Αυτό που εκτυλίσσεται μπροστά μας είναι ο εγκλωβισμός μίας στρατηγικής του ΣΥΡΙΖΑ που πίστεψε ότι μπορεί να κυβερνήσει όπως προ κρίσης (ala Καραμανλή, Σημίτη) χωρίς τους μετασχηματισμούς που απαιτούνται.

Στις αναπτυγμένες καπιταλιστικές κοινωνίες μετά την κρίση του 2008, ειδικά στην ελληνική μετά την «πολεμικού τύπου» ύφεση, οι μόνοι δρόμοι είναι είτε να πληρώσουν την έξοδο από την κρίση οι υποτελείς τάξεις (αυτό που συντελείται ήδη και συνομολογεί η κυβέρνηση εν πολλοίς) είτε να πληρώσουν οι ανώτερες τάξεις. Αυτό δεν γίνεται με λόγια αλλά με πραγματικά αποτελέσματα στον κοινωνικό συσχετισμό δυνάμεων και αποτυπώνεται σε νόμους, πρωτοβουλίες και όχι σε συμβολικά «μέτρα» για να σωθούν τα προσχήματα.

Η κυβέρνηση παγιδεύτηκε σε ένα σχέδιο «ιστορικού συμβιβασμού» πολύ πριν γίνει κυβέρνηση, ό,τι ονομάστηκε «ωρίμανση» του ΣΥΡΙΖΑ και πίστεψε ότι μπορεί να κάνει το αδύνατο.

Όσο αυτό το ζήτημα δεν αποτελεί αντικείμενο επεξεργασίας δεν αλλάζει τίποτα για τα κατώτερα στρώματα. Ούτε μπορεί να αλλάξει τον κοινωνικό συσχετισμό δυνάμεων κάποιο νόμισμα. Ευρώ, δραχμή, IOU, δολάριο, λίρα Τουρκίας. Μνημόνια για το λαό θα κληθούν να αποδεχθούν σε κάθε νόμισμα αν δεν τεθεί αυτό το ζήτημα.

Όσο η αριστερά αντί να ξεκινά από το ζήτημα που έχει θέσει με τον πλέον έμπρακτο τρόπο η κρίση, το ζήτημα της αλλαγής κοινωνικών συσχετισμών υπέρ του κόσμου της εργασίας, τότε θα παρουσιάζεται ως μία πρόταση διακυβέρνησης που με το ένα ή το άλλο νόμισμα δεν έχει καμία πρόταση να καταθέσει στην Ιστορία.

Θα παρουσιάζεται ως μία κυβέρνηση η οποία θα κάνει ανθρώπους σαν τον Μπόφινγκερ (μέλος της επιτροπής των πέντε «σοφών» στη Γερμανία) να απορούν: «θα περιμέναμε από μία αριστερή κυβέρνηση να κάνει ό, τι κάναμε εμείς στη Γερμανία το 1952»: να επιβάλλει μία 50% έκτακτη εισφορά στον πλούτο για να γίνουν αναπτυξιακά έργα και να στηριχτεί το κοινωνικό κράτος. Αποτελεί ντροπή για μία επονομαζόμενη αριστερή κυβέρνηση να την κατηγορεί, όχι μία και δύο αλλά πολλές φορές, ο Γιούνκερ ότι αποστρέφεται μέτρα που επιβάλλουν βάρη στον πλούτο και ο φόρος για τους εφοπλιστές ή το κόψιμο των αμυντικών δαπανών να εμφανίζονται ως δική του συμβολή.

Με άλλα λόγια από τις 25 Ιανουαρίου ποιο αξιόπιστο σχέδιο μεταρρυθμίσεων πρότεινε η κυβέρνηση; Κάποιο σχέδιο ρήξης, οργάνωσης αναδιανομής, πλούτου, εισοδημάτων και ισχύος, υπέρ των κατώτερων τάξεων ώστε να αποτελέσουν τον πυρήνα ενός αναπτυξιακού σχεδίου; Απάντηση: Σε καμιά περίπτωση. Η αυταπάτη, κατανοητή ως αυθόρμητη ιδεολογία, ότι το πρόβλημα ήταν απλά η «παραγωγική ανασυγκρότηση» και όχι το σχέδιο αναδιανομής που της δίνει συγκεκριμένο περιεχόμενο και την οργανώνει, αποτέλεσε το όχημα αυτής της κατάληξης - δε υπάρχει κοινωνική σύγκρουση μόνο ανάπτυξη.

Αυτή η στρατηγική αυταπάτη του ΣΥΡΙΖΑ, ότι μπορεί να κυβερνήσει όπως ο Καραμανλής ή ο Σημίτης πριν το 2008, ότι είναι δυνατό να υπάρξει ταξικός συμβιβασμός στις κοινωνίες μετά την κρίση, έχει ένα αποτέλεσμα: Την ήττα για τις λαϊκές τάξεις της ελληνικής κοινωνίας και για την αριστερά.

Με δεδομένους τους συσχετισμούς στην Ευρώπη και την αντίδραση σε κάθε προσπάθεια αλλαγής της, ειδικά από μία κυβέρνηση που προέρχεται από την αριστερά, ο μόνος δρόμος που μπορούσε να υπάρξει και να έχει μία πιθανότητα επιτυχίας, ένας δρόμος εκτός της ΤΙΝΑ, ήταν με πειστικό τρόπο να φανεί ότι υπάρχει μία κυβέρνηση που θέλει η Ελλάδα να αλλάξει. Που υλοποιεί ό,τι θεωρούνταν ως πρόγραμμά της πριν τις εκλογές στα διεθνή «φόρα» και εν πολλοίς είχε γίνει αποδεκτό ως βάση συζήτησης. Θα πληρώσουν οι πλούσιοι, θα χτυπήσουμε την ολιγαρχία, θα μεταρρυθμίσουμε το κράτος. Σχέδιο το οποίο θα της έδινε ένα πάτημα να αντέξει και όχι να οδηγηθεί στον ολισθηρό δρόμο που άνοιξε με τη συμφωνία της 20ης Φλεβάρη, την οργάνωση της «συνέχειας του κράτους».

Μία κυβέρνηση που δεν έκανε τίποτα από αυτά, που δεν κατέθεσε σχέδιο γι’ αυτά ήταν καταδικασμένη να χάσει την αξιοπιστία της και να ηττηθεί.

Να οδηγηθεί στην εκτυφλωτική απορία του Μπόφινγκερ, που και μόνο η διατύπωσή της δείχνει τις ιστορικές ευθύνες της κυβέρνησης τη στιγμή που οδηγήθηκε να ψηφίσει ένα νέο Μνημόνιο, το οποίο ακόμα και μετά την ψήφισή του δεν είναι καθόλου σίγουρο ότι θα μπορεί να εφαρμοστεί.

Η ελληνική κοινωνία παγιδεύτηκε από το 2010 στο δίλημμα «Συμφωνία/Μνημόνιο» ή «δραχμή», έργο το οποίο παίζεται μέχρι και σήμερα, επειδή δεν ήθελε κανείς να συζητήσει το ουσιώδες: τους μετασχηματισμούς και τις προϋποθέσεις τους, που υποδηλώνει το σύνθημα «να πληρώσουν οι πλούσιοι», για το οποίο ειπώθηκαν διάφορα «απεταξάμην» καθώς ο ΣΥΡΙΖΑ όδευε προς την κυβέρνηση.

Ετικέτες