστικές αναπτυξιακές και κοινωνικές ανάγκες του λαού και της χώρας. Ο ΣΥΡΙΖΑ δεν αναγνωρίζει αυτό το χρέος ως χρέος του ελληνικού λαού, το οποίο, πέραν αυτού, έχει καταστεί εκ των πραγμάτων και μη βιώσιμο, διότι δεν μπορεί να εξυπηρετηθεί και πολύ περισσότερο να αποπληρωθεί, χωρίς να εξοντωθεί ο λαός μας.

Ο ΣΥΡΙΖΑ με αυτές τις σκέψεις θεωρεί άμεση προτεραιότητα του την πλήρη, χωρίς όρους και μνημονιακές υποχρεώσεις, διαγραφή του χρέους, η οποία συνιστά πρώτη προϋπόθεση για να μπορέσει η χώρα να ανακόψει την κρίση και να χαράξει δρόμους ανάκαμψης.

Μια κυβέρνηση της Αριστεράς θα προσπαθήσει κατ΄αρχήν να διαγράψει το χρέος ή τουλάχιστον το συντριπτικά μεγαλύτερο μέρος του, μέσα από διαπραγματεύσεις. Στο βαθμό που η προσπάθεια αυτή δεν θα αποφέρει γρήγορα θετικά αποτελέσματα, η κυβέρνηση της Αριστεράς θα προχωρήσει άμεσα στη διακοπή αποπληρωμής του χρέους και στη διαγραφή του, επικαλούμενη νόμιμους λόγους επιβίωσης του ελληνικού λαού και τις αρχές του ΟΗΕ, που επιβάλλουν στις κυβερνήσεις να θέτουν την ύπαρξη του λαού των χωρών τους πάνω από οποιαδήποτε άλλη σκοπιμότητα ή «υποχρέωση».

Η διαγραφή του χρέους δεν θα βγάλει από μόνη της τη χώρα από την κρίση αλλά θα αποτελέσει ένα μεγάλο βήμα γι’ αυτήν τη διέξοδο, εφόσον συνδυαστεί με ένα προοδευτικό πρόγραμμα παραγωγικής ανόρθωσης και ανασυγκρότησης της χώρας.

3. ΔΙΑΓΡΑΦΗ ΧΡΕΩΝ ΓΙΑ ΤΙΣ ΠΙΟ ΑΔΥΝΑΤΕΣ ΧΩΡΕΣ ΣΤΗΝ ΕΥΡΩΖΩΝΗ ΚΑΙ ΣΕ ΠΑΓΚΟΣΜΙΟ ΕΠΙΠΕΔΟ

Ο ΣΥΡΙΖΑ, με αφετηρία την αδιαπραγμάτευτη θέση του για διαγραφή του χρέους της χώρας μας, έχει πλήρη επίγνωση ότι η υπερχρέωση συνιστά ένα βαρύτατο άχθος για πολλές από τις λιγότερο ανεπτυγμένες και αναπτυσσόμενες χώρες του κόσμου και ειδικότερα για ένα μεγάλο μέρος των χωρών της ευρωζώνης.

Πιο συγκεκριμένα, το υπέρογκο χρέος των χωρών της ευρωζώνης, ιδιαίτερα των πιο αδύνατων, οφείλεται σε μεγάλο βαθμό στις δομές και τα χαρακτηριστικά της ίδιας της ευρωζώνης και του ευρώ, που υποβοήθησαν εξαιρετικά την υπερχρέωση τους, η οποία θα ήταν σχεδόν αδύνατη χωρίς τη συμμετοχή τους στο κοινό νόμισμα. Αν δεν διαγραφούν τα χρέη των πλέον δοκιμαζόμενων χωρών της ευρωζώνης, στο πλαίσιο μιας γενικότερης ρύθμισης όλων των χρεών στην ευρωζώνη και την ΕΕ, τότε η ήδη προβληματική και παραπαίουσα ευρωζώνη, πολύ γρήγορα δεν θα έχει μέλλον.

Ο ΣΥΡΙΖΑ υποστηρίζει πλήρως κάθε προσπάθεια σε παγκόσμιο επίπεδο για την αντιμετώπιση του προβλήματος της υπερχρέωσης των λιγότερο ανεπτυγμένων και αναπτυσσόμενων χωρών με τη διαγραφή του χρέους τους και προς αυτήν την κατεύθυνση είναι έτοιμος να αναλάβει και να συμμετάσχει σε κάθε δυνατή πρωτοβουλία, συμπεριλαμβανομένης και μιας διεθνούς διάσκεψης, κάθε δυνατής μορφής και συμμετοχής, που μπορεί να συμβάλλει στη διαγραφή των χρεών και στη λήψη μέτρων περιορισμού της ασυδοσίας και της ανεξέλεγκτης δράσης του χρηματοπιστωτικού κεφαλαίου.

Ειδικότερα, ο ΣΥΡΙΖΑ υποστηρίζει πλήρως την υπερεπείγουσα ανάγκη για άμεση διαγραφή των υψηλών χρεών που έχουν οι περισσότερες και πιο αδύναμες χώρες της ευρωζώνης, διαγραφή που συνιστά το πρώτο και αναπόσπαστο βήμα μιας δέσμης ριζοσπαστικών μέτρων για την διέξοδο από την ευρωπαϊκή κρίση. Ο ΣΥΡΙΖΑ θα αναλάβει το επόμενο διάστημα άμεσες αγωνιστικές πρωτοβουλίες σε αυτήν την κατεύθυνση, συμπεριλαμβανομένης και της σύγκλισης μιας ευρωπαϊκής διάσκεψης, η οποία, ανεξάρτητα από τη μορφή και το εύρος της συμμετοχής, θα μπορούσε να υποβοηθήσει στη διαμόρφωση κλίματος και αγώνων για τη διαγραφή των χρεών.

4. ΑΚΥΡΩΣΗ – ΚΑΤΑΡΓΗΣΗ ΤΩΝ ΔΑΝΕΙΑΚΩΝ ΣΥΜΒΑΣΕΩΝ

Η κυβέρνηση της Αριστεράς θα προχωρήσει άμεσα στην ακύρωση – κατάργηση των «νεοαποικιακών» δανειακών συμβάσεων που συνομολόγησαν με την τρόικα και ψήφισαν με διαδικασίες κατάφωρης παραβίασης του Συντάγματος οι μνημονιακές κυβερνήσεις. Άλλωστε, η διαγραφή του χρέους, που θα έχει προωθήσει η κυβέρνηση της Αριστεράς, θα έχει αχρηστεύσει στην πράξη αυτές τις δανειακές συμβάσεις, των οποίων θα έχει εκλείψει το δανειακό τους αντίκρισμα.

Η ακύρωση- κατάργηση των «νεοαποικιακών» δανειακών συμβάσεων δεν πρόκειται να προκαλέσει προβλήματα χρηματοδότησης στον κρατικό προϋπολογισμό διότι η τροϊκανή χρηματοδότηση κατευθύνονταν στο συντριπτικό της μέρος στην αποπληρωμή των τοκοχρεολυσίων του κράτους, τα οποία με την διαγραφή του χρέους θα εξαλειφθούν ως υποχρέωση.Στη χειρότερη περίπτωση που ο νέος προϋπολογισμός μιας κυβέρνησης της Αριστεράς θα παρουσιάζει, πρωτογενές έλλειμμα, αυτό θα είναι εξαιρετικά μικρό και θα μπορεί να καλυφθεί χωρίς ιδιαίτερα προβλήματα από εσωτερικό αλλά και, εφόσον χρειασθεί, από εξωτερικό δανεισμό.

5. ΓΕΝΝΑΙΑ ΡΥΘΜΙΣΗ ΕΩΣ ΔΙΑΓΡΑΦΗ ΧΡΕΩΝ ΣΤΑ ΑΣΘΕΝΕΣΤΕΡΑ ΣΤΡΩΜΑΤΑ

Το πρόβλημα με το χρέος δεν περιορίζεται μόνο στο κρατικό χρέος αλλά και στο υπέρογκο χρέος που συσσώρευσαν οι τράπεζες, οι επιχειρήσεις και ιδιαίτερα τα νοικοκυριά και το οποίο αυτήν την ώρα πνίγει την οικονομία.

Δίπλα στη διαγραφή του κρατικού χρέους, χρειάζεται να ληφθούν ριζοσπαστικά μέτρα για την αντιμετώπιση των χρεών των πολύ μικρών επιχειρήσεων, των πολύ μικρών επαγγελματιών, της μικρομεσαίας αγροτιάς και πρώτ’ απ’ όλα των πιο αδύναμων νοικοκυριών, χωρίς την οποία η οικονομία δεν μπορεί να ανακόψει την κατηφορική πορεία.

Ο ΣΥΡΙΖΑ στη βάση των μέχρι σήμερα προτάσεών του και παίρνοντας υπόψη τη ραγδαία επιδείνωση των συνεπειών της υπερχρέωσης για την οικονομία και τα νοικοκυριά θα ριζοσπαστικοποιήσει, θα επικαιροποιήσει και θα εμβαθύνει τις προτάσεις του για γενναία ρύθμιση των χρεών στις πολύ μικρές επιχειρήσεις, στους πολύ μικρούς επαγγελματίες, τους μικρομεσαίους αγρότες, τα φτωχά νοικοκυριά και τους πολίτες που βρίσκονται στη ζώνη κινδύνου, ρύθμιση η οποία θα φτάνει ως τη διαγραφή χρεών για τις πιο ευάλωτες, ευαίσθητες και οικονομικά ασθενείς κοινωνικές κατηγορίες.

Ειδικότερα, ο ΣΥΡΙΖΑ, στο πλαίσιο μιας νέας σεισάχθειας, προτείνει και διεκδικεί μέτρα που θα σταματήσουν το κύμα κατασχέσεων και πλειστηριασμών περιουσιακών στοιχείων (κινητών και ακινήτων) όταν αυτά βρίσκονται κάτω από ένα όριο, ενώ θα απαγορευθεί πλήρως η κατάσχεση της πρώτης κύριας κατοικίας και η κατάσχεση μισθών και συντάξεων.

Ο ΣΥΡΙΖΑ προτείνει την άμεση κατάργηση του διάτρητου διατραπεζικού συστήματος «Τειρεσίας», το οποίο λειτουργεί ως τυφλό όργανο των τραπεζών και σύστημα εξουθένωσης και εξόντωσης των πιο αδύναμων εμπορικών, επαγγελματοβιοτεχνικών στρωμάτων και πολιτών.

Ο ΣΥΡΙΖΑ, στο πλαίσιο ενός νέου εθνικοποιημένου και κοινωνοκοποιημένου χρηματοπιστωτικού συστήματος, που θα προωθήσει μια κυβέρνηση της Αριστεράς, θα συγκροτήσει μια νέα δημόσια και κάτω από κοινωνικό και δικαστικό έλεγχο υπηρεσία για την ασφάλεια του χρηματοπιστωτικού συστήματος, η οποία θα λειτουργεί με κανόνες και κριτήρια που δεν θα καταδυναστεύουν τους πολίτες αλλά αντίθετα θα υποβοηθούν τον κοινωνικό ρόλο της πίστης και την ανάπτυξη.

Τέλος ο ΣΥΡΙΖΑ θα επανεξετάσει με αντικειμενικά, διαφανή και κοινωνικά κριτήρια τις οφειλές των πιο αδύναμων κοινωνικών στρωμάτων προς το δημόσιο αλλά και την τοπική αυτοδιοίκηση με στόχο τη λήψη γενναίων και ριζοσπαστικών μέτρων για τη ρύθμιση έως διαγραφή τους σε όσους / όσες πραγματικά έχουν ανάγκη και αντιμετωπίζουν πρόβλημα επιβίωσης.

6. ΕΘΝΙΚΟΠΟΙΗΣΗ – ΚΟΙΝΩΝΙΚΟΠΟΙΗΣΗ ΤΩΝ ΤΡΑΠΕΖΩΝ

Κεντρική θέση του ΣΥΡΙΖΑ για τη διέξοδο από την κρίση αλλά και την εκπλήρωση όλων των ως άνω μέτρων, είναι η άμεση εθνικοποίηση – κοινωνικοποίηση των τραπεζών και ο γενικότερος αναπροσανατολισμός τους ώστε να διαδραματίσουν αποκλειστικά ένα νέο αναπτυξιακό, επενδυτικό, παραγωγικό και κοινωνικό ρόλο.

Η εθνικοποίηση – κοινωνικοποίηση και ο επαναπροσανατολισμός του τραπεζικού συστήματος θα είναι ένα από τα πρώτα άμεσα μέτρα της κυβέρνησης της Αριστεράς πολύ περισσότερο όταν στην ουσία το ελληνικό δημόσιο έχει χορηγήσει προς τις τράπεζες ένα πακτωλό δεκάδων δις, με τελευταία περίπτωση την χορήγηση του τρομακτικού ποσού των 50 δις για την επανακεφαλοποίηση των τραπεζών, το οποίο φορτώθηκε ως δάνειο στο ελληνικό δημόσιο.

Ο ΣΥΡΙΖΑ δεν αποδέχεται σε καμμία περίπτωση τους όρους και τις ρυθμίσεις κάτω από τις οποίες προωθήθηκε η επανακεφαλοποίηση των τραπεζών, με τη διάκρισή τους σε συστημικές και μη, με τις πρώτες να παραμένουν με δανεικά κεφάλαια του δημοσίου είτε στην ιδιωτική διαχείριση είτε στον έλεγχο του εκτός δημοσίου ΤΧΣ, δηλ. στα χέρια των κυρίαρχων της ΕΕ – ΕΚΤ και στην ουσία της Γερμανίας και τις δεύτερες να χαρίζονται με «προίκα» στις «συστημικές» τράπεζες.

Ο ΣΥΡΙΖΑ σε κάθε περίπτωση θα καταργήσει τις ρυθμίσεις της επανακεφαλαιοποίησης των τραπεζών, και ειδικότερα τον απαράδεκτο ρόλο του ΤΧΣ, γιατί αυτές ευνοούν αποκλειστικά ιδιωτικά συμφέροντα και γερμανικές προτεραιότητες και θα προωθήσει το πλήρες και ουσιαστικό πέρασμα όλων των τραπεζών σε δημόσια ιδιοκτησία και διαχείριση με νέο προσανατολισμό, με ότι αυτό και αν συνεπάγεται ως αντίδραση από την πλευρά των κυρίαρχων κύκλων της ΕΕ και των τραπεζικών συμφερόντων.

Ειδικότερα ο ΣΥΡΙΖΑ δεν αποδέχεται και δεν αναγνωρίζει τα σκανδαλώδη τετελεσμένα από το απαράδεκτο σπάσιμο της Αγροτικής Τράπεζας και τη χαριστική με «προίκα» 7,5 δις παραχώρηση της καλής ΑΤΕ στην Τράπεζα Πειραιώς. Όπως ο ΣΥΡΙΖΑ δεν αποδέχεται το σκανδαλώδες και αυθαίρετο σπάσιμο του ΤΤ σε “καλή” και “κακή” Τράπεζα, με στόχο την εκχώρηση του καλού κομματιού με “προίκα” 4,5 δις σε μία από τις “συστημικές” τράπεζες.

Αυτοί οι σχεδιασμοί είναι επιζήμιοι , απαράδεκτοι, αυθαίρετοι και σκανδαλώδεις και μια κυβέρνηση της Αριστεράς θα τους ακυρώσει.

Είναι αδιανόητο ότι η Ελλάδα μια χώρα με μεγάλη αγροτική παράδοση, με ιδιαίτερα πολυσχιδη περιφέρεια και ευρείες καταβολές σε λαϊκή αποταμίευση, να γίνει η μόνη χώρα της Ευρώπης χωρίς Αγροτική Τράπεζα και χωρίς λαϊκές Ταμιευτηριακές υπηρεσίες.

Η κυβέρνηση της Αριστεράς θα ακυρώσει τη λεγόμενη πώληση της ΑΤΕ και θα επαναφέρει την τελευταία σε πλήρη λειτουργία με νέο προσανατολισμό και ανασυγκροτημένη, προκειμένου να υπηρετήσει ένα νέο προοδευτικό σχέδιο στήριξης της μικρομεσαίας αγροτιάς και ανάπτυξης της πρωτογενούς παραγωγής στη χώρα μας.

Ο ΣΥΡΙΖΑ, επίσης, θα αγωνισθεί για να αποτρέψει τη πώληση-χάρισμα του ΤΤ σε άλλο τραπεζικό όμιλο και σε περίπτωση που μια τέτοια εξέλιξη δεν ματαιωθεί, ο ΣΥΡΙΖΑ από κυβερνητικές θέσεις θα την ακυρώσει, επαναφέροντας στη ζωή ένα , ισχυρό , αναπροσανατολισμένο, ανασυγκροτημένο και δυναμικό ΤΤ, το οποίο σε στενή διασύνδεση με τα δημόσια ΕΛΤΑ θα καταστεί βραχίονας για τη στήριξη και ανάπτυξη της λαϊκής αποταμίευσης, των λαϊκών καταθέσεων και ειδικότερα της περιφερειακής ανάπτυξης.

Την ίδια ώρα η κυβέρνηση της Αριστεράς θα στηρίξει δημόσια χρηματοπιστωτικά εγχειρήματα εδικού σκοπού και πρώτα απ’όλα εγχειρήματα για τη χρηματοδοτική στήριξη με ευνοϊκούς όρους των πολύ μικρών επιχειρήσεων και πολύ μικρών επαγγελματιών και ειδικότερα μικρομεσαίων παραγωγικών βιοτεχνικών και καινοτόμων δραστηριοτήτων

7. ΤΕΛΟΣ ΣΤΙΣ ΙΔΙΩΤΙΚΟΠΟΙΗΣΕΙΣ

ΕΝΑΣ ΝΕΟΣ ΔΗΜΟΣΙΟΣ, ΕΡΓΑΤΙΚΑ ΕΛΕΓΧΟΜΕΝΟΣ, ΚΟΙΝΩΝΙΚΟΠΟΙΗΜΕΝΟΣ ΤΟΜΕΑΣ, ΚΙΝΗΤΗΤΡΙΟΣ ΔΥΝΑΜΗ ΕΝΟΣ ΝΕΟΥ ΑΝΑΠΤΥΞΙΑΚΟΥ ΠΡΟΤΥΠΟΥ ΣΟΣΙΑΛΙΣΤΙΚΗΣ ΠΡΟΟΠΤΙΚΗΣ.

Ο ΣΥΡΙΖΑ αγωνίζεται με όλες του τις δυνάμεις για να μπει τέλος στο κύμα των ιδιωτικοποιήσεων που έχει εξαπολύσει η κυβέρνηση Σαμαρά.

Η ριζική αντίθεση του ΣΥΡΙΖΑ στις ιδιωτικοποιήσεις που προωθούνται δεν αφορά μόνο στις διάτρητες, διαπλεκόμενες και σκανδαλώδεις διαδικασίες που ακολουθούνται ούτε αποκλειστικά στο εξευτελιστικό, συχνά, τίμημα της εκποίησης.

Η δική μας αντίθεση αφορά αυτές καθ’ εαυτές τις ιδιωτικοποιήσεις δημόσιων επιχειρήσεων, δημόσιων φυσικών πόρων και δημόσιων ακινήτων διότι, ανεξαρτήτως διαδικασιών και τιμήματος, είναι επιζήμιες και αντιπαραγωγικές και σε τελευταία ανάλυση ενισχύουν ένα οικονομικό πρότυπο του πιο άγριου καπιταλισμού, ενώ μετατρέπουν τη χώρα σε άθυρμα και προτεκτοράτο των πιο τυφλών ιδιωτικών κερδοσκοπικών συμφερόντων, εγχώριων και πολυεθνικών.

Από αυτήν την σκοπιά, ο ΣΥΡΙΖΑ είναι αντίθετος και αγωνίζεται για να ματαιωθούν οι ιδιωτικοποιήσεις: ΟΠΑΠ, «Ελ. Βενιζέλος», ΔΕΗ, ΔΕΠΑ, ΔΕΣΦΑ, ΕΥΑΘ, ΕΥΔΑΠ, ΟΛΠ, ΟΛΘ, Αεροδρόμιο Ελληνικού κλπ.

Ο ΣΥΡΙΖΑ δεν ενδιαφέρεται μόνο για τη ματαίωση των ιδιωτικοποιήσεων αλλά διεκδικεί, μαζί με την πλήρη δημόσια ιδιοκτησία, δημόσια διαχείριση, εργατικό και κοινωνικό έλεγχο αυτών των επιχειρήσεων και την εκ βάθρων ανασυγκρότηση, αναδιοργάνωση και αναπροσανατολισμό τους, πέρα από διαπλοκές και πελατειακότητες, με στόχο να λειτουργήσουν με αποκλειστικά αναπτυξιακά, παραγωγικά, αποδοτικά, αξιοκρατικά και κοινωνικά κριτήρια και με μόνο γνώμονα το δημόσιο και λαϊκό συμφέρον.

Ο ΣΥΡΙΖΑ δηλώνει ότι μια κυβέρνηση της Αριστεράς θα επαναφέρει, αξιοποιώντας όλα τα δυνατά μέσα, υπό πλήρη δημόσια ιδιοκτησία και έλεγχο όλες τις δημόσιες επιχειρήσεις, τα δημόσια φυσικά αγαθά, και τα δημόσια ακίνητα που εκποίησαν οι κυβερνήσεις των τελευταίων χρόνων.

Ο ΣΥΡΙΖΑ υπογραμμίζει ότι, στο πλαίσιο μιας πολιτικής προοδευτικής διεξόδου από την κρίση και ενός μεταβατικού προγράμματος σοσιαλιστικής προοπτικής, θα προχωρήσει στην εθνικοποίηση – κοινωνικοποίηση όλων των στρατηγικών τομέων και κλάδων της ελληνικής οικονομίας και όσων κλάδων και επιχειρήσεων κριθεί αναγκαίο, προκειμένου να υπηρετηθεί με άμεσο και αποτελεσματικό τρόπο η ανάπτυξη, η απασχόληση και η παραγωγική ανασυγκρότηση του τόπου.

Πιο συγκεκριμένα, μια κυβέρνηση της Αριστεράς θα ανασυγκροτήσει, θα επαναπροσανατολίσει και θα θέσει υπό πλήρη δημόσια ιδιοκτησία, δημόσια διαχείριση, εργατικό και κοινωνικό έλεγχο, πρώτα απ’ όλα τους στρατηγικούς τομείς και κλάδους.

- Το χρηματοπιστωτικό τομέα, σύμφωνα με τα όσα έχουμε αναφέρει.

- Τον τομέα της ενέργειας σε όλες τις πτυχές και τις εκφάνσεις της, συμπεριλαμβανομένου του τομέα διύλισης των πετρελαιοειδών.

- Τον τομέα των τηλεπικοινωνιών, με πρώτο βήμα την επαναφορά υπό δημόσια ιδιοκτησία και διαχείριση του ΟΤΕ.

- Τα μέσα τακτικής μαζικής μεταφοράς και πρώτα απ’ όλα το σιδηρόδρομο, ενώ πρώτο βήμα σε αυτήν την κατεύθυνση θα είναι η συγκρότηση δημόσιας επιχείρησης ακτοπλοϊκών υπηρεσιών.

- Τα λιμάνια της χώρας και πρώτα απ’ όλα τον ΟΛΠ και τον ΟΛΘ, με την αμφισβήτηση της παρουσίας της COSCO στο λιμάνι του Πειραιά.

- Τις στρατηγικές υποδομές και πρώτα απ’ όλα τα αεροδρόμια και τους αυτοκινητόδρομους, με τον τερματισμό των εξουθενωτικών διοδίων.

- Τις ταχυδρομικές υπηρεσίες και πρώτα απ’ όλα τα ΕΛΤΑ.

- Την αμυντική βιομηχανία της χώρας με αιχμή την ΕΑΒ, την ΕΛΒΟ, την ΠΥΡΚΑΛ.

Η κυβέρνηση της Αριστεράς, μαζί με τους στρατηγικούς τομείς, θα προχωρήσει στο πέρασμα στο δημόσιο ορισμένων κρίσιμων κλάδων της οικονομίας στους οποίους η χώρα διαθέτει παραγωγικές δυνατότητες και προοπτικές ή έχει ανάγκες και οι οποίοι για να επιβιώσουν και να αναπτυχθούν απαιτούν την άμεση δημόσια στήριξη.

Χαρακτηριστικό παράδειγμα σε αυτήν την κατεύθυνση είναι ο κλάδος των Ναυπηγείων και της Ναυπηγοεπισκευής. Η κυβέρνηση της Αριστεράς θα θέσει υπό δημόσια ιδιοκτησία και έλεγχο τα Ναυπηγεία της χώρας, τα οποία και θα ανασυγκροτήσει, σχεδιάζοντας μια νέα εθνική ναυπηγική πολιτική, ενώ θα θέσει υπό δημόσιο έλεγχο και τη Ναυπηγοεπισκευαστική Ζώνη του Περάματος.

Το πέρασμα στρατηγικών τομέων και κλάδων της οικονομίας σε δημόσια ιδιοκτησία και έλεγχο δεν έχει την παραμικρή σχέση με τον κυβερνητικό – κομματικό έλεγχό τους και τη διαπλεκόμενη λειτουργία τους με μεγάλα ιδιωτικά συμφέροντα ή με τον ονομαζόμενο «κρατισμό».

Η κυβέρνηση της Αριστεράς, αντίθετα, θα ακολουθήσει μια πορεία αποδυνάμωσης των κατασταλτικών και καταπιεστικών λειτουργιών του κράτους και τσακίσματος των διαπλοκών του με τα ιδιωτικά καπιταλιστικά συμφέροντα, μετατρέποντας σταθερά τις παλιές αλωμένες κρατικές γραφειοκρατίες σε δημόσιες κοινωνικοποιημένες λειτουργίες, που θα εργάζονται συλλογικά και καινοτόμα, με νέες αρχές, αξίες και προσανατολισμό, υπό τον ακατάπαυστο εργατικό – λαϊκό έλεγχο και τις οποίες οι εργαζόμενοι θα υπηρετούν αφοσιωμένα, δουλεύοντας αποδοτικά, υπεύθυνα και ευσυνείδητα σε όφελος του κοινού συμφέροντος, λογοδοτώντας γι’ αυτό συνεχώς στους θεσμούς εργατικού και κοινωνικού ελέγχου.

Η κυβέρνηση της Αριστεράς, με την εθνικοποίηση – κοινωνικοποίηση των στρατηγικών τομέων της οικονομίας και την επιτυχή και αποδοτική έκβαση του εγχειρήματος, θα εγκαινιάσει μια ουσιαστικότερη πορεία σταδιακής κοινωνικοποίησης των βασικών μέσων παραγωγής και των οικονομικών λειτουργιών, με στρατηγικό ορίζοντα ένα σύγχρονο σοσιαλισμό, που θα έχει πρωταγωνιστές τις δυνάμεις της εργασίας.

8. ΦOΡΟΛΟΓΙΚΗ ΜΕΤΑΡΡΥΘΜΙΣΗ, ΓΙΑ ΝΑ ΠΛΗΡΩΣΟΥΝ ΤΑ ΚΕΡΔΗ ΚΑΙ Ο ΠΛΟΥΤΟΣ

Σε μια μακρόχρονη περίοδο υψηλών ρυθμών ανάπτυξης και υψηλής κερδοφορίας, η φοροδιαφυγή προσέλαβε τεράστιες διαστάσεις, με αποτέλεσμα τα δημόσια έσοδα ως ποσοστό του ΑΕΠ να είναι 4 εκατοστιαίες μονάδες κάτω από τον ευρωπαϊκό μέσο όρο. Η κρατικά προστατευόμενη φοροδιαφυγή, ιδιαίτερα των μεγάλων και των πολυεθνικών επιχειρήσεων, η σκόπιμη καθυστέρηση στην ολοκλήρωση και εφαρμογή ενός πλήρους ηλεκτρονικού συστήματος, η απαρχαιωμένη φορολογική νομοθεσία που άφηνε έκθετο το φορολογικό μηχανισμό στη διαπλοκή και τη διαφθορά, η υποβάθμιση της Εσωτερικής Επιθεώρησης και των μηχανισμών εσωτερικού ελέγχου, η τεράστια φοροδιαφυγή μέσω των off shore και της διαφυγής μεγάλων καταθέσεων στο εξωτερικό, η υποβάθμιση και έλλειψη στελέχωσης και τεχνικών μέσων στο φορολογικό μηχανισμό, ο κομματικός έλεγχος του ΣΔΟΕ και των φοροελεγκτικών μηχανισμών και η χρησιμοποίησή τους για την κάλυψη «ημετέρων» ή την επιλεγμένη εξόντωση αντιπάλων επιχειρηματιών ή πολιτικών προσώπων – όλα αυτά δημιούργησαν και εξακολουθούν να συντηρούν μια τεράστια αιμορραγία στα φορολογικά έσοδα. Επιπλέον, οι κυβερνήσεις του δικομματισμού θέσπισαν σειρά από φοροαπαλλαγές, φορο-κίνητρα κ.λπ. για τις μεγάλες κυρίως επιχειρήσεις, εντείνοντας το πρόβλημα της αιμορραγίας στα φορολογικά έσοδα.

Στον αντίποδα της κρατικά προστατευόμενης φοροδιαφυγής, των φοροαπαλλαγών και των φορο-κινήτρων για το κεφάλαιο, η φορολογική κλίμακα επέβαλε μια κατανομή φορολογικών βαρών ταξική, σε όφελος των κερδών, των υψηλών εισοδημάτων και του πλούτου, την ίδιας στιγμή που οι εργαζόμενοι, οι συνταξιούχοι και οι μικρομεσαίοι.

Οι κυβερνήσεις των μνημονίων διατήρησαν άθικτο όλο αυτό το σύστημα προστασίας της φοροδιαφυγής και ενέτειναν τη φορο-ληστεία σε βάρος μισθωτών, συνταξιούχων, μικρομεσαίων, ακόμη και ανέργων, την ίδια στιγμή που έδιναν και δίνουν μάχες για να καλύψουν τους φοροφυγάδες των διαφόρων λιστών.

Σε πλήρη αντίθεση με όλα αυτά, ο ΣΥΡΙΖΑ και η κυβέρνηση της Αριστεράς:

Θα αυξήσουν το συντελεστή φορολόγησης των κερδών σε 45%.

Θα νομοθετήσουν νέα φορολογική κλίμακα, αλλάζοντας το επίπεδο του αφορολόγητου και τους φορολογικούς συντελεστές ώστε να κατανεμηθούν δίκαια τα φορολογικά βάρη, δηλαδή να πληρώσουν τα υψηλά εισοδήματα, να απαλλαγούν από φορολογικές υποχρεώσεις οι άνεργοι, οι χαμηλόμισθοι και οι χαμηλοσυνταξιούχοι.

Θα συντάξουν περιουσιολόγιο, ώστε να καταγραφεί η ακίνητη και κινητή περιουσία όλων και να διευκολυνθεί η μετατόπιση των φορολογικών βαρών στα υψηλά εισοδήματα και η πάταξη της φοροδιαφυγής των κερδών, των υψηλών εισοδημάτων και του πλούτου.

Θα νομοθετήσουν τη φορολόγηση της μεγάλης ακίνητης περιουσίας και του συσσωρευμένου πλούτου.

Θα νομοθετήσουν την πλήρη απαγόρευση των off shore εταιριών και για τη φυγή καταθέσεων στο εξωτερικό, ώστε να σταματήσει η κοινωνική πρόκληση της διαφυγής τεράστιων ποσών από τη φορολόγηση.

Θα απαγορεύσουν τις βραχυπρόθεσμες κερδοσκοπικές συναλλαγές και θα επιβάλουν φόρο στις χρηματιστηριακές συναλλαγές.

Θα καταργήσουν όλες τις φοροαπαλλαγές του κεφαλαίου, αλλά και της Εκκλησίας.

Θα προχωρήσουν στην ταχύτατη ολοκλήρωση του ενιαίου ηλεκτρονικού συστήματος για όλο το φορολογικό μηχανισμό.

Θα ανασυγκροτήσουν το φορολογικό μηχανισμό, με στελέχωσή του, διάθεση σε αυτόν όλων των αναγκαίων τεχνικών μέσων αλλά και με αυστηρό εσωτερικό έλεγχο για να κοπεί ο ομφάλιος λώρος της διαπλοκής με επιχειρηματικά συμφέροντα και να ξεριζωθεί η διαφθορά.

Θα ανασυγκροτήσουν το φοροελεγκτικό μηχανισμό, αυστηροποιώντας το σύστημα ποινών για τη φοροδιαφυγή, με απόλυτη προτεραιότητα στα κέρδη, τα υψηλά εισοδήματα, τη μεγάλη ακίνητη περιουσία και εν γένει το συσσωρευμένο πλούτο.

Ωστόσο, η αναδιανομή του εισοδήματος υπέρ των εργαζομένων και των φτωχών λαϊκών στρωμάτων μέσω της φορολογίας είναι δευτερογενής και δεν θα αποδώσει ουσιαστικά αποτελέσματα παρά μόνο με την προϋπόθεση και σε συνδυασμό με την πρωτογενή αναδιανομή του πλούτου, στο έδαφος της ίδιας της παραγωγής. Όσο στην ίδια τη διαδικασία της παραγωγής η κατανομή του πλούτου ανάμεσα στους μισθούς και τα κέρδη είναι άνιση υπέρ των κερδών, όσοι μέσα από τα κέρδη και την κατανομή τους συσσωρεύουν πλούτο σε ακίνητες ή κινητές αξίες θα συντηρούν τα ιδεολογήματα ότι η φορολογία είναι κλοπή ή «αντικίνητρο» για την ανάπτυξη και θα εφευρίσκουν χιλιάδες τρόπους για να αποφύγουν την κοινωνικά δίκαιη φορολόγηση. Οι δε εργαζόμενοι πολύ δύσκολα θα ανακτούν μέσα από τη φορολογία αυτά που έχασαν μέσα από την πρωτογενή κατανομή του πλούτου. Με αυτή την έννοια, το κύριο πεδίο αναδιανομής του πλούτου υπέρ των εργαζομένων παραμένει η πάλη και τα μέτρα για αύξηση των μισθών στον ιδιωτικό τομέα, για εκδημοκρατισμό των εργασιακών σχέσεων και της συγκρότησης του συνδικαλιστικού κινήματος και για επέκταση της δημοκρατίας στους χώρους παραγωγής και των μορφών κοινωνικού και εργατικού ελέγχου σε όλη την έκταση της παραγωγής, της κοινωνίας και του κράτους.

9. ΣΤΗΡΙΞΗ ΜΙΣΘΩΝ ΚΑΙ ΣΥΝΤΑΞΕΩΝ - ΕΚΔΗΜΟΚΡΑΤΙΣΜΟΣ ΕΡΓΑΣΙΑΚΩΝ ΣΧΕΣΕΩΝ ΚΑΙ ΣΥΓΚΡΟΤΗΣΗΣ ΤΟΥ ΣΥΝΔΙΚΑΛΙΣΤΙΚΟΥ ΚΙΝΗΜΑΤΟΣ

Εργατικός και κοινωνικός έλεγχος στην παραγωγή και στο κράτος

Η κυβέρνηση της Αριστεράς, καταργώντας μνημόνια και εφαρμοστικούς νόμους, θα προχωρήσει στη στήριξη και σταδιακή αναβάθμιση μισθών και συντάξεων, στην πλήρη αποκατάσταση και αναβάθμιση των εργασιακών σχέσεων και στην κατάργηση ειδικότερα των ευέλικτων εργασιακών σχέσεων μαζί με το τσάκισμα της «μαύρης εργασίας». Η Επιθεώρηση Εργασίας θα ανασυγκροτηθεί πλήρως σε νέα βάση, θα στελεχωθεί και θα γίνει εργαλείο δημόσιου, εργατικού - κοινωνικού ελέγχου εφαρμογής της νέας προωθημένης εργατικής νομοθεσίας.

Η κυβέρνηση της Αριστεράς θα προχωρήσει ταυτόχρονα, σε μέτρα γενικού εκδημοκρατισμού του εργατικού δικαίου: κατάργηση παράνομης και καταχρηστικής απεργίας και πολιτικής επιστράτευσης απεργών, εκδημοκρατισμός νομοθετικού πλαισίου για τη λειτουργία των συνδικάτων κ.λπ. ώστε να διευκολυνθεί αποφασιστικά η ταξική, δημοκρατική και αγωνιστική συγκρότηση των συνδικάτων και του εργατικού κινήματος.

Θα απαγορευτούν, σε πρώτη φάση, οι μαζικές απολύσεις και οι απολύσεις σε κερδοφόρες επιχειρήσεις και θα νομοθετηθεί το πέρασμα επιχειρήσεων που κλείνουν στον έλεγχο και της διαχείριση των εργαζομένων, με κρατική ενίσχυση και βοήθεια.

Θα καταργηθεί το άρθρο 99 και θα αλλάξει το πτωχευτικό δίκαιο, ώστε οι εργοδότες να μη μεταθέτουν τα χρέη των επιχειρήσεών τους στους εργαζόμενους και το κοινωνικό σύνολο.

Το πρώτο και άμεσο μέτρο μιας κυβέρνησης της Αριστεράς θα είναι η επαναφορά των κατώτερου μισθού στα επίπεδα πριν από τη δραστική μείωσή του με Υπουργική Απόφαση και η άμεση επαναφορά των ελεύθερων Συλλογικών διαπραγματεύσεων, της μετενέργειας, της επεκτασιμότητας και του θεσμικού πλαισίου της διαιτησίας, όπως είχαν κατακτηθεί με αγώνες του εργατικού κινήματος πριν την κατάργησή τους.

Ένα βασικό μέτωπο είναι η αποκατάσταση της δημοκρατίας στους χώρους παραγωγής. Η συστηματική αποδιάρθρωση των εργασιακών σχέσεων από τις κυβερνήσεις του δικομματισμού και στη συνέχεια του μνημονίου, έχουν οδηγήσει στην αποθέωση της εργοδοτικής αυθαιρεσίας. Θα παλέψουμε για την αποκατάσταση της δημοκρατίας και την εφαρμογή ενός νέου πολύ πιο προωθημένου εργατικού δικαίου σε όλη την έκταση της παραγωγής, ώστε να πάψει το εργοστάσιο και ο χώρος εργασίας να είναι άβατο και φέουδο του εργοδότη. Είναι προϋπόθεση και όρος ώστε οι εργαζόμενοι όχι μόνο να πάψουν να είναι οι σύγχρονοι «δουλοπάροικοι», αλλά και να μετατραπούν από απλός «συντελεστής παραγωγής» για το κεφάλαιο, σε πρωταγωνιστές, προχωρώντας σε μορφές ελέγχου της παραγωγής.

Για το χτύπημα της ανεργίας, που είναι το υπ’ αριθμόν ένα, οξύτατο κοινωνικό πρόβλημα, θα υλοποιηθεί ένα μαζικό πρόγραμμα δημοσίων έργων σε υγεία-παιδεία, υποδομές, ενέργεια, περιβάλλον, για την απορρόφηση ανέργων.

Επίσης, στη βάση της καθολικής επιβολής της πλήρους απασχόλησης, θα νομοθετηθεί η σταδιακή, σε συνδυασμό με την ανακοπή της ύφεσης, εφαρμογή του 35ωρου-7ωρου-5νθήμερου.

Το επίδομα ανεργίας θα αυξηθεί στο 80% του βασικού μισθού και θα παρέχεται για μεγαλύτερη χρονική διάρκεια.

Στο πλαίσιο μιας τέτοιας δέσμης μέτρων, η κυβέρνηση της Αριστεράς, αλλά κυρίως ο ΣΥΡΙΖΑ, σε διάλογο, συνεργασία και κοινή δράση με τις άλλες δυνάμεις της Αριστεράς και το εργατικό κίνημα, θα θεσμοθετήσει να επεκταθεί σταδιακά σε όλη την έκταση της παραγωγής και της κοινωνίας ο εργατικός και κοινωνικός έλεγχος. Να απελευθερωθούν οι αγωνιστικοί πόροι και πρωτοβουλία της εργατικής τάξης, ώστε να ανυψωθεί σε ηγέτιδα κοινωνική δύναμη, που θα καθορίσει τις μεγάλες αλλαγές σε σοσιαλιστική κατεύθυνση. Χωρίς τη δημιουργική πρωτοβουλία της εργατικής τάξης και των φτωχών λαϊκών στρωμάτων, χωρίς τη γενική ανάταση της πρωτοβουλίας και του αγώνα των μαζών, χωρίς οι ίδιοι οι άνθρωποι να πάρουν τη ζωή τους στα χέρια τους, η κοινωνία θα παραμένει δέσμια των συμφερόντων του κεφαλαίου και η οικονομία θα λειτουργεί με υπέρτατο κριτήριο το κέρδος, και κανένα σχέδιο για μεγάλες ανατροπές με κατεύθυνση το σοσιαλισμό δεν μπορεί να υλοποιηθεί. Γι’ αυτό, βασική μας κατεύθυνση είναι η πάλη για την επέκταση του εργατικού και κοινωνικού ελέγχου σε όλη την έκταση της παραγωγής και του κράτους. Η κυβέρνηση της Αριστεράς και ο ΣΥΡΙΖΑ θα στηρίξουν με κάθε μέσο και θα παλέψουν για την εμφάνιση και επέκταση τέτοιων μορφών εργατικού και κοινωνικού ελέγχου.

Θεωρούμε όλα αυτά τα μέτρα, τις πρωτοβουλίες και τους αγώνες σαν τα πρώτα βήματα σε μια διαδικασία που πρέπει γρήγορα να προσανατολιστεί και να κλιμακωθεί στην κατεύθυνση της πλήρους κοινωνικοποίησης των μέσων παραγωγής και της συγκρότησης από τους ίδιους τους εργαζόμενους των δικών τους μορφών εξουσίας, για την κοινωνία της εργατικής και κοινωνικής αυτοδιεύθυνσης.

10. ΔΗΜΟΣΙΟΣ - ΚΟΙΝΩΝΙΚΟΣ ΕΛΕΓΧΟΣ ΣΤΑ ΜΜΕ. ΙΣΧΥΡΑ ΚΑΙ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΚΑ ΔΗΜΟΣΙΑ, ΥΠΟ ΚΟΙΝΩΝΙΚΟ ΕΛΕΓΧΟ, ΜΜΕ

Ο χώρος των Μέσων Μαζικής Ενημέρωσης είναι εντελώς κρίσιμος και καθοριστικός, για το ρόλο που παίζει στην πληροφόρηση αλλά και γενικότερα στη διαμόρφωση των αντιλήψεων, των ιδεών και της ιδεολογίας που διαχέουν ευρύτερα στην κοινωνία. Ταυτόχρονα είναι ένας νευραλγικός εργασιακός χώρος, όπου η εργοδοτική αυθαιρεσία και εκμετάλλευση λειτουργούν «πιλοτικά» και με ιδιαίτερη σκληρότητα.

Ήδη πριν το ξέσπασμα της κρίσης, οι «εθνικοί εργολάβοι» και άλλοι κορυφαίοι επιχειρηματίες «κατέλαβαν» το χώρο των ΜΜΕ και έθεσαν κανάλια, εφημερίδες και περιοδικά στην υπηρεσία των λοιπών οικονομικών τους δραστηριοτήτων και του συστήματος διαπλοκής γενικότερα, με στόχο κρατικές προμήθειες, δουλειές με το Δημόσιο, χρηματοδοτήσεις μέσα από τους λεγόμενους «αναπτυξιακούς» νόμους και το ΕΣΠΑ κ.λπ. Χάρη στα θαλασσοδάνεια των τραπεζών αλλά και στις «υπεραξίες» που εξασφάλιζαν από τη διαπλοκή και την υποστήριξη των εκτός ΜΜΕ επιχειρηματικών τους συμφερόντων, οικοδομήθηκε μια τεράστια «φούσκα» εκδοτικών δραστηριοτήτων στο χώρο των ΜΜΕ, πολλές φορές ανοιχτά κερδοσκοπικού χαρακτήρα. Με τα μνημόνια και την τρόικα η κατάσταση επιδεινώθηκε περαιτέρω, καθώς διαμορφώθηκαν νέες συνθήκες: Οι επιχειρηματίες των ΜΜΕ συντάχτηκαν με το μνημονιακό μέτωπο και έγιναν τα «παπαγαλάκια» της τρόικας και του μνημονίου, η εξάρτησή τους από τις τράπεζες έγινε πλήρης και ολοκληρωτική, η δε χρεοκοπία των τραπεζών και το πέρασμα του ελέγχου τους στην τρόικα μέσα από τη διαδικασία της ανακεφαλαιοποίησης, ουσιαστικά δίνει τον έλεγχο της πλειονότητας των ΜΜΕ, ιδιαίτερα δε των μεγάλης εμβέλειας, και άμεσα πλέον στην τρόικα.

Αυτές οι εξελίξεις δημιουργούν ένα τεράστιο πρόβλημα αντιδημοκρατικής εκτροπής στο χώρο των ΜΜΕ. Η έστω και σχετική χρηματοδοτική ανεξαρτησία καταργείται και τα ΜΜΕ ελέγχονται πλέον όχι απλώς από εγχώρια συμφέροντα της διαπλοκής αλλά και από τα υπερεθνικά κέντρα του οικονομικού ελέγχου, οπότε κάθε έννοια ανεξάρτητης ενημέρωσης και δεοντολογίας στην ενημέρωση καταργείται στην πράξη.

Από την άλλη, το σκάσιμο της επιχειρηματικής «φούσκας» και η απόλυτη κυριαρχία αυτού του άξονα επιχειρηματικών και πολιτικών συμφερόντων, εγχώριων και ξένων, οδηγούν σε συνθήκες μαζικής καταστροφής για τις εργασιακές κατακτήσεις και δικαιώματα των εργαζομένων στο χώρο του Τύπου. Έτσι, έχουμε πτωχευμένες ή εξαρτημένες επιχειρήσεις, πλούσιους ιδιοκτήτες και υψηλόβαθμα στελέχη ΜΜΕ ταυτόχρονα με άνεργους ή φοβισμένους και εκβιαζόμενους δημοσιογράφους, πλήρη έκπτωση του δημόσιου αγαθού της ενημέρωσης και troika news.

Ο ΣΥΡΙΖΑ και η κυβέρνηση της Αριστεράς θα παλέψουν αποφασιστικά και θα πάρουν μέτρα ώστε:

Να αποκατασταθεί με κάθε δυνατό μέσον το δημόσιο αγαθό της ενημέρωσης. Το κράτος, ως πάροχος ραδιοφωνικών και τηλεοπτικών συχνοτήτων αλλά και ως εγγυητής του δημόσιου αγαθού, θα καταργήσει τη δωρεάν νομή των συχνοτήτων από τα ΜΜΕ και θα επιβάλει κανόνες δεοντολογίας και μηχανισμούς ελέγχου για την τήρησή τους μαζί με αυστηρές κυρώσεις για την παραβίασή τους μέχρι και την αφαίρεση της άδειας λειτουργίας.

Θα επιβληθεί το ασυμβίβαστο της ιδιότητας του ιδιοκτήτη ΜΜΕ με επιχειρηματικές δραστηριότητες που καθ’ οιονδήποτε τρόπο, έμμεσα ή άμεσα, έχουν επιχειρηματικές διασυνδέσεις με το Δημόσιο (εργολάβοι δημόσιων έργων, προμηθευτές Δημοσίου, ιδιοκτήτες επιχειρήσεων που εμπλέκονται με συγχρηματοδοτούμενα έργα ή με οποιαδήποτε μορφή κρατικής επιδότησης κ.λπ.).

Θα σταματήσει η πορεία διάλυσης και ιδιωτικοποίησης της δημόσιας τηλεόρασης και του δημόσιου ραδιόφωνου και αντίθετα θα υποστηριχτούν και αποκατασταθούν, στην κατεύθυνση της συγκρότησης ισχυρού δημόσιου «πυλώνα» στα ΜΜΕ. Στόχος μας είναι η λειτουργία του δημόσιου αυτού πυλώνα να θωρακιστεί από πελατειακές πρακτικές και κυβερνητικό έλεγχο (ακόμη και της κυβέρνησης της Αριστεράς), μακριά από τις αποκρουστικές ιστορικές εμπειρίες της κομματικής μονοφωνίας, ώστε να αποτελέσει πρότυπο και «πιλοτικό» εγχείρημα στην πορεία για την κοινωνικοποίηση των ΜΜΕ, για τον πλήρη εργατικό και κοινωνικό τους έλεγχο.

Θα ανοίξουν τα βιβλία και θα πραγματοποιηθεί πλήρης οικονομικός και διαχειριστικός έλεγχος σε όλες τις επιχειρήσεις ΜΜΕ, αρχίζοντας από τις πιο μεγάλες και νευραλγικές, ώστε να σπάσει το απόστημα των σχέσεων διαπλοκής με τράπεζες και κυκλώματα πολιτικής προστασίας και εξάρτησης. Ο έλεγχος αυτός δεν θα περιοριστεί μόνο στη δράση των αρμόδιων κρατικών υπηρεσιών, αλλά θα πάρει την ευρύτερη μορφή κοινωνικού ελέγχου στα ΜΜΕ, γιατί οι πολίτες έχουν το δικαίωμα να γνωρίζουν αλλά και να καθορίσουν τις «προδιαγραφές» και τους όρους για την ενημέρωση και την ψυχαγωγία που τους παρέχεται.

Με τη γενικότερη ανασύνταξη και εκδημοκρατισμό των εργασιακών σχέσεων, θα αποκατασταθεί, με την πάλη των ίδιων των εργαζομένων στο χώρο των ΜΜΕ και με βάση τις προτάσεις τους, θα αποκατασταθεί όλο το πλέγμα των εργασιακών δικαιωμάτων στο χώρο του Τύπου αλλά και το θεμελιώδες δικαίωμα στην ανεξάρτητη δημοσιογραφία και ενημέρωση.

Στο πλαίσιο του οικονομικού και διαχειριστικού ελέγχου, ιδιαίτερη έμφαση θα δοθεί στην αποκάλυψη των κερδοσκοπικών παιχνιδιών που έγιναν με τα αποθεματικά των ταμείων των δημοσιογράφων (δομημένα ομόλογα, «κούρεμα» ομολόγων), με στόχο την αποκατάσταση των ζημιών και την τιμωρία των υπευθύνων. Ιδιαίτερη έμφαση θα δοθεί επίσης στο να στηριχτούν τα ταμεία των δημοσιογράφων μέσα από την υποχρέωση των εργοδοτών να αποδίδουν το αγγελιόσημο (που μέχρι τώρα παρακρατούν συστηματικά, ενώ το έχουν εισπράξει).

Όλα αυτά θα είναι τα πρώτα αποφασιστικά μέτρα για να δρομολογηθεί μια διαδικασία με στόχο την κοινωνικοποίηση των Μέσων Μαζικής Ενημέρωσης. Το αγαθό της ενημέρωσης, του διαλόγου, της κουλτούρας και των ιδεών δεν μπορεί να είναι στα χέρια ιδιωτών επιχειρηματιών, να υπόκεινται στη λογική του κέρδους, να είναι αντικείμενο εμπορευματοποίησης, να καταλήγει στη «μονοφωνική πολυφωνία» της αγοράς, να περνάει στα χέρια των δυνάμεων του διεθνούς οικονομικού ελέγχου.

11. ΓΙΑ ΕΝΑ «ΟΧΙ», ΜΕΧΡΙ ΤΟ ΤΕΛΟΣ, ΣΤΗΝ ΤΡΟΪΚΑ, ΤΑ ΜΝΗΜΟΝΙΑ ΚΑΙ ΤΟΥΣ ΕΚΒΙΑΣΜΟΥΣ

Οι τραγικές εξελίξεις στην Ευρώπη, ειδικά στον ευρωπαϊκό Νότο, με αποκορύφωμα το δράμα της Κύπρου, έρχονται να επιβεβαιώσουν ότι η Ευρωζώνη αλλά και η Ε.Ε. όχι μόνο κλιμακώνουν με ραγδαίους ρυθμούς μια πορεία αντιδραστικοποίησής τους, αλλά και μετατρέπονται ταχύτατα σε ζώνες απόλυτης κυριαρχίας του γερμανικού ιμπεριαλισμού και του πολυεθνικού ευρωπαϊκού κεφαλαίου, πρώτα από όλα του χρηματιστικού, εντός των οποίων επιβάλλονται όροι μιας άγριας πανευρωπαϊκής λιτότητας, μιας νέας «αποικιοποίησης» και ιδιόμορφου ολοκληρωτισμού, στον οποίον συναινούν οι κυρίαρχες τάξεις κάθε χώρας - μέλους.

Η λιτότητα και ο ακραίος νεοφιλελευθερισμός επιβάλλονται πλέον σε όλη την Ευρωζώνη και την Ε.Ε. ανεξάρτητα και από μνημόνια, μέσα από το νέο Δημοσιονομικό Σύμφωνο, προϊόν διακυβερνητικής συμφωνίας και όχι ευρωπαϊκής συνθήκης, που θέτει δρακόντειους όρους δημοσιονομικής πειθαρχίας για το χρέος, το έλλειμμα και άρα τους μισθούς, τις συντάξεις και το κοινωνικό κράτος. Επιβάλλονται επίσης μέσα από το εκτεταμένο πλέγμα των ευρωπαϊκών Οδηγιών και ποικίλων νεοφιλελεύθερων ρυθμίσεων για την απελευθέρωση κεφαλαίων και αγορών, για τη «μεταρρύθμιση»-αποδόμηση των ασφαλιστικών συστημάτων, για τη «μεταρρύθμιση»-αποδόμηση της αγοράς εργασίας και των εργασιακών σχέσεων κ.λπ. Ωστόσο, η πανευρωπαϊκή λιτότητα προσλαμβάνει τα χαρακτηριστικά της συντριβής των ιστορικών κατακτήσεων και δικαιωμάτων των λαών αλλά και μιας ταπεινωτικής οικονομικής και πολιτικής επιτροπείας στον ευρωπαϊκό Νότο.

Το δράμα της Κύπρου, ωστόσο, αποκαλύπτει ακόμα περισσότερο και την ιμπεριαλιστική φύση της Ε.Ε. και ιδιαίτερα της Ευρωζώνης, όχι μόνο προς τα έξω αλλά και προς τα μέσα, τη μετατροπή τους σε «φονικό» γρανάζι της παγκόσμιας ιμπεριαλιστικής μηχανής, τη μετατροπή τους σε νέα «Ιερά Συμμαχία» κατά των εργατικών τάξεων και των λαών της ευρωπαϊκής ηπείρου.

Στο πλαίσιο αυτό, είναι χαρακτηριστικό ότι η Ευρωζώνη, αποκτώντας όλο και πιο ακραία χαρακτηριστικά ενός νέου ευρω-ολοκληρωτισμού, μετατρέπεται συνολικά σε πειραματικό χώρο εντός του οποίου τείνουν να εκμηδενισθούν και τα πλέον στοιχειώδη εργασιακά και κοινωνικά δικαιώματα, ενώ στην πράξη ακυρώνονται επί της ουσίας και η ίδια η αστική κοινοβουλευτική δημοκρατία και, σχεδόν, κάθε έννοια λαϊκής κυριαρχίας, φτάνοντας στο σημείο αποφάσεις που καταστρέφουν κυριολεκτικά χώρες, όπως η Κύπρος, να λαμβάνονται εκβιαστικά και τελεσιγραφικά μέσα σε ένα Σαββατοκύριακο από κλειστά υπερεθνικά κέντρα, στο όνομα της παραμονής στο ευρώ.

Οι τελευταίες αυτές εξελίξεις υπογραμμίζουν ακόμη πιο έντονα ότι τόσο η Ευρωζώνη όσο και η Ε.Ε. δεν μεταρρυθμίζονται ούτε επαναθεμελιώνονται αλλά μόνο ανατρέπονται, αν το αίτημα παραμένει -και παραμένει- μια Ευρώπη των λαών, της σύγκλισης προς τα πάνω, της προόδου και του σοσιαλισμού. Και αυτή η διαδικασία ανατροπής μπορεί να γίνει ρεαλιστική και να μην παραμείνει κενό γράμμα ή ουτοπία, αν ξεκινήσει από μια χώρα ή ομάδα χωρών, πράγμα που μπορεί να προκαλέσει, ίσως και πολύ σύντομα, ένα ντόμινο ανάλογων ανατρεπτικών εξελίξεων σε όλο τον ευρωπαϊκό χώρο.

Η περίπτωση της Κύπρου επιβεβαιώνει ότι το απαραίτητο «ΟΧΙ» στους «ευρωπαϊκούς» εκβιασμούς, την τρόικα και τα μνημόνια, για να μην μείνει μισό και για να μην οδηγήσει σε οδυνηρή αναδίπλωση, οφείλει να συνοδεύεται από ένα τεκμηριωμένο, ενιαίο, συνεκτικό και ριζοσπαστικό εναλλακτικό σχέδιο προοδευτικών μετασχηματισμών με σοσιαλιστικό ορίζοντα, που μαζί με την ακύρωση των μνημονίων, θα συμπεριλαμβάνει αφετηριακά: τη διαγραφή του χρέους ή τουλάχιστον του συντριπτικά μεγαλύτερου μέρους του, την εθνικοποίηση-κοινωνικοποίηση όλων των τραπεζών και των στρατηγικών τομέων της οικονομίας, τη στήριξη και αναβάθμιση μισθών και συντάξεων και γενικότερα την ανατροπή της λιτότητας, την προώθηση της δημόσιας δωρεάν Υγείας και Παιδείας και ένα σχέδιο δημόσιων επενδύσεων και μέτρων για την προοδευτική παραγωγική ανασυγκρότηση της οικονομίας σε σοσιαλιστική κατεύθυνση, με τη δραστική ενίσχυση της απασχόλησης.

Μια κυβέρνηση της Αριστεράς οφείλει να είναι αποφασισμένη και προετοιμασμένη να ακολουθήσει με σταθερότητα, συνέπεια και ενιαία κατεύθυνση αυτό το προοδευτικό πρόγραμμα σοσιαλιστικής προοπτικής, ανεξάρτητα από απειλές, εκβιασμούς, πιέσεις και τρομοκρατικά διλήμματα.

Η κυβέρνηση της Αριστεράς, έχοντας ως στόχο να υλοποιήσει ένα τέτοιο πρόγραμμα ρήξης και ανατροπής, πρέπει να προετοιμαστεί από κάθε άποψη για όλες τις συνέπειες και τα ενδεχόμενα της αναπόφευκτης σύγκρουσης με την Ευρωζώνη του κεφαλαίου και του ιμπεριαλισμού, περιλαμβανομένης, αν χρειαστεί, και της εξόδου από την Ευρωζώνη.

Ένα τέτοιο ενδεχόμενο εξόδου από την Ευρωζώνη, που απαιτεί καλή προετοιμασία, σε καμία περίπτωση δεν συνιστά «καταστροφή» ή εθνική απομόνωση, όπως προσπαθούν να μας τρομοκρατήσουν τα παπαγαλάκια του συστήματος. Αντίθετα, στο βαθμό που εντάσσεται σε ένα προοδευτικό σχέδιο ρήξης με τα μνημόνια και την τρόικα και ανατροπής της λιτότητας, με κατεύθυνση το σοσιαλισμό, μπορεί να αποτελέσει, παρά τις προσωρινές δυσκολίες που θα επιφέρει, μια βιώσιμη και θετική πρόταση διεξόδου με ελπιδοφόρο ορίζοντα για τον ελληνικό λαό και όλους τους λαούς της Ευρώπης.

Η πιθανή έξοδος από την Ευρωζώνη δεν συνιστά ένα άλλο πολιτικό σχέδιο, δεν παραπέμπει σε ένα άλλο πρόγραμμα και σε άλλες συμμαχίες, αλλά ίσα-ίσα δηλώνει την αποφασιστικότητα να υλοποιήσουμε το πρόγραμμα και σχέδιο ρήξης και ανατροπής σε σοσιαλιστική κατεύθυνση αταλάντευτα, αποφασιστικά, μέχρι το τέλος, γνωρίζοντας ότι συνεπάγεται τη μετωπική ρήξη με την Ευρωζώνη και ότι μια τέτοια ρήξη απαιτεί πλήρη προετοιμασία και εναλλακτικό σχέδιο. Για τη συγκεκριμένη επεξεργασία ενός τέτοιου σχεδίου, με τις ιδιαίτερες εκδοχές και παραμέτρους του, ο ΣΥΡΙΖΑ θα αναλάβει συγκεκριμένες πρωτοβουλίες, απευθυνόμενες και σε άλλες δυνάμεις της Αριστεράς στην Ελλάδα, τον ευρωπαϊκό Νότο αλλά και συνολικά την Ε.Ε.

Υπ’ αυτό το πρίσμα, η θέση «καμιά θυσία για το ευρώ» δεν είναι επαρκής και πρέπει να συμπληρωθεί, ύστερα και από την καταλυτική εμπειρία της Κύπρου, με τις παραπάνω θέσεις, που εκφράζουν την ετοιμότητα και αποφασιστικότητα να υλοποιήσουμε το πρόγραμμά μας και τους στόχους μας μέχρι το τέλος.

Ο ΣΥΡΙΖΑ με αφετηρία το συνολικό του πρόγραμμα και αυτή τη θέση, μπορεί και πρέπει να απευθύνει, από ακόμα πιο αξιόπιστη βάση, συγκεκριμένη πρόταση διαλόγου για αναζητήσεις προγραμματικών συγκλίσεων και κοινών δράσεων προς όλες τις αριστερές δυνάμεις της χώρας μας, ενώ θα πρέπει να αναλάβει, στο πλαίσιο αυτό, και μεγάλες πρωτοβουλίες συγκλίσεων, πολιτικού και κινηματικού συντονισμού με τις αριστερές προοδευτικές δυνάμεις της Ευρώπης, ειδικότερα στον ευρωπαϊκό Νότο και πρώτα απ’ όλα της Κύπρου.

12. ΕΝΑ ΜΕΓΑΛΟ ΑΡΙΣΤΕΡΟ ΠΟΛΙΤΙΚΟΚΟΙΝΩΝΙΚΟ ΜΕΤΩΠΟ ΓΙΑ ΚΥΒΕΡΝΗΣΗ ΑΡΙΣΤΕΡΑΣ ΚΑΙ ΤΗΝ ΠΡΟΟΔΕΥΤΙΚΗ ΑΝΑΤΡΟΠΗ

Όλες οι εξελίξεις του τελευταίου διαστήματος έρχονται να υπογραμμίσουν με ακόμα μεγαλύτερη έμφαση ότι μόνο μια κυβέρνηση της Αριστεράς -και όχι κυβερνήσεις κεντροαριστεράς ή κεντροαριστεροδεξιάς, ρευστού πολιτικού στίγματος και ετερόκλητου φάσματος- θα ήταν ικανή να επιχειρήσει στη βάση ενός σαφούς εναλλακτικού ριζοσπαστικού προγράμματος και στηριγμένη σε ένα πλατύ ενωτικό ταξικό και αγωνιστικό εργατικό - λαϊκό κίνημα, την προοδευτική ανατροπή που έχουν ανάγκη η εργατική τάξη και ο λαός της χώρας μας και μια πορεία προοδευτικών μετασχηματισμών με σοσιαλιστικό ορίζοντα.

Θεωρούμε ότι σήμερα μια συνεργασία και συμπόρευση όλων των δυνάμεων της Αριστεράς, κατά πρώτο λόγο του ΣΥΡΙΖΑ με το ΚΚΕ και την ΑΝΤΑΡΣΥΑ, που θα έδινε ισχυρό αριστερό προβάδισμα στο πολιτικό σκηνικό, όχι μόνο καθίσταται όσο ποτέ αναγκαία αλλά και ότι οι τραγικές εξελίξεις που σημειώνονται στην Ελλάδα και την Κύπρο, μαζί με τα διδάγματα που τις ακολουθούν, φέρνουν αντικειμενικά πιο κοντά αυτή τη συμπόρευση και την καθιστούν πιο δυνατή μέσα από αμοιβαίες μετατοπίσεις και την εκδήλωση ισχυρής ενωτικής βούλησης.

Ο ΣΥΡΙΖΑ, παρά τις δυσκολίες, δεσμεύεται ότι θα σχεδιάσει και θα αναλάβει συγκεκριμένες, εποικοδομητικές και ρεαλιστικές πολιτικές και προγραμματικές πρωτοβουλίες για τη συνεργασία και τη συμπαράταξη της Αριστεράς.

Για μας μια σύγχρονη ριζοσπαστική αριστερή συμπαράταξη δεν περιορίζεται μόνο στις δυνάμεις του ΚΚΕ και της ΑΝΤΑΡΣΥΑ και στις άλλες δυνάμεις της εξωκοινοβουλευτικής Αριστεράς και της ριζοσπαστικής αντισυστημικής οικολογίας, παρά το ξεχωριστό, ειδικό ιστορικό και αναντικατάστατο βάρος αυτών των δυνάμεων.

Ο ΣΥΡΙΖΑ επιδιώκει και ενθαρρύνει ενδεχόμενες συνεργασίες με στελέχη και συλλογικότητες από το σοσιαλιστικό και σοσιαλδημοκρατικό χώρο, οι οποίες απεγκλωβίζονται από τις λογικές της σοσιαλδημοκρατίας και της διαχείρισης του συστήματος και ακολουθούν μια αγωνιστική πορεία προς τ’ αριστερά και με τις οποίες έχουν αναπτυχθεί και δοκιμασθεί σχέσεις εμπιστοσύνης με κοινές θέσεις, κοινές πρωτοβουλίες και κυρίως κοινοί αγώνες.

Τέτοιου είδους συνεργασίες, που μπορεί να γίνονται δυνατές με όρους μετατοπίσεων προς τ’ αριστερά και όχι αναδίπλωσης του ΣΥΡΙΖΑ προς την κεντροαριστερά και τις σοσιαλδημοκρατικές αυταπάτες, δεν αφορούν σε καμία περίπτωση πρόσωπα ή φορείς που είχαν ρόλους σημαντικής ευθύνης στη δεξιόστροφη πορεία του ΠΑΣΟΚ και ιδιαίτερα στις μνημονιακές επιλογές του και πολύ περισσότερο τέτοιου είδους ευρύτερες συνεργασίες δεν αφορούν δυνάμεις κεντροδεξιού προσανατολισμού, δυνάμεις του αστικού πολιτικού συστήματος και πολιτικούς εκπροσώπους της αστικής τάξης, ανεξάρτητα από την αντιμνημονιακή ρητορική τους.

Σήμερα ο ΣΥΡΙΖΑ χρειάζεται όσο ποτέ ένα δεύτερο μεγάλο κύμα ριζοσπαστικοποίησης και ακόμα πιο ουσιαστικής επεξεργασίας της πολιτικής, της φυσιογνωμίας, των προγραμματικών του προτάσεων, των πρακτικών και της κινηματικής του στάσης, σχεδιασμένης με βαθύτατα ταξικούς, εργατικούς, λαϊκούς και κοινωνικούς όρους, γεγονός που θα του δώσει τη δύναμη και την ικανότητα για ένα νέο άλμα στην επιρροή του και στη συμβολή του στη διαμόρφωση ενός μεγάλου αριστερού πολιτικοκοινωνικού ηγεμονικού μετώπου που θα αγκαλιάζει τη μεγάλη κοινωνική πλειοψηφία.

Υπ’ αυτό το πρίσμα, το μέτωπο και η κυβέρνηση της Αριστεράς δεν συνιστούν μια στατική αντίληψη κοινοβουλευτικού αθροίσματος, αλλά μια δυναμική αντίληψη διαμόρφωσης των πολιτικών, κοινωνικών και αγωνιστικών προϋποθέσεων για την υλοποίηση του προγράμματός μας κατάργησης των μνημονίων, της λιτότητας και των δανειακών συμβάσεων, ρήξης και ανατροπής. Είναι δέσμευση για την ταξική κατεύθυνση και το περιεχόμενο του προγράμματός μας, είναι κατεύθυνση «αριστερά» και όχι «προς το κέντρο», είναι πολιτικές συμμαχίες που μπορούν να υποστηρίξουν ακριβώς μια τέτοια κατεύθυνση και όχι να την ακυρώσουν, είναι σχέδιο για να κερδίσουμε τη μεγάλη πλειοψηφία της εργατικής τάξης και των φτωχών λαϊκών στρωμάτων και με ένα τέτοιο στέρεο κοινωνικό κορμό να διαμορφώσουμε ένα κοινωνικό μέτωπο αγώνα και ανατροπής, είναι δέσμευση απέναντι στα κινήματα αντίστασης για αγώνες για την ανατροπή της τρικομματικής κυβέρνησης, είναι επιβεβαίωση της συνέπειας πάνω στις δεσμεύσεις μας, είναι δέσμευση για επιμονή στο δρόμο του ριζοσπαστισμού και της εμβάθυνσής του και όχι αναδίπλωσης και «υπευθυνότητας» απέναντι στο σύστημα. Συμπυκνώνοντας όλα αυτά, ο στόχος της κυβέρνησης της Αριστεράς συμπυκνώνει ολόκληρο το πολιτικό μας σχέδιο και είναι η αιχμή του δόρατος της πολιτικής μας.

13. ΟΡΙΣΜΕΝΕΣ ΘΕΣΕΙΣ ΓΙΑ ΤΟ ΡΟΛΟ ΤΟΥ ΣΥΡΙΖΑ ΣΤΗΝ ΑΝΑΣΥΓΚΡΟΤΗΣΗ, ΑΝΑΠΤΥΞΗ ΚΑΙ ΑΝΤΕΠΙΘΕΣΗ ΤΟΥ ΕΡΓΑΤΙΚΟΥ ΛΑΙΚΟΥ ΚΑΙ ΚΙΝΗΜΑΤΟΣ

13.1. Στη διάρκεια της τρίχρονης μνημονιακής περιόδου αναδείχτηκαν πιο έντονα τα χρόνια προβλήματα του εργατικού συνδικαλιστικού κινήματος, η κυριαρχία σε αυτό του κυβερνητικού, εργοδοτικού και γραφειοκρατικού συνδικαλισμού, η έλλειψη πολιτικοποίησης των αιτημάτων, η ουσιαστική αποδοχή της νεοφιλελεύθερης πολιτικής μέσω στενών αιτημάτων, με αποτέλεσμα το εργατικό συνδικαλιστικό κίνημα να βρεθεί αποδυναμωμένο, απροετοίμαστο, χωρίς στρατηγική, χωρίς σχεδιασμό, χωρίς την αναγκαία πολιτική και οργανωτική ικανότητα ανάπτυξης των κινήσεών του και με σοβαρότατο το πρόβλημα της συμβιβαστικής στάσης της ηγετικής του πλειοψηφίας.

Παρ’ όλα αυτά, το εργατικό συνδικαλιστικό κίνημα δημιούργησε γεγονότα μεγάλης έντασης και ταξικής αντιπαράθεσης, οι εργαζόμενοι και η κοινωνία οικοδόμησαν ισχυρές αντιστάσεις απέναντι στις πολιτικές του Μνημονίου, με την εργατική τάξη και τα συνδικάτα της να έχουν τον πρώτο λόγο, με κύματα διαδοχικών απεργιών και πολύμορφων δράσεων, οι οποίες δε σταμάτησαν επί 3 χρόνια και μάλιστα μέσα στις εξαιρετικά δύσκολες συνθήκες των υψηλών ποσοστών ανεργίας και των μαζικών απολύσεων.

Οι δυνάμεις της αριστεράς βρέθηκαν στην πρωτοπορία αυτής της αγωνιστικής δυναμικής και, εάν δεν υπήρχαν οι άγονοι διαχωρισμοί εντός της συνδικαλιστικής και πολιτικής αριστεράς, ίσως να υπήρχε και διαφορετική έκβαση του αγώνα.

Αδύνατα σημεία της αγωνιστικής περιόδου, υπήρξε η έλλειψη συντονισμού των αγώνων και η απουσία κέντρου οργάνωσης και αλληλεγγύης των αγώνων.

Δυνατά σημεία ήταν η δημιουργία νέων συλλογικοτήτων, η ανάδειξη των αντιστάσεων στις πλατείες, των λαϊκών συνελεύσεων στις γειτονιές, άλλων θεματικών κινημάτων κοινωνικής αντίστασης, η αυξανόμενη ένταξη των μικρομεσαίων αυτοαπασχολουμένων στις κινητοποιήσεις, η αυθόρμητη (μη οργανωτικά ενταγμένη) συμμετοχή πολιτών και εργαζομένων στις γενικές απεργίες.

Παρά τις αρχικές δυσκολίες, η αγωνιστική διεκδίκηση συγκροτήθηκε γύρω από το κομβικό αίτημα μη ψήφισης των μνημονίων και των εφαρμοστικών νόμων τους και κλιμακώθηκε με βάση το προωθημένο αίτημα της ανατροπής των μνημονίων και των κυβερνήσεων που τα εφάρμοζαν.

Η δυναμική αυτή, δημιούργησε το πρόπλασμα μιας λαϊκής συμμαχίας και μία νέας ανάτασης του λαϊκού κινήματος.

Οι μεγάλες στιγμές γεννήθηκαν όταν το εργατικό συνδικαλιστικό συναντήθηκε αλληλοτροφοδοτήθηκε και συμπορεύτηκε με τα άλλα κοινωνικά κινήματα και το ευρύτερο λαϊκό κίνημα (μεγάλες απεργιακές κινητοποιήσεις σε συντονισμό με τα κινήματα των πλατειών κλπ). Όταν επίσης τα αιτήματα των εργαζομένων αποκτούσαν πολιτικά χαρακτηριστικά, όταν η Αριστερά πορεύτηκε αποφασιστικά και συγκρουσιακά μαζί με το λαό και τους εργαζόμενους στις απεργίες, στις καταλήψεις, στους δρόμους και τις πλατείες. Αυτό το νήμα καλούμαστε σήμερα να επανασυνδέσουμε με καλύτερους όρους, πιο αποφασιστικά και πιο αποτελεσματικά.

13.2 Μετά την ψήφιση του Μνημονίου 3 (Νοέμβριος 2012), οι εργατικοί και κοινωνικοί αγώνες παρουσιάζουν σημεία κάμψης και κόπωσης. Ευρύτατα στρώματα των εργαζομένων, προσχωρούν στη λογική της πολιτικής ανάθεσης. Αναπτύσσεται επιπρόσθετα μια συνείδηση χαμηλών προσδοκιών, εξαιτίας των βίαιων επιπτώσεων που έχουν οι μνημονιακές πολιτικές. Καλλιεργείται μια αντίληψη ότι το μνημόνιο συνιστά μια πολιτικά αξεπέραστη συνθήκη.

Η έλλειψη πολιτικοποίησης των αιτημάτων έχει ως αποτέλεσμα να αναπτύσσονται αγώνες ασυντόνιστα με αποσπασματικά ή και στενά αιτήματα (εξαιρέσεις από γενικότερες ρυθμίσεις), που πολλές φορές καλλιεργούν τον κοινωνικό αυτοματισμό και το διαχωρισμό μεταξύ των εργαζομένων.

Εάν η κατάσταση αυτή συνεχιστεί, ούτε η μνημονιακή κυβέρνηση θα είναι εύκολο να ανατραπεί ή - και εάν αυτό συμβεί- η αυριανή αριστερή κυβέρνηση χωρίς ενεργοποιημένο εργατικό και λαϊκό κίνημα δεν θα μπορέσει να ανταπεξέλθει στις πιέσεις ή και εκβιασμούς του εγχώριου και ευρωπαϊκού πολιτικού και οικονομικού κατεστημένου.

13.3. Αν και το εργατικό συνδικαλιστικό κίνημα βρίσκεται σε τροχιά υποχώρησης και αποδυνάμωσης μπορεί κάτω από ορισμένες συνθήκες να παίξει σημαντικό ρόλο στην οργάνωση των αντιστάσεων, να βάλει φρένο στις μνημονιακές πολιτικές και να δημιουργήσει τις προϋποθέσεις μιας εργατικής και λαϊκής αντεπίθεσης.

Η πολιτικοποίηση των αιτημάτων, η σύνδεση του γενικού με το ειδικό είναι απαραίτητη προϋπόθεση για τη διαμόρφωση συλλογικής κοινωνικής συνείδησης με αίτημα την ανατροπή των μνημονιακών πολιτικών και των πολιτικών εκφραστών τους. Όλες οι κινητοποιήσεις που αναπτύσσονται πρέπει να αναδεικνύουν τις πολιτικές αιτίες της κρίσης, να ενσωματώνουν πολιτικά αιτήματα για την ανατροπή των πολιτικών της μνημονιακής συγκυβέρνησης, εξειδικεύοντάς τα με βάση τις συγκεκριμένες συνθήκες κάθε εργασιακού χώρου.

Επιδιώκουμε μια νέα συνάντηση των εργατικών συνδικάτων με τα κοινωνικά κινήματα και τους μικρομεσαίους επαγγελματίες – αυτοαπασχολούμενους και αγρότες και αυτό αποτελεί την βασική προϋπόθεση για μία νέα ανάταση του λαϊκού κινήματος.

Είναι ανάγκη να αναπτυχθεί, μια πλατιά κοινωνική συμμαχία, που θα προωθεί την πολιτική αντιπαράθεση μέσα από κοινές δράσεις για κοινά προβλήματα (ιδιωτικό χρέος, δάνεια, φορολογία, ενίσχυση της ζήτησης μέσω αναδιανομής του εισοδήματος, διεύρυνση κοινωνικών τιμολογίων ΔΕΚΟ, ακρίβεια, δικαίωμα ιατροφαρμακευτικής περίθαλψης χωρίς προϋποθέσεις κ.ά) και θα συσπειρώνει εργαζόμενους, συνδικάτα, συνταξιούχους, ανέργους, κοινωνικές, επιστημονικές συλλογικότητες, οργανώσεις μικρών και μεσαίων επαγγελματιών, αυτοαπασχολουμένων και αγροτών.

Με αυτό τον τρόπο μπορεί να δημιουργηθεί ένα νέο ιστορικό μπλοκ κοινωνικής ανατροπής και αλλαγής, που θα στηρίζεται σε μια σταθερή συμμαχία της εργατικής τάξης με μικρομεσαία στρώματα, υπό την ηγεμονία της πρώτης, με αιχμές την κατάργηση των μνημονίων, την ριζοσπαστική αντιμετώπιση του δημοσίου και ιδιωτικού χρέους και τη ρήξη με τον οικονομικό και κοινωνικό κανιβαλισμό της Ευρωζώνης, αλλά και την σύγκρουση με Ε.Ε..

Αγωνιζόμαστε για την ανασύνταξη των συνδικάτων και την επαναθεμελίωση του εργατικού – συνδικαλιστικού κινήματος σε αγωνιστική - ταξική κατεύθυνση.

Συμβάλλουμε στην ανασυγκρότηση και τη διεύρυνση των συντονισμών πρωτοβάθμιων εργατικών σωματείων, που δεν πρέπει να είναι συντονισμός παραγόντων της Αριστεράς αλλά σωματείων και συλλογικοτήτων.

Αναζωογονούμε και διευρύνουμε το συντονισμό των Ομοσπονδιών, όχι για να εγκαταλείψουμε τα συνδικάτα στη διασπαστική λογική του ΠΑΜΕ, αλλά και για να δημιουργήσουμε ένα ακόμα βήμα αγωνιστικών πρωτοβουλιών και δράσεων, που θα μας αποδεσμεύει από τον ασφυκτικό σχεδιασμό των τριτοβάθμιων οργανώσεων όταν αυτές αδρανούν.

Η ανασυγκρότηση ενός μαζικού, δημοκρατικού και ταξικού εργατικού συνδικαλιστικού κινήματος θα οικοδομηθεί, μέσα από την ανάπτυξη – μέσα και έξω από τα συνδικάτα - των εργατικών αγώνων, καθώς και των αγώνων των ανέργων και των μεταναστών και την πολιτικοποίησή τους, την ενίσχυση των κοινωνικών συμμαχιών του εργατικού συνδικαλιστικού κινήματος, την ενίσχυση των μαζικών διαδικασιών βάσης και την αναζωογόνηση των κυττάρων του εργατικού κινήματος των πρωτοβάθμιων σωματείων, που σήμερα είναι αναγκαία όσο ποτέ άλλοτε. Γι’ αυτό και έχουμε ανάγκη σήμερα σωματεία ζωντανά, μαζικά, δημοκρατικά, ταξικά και μαχητικά.

Το αντιμνημονιακό κίνημα στην Ελλάδα έφερε στο προσκήνιο νέες μορφές πάλης, όπως και τα κινήματα της πλατείας Ταχρίρ στην Αίγυπτο, της puerta del sol στη Μαδρίτη, του occupy wall street στις ΗΠΑ. Οι εμπειρίες αυτές, όσο και αν έμειναν αποσπασματικές, χωρίς να κατορθώσουν να διαμορφώσουν πιο σταθερούς εναλλακτικούς θεσμούς εργατικής και λαϊκής αυτοοργάνωσης, πρέπει να μελετηθούν σοβαρά και να αξιοποιηθούν από την Αριστερά, το εργατικό και το λαϊκό κίνημα, χωρίς όμως αντιγραφές και χωρίς παραίτηση από την συνδικαλιστική δράση στους χώρους εργασίας. Εκφράζουν μία πρώτη στοιχειώδη απόπειρα εργατικών και λαϊκών στρωμάτων να βρουν νέες αποτελεσματικότερες μορφές ενότητας και δράσης μέσα από τις συμβολικές καταλήψεις δημοσίων κτιρίων, λαϊκές συνελεύσεις, εναλλακτικά δίκτυα ενημέρωσης , δίκτυα εργατικής και κοινωνικής αλληλεγγύης, συλλαλητήρια που τείνουν να εξελιχτούν σε εξέγερση κλπ.

13.4. Προϋπόθεση γι΄ αυτό είναι η κοινή παραταξιακή συγκρότηση των συνδικαλιστικών κινήσεων, που έχουν αναφορά στις δυνάμεις του ΣΥΡΙΖΑ.

Βασική επίσης προϋπόθεση αποτελεί οι δυνάμεις της συνδικαλιστικής αριστεράς, που επιδιώκουν τον ταξικό προσανατολισμό του εργατικού κινήματος, και πρώτα απ΄ όλα και κυρίως η ΑΥΤΟΝΟΜΗ ΠΑΡΕΜΒΑΣΗ, το ΠΑΜΕ και οι αριστερές συνδικαλιστικές Συσπειρώσεις, να αναζητήσουν, μέσα από τους δικούς τους επαναπροσανατολισμούς, τρόπους κοινής δράσης και συμπαράταξής τους ενάντια στις μνημονιακές αντεργατικές πολιτικές και σε επίπεδο ΓΣΕΕ και ΑΔΕΔΥ, κυρίως όμως, σε επίπεδο συντονισμών πρωτοβάθμιων και δευτεροβάθμιων συνδικαλιστικών οργανώσεων και συσπείρωσης των εργαζομένων στη βάση, που εκ των πραγμάτων – λόγω των αρνητικών συσχετισμών στη ΓΣΕΕ και την ΑΔΕΔΥ - θα σηκώσουν πλέον το κύριο βάρος των αγώνων ενάντια στα μνημόνια, και στην κυβέρνηση που τα υπηρετεί.

Στη μάχη αυτή οι συνεργαζόμενες δυνάμεις της συνδικαλιστικής αριστεράς μπορούν και πρέπει να συμπορευτούν μέσα στους εργατικούς και λαϊκούς αγώνες και με άλλες συνδικαλιστικές δυνάμεις, οι οποίες αποδεσμεύονται και αντιπαρατίθενται στην ΠΑΣΚΕ και την ΔΑΚΕ, που αποτελούν τα βασικά στηρίγματα των μνημονιακών πολιτικών δυνάμεων στο εργατικό συνδικαλιστικό κίνημα.

Στόχος των δυνάμεών μας που δρουν στο συνδικαλιστικό κίνημα είναι μέσα από την ανάπτυξη των εργατικών αγώνων να συμβάλλουν στη διαμόρφωση ενός διακριτού αγωνιστικού συνδικαλιστικού ρεύματος, που θα διεκδικήσει την αλλαγή των συσχετισμών δύναμης σε όλα τα επίπεδα του εργατικού συνδικαλιστικού κινήματος και θα αγωνιστεί για την ανασυγκρότησή του σε διεκδικητική, ριζοσπαστική, ανατρεπτική, ταξική κατεύθυνση.

Οι νέοι αγώνες, οι οποίοι θα δοθούν με βάση κοινά αιτήματα των εργαζόμενων στον ιδιωτικό και δημόσιο τομέα για την κατάργηση των μνημονίων, την υπεράσπιση των συλλογικών συμβάσεων εργασίας, την προστασία από τις απολύσεις, τη λήψη μέτρων στήριξης των ανέργων, την καταβολή των δεδουλευμένων, την απόκρουση του ξεπουλήματος της δημόσιας και κοινωνικής περιουσίας, μπορεί και πρέπει να αποτελέσουν ένα σταθερό και αποφασιστικό βήμα για την κλιμάκωση και γενίκευσή τους με στόχο την ανατροπή των μνημονιακών πολιτικών και της τρικομματικής κυβέρνησης που τις υπηρετεί.

13.5. Βασικές όμως προϋποθέσεις μιας τέτοιας δυνατότητας είναι να ανακτήσει ο ΣΥΡΙΖΑ μια αποφασιστική συγκρουσιακή αντίληψη, τη δυνατότητά του να ανοίγει επιθετικά, χωρίς αναδιπλώσεις, μεγάλα πολιτικά και κοινωνικά μέτωπα, την ικανότητα να προωθεί, χωρίς υπαναχωρήσεις και ταλαντεύσεις, μια συνολική, ριζοσπαστική και αξιόπιστη εναλλακτική πολιτική πρόταση και τη δύναμη για μια ουσιαστική στροφή του στην εργατική δουλειά.

Απαιτείται μια ουσιαστική προσπάθεια για ανασύνταξη των συνδικάτων, η οποία θα διαπερνά τον πολιτικό και οργανωτικό σχεδιασμό του κόμματος και θα διαχέεται ως συστατικό στοιχείο πολιτικής δράσης κάθε κομματικής οργάνωσης, θα κινητοποιεί και θα ενεργοποιεί τη μεγάλη πλειοψηφία των μελών μας και ιδιαίτερα τους εργαζόμενους.

Απαιτείται αναζωογόνηση και ενίσχυση όλων των κινημάτων και ο συντονισμός τους σε μια γραμμή συνάντησης με τα συνδικάτα, ώστε οτιδήποτε κινείται να συνενώνεται και να δημιουργεί δράσεις μεγάλης κλίμακας.

Οφείλουμε να επιμείνουμε στην επαναϊδεολογικοποίηση του ρόλου και της αξίας του σ.κ. και μέσα από το δημόσιο λόγο μας να καλούμε τους εργαζόμενους να οργανωθούν στα συνδικάτα και να τ’ αλλάξουν οι ίδιοι.

Οφείλουμε να προβάλλουμε την αξία της αλληλεγγύης για όσους κινούνται στα όρια του κοινωνικού αποκλεισμού και να την συνδέσουμε με την ανάγκη αγωνιστικής κινητοποίησής τους, της αγωνιστικής αλληλεγγύης σε εργαζόμενους, που βρίσκονται απέναντι στην αυθαιρεσία και τρομοκρατία του εργοδότη.

Να δώσουμε έμφαση στην αλληλεγγύη των γενεών. Να επιμείνουμε στην ανάγκη της ορμητικής ένταξης των νέων κυρίως αυτών της εργασιακής επισφάλειας στα συνδικάτα, κηρύσσοντας τον πόλεμο ενάντια σε κάθε διάκριση των νέων.

Να δώσουμε πριν απ’ όλα βάρος στη στήριξη της συνδικαλιστικής δράσης των εργαζομένων στον ιδιωτικό τομέα της οικονομίας, η οποία παρεμποδίζεται συστηματικά από την εργοδοτική τρομοκρατία και αυθαιρεσία.

Να συμβάλλουμε στην οργάνωση των ανέργων με τους ίδιους να γίνονται πρωταγωνιστές στον αγώνα για δουλειά. Να επιμείνουμε (με ευθύνη των κομματικών οργανώσεων) στην καταγραφή των μελών μας που είναι άνεργοι και να συγκροτήσουμε σε επίπεδο πόλης (εργατικού κέντρου) την δικτύωσή τους σε περιφερειακό και πανελλαδικό επίπεδο. Να εξετάσουμε τη δυνατότητα συμμετοχής των ανέργων στα συνδικάτα.

Η σύγχρονη αριστερή ριζοσπαστική κινηματική ταυτότητα που θέλει να έχει ο ΣΥΡΙΖΑ αποκτά ουσία τότε μόνον, όταν τροφοδοτείται από τη δημιουργική σχέση του με την κοινωνία. Είναι αναντικατάστατη η ζωντανή σχέση των οργανώσεών του, των στελεχών και των μελών του με τους εργαζόμενους, τις κοινωνικές δυνάμεις και τα κοινωνικά προβλήματα, η άμεση, πρόσωπο με πρόσωπο, επαφή των οργανώσεων με τους εργαζόμενους, τους ανέργους, τους συνταξιούχους, τους νέους, η ζωντανή παρουσία των κομματικών μελών στους εργασιακούς χώρους, στον συνδικαλισμό, στους μαζικούς φορείς, στις λαϊκές συνελεύσεις των γειτονιών, γενικά στις κοινωνικές διεργασίες και εξελίξεις.

Ο ΣΥΡΙΖΑ πρέπει να προχωρήσει άμεσα σε «εσωκομματική καμπάνια» για εγγραφή όλων των μελών του στα συνδικάτα και για την ενεργοποίηση τους για τη στήριξη των αγωνιστικών ταξικών συνδικαλιστικών παρατάξεων του χώρου τους ή για τη συγκρότηση τέτοιων όπου δεν υπάρχουν.

Η ουσιαστική παρέμβαση του ΣΥΡΙΖΑ στις πραγματικές διεργασίες που συντελούνται στην κοινωνία απαιτεί καλύτερη ανάπτυξη του κόμματος στους εργατικούς χώρους και στις λαϊκές γειτονιές, στενότερη σχέση του με τα κινήματα που αναπτύσσονται ενάντια στις μνημονιακές πολτικές και κυρίως με το εργατικό συνδικαλιστικό κίνημα.

Στο αμέσως επόμενο διάστημα πρέπει να ανασυγκροτήσουμε και θα στηρίξουμε τις οργανώσεις του κόμματος στους εργασιακούς χώρους και κυρίως στον ιδιωτικό τομέα όπου πρέπει να ρίξουμε ιδιαίτερο πολιτικό βάρος. Να ενισχυθεί επίσης η συνεργασία του τμήματος εργατικής πολιτικής του κόμματος με τη Νεολαία αφενός για τον προσανατολισμό της στην εργατική δουλειά και αφετέρου για την οργανωμένη ανανέωση των συνδικαλιστικών στελεχών μας.

13.6. Ο ΣΥΡΙΖΑ επιδιώκει να είναι κόμμα των πραγματικών δημιουργών του υλικού και πνευματικού πλούτου της κοινωνίας, πρώτα απ’ όλα της εργατικής τάξης που αποτελεί τη μεγάλη πλειοψηφία των εργαζόμενων και βιώνει το καθεστώς της σκληρής καπιταλιστικής εκμετάλλευσης και της πρωτοφανούς τροϊκανής και κυβερνητικής επίθεσης στα δικαιώματά τους.

Υπερασπίζεται τους μικρομεσαίους αγρότες και αυτοαπασχολούμενους και επαγγελματίες, που υφίστανται με δραματικό τρόπο τις συνέπειες των μνημονίων, βρίσκεται στην πρώτη γραμμή για τα δικαιώματα της νέας γενιάς, που ο νεοφιλελευθερισμός και τα μνημόνια της στερούν το μέλλον, για την ισότιμη θέση της γυναίκας στην κοινωνία, για τα δικαιώματα της εργαζόμενης διανόησης, των συνταξιούχων, που οι συντάξεις τους κατεδαφίζονται, των ανέργων, των οικονομικών μεταναστών και όλων των λαϊκών στρωμάτων της ελληνικής κοινωνίας. 

Ετικέτες