Είναι πράξη… αντίστασης στους δανειστές η δέσμευση των ρευστών διαθεσίμων των οργανισμών του ευρύτερου δημόσιου τομέα ώστε να καταβάλλονται οι δαπάνες για τόκους και χρεολύσια του κρατικού χρέους; Η μετάβαση από τη συναινετική στην υποχρεωτική δέσμευση των ρευστών διαθεσίμων με την Πράξη Νομοθετικού Περιεχομένου (ΠΝΠ) της κυβέρνησης, που προσυπέγραψαν όλα τα μέλη της, θέτει το ερώτημα με ακόμη πιο πιεστικό τρόπο. Η ίδια η μέθοδος (ΠΝΠ) εκθέτει την κυβέρνηση και τον ΣΥΡΙΖΑ, που όχι μόνο είχαν επιτεθεί σκληρά στις Πράξεις Νομοθετικού Περιεχομένου όταν χρησιμοποιούνταν κατά συρροή από τις μνημονιακές κυβερνήσεις, αλλά και είχαν ρητά δεσμευτεί ότι θα βάλουν άμεσα τέλος σε αυτή τη μέθοδο νομοθέτησης. Ακόμη περισσότερο δίνει τη δυνατότητα στο «μαύρο μπλοκ» των μνημονιακών να επιχειρήσουν να «ξεπλύνουν» και «συμψηφίσουν» την ΠΝΠ με το έγκλημα του PSI.
Όμως το πρόβλημα είναι ακόμη πιο σοβαρό για πολλούς λόγους. Ο πλέον προφανής από αυτούς είναι καθαρά πολιτικός: η ΠΝΠ ασκεί τεράστιες πολιτικές πιέσεις και εξασθενεί αφάνταστα το μπλοκ κοινωνικών και πολιτικών δυνάμεων που στηρίζουν την κυβέρνηση και, στον αντίποδα, όχι μόνο προσφέρει μια μεγάλη ευκαιρία στις μνημονιακές δυνάμεις να θορυβούν πολιτικά, αλλά επιπλέον τους προσφέρει για πρώτη φορά δυνατότητες να έχουν μια αποδοτική πολιτική οικοδόμησης κοινωνικών συμμαχιών (στους δήμους, τα πανεπιστήμια κ.λπ., ΝΔ και ΠΑΣΟΚ κάνουν «πάρτι» με αυτό το θέμα...).
Το σημαντικόπτερο όλων, όμως, και πραγματικά «υπαρξιακού» χαρακτήρα, είναι ότι αυτή η απόφαση -καταφανώς προϊόν πλήρους αδιεξόδου και απελπιστικής θέσης- όχι μόνο δεν κερδίζει κάποιο χρόνο, όχι μόνο δεν ενισχύει τις θέσεις μας, αλλά μας εξασθενεί τρομερά και οδηγεί όλο και πιο βαθιά στο μνημονιακό λαβύρινθο.
Για να προχωρήσουμε στην πραγμάτευση του ζητήματος, χρειάζονται κάποιες ουσιαστικές διευκρινίσεις.
Μέτρο «αλληλεγγύης» για να πληρωθούν μισθοί και συντάξεις;
Σε κάποια δημοσιεύματα η ΠΝΠ αναφέρεται σαν έκτακτο μέτρο για να πληρωθούν μισθοί και συντάξεις στο τέλος Απριλίου, ενώ και κυβερνητικά στελέχη έχουν προβεί σε ανάλογους ισχυρισμούς. Δημιουργείται έτσι η σύγχυση ότι η ΠΝΠ είναι ένα έκτακτο μέτρο «αλληλεγγύης» στο πλαίσιο του ευρύτερου δημόσιου τομέα: οι αλληλέγγυοι (με το ζόρι βέβαια) φορείς διαθέτουν τα ρευστά τους διαθέσιμα για να πληρωθούν μισθοί και συντάξεις - «αλληλεγγύη» προς τους υπαλλήλους και συνταξιούχους του Δημοσίου.
Η αλήθεια είναι πολύ διαφορετική: οι μισθοί και οι συντάξεις εξακολουθούν να πληρώνονται από τα δημόσια έσοδα, αφού εξακολουθεί να υπάρχει πρωτογενές πλεόνασμα. Σύμφωνα με τα προσωρινά στοιχεία εκτέλεσης του κρατικού προϋπολογισμού για την περίοδο Ιανουαρίου - Μαρτίου, σε ταμειακή βάση που μας αφορά άμεσα, καταγράφεται πρωτογενές πλεόνασμα ύψους 1.735 εκατ. ευρώ. Αυτό σημαίνει ότι όλες οι κατηγορίες δημοσίων δαπανών καλύφθηκαν από τα δημόσια έσοδα και περίσσεψε και 1,735 δισ. ευρώ.
Παρ' όλα αυτά, το Δημόσιο όντως δεν είχε αυτή τη στιγμή να πληρώσει μισθούς και συντάξεις στο τέλος του μήνα. Αυτό όμως συνέβη όχι επειδή δεν επαρκούν τα δημόσια έσοδα αλλά επειδή όλα τα διαθέσιμα του προϋπολογισμού και πάνω από 1,5 δισ. ευρώ ρευστά διαθέσιμα του ευρύτερου δημόσιου τομέα είχαν σπαταληθεί για να καταβληθούν «πλήρως και εγκαίρως» τα τοκοχρεολύσια του Μαρτίου και του Απριλίου. Φτάσαμε στην Πράξη Νομοθετικού Περιεχομένου επειδή η κυβέρνηση αποφάσισε να «σκουπίσει» όλα τα ρευστά διαθέσιμα του ευρύτερου δημόσιου τομέα για να πληρώνει τους τοκογλύφους, φέρνοντάς μας μια ανάσα από την εσωτερική στάση πληρωμών σε μισθούς, συντάξεις, κοινωνικές και αναπτυξιακές δαπάνες.
Δεν πρόκειται λοιπόν για πράξη «αλληλεγγύης» στο εσωτερικό του ευρύτερου δημόσιου τοπμέα, αλλά για «δωρεά σώματος» στους τοκογλύφους εις βάρος των κοινωνικών αναγκών!
Οι φορείς παίρνουν πίσω τα λεφτά τους όποτε θελήσουν;
Ο κ. Μάρδας έκανε πάνω σ' αυτό το ζήτημα δηλώσεις καθαρά παραπλανητικές:
«Σας καλούμε να βάλετε τα κεφάλαιά σας σε λογαριασμό της ΤτΕ με επιτόκιο τουλάχιστον 2,5%», δήλωσε μιλώντας στο Δ.Σ. της ΚΕΔΕ. Και συνέχισε: «Αν τα χρειαστούμε, μπορούμε να τα δανειστούμε (...) αν εσείς χρειαστείτε αυτά τα χρήματα, μετά το 15θημερο-20ημερο, θα τα πάρετε πίσω (...) Για ποσό, λιγότερο από 10% της συμβολής σας τα παίρνετε αμέσως (...) για ποσό πάνω από 10% θα τα πάρετε σε 2 ημέρες μετά από σχετικό αίτημα προς την ΤτΕ».
Όμως, ο λόγος που δεσμεύονται αυτά τα χρήματα είναι επειδή τα δημόσια έσοδα δεν επαρκούν για να πληρωθούν ταυτόχρονα μισθοί - συντάξεις - κοινωνικές δαπάνες και τοκοχρεολύσια του κρατικού χρέους. Αν επαρκούσαν, δεν θα χρειαζόταν το μέτρο. Επειδή δεν επαρκούν, τα ρευστά διαθέσιμα θα δαπανηθούν - άρα δεν θα μπορούν να επιστραφούν (παρά μόνο μικρό τμήμα τους και πάλι για κάποιους και όχι όλους τους φορείς).
Για να επιστραφούν στο σύνολό τους, θα πρέπει να υπάρξει συμφωνία με την τρόικα, δηλαδή να πέσουν οι υπογραφές στο νέο μνημόνιο, ώστε να επιστραφούν μέσω της νέας χρηματοδότησης που θα υπάρξει.
Με λίγα λόγια, τα χρήματα αυτά θα επιστραφούν στο ακέραιο μόνο αν το θελήσει η τρόικα - ή αν υπάρξει εξωτερική χρηματοδότηση από άλλη πηγή.
Η ΠΝΠ, μέτρο… «αντίστασης»;
Μήπως όμως η ΠΝΠ είναι μια πράξη αντίστασης στους δανειστές, αυτονόητη απόρροια της απόφρασης να μην υπογράψει η κυβέρνηση το νέο μνημόνιο; Οι ίδιοι οι δανειστές δεν αφήνουν χώρο για τέτοιες αυταπάτες: «Η υλοποίηση της απόφασης μεταφοράς των διαθεσίμων φορέων του Δημοσίου, δήμων και περιφερειών στην Τράπεζα της Ελλάδας είναι πάγιο αίτημα των θεσμών», δήλωσε αξιωματούχος της Ευρωζώνης, ο οποίος εξέφρασε την ικανοποίησή του. Είναι άλλωστε γνωστό ότι οι δανειστές, ενώ παρεμβαίνουν και στην παραμικρή πτυχή του κυβερνητικού έργου σηκώνοντας την «κίτρινη κάρτα» των περιβόητων «μονομερών ενεργειών», σε αυτό το ζήτημα όχι μόνο δεν εξέφρασαν την παραμικρή αντίρρηση και δυσαρέσκεια, αλλά παρότρυναν την κυβέρνηση να το κάνει.
Γιατί οι δανειστές παροτρύνουν την κυβέρνηση να δεσμεύει τα ρευστά διαθέσιμα του ευρύτερου δημόσιου τομέα για να πληρώνει τοκοχρεολύσια; Για πολλούς λόγους:
1. Γιατί έτσι το ελληνικό Δημόσιο εξασθενεί και σπαταλάει όλα του τα διαθέσιμα, με εποτέλεσμα την κρίσιμη στιγμή που ο χρόνος της διαπραγμάτευσης θα τελειώσει, η κυβέρνηση να μην έχει ούτε ευρώ στα δημόσια ταμεία, ώστε να μη μπορεί καν να διανοηθεί μια ρήξη.
2. Γιατί έτσι η κυβέρνηση έχει ένα ακόμη «κίνητρο» να προχωρήσει σε συμβιβασμό με το μνημόνιο: όχι μόνο επειδή θα είναι με άδεια ταμεία, αλλά και επειδή τα χρήματα που «δανείστηκε» από τους φορείς του ευρύτερου δημόσιου τομέα πρέπει να επιστραφούν σε αυτούς και άρα πιέζεται για έναν παραπάνω λόγο να συμφωνήσει με τους δανειστές.
3. Γιατί έτσι αποκτάει μια πιο άμεση και οξεία υπόσταση ο χρηματοδοτικός εκβιασμός. Οι δανειστές λένε: «Με μεγάλη μας χαρά να ξοδέψετε και το τελευταίο σας ευρώ για να πληρώνετε το χρέος σας προς εμάς. Όταν ξοδέψετε και το τελευταίο σας ευρώ, συνεχίστε νας μας πληρώνετε "πλήρως και εγκαίρως" σε ευρώ και πληρώστε μισθούς και συντάξεις με "παράλληλο νόμισμα" (υποσχετικές του Δημοσίου - IOUs). Κερδίστε όσο χρόνο θέλετε με αυτό τον τρόπο -έτσι κι αλλιώς, είναι κερδισμένος για μας κι όχι για σας- μέχρι να χύσετε και την τελευταία σταγόνα από το αίμα σας. Και όταν βάλετε μυαλό, ελάτε να σας κόψουμε το νέο μνημονιακό λογαριασμό. Αλλά μην περιμένετε να σας επιστρέψουμε το αίμα που χύσατε, απλώς θα ανακτήσετε από κει και πέρα τη δυνατότητα να ξαναπληρώνετε μισθούς, συντάξεις κ.λπ. ξανά σε ευρώ. Και βέβαια, επειδή φερόμενοι ανοήτως σπαταλήσατε πολύ χρόνο, η κατάσταση είναι χειρότερη από πριν και άρα χρειάζεστε ένα μνημόνιο πιο σκληρό απ' ό,τι αν συμφωνούσατε απ' την αρχή»...
Είναι λοιπόν δυνατόν αυτό που εξυπηρετεί απόλυτα το σχέδιο των δανειστών, που μας εξασθενεί και μας βάζει πιο βαθιά στο μνημονιακό λαβύρινθο, που κάνει το χρόνο να δουλεύει για λογαριασμό των δανειστών κι όχι για μας, να παρουσιάζεται σαν... πράξη αντίστασης;
Επόμενο βήμα, το «παράλληλο νόμισμα»;
Έχοντας μπει στο μνημονιακό λαβύρινθο με τη συμφωνία στο Eurogroup της 20ής Φεβρουαρίου και με τη δέσμευση (με την ΠΝΠ, πλέον, υποχρεωτική) των ρευστών διαθεσίμων του ευρύτερου δημόσιου τομέα, οι δανειστές δεν πιέζονται από το χρόνο. Τι θα γίνει λοιπόν αν συνεχίσουν να απαιτούν συμβιβασμό μνημονιακού χαρακτήρα - όπως ήδη κάνουν; Τα ρευστά διασθέσιμα που έχουν δεσμευτεί θα εξαντληθούν σύντομα. Τι θα γίνει μετά; Όπως είπαμε ήδη, οι δανειστές υποβάλλουν την ιδέα του «παράλληλου νομίσματος» (μέχρι η κυβέρνηση να «ωριμάσει» αρκετά ώστε να συμβιβαστεί σύμφωνα με τις διαθέσεις τους): να πληρώνονται τα τοκοχρεολύσια σε σκληρό νόμισμα (ευρώ), ενώ μισθοί, συντάξεις και κοινωνικές δαπάνες σε υποτιμημένες υποσχετικές του Δημοσίου («παράλληλο νόμισμα» - IOU). Το «παράλληλο νόμισμα» με τέτοιους όρους θα είναι μια γενναία δόση εσωτερικής υποτίμησης, αφού η αξία του θα υποτιμηθεί σημαντικά στις πραγματικές συναλλαγές, θα δημιουργηθεί «μαύρη αγορά» του σκληρού νομίσματος ενώ οριακά το «παράλληλο νόμισμα» μπορεί να μη γίνεται καν δεκτό στις συναλλαγές, θα ανθήσουν φαινόμενα κερδοσκοπίας πάνω στα προϊόντα (απόσυρση από τα ράφια κ.λπ.).
Αυτές θα είναι οι συνέπειες όταν η ιδέα πίσω από το διπλό νόμισμα είναι να πληρώνουμε «πλήρως και εγκαίρως τους τοκογλύφους δανειστές και να αφήσουμε το «λαουτζίκο» να βολοδέρνει με υποτιμημένες υποσχετικές, όταν δηλαδή δεν έχουμε τα «κότσια» να κάνουμε στάση πληρωμών στους τοκογλύφους δανειστές...
Σε τέτοιες συνθήκες, είναι περισσότερο και από βέβαιο ότι οι σημερινές αντιδράσεις στην ΠΝΠ θα μοιάζουν με παιδικό πάρτι μπροστά στην ευρύτερη αναταραχή και δυσαρέσκεια που θα δημιουργηθεί. Η άρχουσα τάξη και οι μνημονιακές δυνάμεις, παρόλο που θα είναι οι πραγματικά ευνοημένοι από το «παράλληλο νόμισμα» και οι κάτοχοι του σκληρού νομίσματος (ευρώ), θα βρουν κοινωνική βάση σε μικροαστικά και εργατικά στρώματα για ένα «κίνημα κατσαρόλας» ενάντια στην κυβέρνηση. Οι αστικές - μνημονιακές δυνάμεις θα οργανώσουν τότε την τελική αντεπίθεση για την ανατροπή της. Και η νικηφόρα αντίδραση θα οργιάσει...
Συμβιβασμός διότι «εξαντλήσαμε όλα τα περιθώρια» ή ανοιχτή κρίση με τους όρους των δανειστών;
Αυτή η προοπτική θα παγώσει και θα κουράσει τον κόσμο, θα εξαντλήσει πλήρως τα αποθέματα κοινωνικής στήριξης της κυβέρνησης, θα δώσει φτερά στην αστική - μνημονιακή αντίδραση. Μπροστά στο πλήρες αδιέξοδο, θα ορθωθεί το αμείλικτο δίλημμα: είτε άμεσος συμβιβασμός και υπογραφή του τρίτου μνημονίου είτε μια οξεία πολιτική κρίση όχι βάσει κάποιου σχεδίου αλλά επειδή απέτυχε παταγωδώς - κατέρρευσε το σχέδιο διαπραγμάτευσης και αντιπαράθεσης με την τρόικα. Μια τέτοια πολιτική κρίση κινδυνεύει να αποτελέσει ευκαιρία όχι για μας, αλλά για τον αντίπαλο: την ελληνική αστική τάξη, την ιμπεριαλιστική Ευρωζώνη και Ε.Ε., τους δανειστές. Οι οποίοι είναι πλέον πολύ έμπειροι στο χειρισμό κρίσεων που έχουν καταστροφικό χαρακτήρα μόνο για τους αντιπάλους τους - έχουν γαλουχηθεί με τις «αρχές» όπως το «δόγμα του σοκ» και «η κρίση είναι ευκαιρία».
Αν αφεθούμε, τρεκλίζοντας, εξασθενούντες διαρκώς, παράλυτοι μπροστά στο δίλημμα «υπογράφουμε ή υλοποιούμε ένα σχέδιο ρήξης», αν με τέτοιους όρους, αρνηθούμε να «υπογράψουμε», τότε θα αποφασίσουν οι άλλοι, δηλαδή το εγχώριο και διεθνές σύστημα, για μας. Και οι αποφάσεις τους θα είναι πιο σκληρές και από το μνημόνιο του Σαμαρά!
Παύση πληρωμών - σχέδιο ρήξης τώρα!
Χωρίς απόφαση για ρήξη με τους δανειστές (που θα είναι αναπόφευκτα και ρήξη με τον ελληνικό καπιταλισμό), χωρίς συνειδητό σχέδιο ρήξης, η άρνηση να «υπογράψουμε» θα είναι ευκαιρία μόνο για τους δανειστές.
Από την άλλη, δεν υπάρχει καμία δυνατότητα όχι μόνο για «έντιμο συμβιβασμό» αλλά ούτε καν για μια «απόδραση» από το πρόβλημα. Όλες οι ιδέες που έχουν ακουστεί (από χείλη υπουργών μάλιστα) για «απόδραση» από το αδιέξοδο με δημοψήφισμα ή εκλογές, μόνο υπό την προϋπόθεση ότι εντάσσονται σε ένα σχέδιο ρήξης θα είχαν κάποιο νόημα, αλλιώς μπορεί να αποτελέσουν μια πολιτική καταστροφή.
Σε ποιο χρόνο και με ποιο ερώτημα η κυβέρνηση θα πάει σε δημοψήφισμα; Αν το κάνει όταν θα έχουμε χύσει και την τελευταία σταγόνα από το «αίμα» μας, όταν θα έχουμε εξαντλήσει και απογοητεύσει τον κόσμο μας και όταν θα έχουμε δώσει χρόνο και «πατήματα» στην αστική-μνημονιακή αντίδραση να ανασυνταχτεί και να περάσει στην αντεπίθεση, δεν θα μας εξασφαλίσει ούτε καν μια «ηρωική έξοδο». Αν το ερώτημα του δημοψηφίσματος είναι έτσι διατυπωμένο ώστε να «καθοδηγεί» τον κόσμο να «εγκρίνει» μια μνημονιακή συμφωνία, θα είναι μια πολιτική παρωδία και τραγωδία ταυτόχρονα. Αν πάλι το ερώτημα ισοδυναμεί με αίτημα εντολής για ρήξη, τότε αυτή πρέπει να προετοιμαστεί, να έχει πίσω της συνειδητό σχέδιο.
Ωστόσο, για ό,τι από όλα αυτά και αν πρόκειται, το σίγουρο είναι ότι και μόνο η αναγγελία δημοψηφίσματος θα πρέπει να συνδυαστεί (από την κυβέρνηση και όχι από την ΕΚΤ!) με άμεσο έλεγχο των τραπεζών και μέτρα περιορισμού στην κίνηση κεφαλαίων (περιορισμός στις αναλήψεις καταθέσεων και απαγόρευση εξόδου κεφαλαίων από τη χώρα), αλλιώς το δημοψήφισμα θα γίνει σε συνθήκες bank run και κατάρρευσης των τραπεζών.
Τα ίδια πάνω - κάτω ισχύουν και για τις εκλογές. Θα τις κάνει αυτή η κυβέρνηση για να ζητήσει εντολή «μη υπογραφής» και άρα ρήξης; Ή θα πάμε «πάσο» σε μια «οικουμενική σκηνοθεσία» εκλογών με ουσιαστικό στόχο μια πολιτική απόδραση που θα διευκολύνει άλλους να διαμορφώσουν μια μνημονιακή κοινοβουλευτική πλειοψηφία; Το δεύτερο θα ήταν σοκαριστικό ακόμη και σαν σκέψη - γι' αυτό το αποκλείουμε. Εκλογές που θα κάνει αυτή η κυβέρνηση, είτε χωρίς να ζητήσει σαφή εντολή είτε, πολύ περισσότερο, για να ζητήσει σαφή εντολή ρήξης, επίσης προϋποθέτουν μέτρα άμεσου ελέγχου των τραπεζών και περιορισμού στην κίνηση κεφαλαίων.
Αν πράγματι σχεδιάζουμε με γνώμονα το να μην «υπογράψουμε», όλοι οι δρόμοι οδηγούν είτε στη ρήξη είτε σε εκδοχές πρωτοφανούς πολιτικής τραγωδίας. Επειδή όμως το θέμα δεν είναι να διασωθούμε «εμείς», όποιο και αν είναι αυτό το «εμείς», αλλά να «διασωθεί» και ακόμη περισσότερο να νικήσει ένα ευρύ λαϊκό ρεύμα που ο ΣΥΡΙΖΑ βρέθηκε να εκπροσωπεί πολιτικά, η μόνη ρεαλιστική λύση είναι να πάψουμε εδώ και τώρα να χύνουμε το αίμα μας, να σπαταλούμε χρόνο και να απογοητεύουμε - παθητικοποιούμε τον κόσμο μας, να προχωρήσουμε άμεσα σε στάση πληρωμών στα τοκοχρεολύσια, να καλέσουμε τον κόσμο, τα κινήματα και την Αριστερά στον αγώνα και να αρχίσουμε να υλοποιούμε ένα συνειδητό σχέδιο ρήξης με τους δανειστές και την εγχώρια αστική τάξη.
Η ολιγόμηνη μετεκλογική πείρα αναδεικνύει το δρόμο της ρήξης στη μόνη ρεαλιστική προοπτική! Επί ποινή, αν δεν υιοθετηθεί, μιας νέας ιστορικής τραγωδίας για το κίνημα και την Αριστερά!
Και δεν υπάρχει χρόνος για να σπαταλάμε: ο σωστός χρόνος ήταν χθες και προχθές, αλλά σίγουρα αύριο θα είναι αργά!