Μέσα σε ένα εκβιαστικό σκηνικό που διαμορφώθηκε στην συνεδρίαση του Διοικητικού Συμβουλίου του Δικηγορικού Συλλόγου Αθήνας (ΔΣΑ) την Τετάρτη 30/11 από την πλειοψηφία του Δ.Σ., την παράταξη Βερβεσού, τελικά πάρθηκε απόφαση να ανανεωθούν οι συμβάσεις των ασκούμενων δικηγόρων που εργάζονται με σύμβαση στο ΔΣΑ. Ήταν η τέταρτη φορά που το θέμα είχε έρθει σε Δ.Σ.
Η πλειοψηφία μεθόδευσε την από κοινού συζήτηση της ανανέωσης των συμβάσεων με τις συνθήκες εργασίας των ασκούμενων. Δηλαδή το που θα απασχολούνται και τι καθήκοντά θα αναλαμβάνουν. Οι ασκούμενες δέχθηκαν μια χυδαία επίθεση ενορχηστρωμένη από τον ίδιο τον πρόεδρο του ΔΣΑ καθώς χαρακτηρίστηκαν βολεμένες που το μόνο που τους νοιάζει είναι η διατήρηση των θέσεων τους στο ΔΣΑ και όχι το να δουλέψουν σε δικηγορικό γραφείο. Ότι αυτό που παρέχουν δεν είναι εργασία αλλά μαθητεία και ότι δεν πειράζει να απασχολούνται σε γενικά και γραμματειακά καθήκοντα. Κι όλα αυτά μεθοδεύτηκαν ώστε να φορτωθούν οι εργαζόμενες πρόσθετα καθήκοντα που τα εκτελούν με το φοβερό μισθό των 600 ευρώ.
Η πίεση των ίδιων των ασκούμενων με τη στήριξη του Σωματείου Μισθωτών και Ασκούμενων Δικηγόρων ανάγκασε το Σύλλογο να ανανεώσει τις συμβάσεις έστω και με τα πρόσθετα καθήκοντα που εκβιαστικά επέβαλε η πλειοψηφία. Άλλωστε διαχρονικά οι ασκούμενες/οι αντιμετωπίζονται σαν μια ατέλειωτη δεξαμενή φτηνού ή/και δωρεάν εργατικού δυναμικού. Η εργασία μετατρέπεται σε μαθητεία για να βγαίνει η δουλειά δωρεάν και χωρίς δικαιώματα. Οι ασκούμενες στο ΔΣΑ θα επιμείνουν να αγωνίζονται για να μην εκτελούν οτιδήποτε άλλο από νομικά καθήκοντα. Όσο το πτυχίο δεν είναι η μόνη προϋπόθεση για να βρουν δουλειά και όσο οι υπηρεσίες και τα Δικαστήρια δεν καλύπτονται με μόνιμο και επαρκές διοικητικό προσωπικό οι ασκούμενοι αν δεν αγωνίζονται θα είναι «τα παιδιά για όλες τις δουλειές».
Αναδημοσιεύουμε σχετικές ανακοινώσεις.
Εναλλακτική Παρέμβαση Δικηγόρων Αθήνας: Στηρίζουμε τα δίκαια αιτήματα των ασκούμενων στον ΔΣΑ – Προκλητική στάση της διοίκησης Βερβεσού
Την Τετάρτη 30/11/2022 (μετά από τρεις προηγηθείσες συνεδριάσεις του Διοικητικού Συμβουλίου του Συλλόγου όπου το θέμα είχε εισαχθεί στην ημερήσια διάταξη χωρίς να ληφθεί σχετική απόφαση) συζητήθηκε το ζήτημα σχετικά με τις συνθήκες απασχόλησης των ασκούμενων δικηγόρων στον Δικηγορικό Σύλλογο Αθηνών, καθώς και σχετικά με την ανανέωση των συμβάσεών τους.
Για την ιστορία της υπόθεσης, οι συναδέλφισσες ασκούμενες προσλήφθηκαν κατόπιν Προκήρυξης του Συλλόγου για την απασχόλησή τους σε Υπηρεσίες του ΔΣΑ. Από τον Φεβρουάριο 2022 κλήθηκαν, ωστόσο, να καλύψουν λειτουργικά κενά της Εισαγγελίας Αθηνών επιτελώντας γραμματειακά καθήκοντα στο γραφείο 3 (κτίριο 16). Συγκεκριμένα κατήγγειλαν ότι εργάζονταν υπό συνθήκες τρομερής πίεσης και απαξίωσης, με διαρκείς εντάσεις και απαράδεκτες συμπεριφορές σε βάρος τους. Οι ασκούμενες περαιτέρω κατήγγειλαν ότι καλούνται να χειρίζονται καθημερινά πληροφορίες που αφορούν σε προσωπικά δεδομένα (παρέχοντας έγγραφα ποινικής κατάστασης), ενώ αναλάμβαναν ατομικά δια της υπογραφής τους τη σχετική ευθύνη, χωρίς να φέρουν την ιδιότητα των δικαστικών υπαλλήλων και χωρίς κάποια εγγύηση προστασίας εκ μέρους του Συλλόγου.
Τα εν λόγω καθήκοντα, πέραν του γεγονότος ότι είναι αμιγώς γραμματειακά, και συνεπώς κείνται εκτός του αντικειμένου απασχόλησης των ασκούμενων με βάση των Κώδικα Δικηγόρων, εν πάση περιπτώσει δεν περιλαμβάνονται στις υποχρεώσεις τους με βάση το καθεστώς πρόσληψής τους (καμία τέτοια πρόβλεψη δεν υπήρχε στην σχετική Προκήρυξη). Περαιτέρω, οι ασκούμενες συναδέλφισσες είναι εντελώς έκθετες υπηρεσιακά από τη στιγμή που καλούνται να εκτελέσουν κατ’ ουσίαν καθήκοντα δικαστικών γραμματέων, φέροντας ακέραια τις επαγόμενες ευθύνες από την εργασία αυτή, κατά την επιτέλεση της οποίας ανακύπτουν πολύ συχνά προβλήματα και εντάσεις, χωρίς όμως να καλύπτονται από τις σχετικές εγγυήσεις του δημοσιοϋπαλληλικού δικαίου.
Από την πρώτη στιγμή που οι συναδέλφισσες ασκούμενες ζήτησαν να απαλλαγούν απ’ τα συγκεκριμένα καθήκοντα και να απασχολούνται σε συναφές με την ιδιότητά τους αντικείμενο, βρήκαν απέναντί τους τον Πρόεδρο του ΔΣΑ. Λόγω της προκλητικής άρνησής του να εισαχθεί για συζήτηση το ζήτημα, οι ασκούμενες προχώρησαν σε αποχή από τη συγκεκριμένη εργασία ως έσχατο μέσο να εισακουστούν τα αιτήματά τους. Σε συνέχεια αυτής, ορισμένες εκ των ασκουμένων ενημερώθηκαν περί -προφανώς εκδικητικής, ως πρωτοφανούς με βάση την έως τώρα πρακτική- μη ανανέωσης των συμβάσεων τους.
Στην τελευταία Συνεδρίαση του ΔΣ στις 30/11/2022, οι ασκούμενες παρευρέθηκαν μαζί με αντιπροσωπεία του Σωματείου Μισθωτών και Ασκούμενων Δικηγόρων, ζητώντας την ανανέωση των συμβάσεών τους, καθώς και την κατά τα ανωτέρω απασχόλησή τους σύμφωνα με τους συμφωνηθέντες όρους κατά την πρόσληψή τους. Σε αυτήν ήρθαν αντιμέτωπες με την από πλευράς ορισμένων Συμβούλων και Προέδρου πλήρη υποτίμηση της εργασίας τους, με την αντίληψη που θέλει τους ασκούμενους και τις ασκούμενες θεμιτά να «κλείνουν τρύπες» στα κενά που προκύπτουν λόγω υποστελέχωσης των δημόσιων υπηρεσιών, όποια κι αν είναι αυτά (sic), με την αυτονόητη θεώρησή τους ως ένα ευέλικτο προσωπικό που αναγκαία θα απασχολείται και σε μη νομικές εργασίες, καθώς και με την αντιμετώπισή τους ως προνομιούχων σε σχέση με τους ασκούμενους και ασκούμενες σε δικηγορικά γραφεία.
Όταν μάλιστα μία εκ των ασκούμενων τοποθετήθηκε στη Συνεδρίαση για να εκθέσει το ζήτημα, δέχθηκε ακραία επίθεση από τον Πρόεδρο, ο οποίος την διέκοπτε επανειλημμένα φωνάζοντας και επικαλούμενος την ιδιότητά του, ενώ την κάλεσε να απευθυνθεί στα δικαστήρια για την αμφισβήτηση των όρων εργασίας της (!). Η εν τέλει υπερψηφισθείσα πρόταση του Προέδρου περιλάμβανε την ανανέωση των συμβάσεων τους, θέτοντας ωστόσο εκβιαστικά την υποχρέωση για εκ περιτροπής εκτέλεση του συνόλου των ανατιθέμενων καθηκόντων περιλαμβανομένων και αυτών της Εισαγγελίας.
Η όλη στάση του Προέδρου και των συμβούλων που τον στήριξανθα μπορούσε εν ολίγοις να συμπυκνωθεί στην δήλωση του πρώτου ότι εκπροσωπεί τους “μαχόμενους δικηγόρους” και όχι τους ασκούμενους.
Το εδώ και χρόνια αρρύθμιστο καθεστώς της άσκησης, το οποίο δεν έχει θεσπισθεί παρά για να θέτει εμπόδια εισόδου στο επάγγελμα, συνιστά μία πλήρως εκμεταλλευτική συνθήκη χωρίς κανένα εργασιακό δικαίωμα. Σε αυτήν, οι ασκούμενες και ασκούμενοι βρίσκονται να υπεραπασχολούνται υποαμειβόμενες/οι και εντελώς έκθετες/οι στη θέληση του εργοδότη, ως «προετοιμασία» για τις αντίστοιχες απαράδεκτες συνθήκες απασχόλησης των νέων μισθωτών δικηγόρων.
Όπως φάνηκε στη Συνεδρίαση του ΔΣ, αυτήν την μερίδα της δικηγορίας, που στους νέους δικηγόρους αποτελεί την πλειοψηφία, ο Πρόεδρος του ΔΣΑ και πολλοί Σύμβουλοι ουδόλως ενδιαφέρονται να εκπροσωπήσουν.
Ως Εναλλακτική Παρέμβαση Δικηγόρων – Δικηγορική Ανατροπή, υποστηρίξαμε στο Συμβούλιο διά των εκλεγμένων μελών μας τα δίκαια αιτήματα των ασκούμενων συναδελφισσών, όπως στηρίζουμε διαχρονικά τους υποαμειβόμενους ασκούμενους και μισθωτούς συναδέλφους των 400€ και 800€. Απορρίπτουμε το κάλπικο δίλημμα “με τους μαχόμενους ή με τους ασκούμενους”. Η διοίκηση Βερβεσού δεν εκφράζει τα συμφέροντα ούτε των ασκούμενων ούτε των μαχόμενων. Μιλάει στο όνομα των αφεντικών του κλάδου που, την ίδια στιγμή που δίνουν ψεύτικους όρκους στην επιστημονική “ανεξαρτησία”, χωλώνονται μόλις κάποιος στη δούλεψή τους αμφισβητήσει το διευθυντικό τους “δικαίωμα”. Οι πραγματικοί μαχόμενοι και αυτοαπασχολούμενοι δικηγόροι, που τρέχουν οι ίδιοι στις υπηρεσίες και τα ακροατήρια, δεν κλείνουν τα μάτια απέναντι στην εκμετάλλευση των νέων συναδέλφων και συναδελφισσών. Και, βέβαια, οι ασκούμενες και οι ασκούμενοι του σήμερα είναι οι μαχόμενες και μαχόμενοι του αύριο.
Για τους λόγους αυτούς, στηρίζουμε τα δίκαια αιτήματα των ασκουμένων του ΔΣΑ και δηλώνουμε την αμέριστη αλληλεγγύη μας στις ασκούμενες συναδέλφισσες οι οποίες, σπάζοντας τη σιωπή για τις απαράδεκτες συνθήκες απασχόλησης της δικηγορικής άσκησης, διεκδικούν το αυτονόητο: αξιοπρεπείς όρους εργασίας. Καμία σκέψη για μη ανανέωση των συμβάσεών τους και για απασχόλησή τους κατά παράβαση των συμφωνηθέντων όρων. Σε αυτόν τον αγώνα είμαστε δίπλα τους!
ΣΩΜΑΤΕΙΟ ΜΙΣΘΩΤΩΝ ΔΙΚΗΓΟΡΩΝ
Καταγγέλλουμε την απαράδεκτη απόφαση του Προέδρου και της πλειοψηφίας του ΔΣ του Δικηγορικού Συλλόγου Αθηνών για τους ασκούμενους συναδέλφους που εργάζονται σε αυτόν, η οποία έλαβε χώρα στις 30/11. Στη συζήτηση του θέματος στο ΔΣ, αποκαλύφθηκαν για μια ακόμα φορά ο αντιδραστικός ρόλος του Δικηγορικού Συλλόγου Αθηνών, όπως και το άθλιο καθεστώς της άσκησης.
Απέναντι στο δίκαιο αίτημα των ασκούμενων συναδέλφων να ανανεωθούν οι συμβάσεις εργασίας όλων, χωρίς να απολυθεί κανένας εκδικητικά, και στη δίκαιη διαμαρτυρία τους για το γεγονός ότι με ευθύνη του Προέδρου του Δικηγορικού Συλλόγου Αθηνών τους έχει επιβληθεί αυθαίρετα να εργάζονται στην Εισαγγελία του Πρωτοδικείου της Αθήνας, καλύπτοντας ουσιαστικά κενά δικαστικών υπαλλήλων, ενώ εκτός των άλλων, δεν έχουν την απαραίτητη εκπαίδευση και πιστοποίηση, π.χ. για έκδοση πιστοποιητικών ποινικής κατάστασης, που περιέχουν προσωπικά δεδομένα κ.ά., αποφάσισαν να συνεχίσουν το ίδιο απαράδεκτο καθεστώς, προσπαθώντας να κρατήσουν τους συναδέλφους στο καθεστώς της εκφοβιστικής ομηρείας και της εκμετάλλευσης.
Καταγγέλλουμε την απαξιωτική και προκλητική συμπεριφορά του Προέδρου και της πλειοψηφίας του ΔΣ του Δικηγορικού Συλλόγου Αθηνών. Μάλιστα, στην πρόσφατη συνεδρίαση του ΔΣ τόλμησαν προκλητικά να πουν ότι οι συνάδελφοι «βολεύονται» στο καθεστώς αυτό και θέλουν πάση θυσία να μείνουν, γιατί αμείβονται με το αστρονομικό ποσό των 600 ευρώ και ότι είναι δικό τους πρόβλημα που δεν αναζητούν γραφείο για να απασχολούνται σε νομικά καθήκοντα, ενώ ομολόγησαν ότι για αυτούς η άσκηση δεν είναι εργασία αλλά μαθητεία.
Με θράσος ο Πρόεδρος του ΔΣΑ, με τη στήριξη της πλειοψηφίας του ΔΣ επιχείρησε εκδικητικά και εκφοβιστικά, να παρεμποδίσει την ανανέωση των συμβάσεων των ασκούμενων συναδέλφων, που διεκδίκησαν την ικανοποίηση των αιτημάτων τους. Ταύτισαν την ανανέωση των συμβάσεων με την διατήρηση όλων των υποχρεώσεων για τις οποίες έχουν διαμαρτυρηθεί έντονα οι συνάδελφοι μας και με την υποχρέωση να υπηρετούν με εναλλαγή σε διάφορες θέσεις, ακόμη και κατά βάση άσχετες με νομικές υπηρεσίες, δηλαδή να «κλείνουν τρύπες» όπως ειπώθηκε και να αξιολογούνται.
Δεν τρομοκρατούμαστε από τις επιθέσεις τους! Στηρίζουμε με συνέπεια τα δίκαια αιτήματα των συναδέλφων! Δεν είναι υποχρέωση των ασκούμενων να κλείνουν τις κάθε είδους «τρύπες» των δικαστικών υπηρεσιών και του Συλλόγου! Δεν θα «κάτσουμε φρόνιμα» όπως μας υποδεικνύει με δημαγωγικές αναρτήσεις του ο Πρόεδρος του Δικηγορικού Συλλόγου Αθηνών.
Παλεύουμε για την κατάργηση του αναχρονιστικού θεσμού της άσκησης, χωρίς όρους και προϋποθέσεις και την ένταξη της με επιστημονικό τρόπο, στο πρόγραμμα σπουδών. Μέχρι την κατάργηση της άσκησης, διεκδικούμε την υπογραφή Συλλογικής Σύμβασης Εργασίας για κάθε ασκούμενο δικηγόρο, ανεξάρτητα από τον χαρακτηρισμό που αποδίδεται στην εργασιακή σχέση του, με 960 ευρώ βασικό μισθό για 8ωρη εργασία, κάλυψη όλων των εισφορών, άδειες, επιδόματα, πλήρως κατοχυρωμένα εργασιακά, ασφαλιστικά και συνδικαλιστικά δικαιώματα.
Αυτά είναι τα μόνα ρεαλιστικά και προοδευτικά αιτήματα σήμερα και όχι να θεωρούνται οι ασκούμενοι ένα φθηνό, ευέλικτο για τους εργοδότες επιστημονικό δυναμικό, χωρίς κανένα δικαίωμα, με τις ευλογίες του Δικηγορικού Συλλόγου Αθηνών.
Χαιρετίζουμε τον αγώνα των συναδέλφων μας, που με τη στήριξη του Σωματείου μας, διεκδικούν τα δικαιώματά τους. Οι συκοφαντικές επιθέσεις του Προέδρου και της πλειοψηφίας του ΔΣ του Δικηγορικού Συλλόγου Αθηνών θα πέσουν στο κενό.
Είμαστε και θα είμαστε στο πλευρό τους!
Απαιτούμε να γίνουν σεβαστά τα δίκαια αιτήματά τους, να μην χρησιμοποιούνται για την κάλυψη των τεράστιων κενών και ελλείψεων σε προσωπικό και υλικοτεχνική υποδομή των δικαστηρίων, η οποία είναι αποκλειστική ευθύνη του κράτους και των κυβερνήσεων.
Ο οργανωμένος αγώνας, μέσα από το Σωματείο μας, θα «σπάσει» στην πράξη την εργοδοτική τρομοκρατία, τους εκβιασμούς και τις απειλές.
Ένας για όλους, όλοι για έναν!