Η ομάδα συντρόφων και συντροφισσών που αποσπάστηκε πρόσφατα από τη ΔΕΑ, με κείμενο που έδωσαν στη δημοσιότητα, γνωστοποιούν τις απόψεις τους, συνεχίζοντας όμως μια διαρκή και ενδεικτικά υποκριτική «παραλλαγή» πάνω σε κρίσιμης σημασίας πολιτικές θέσεις.

Είμαστε υποχρεωμένοι να απαντήσουμε, ασχολούμενοι όμως μόνον με τις πολιτικές θέσεις όπως οι σ. αυτοί τις διατύπωσαν γραπτά, στον έντονο εσωτερικό διάλογο που προηγήθηκε της απόσπασης τους από την Οργάνωση μας.

Στον προσυνεδριακό και συνεδριακό διάλογο της ΔΕΑ, οι σ. αυτοί ισχυρίστηκαν τα εξής: Ο καπιταλισμός διεθνώς, αλλά και στην Ελλάδα, έχει βγει από τις συνθήκες της κρίσης: «Η σταθεροποίηση και η ανάκαμψη έχουν πλέον μεσοπρόθεσμο χαρακτήρα».

Η εκτίμηση τους για τη σταθεροποίηση του συστήματος επεκτάθηκε και στο πολιτικό πεδίο: «η κυβέρνηση Τσίπρα, η μακροβιότερη μνημονιακή κυβέρνηση… είναι η σταθερότερη μνημονιακή κυβέρνηση». Από τις εκτιμήσεις αυτές οι σ. έβγαλαν ένα ιδιαίτερα σφαλερό πολιτικό συμπέρασμα: «το κύμα πέρασε», οι περιπέτειες της πολιτικής κρίσης πέρασαν, μπροστά μας ανοίγεται: «ένα μεσοδιάστημα… που μπορεί να κρατήσει είτε ένα χρόνο, είτε πέντε χρόνια…». Ποια είναι τα καθήκοντα που έχουμε να αντιμετωπίσουμε κατά τη διάρκεια αυτού του μεσοδιαστήματος σταθεροποίησης; Η απάντηση τους είναι απλή (και παιδιάστικη): «πάλη ενάντια στο ρεφορμιστικό εκφυλισμό, με διαμόρφωση εναλλακτικής ηγεσίας, προγράμματος, στρατηγικής».

Η τάση να κηρύξει κανείς το τέλος της κρίσης, το τέλος της υποχρέωσης να απαντά στα σκληρά διλήμματα πολιτικής, η απόσυρση στην αυταπάτη ενός «μεσοδιαστήματος» σταθερότητας, είναι ισχυρές ενδείξεις ότι η υπόσχεση για αντιπαράθεση με «τον ρεφορμιστικό εκφυλισμό», η δέσμευση για προσπάθεια «διαμόρφωσης εναλλακτικού προγράμματος και στρατηγικής», είναι για τους σ. αυτούς ζητήματα στα οποία θα αναζητήσουν απαντήσεις μέσα στον εύκολο δρόμο της καταγγελίας και μέσα στην αδιατάρακτη ηρεμία του γραφείου με βασικό εργαλείο το πληκτρολόγιο. Η συμπερίληψη στους στόχους αυτούς της «διαμόρφωσης εναλλακτικής ηγεσίας» αναδεικνύει και κάποιους άλλους καημούς, πιο προσωπικούς, από τους οποίους πολύ υπέφεραν απομονωμένες γκρούπες της Άκρας Αριστεράς στο παρελθόν…

Ξεδιπλώνοντας έναν τέτοιο προσανατολισμό, οι σ. αυτοί ήρθαν σε μια ισχυρή σύγκρουση με την μαρξιστική παράδοση του Ενιαίου Μετώπου, προτείνοντας μιαν εξαιρετικά στενή ανάγνωση της που, στις σημερινές συνθήκες, αποτελεί πλήρη απόρριψη της ενιαιομετωπικής δράσης και της μεταβατικής πολιτικής. Έτσι ήρθαν σε αντιπαράθεση με όλη την εμπειρία της ΔΕΑ, που περιλαμβάνει επιλογές ευθύνης, όπως η συμμετοχή στο Ελληνικό Κοινωνικό Φόρουμ, η ίδρυση του ΣΥΡΙΖΑ και η μάχη στο εσωτερικό του για ριζοσπαστικό αριστερό προσανατολισμό, η ρήξη του 2015 αλλά και η επιμονή για τη συγκρότηση εναλλακτικής πολιτικής και εκλογικής λύσης απέναντι στον Τσίπρα μέσα από τη δημιουργία της ΛΑΕ. Όμως, ταυτόχρονα, έτσι ήρθαν σε ρήξη με την πάγια και επίμονη επιλογή, του συντριπτικά πλειοψηφικού τμήματος της διεθνούς Επαναστατικής Αριστεράς, που στις συνθήκες κρίσης του συστήματος και της σκληρής εν εξελίξει επίθεσης του νεοφιλελευθερισμού, επιδιώκει μέσω της ενιαιομετωπικής πολιτικής να οικοδομήσει τις απαντήσεις της τόσο στο κινηματικό όσο και στο πολιτικό πεδίο. Κρύβοντας από τον εαυτό τους και κυρίως από όσους τους ακολούθησαν, τα αδιέξοδα της αντίπαλης, της σεχταριστικής επιλογής.

Στις συνθήκες της σημερινής κινηματικής και πολιτικής υποχώρησης είναι φυσιολογικό να εντείνονται οι πολεμικές και οι αντιπαραθέσεις στο εσωτερικό της Αριστεράς. Κάποιες από αυτές είναι αναγκαίες: η ΔΕΑ ποτέ δεν υστέρησε στο καθήκον της αντιπαράθεσης πάνω στα ζητήματα του εθνικισμού, του ρατσισμού, του πολέμου και του ιμπεριαλισμού. Οι σ. αυτοί επαναλαμβάνουν σήμερα, με κακοχωνεμένο τρόπο, κάποιες θέσεις πάνω σ’ αυτά τα ζητήματα, θέσεις που διδάχτηκαν από την πλειοψηφία της ΔΕΑ (με αξιοσημείωτα περιορισμένη δική τους συμβολή) και μέσα στην πορεία του συνόλου της Οργάνωσης μας. Όμως αποτυγχάνουν πλήρως να εξισορροπήσουν αυτές τις αναγκαίες πολιτικές θέσεις με άλλες, εξίσου αναγκαίες, επιλογές.

Κατά την συνεδριακή μας συζήτηση, οι σ. αυτοί ορκίζονταν ότι δεν προτείνουν μια ρήξη με τη ΛΑΕ. Κατηγορούσαν μάλιστα τους σ. της πλειοψηφίας της Οργάνωσης, ότι υποτασσόμαστε στο ρεφορμισμό, ότι με τις απόψεις και την στάση μας στα «εθνικά» και στο ζήτημα των πολιτικών συμμαχιών, δημιουργούμε τον κίνδυνο «να φύγουμε νύχτα από τη ΛΑΕ». Λίγες βδομάδες μετά, διαβάζοντας το μανιφέστο τους στην εφημερίδα «Το Ποντίκι» (μια εφημερίδα ολίγον φιλική προς τον Τσίπρα και προς τούτο με έντονο «δημοσιογραφικό ενδιαφέρον» για τυχόν περιπέτειες της ΛΑΕ…) τους βλέπουμε να δηλώνουν ότι «προς το παρόν, τουλάχιστον, δεν αποχωρούν από τη ΛΑΕ». Έχοντας βγει από την ομπρέλα προστασίας της συμμετοχής τους στη ΔΕΑ, οφείλουν να συνειδητοποιήσουν ότι τελείωσαν οι ευκολίες της «λούφας και παραλλαγής». Οφείλουν να πουν καθαρά, αναλαμβάνοντας κόστος και συνέπειες, αν προτίθενται να δουλέψουν για τη συγκρότηση μιας εναλλακτικής πολιτικής και εκλογικής απάντησης στον Τσίπρα. Οφείλουν να πουν αν προτίθενται να εργαστούν για κάποια - και για ποιαν; - πολιτική συνεργασία της ριζοσπαστικής Αριστεράς ή αν αποσύρονται άμεσα στην άνεση του «μεσοδιαστήματος». Σε ότι μας αφορά, θα επιμείνουμε: θα εργαστούμε για την ενίσχυση της ΛΑΕ, χωρίς να υποστέλλουμε ούτε πόντο τις κριτικές μας σε αυτήν, επιμένοντας ότι μια συνεργασία μεταξύ των δυνάμεων της ΛΑΕ, της ΑΝΤΑΡΣΥΑ (και άλλων δυνάμεων της ριζοσπαστικής Αριστεράς) είναι η μόνη επιλογή που στέκεται στο ύψος των προκλήσεων της συγκυρίας.

Αφήσαμε στο τέλος τις κριτικές των σ. αυτών για τα ζητήματα περί, τάχα, εσωκομματικής δημοκρατίας. Γιατί θεωρούμε αυτές τις κριτικές ως συνηθισμένη «ευκολία» μέσα στις δύσκολες συνθήκες των διασπάσεων στην Αριστερά. Γιατί, επίσης, τις απαντήσεις μας επί της ουσίας τις δώσαμε στην πράξη, παρέχοντας στους σ. τα πλήρη δικαιώματα να υποστηρίξουν τις απόψεις τους: είχαν δικαίωμα να δημοσιεύσουν οτιδήποτε επιθυμούσαν κατά τον προσυνεδριακό διάλογο (22 κείμενα, ενώ η πλειοψηφία είχε 26 μαζί με τα εισηγητικά και τους απολογισμούς), είχαν δικαίωμα αντι-εισήγησης με ίσο χρόνο με την πλειοψηφία μέσα στις προσυνδιασκεψιακές ολομέλειες των περιφερειακών Οργανώσεων της ΔΕΑ και στη Συνδιάσκεψη της, είχαν δικαίωμα αναλογικής εκπροσώπησης σε όλα τα όργανα, είχαν δικαίωμα διατήρησης της φράξιας τους, διαμόρφωσης συλλογικής άποψης και υπεράσπισης της. Δεν είχαν όμως δικαίωμα να μετατρέψουν μονομερώς της ΔΕΑ σε «μέτωπο» διακριτών οργανώσεων και αυτό το διεκδίκησαν κουτσαβάκικα και προκλητικά. Λίγες βδομάδες αργότερα, αυτοί που αρνούνταν το ελάχιστο όριο μιας συλλογικής λειτουργίας μέσα στη ΔΕΑ, προσπαθούν να επιβάλουν σκληρό «δημοκρατικό συγκεντρωτικό» καθεστώς μέσα σε κινηματικές οργανώσεις στον αντιρατσιστικό χώρο. Είναι μια ένδειξη υποκρισίας αλλά, κυρίως, μια απόδειξη ότι δεν υπήρχε η δυνατότητα δημοκρατικής αντιμετώπισης μιας κακόβουλης τακτικής, μιας ομάδας που απέφυγε συστηματικά να μιλήσει ανοιχτά, ενιαία και κυρίως έντιμα.

ΥΓ. Στην εξίσου συνηθισμένη τακτική παρουσίασης «υπογραφών» ώστε να δημιουργηθούν εντυπώσεις με τους αριθμούς, θα θέλαμε να θυμίσουμε ότι η έννοια του μέλους, στη ΔΕΑ τουλάχιστον, έχει κάποιες ελάχιστες προϋποθέσεις. Που είναι διαφορετικές από τις λίστες φίλων, νέων και παλαιών…

Ετικέτες