Εδώ και κάποιο καιρό έχουμε, στο χώρο μας, συχνή επίκληση του ονόματος του Λένιν. Κυρίως, μάλιστα, αναφορικά με το ζήτημα των πολιτικών συνεργασιών και με αποκλειστικά παραθέματα από τον περίφημο «Αριστερισμό» του.

Η αλήθεια, βέβαια, είναι πως στο Λένιν –και στον «Αριστερισμό»- μπορούμε να βρούμε περισσότερα παραθέματα, στα οποία εκθειάζεται το συμπαθές είδος του σκαντζόχοιρου, αλλά ας μην το κάνουμε θέμα. Ούτως ή άλλως τα παραθέματα δεν είναι παρά παραθέματα, που δύσκολα μπορούν να υποκαταστήσουν τα ζωντανά και άμεσα επιχειρήματα.

Μένοντας σε αυτά, λοιπόν, ισχυρίζομαι πως αναφορικά με τις πολιτικές συνεργασίες, με κόμματα ή και πρόσωπα, το θεμελιώδες κριτήριο δεν μπορεί παρά να είναι το αν, σε συγκεκριμένες συγκυρίες, βοηθούν ή βλάπτουν το σχέδιό της ριζοσπαστικής Αριστεράς.

Αν προσθέτουν, ή τουλάχιστον δεν αφαιρούν, στο ηθικό πλεονέκτημα, το οποίο, ειδικά σε περιόδους κρίσεων, αποτελεί μεγάλο πολιτικό πλεονέκτημα για τον κάτοχό του.

Αν, ακόμη, δίνουν το σωστό σήμα σχετικά με αυτό που έρχεται. Και το οποίο, αν πρόκειται να είναι μια μεγάλη σύγκρουση, θέτει πολύ συγκεκριμένες προδιαγραφές αναφορικά με τους συνεργαζόμενους. Πολύ περισσότερο, όταν η προοπτική μιας κυβέρνησης της Αριστεράς μας υποχρεώνει να προσέχουμε και τον ίσκιο μας, που λέει ο λόγος. Ας αναλογιστούμε, απλώς, τι θα σήμαινε, στην τούρλα του Σαββάτου επάνω, να έχεις να αντιμετωπίσεις συμμάχους, κατά τα άλλα, οι οποίοι είτε «επ’ ουδενί θέτουν σε αμφισβήτηση τις ευρωπαϊκές συνθήκες και νόρμες» είτε αντιλαμβάνονται αίφνης ως μείζονα προτεραιότητα την «εθνική ενότητα».

Νομίζω, απλώς, πως δεν έχουμε την πολυτέλεια να πειραματιστούμε σε επικίνδυνες λενινιστικές (!) ατραπούς του είδους αυτού. Τα πράγματα θα γίνουν τόσο ζόρικα, που οποιαδήποτε ελαφρότητα συνιστά αυτοκτονική επιλογή.

Υπάρχει, όμως, και κάτι ακόμη. Αν ακούσουμε καλά τον «θόρυβο των πλησιαζόντων γεγονότων» θα καταλάβουμε πως η βασική προϋπόθεση, για να κερδηθεί το μεγάλο στοίχημα της ανατροπής, είναι ο ενθουσιασμός και το ισχυρό φρόνημα για το δίκαιο των αγώνων, για την αναγκαιότητα των ρήξεων. Αυτός ο ενθουσιασμός και αυτό το φρόνημα, νομίζω, πως εξαρτάται καθοριστικά και από την «αισθητική», δηλαδή τον πολιτισμό του εγχειρήματος. Και στα πολιτικά εγχειρήματα ο πολιτισμός δεν είναι αφηρημένες ιδέες και συνθήματα, αλλά κατεξοχήν τα πρόσωπα και ο τρόπος με τον οποίο τα αντιλαμβάνονται, αυτά τα πρόσωπα, οι μεγάλοι αριθμοί ανθρώπων, που ή θα εμπλακούν ή δεν έχουμε τύχη. Θεωρώ πως ο,τιδήποτε εμποδίζει αυτήν την εμπλοκή πρέπει να απορριφθεί χωρίς δεύτερη σκέψη.

Θα συνιστά, συνεπώς, ένδειξη αυτοκτονικού ιδεασμού μια επιλογή ανανηψάντων μεγαλοπασκιτών, π.χ., ή διαφόρων ορφανών του παπανδρεϊσμού, αρχαϊκού ή μοντέρνου (sic). Πράγμα που ισχύει ακόμη περισσότερο για όσους υφυπουργεύανε επί οροθετικών στο Υγείας ή κατάπιναν αμάσητους Παπαδήμους και τρικομματικές ακόμα. Και όσοι νομίζουν πως «το έχουν», ας το ξανασκεφτούν: η θεωρία των παιγνίων δεν έχει ως αντικείμενο … παιχνιδάκια.

***

Στο τελευταίο «Βήμα», ο Πρετεντέρης σημείωσε, με την κακία που τον διακρίνει, πως «[γ]ια δεύτερη φορά μέσα σε 70 χρόνια, η Αριστερά βρίσκεται σε απόσταση αναπνοής από την εξουσία [κ]αι για δεύτερη φορά επιμένει να νομίζει ότι το παιχνίδι μπορεί να παιχτεί με τους δικούς της όρους». Ενώ ο ίδιος, όπως και ο Μπαλτάκος, ξέρουν πως και πάλι θα οδηγηθεί στη Βάρκιζα και τη σφαγή.

Υπάρχουν οι όροι για να διαψευστούν τα κοράκια. Αρκεί να μην αυτοχειριαστεί η Αριστερά με τρόπους σαν κι αυτούς που περιγράφτηκαν προηγουμένως. Να πάει στη μάχη με τον πιο ανοιχτό και καθαρό τρόπο, χωρίς βαρίδια και ουρές, με όλον τον έντιμο κόσμο, ανεξαρτήτως πολιτικής βιογραφίας, όχι όμως ανεξαρτήτως γενικώς. Που σημαίνει όχι θεωρώντας πως ο Γληνός και ο Λαμπράκης προσομοιάζουν κατά τι σε πολύ πρόσφατους πασόκους υπουργούς.

Τέλος: ας μην λοιδορούμε τον Κοέλιο για τους λάθος λόγους.

Μέχρι στιγμής το Σύμπαν έχει συνωμοτήσει δεόντως υπέρ της ριζοσπαστικής Αριστεράς. Και δεν χρειάστηκαν περίτεχνοι «ελιγμοί» ή προκαταβολικά «προωθητικοί» συμβιβασμοί γι’ αυτό.

Ετικέτες