Το γεγονός ότι το συντηρητικό μέτωπο του «ναι» παρέμεινε στα ελάχιστα ποσοστά επιρροής του 39%, σημαίνει ότι οι πολιτικές δυνάμεις ΝΔ, Ποταμιού και ΠΑΣΟΚ βρίσκονται πλέον πολύ μακρυά από την διεκδίκηση της πολιτικής εξουσίας, εφόσον δεν έχουν να υποσχεθούν κανένα φιλολαϊκό μέτρο που να δικαιολογεί την πολιτική τους επιλογή από τον εργαζόμενο κόσμο.

Δύο κοινωνικά μπλοκ σε ευθεία πολιτική σύγκρουση

Η κατά κράτος επικράτηση του «όχι» στο δημοψήφισμα της 5ηςΙουλίου (με μια διαφορά μάλιστα 22 μονάδων του «όχι από το «ναι») σηματοδοτεί ταυτόχρονα : Από τη μια πλευρά την κατίσχυση των λαϊκών δυνάμεων του συνασπισμού των «από κάτω» έναντι της κυρίαρχης συμμαχίας αστικής τάξης και μεσαίων και ανώτερων στρωμάτων των μικροαστικών τάξεων. Και από την άλλη πλευρά την συντριπτική επικράτηση του αντιμνημονιακού πολιτικού μπλοκ της κυβερνητικής συμμαχίας ΣΥΡΙΖΑ και ΑΝ.ΕΛΛ. έναντι του αστικού μνημονιακού τόξου της ΝΔ του Ποταμιού και του ΠΑΣΟΚ που είχαν ταχθεί αναφανδόν υπέρ του «ναι». Η διεύρυνση της πολιτικής επιρροής του αντιμνημονιακού συνασπισμού από το 41% των εκλογών του Ιανουαρίου στο 61% του δημοψηφίσματος του Ιουλίου, καταδεικνύει με τον πλέον σαφή τρόπο την κατάκτηση της απόλυτης πλειοψηφίας στην μισθωτή εργασία, στους ανέργους, στη νεολαία, στους χαμηλοσυνταξιούχους, στους αυτοαπασχολουμένους, ό,τι δηλαδή συγκροτεί τον κοινωνικό λαϊκό συνασπισμό. Στην αντίπερα όχθη η αστική τάξη μετά βίας κατόρθωσε να συσπειρώσει τα μεσαία και ανώτερα τμήματα των μικροαστικών τάξεων γύρω από το «ναι». Η κατάρρευση πλέον των αστικών μνημονιακών πολιτικών σχηματισμών είναι το φυσιολογικό αποτέλεσμα της κατίσχυσης των λαϊκών αριστερών δυνάμεων.

Στην σημερινή ελληνική πολιτική συγκυρία καταγράφεται πλέον μια οξύτατη κοινωνική πόλωση ανάμεσα στις δυνάμεις του λαϊκού κοινωνικού συνασπισμού (μισθωτής εργασίας, ανέργων, νεολαίας, χαμηλοσυνταξιούχων, αυτοαπασχολουμένων) και του αστικού κοινωνικού μπλοκ (αστική τάξη και μεσαία και ανώτερα στρώματα των μικροαστικών τάξεων). Αυτή είναι απόρροια της πενταετούς άσκησης των μνημονιακών πολιτικών και της προώθησης εφαρμογής μορφών εξαγωγής απόλυτης υπεραξίας του ελληνικού καπιταλισμού, που έχουν προκαλέσει τα φαινόμενα ευρείας λαϊκής εξαθλίωσης (μαζική ανεργία, χαμηλοί μισθοί και συντάξεις, υπέρμετρη φορολόγηση, διάλυση εργασιακών σχέσεων κλπ.). Στην ταξική αυτή πόλωση αντιστοιχεί σήμερα, με βάση τα αποτελέσματα της εκλογικής αναμέτρησης του Ιανουαρίου 2015 και του δημοψηφίσματος της 5ης Ιουλίου, η αντιπαράθεση ανάμεσα στον ΣΥΡΙΖΑ, ως εκφραστή του λαϊκού συνασπισμού των «από κάτω», και στις δυνάμεις του αστικού μνημονιακού τόξου (ΝΔ, Ποτάμι. ΠΑΣΟΚ) που αντιπροσωπεύουν την συμμαχία αστικών δυνάμεων και μεσαίων – ανώτερων μερίδων των μικροαστικών τάξεων.

Από κοινωνική άποψη ο αστικός κοινωνικός συνασπισμός αντιστοιχεί οριακά στο ένα-τρίτο περίπου του Οικονομικά Ενεργού Πληθυσμού (αστική τάξη και ανώτερα μικροαστικά στρώματα), ενώ το λαϊκό κοινωνικό μπλοκ αντιστοιχεί στα δύο-τρίτα του ΟΕΠ (εργαζόμενοι δημόσιου και ιδιωτικού τομέα, άνεργοι, τμήματα νεολαίας, χαμηλοσυνταξιούχων και αυτοαπασχολουμένων). Προκύπτει με βάση τα αποτελέσματα του δημοψηφίσματος για την απόρριψη ή αποδοχή των βάρβαρων μέτρων των εκπροσώπων των θεσμών της ευρωπαϊκής υπερεθνικής καπιταλιστικής ολοκλήρωσης, και την πανηγυρική επικράτηση του «όχι» έναντι του «ναι»,  ότι ο αστικός κοινωνικός συνασπισμός δεν κατόρθωσε να διευρύνει την πολιτική του επιρροή πέρα από τα όρια των κοινωνικών του  εκπροσωπήσεων.

          Απεναντίας οι αριστερές, ριζοσπαστικές, αντιμνημονιακές δυνάμεις που συγκρότησαν την κυβέρνηση κοινωνικής σωτηρίας, και διεύρυναν την επιρροή τους στο δημοψήφισμα από το 41% στο 61% (ΣΥΡΙΖΑ + ΑΝ.ΕΛΛ.), κατόρθωσαν να αγκαλιάσουν συνολικά από πολιτική άποψη όλο το εύρος των κοινωνικών δυνάμεων του λαϊκού μπλοκ, που περιλαμβάνει τα τρία-τέταρτα του ΟΕΠ. Κι’ αυτό παρόλο που στο πεντάμηνο της κυβερνητικής διαχείρισης του ΣΥΡΙΖΑ, παρεμποδίστηκε η ολοκληρωμένη εφαρμογή του συνόλου των μέτρων του βασικού «Προγράμματος της Θεσσαλονίκης», από την συνεχή εκβιαστική παρέμβαση των «θεσμών», που παρέλυε την υλοποίηση αυτών των μέτρων, αφήνοντας το πρόγραμμα της κυβέρνησης κοινωνικής σωτηρίας να «αιωρείται στον αέρα».

Επιμονή  στην υλοποίηση των προγραμματικών θέσεων

          Όσο η πλειοψηφική λαϊκή ψήφος του δημοψηφίσματος κατέγραφε την αντίθεση των εργαζομένων τάξεων στις βάρβαρες απαιτήσεις των «θεσμών», άλλο τόσο αυτή η επιλογή του «όχι» δεν ήταν παρά μια καταφατική συναίνεση στις ριζοσπαστικές προγραμματικές θέσεις, που μέχρι σήμερα παρεμποδίζονταν η εφαρμογή τους.          Πραγματικά, όσο ο κόσμος του δημόσιου τομέα είδε τις εις βάρος του αδικίες να θεραπεύονται με τις επαναπροσλήψεις των απολυμένων και διαθεσίμων εκπαιδευτικών, φυλάκων, καθαριστριών, καθώς και με την επαναλειτουργία της δημόσιας ραδιοτηλεόρασης, άλλο τόσο μια τέτοια ευεργετική παρέμβαση δεν κατορθώθηκε να αποτυπωθεί στην εργατική τάξη του ιδιωτικού τομέα της οικονομίας. Ο κατώτατος μισθός δεν αποκαταστάθηκε και οι αποδοχές των συλλογικών συμβάσεων δεν επανήλθαν, ενώ από την άλλη πλευρά δεν μπήκε σε κίνηση το πρόγραμμα δημιουργίας των 300 χιλιάδων νέων θέσεων εργασίας, προσωρινής έστω διετούς διάρκειας. Η συνεχής μείωση των συντάξεων ανακόπηκε, εντούτοις η καταβολή της 13ης σύνταξης στους χαμηλοσυνταξιούχους μπήκε σε αμφισβήτηση, ενώ μέτρα σαν τον ΕΝΦΙΑ φάνηκε να παίρνουν το δρόμο της εκ νέου εφαρμογής τους. Η εξαγγελία εφαρμογής μέτρων φορολογικής κοινωνικής δικαιοσύνης, με το 12% έστω της έκτακτης εισφοράς στις επιχειρήσεις με κερδοφορία άνω των 500 χιλιάδων ευρώ και παράλληλης φορολόγησης των εισοδημάτων άνω των 50 χιλιάδων ευρώ, βάδισαν παράλληλα με τον προγραμματισμό αύξησης της γενικευμένης έμμεσης φορολόγησης προϊόντων και υπηρεσιών.

          Παρά τις μέχρι σήμερα δυσχέρειες στην άσκηση της κυβερνητικής πρακτικής, που προφανώς προέρχονταν από τις υπαγορεύσεις των δανειστών, που δεν δημιουργούσαν απτά και υλικά αποτελέσματα στις λαϊκές τάξεις (μισθοί και συντάξεις, ανεργία και φορολογία), και που προέρχονταν από τον σφικτό εναγκαλισμό της ελληνικής οικονομίας από τον βρόγχο του δημόσιου χρέους και τους εκβιασμούς των δανειστών που έφτασαν να στερήσουν το ελληνικό τραπεζικό σύστημα από κάθε είδους ρευστότητα, εντούτοις η απόλυτη πλέον πλειοψηφία των λαϊκών τάξεων, εκφράζοντας την εμπιστοσύνη της στην ριζοσπαστική κυβερνητική διαχείριση, αγκάλιασε δίχως δεύτερη κουβέντα το «όχι».Έτσι, παρόλο το κλείσιμο των τραπεζών και την επιβολή ελέγχου των αναλήψεων, και παρόλη την τρομολαγνεία και την παραπληροφόρηση των συστημικών ΜΜΕ, ο ΣΥΡΙΖΑ κατόρθωσε να διευρύνει ακόμη παραπέρα την επιρροή του στις λαϊκές εργαζόμενες τάξεις, φτάνοντας σε ανώτατα ποσοστά στο δημοψήφισμα.

          Σε κάθε περίπτωση και εφόσον ο ΣΥΡΙΖΑ σε συμμαχία με τους ΑΝ.ΕΛΛ. συνεχίζουν όχι μόνον να έχουν την δεδηλωμένη, αλλά και ένα συντριπτικό αποτέλεσμα στο δημοψήφισμα, δεν μπορεί παρά να προχωρήσει άμεσα στην ολοκληρωμένη εφαρμογή των προγραμματικών του κατευθύνσεων, προκειμένου να εδραιώσει την εμβέλειά του στις κοινωνικά πλειοψηφικές δυνάμεις του λαϊκού μπλοκ, πράγμα που θα καταστήσει την δημοκρατική, προοδευτική και ριζοσπαστική πορεία της χώρας ανεπίστρεπτη. Διαφορετικά αν οι προγραμματικοί προσανατολισμοί της κυβέρνησης κοινωνικής σωτηρίας  παραμερισθούν εκ νέου από τις απαιτήσεις των «θεσμών», τότε το μόνον σίγουρο είναι ότι θα αρχίσει να φθίνει και η μέχρι σήμερα άνοδος της επιρροής του αντιμνημονιακούλαϊκού συνασπισμού, παρά βέβαια την κατάρρευση του αστικούμνημονιακού τόξου. Αυτό παρόλη την αξιοποίηση της μυθολογίας περί της εξόδου από την Ευρωπαϊκή Ένωση και την Ζώνη του Ευρώ, θα αδυνατεί να ανακάμψει γιατί ακριβώς, αποδεχόμενο στο ακέραιο τις προτάσεις βαρβαρότητας των «θεσμών», δεν έχει να υποσχεθεί στις λαϊκές τάξεις παρά συνέχιση της λιτότητας με την ακόμη παραπέρα μείωση των μισθών και των συντάξεων, την κατάργηση των δημόσιων κοινωνικών υπηρεσιών, την συνεχή φορολογική επιβάρυνση της μισθωτής εργασίας και των συνταξιούχων.

Το γεγονός δηλαδή ότι το συντηρητικό μέτωπο του «ναι» παρέμεινε στα ελάχιστα ποσοστά επιρροής του 39%, σημαίνει ότι οι πολιτικές δυνάμεις ΝΔ, Ποταμιού και ΠΑΣΟΚ βρίσκονται πλέον πολύ μακρυά από την διεκδίκηση της πολιτικής εξουσίας, εφόσον δεν έχουν να υποσχεθούν κανένα φιλολαϊκό μέτρο που να δικαιολογεί την πολιτική τους επιλογή από τον εργαζόμενο κόσμο. Μ’ αυτή την έννοια ο ΣΥΡΙΖΑ παραμένει απόλυτος κυρίαρχος του πολιτικού παιχνιδιού στο βαθμό προφανώς που πλέον θέτει την  υλοποίηση των προγραμματικών του δεσμεύσεων ως προτεραιότητα της πολιτικής του, εφόσον  διαθέτει την εκλογική προτίμηση της απόλυτης πλειοψηφίαςτων λαϊκών τάξεων. Όπως και να έχει το πράγμα, είναι ο ΣΥΡΙΖΑ που κρατά το κλειδί των εξελίξεων στα χέρια του, στο μέτρο που συνεχίζει με πεισματικό τρόπο να προτάσσει τον τερματισμό της λιτότητας, την αποκατάσταση της δημοκρατίας, τον άνεμο της ριζοσπαστικότητας και του προοδευτισμού. Αποδείχθηκε πλέον περίτρανα ότι ο ΣΥΡΙΖΑ και η Αριστερά δεν ήρθαν για να αποτελέσουν «σύντομη παρένθεση» στην πορεία της κοινωνικής καταστροφής και του οικονομικού ολέθρου : Θα συνεχίσει να είναι ισχυρός και ριζωμένος στην λαϊκή πραγματικότητα όσο συνεχίζουν οι πολιτικές της λιτότητας, των εκβιασμών και των αντιδημοκρατικών εκτροπών.

Ετικέτες