Νομοσχέδιο – Οδοστρωτήρας για την Δημόσια Εκπαίδευση επιχειρείται να ψηφιστεί κατακαλόκαιρο!
Δεν πρόλαβε ακόμα να στεγνώσει το μελάνι από το διαβόητο πολυνομοσχέδιο για την εκπαίδευση που παρουσίασε η Κεραμέως με την στήριξη του ίδιου του Μητσοτάκη σε μία επίδειξη ισχύος, και άρχισαν οι καινοτομίες να πλαγιοκοπούν το εκπαιδευτικό κίνημα. Προς γνώσιν και συμμόρφωσιν, μετά την μεγαλειώδη απάντηση που έδωσαν οι εκπαιδευτικοί το προηγούμενο διάστημα με την αποχή τους από τις ηλεκτρονικές κρίσεις – φιάσκο για την εκλογή αιρετών στα Υπηρεσιακά Συμβούλια και με την παραδειγματική συμμετοχή τους στην απεργία αποχή από την αυτοαξιολόγηση της σχολικής μονάδας, νομοσχέδιο που προσπάθησε να το περάσει η Κεραμέως με κλειστά τα σχολεία!
Νομοσχέδιο - αντιδραστική τομή στην εκπαίδευση
Το νομοσχέδιο Κεραμέως ή αλλιώς «Αναβάθμιση του σχολείου, ενδυνάμωση των εκπαιδευτικών και άλλες διατάξεις» δεν αφήνει καμία αυταπάτη αφού άλλωστε η ίδια η υπουργός δήλωσε ότι «νομοθετούμε με βάση το κυβερνητικό μας πρόγραμμα!». Η υπουργός εξαρχής στη συνάντηση, απέκλεισε κάθε συζήτηση για το θέμα των μόνιμων διορισμών, το χρονοδιάγραμμα, τις κατανομές, τον αριθμό, κ.ο.κ. Και μόνο αυτό το γεγονός, αποδεικνύει ότι ο κυβερνητικός σχεδιασμός στην εκπαίδευση δεν αφορά την επίλυση των τεράστιων προβλημάτων που οξύνθηκαν μέσα στην πανδημία, δεν αφορά κανένα σαφές σχέδιο με σκοπό να αναχαιτιστούν οι επιπτώσεις της πανδημίας στα παιδιά μας. Αντιθέτως, η πολιτική ηγεσία του ΥΠΑΙΘ υπερασπίστηκε τα 25αρια τμήματα, την επιλογή να στεγαστούν νήπια και προνήπια σε κοντέινερ, τις περικοπές στα προγράμματα της Β/θμιας, την έναρξη της επόμενης σχολικής χρονιάς με «μια απ’ τα ίδια», χωρίς μέτρα ώστε τα σχολεία να μην ξανακλείσουν από Σεπτέμβρη.
Με βάση την παρουσίαση της Υπουργού Παιδείας μπορούμε να πούμε ότι οι συγκεκριμένοι κυβερνητικοί σχεδιασμοί αποτελούν βαθιά, αντιδραστική τομή στη δομή και στο περιεχόμενο του σχολείου, διαμορφώνουν ένα ακόμα πιο ταξικό, κατηγοριοποιημένο σχολείο και συνιστούν πλήγμα στα μορφωτικά δικαιώματα των μαθητών. Αλλάζουν βασικές πλευρές του σχολείου, ενισχύεται ο κατακερματισμός του ενιαίου χαρακτήρα της γνώσης και του σχολικού προγράμματος, δημιουργείται ένα ασφυκτικό πλαίσιο μέσα στο οποίο θα κληθούν να εργαστούν οι εκπαιδευτικοί και μέσω της λεγόμενης «ατομικής αξιολόγησης» μεταφέρεται η ευθύνη για το καθετί στον εκπαιδευτικό.
Οι 3 πυλώνες του νομοσχεδίου
Πιο συγκεκριμένα, ο πρώτος πυλώνας του νομοσχεδίου αφορά την μεγαλύτερη «αυτονομία» της σχολικής μονάδας στο παιδαγωγικό κομμάτι, στο κομμάτι της λήψης αποφάσεων και εν γένει στη συνολική λειτουργία της. Η ίδια η εμπειρία μας δείχνει ότι πίσω από τις εύηχες λέξεις περί αυτονομίας κρύβεται ο στόχος της απαλλαγής του κράτους από τις υποχρεώσεις του στη χρηματοδότηση, τη στελέχωση, την επιμόρφωση, κ.α. Δεν ξεχνάμε ότι κριτήρια της λεγόμενης αυτοαξιολόγησης της σχολικής μονάδας (που έμεινε στα χαρτιά από τη συντριπτική συμμετοχή του κλάδου στην απεργία – αποχή) ήταν η διαχείριση των οικονομικών πόρων και του προσωπικού. «Αυτονομία» με βάση αυτή την εμπειρία σημαίνει μεγαλύτερη εξάρτηση του σχολείου από την τσέπη των γονιών και τις ανάγκες της αγοράς. Είναι χαρακτηριστική η αναφορά της υπουργού ότι «το σχολείο θα μπορεί να αξιοποιεί τις υποδομές του με σκοπό την ανεύρεση οικονομικών πόρων», όπως επίσης και οι αναφορές για συνεργασία με διάφορους φορείς (ιδρύματα, ΜΚΟ, επιχειρήσεις) που αποκτούν λόγο ακόμα και στο τι θα διδάσκεται. Επιχειρείται ένα ακόμα χτύπημα στον ενιαίο χαρακτήρα του περιεχομένου σπουδών στο σχολείο με την εισαγωγή του λεγόμενου πολλαπλού βιβλίου. Η ίδια η υπουργός ανέφερε ότι με βάση τα νέα προγράμματα σπουδών θα κληθούν διάφορες συγγραφικές ομάδες να παράγουν τα δικά τους βιβλία, από τα οποία θα μπορεί να αποφασίζει το κάθε σχολείο ή ο εκπαιδευτικός ποιο θα αξιοποιεί. Η συγγραφή των βιβλίων από αρμοδιότητα του κράτους μεταφέρεται στους ιδιώτες, ενώ δεν εξασφαλίζεται η ευθύνη του κράτους για τη δωρεάν παροχή τους (εκτός αν το Υπουργείο σκέφτεται να λύσει το θέμα με φωτοτυπίες!!). Η δήθεν «ελευθερία επιλογής» υπονομεύει την πραγματική σύγχρονη ανάγκη για ένα ενιαίο, σύγχρονο, επιστημονικά και παιδαγωγικά τεκμηριωμένο πρόγραμμα σπουδών. Ο διαχωρισμός των σχολείων σε «καλά» και «κακά» και η δημιουργία σχολείων πολλών ταχυτήτων είναι άμεσα συνδεδεμένος και με τη διαφοροποίηση της σχολικής γνώσης, με την επιταγή να μη μαθαίνουν όλα τα παιδιά «τα ίδια γράμματα». Η Κυβέρνηση με τις ευλογίες του ΟΟΣΑ, προετοιμάζει την διεξαγωγή σε εθνικό επίπεδο διαγνωστικών τεστ αποτελεσματικότητας του εκπαιδευτικού συστήματος σε Γλώσσα και Μαθηματικά για τους μαθητές της ΣΤ Δημοτικού και Γ Γυμνασίου . Τα αποτελέσματα θα είναι ανώνυμα και δεν θα συνεκτιμάται ο βαθμός κατά την αξιολόγηση των μαθητών. Επίσης με απόφαση της υπουργού Παιδείας μπορούν να διεξάγονται σε αυτές τις τάξεις εθνικές εξετάσεις διαγνωστικού χαρακτήρα σε θέματα ευρύτερων γενικών γνώσεων και άλλων γνωστικών αντικειμένων. Αυτό βέβαια που δεν έχει χώρο στην δημόσια συζήτηση είναι η σύνδεση της αυτοαξιολόγησης της σχολικής μονάδας με τα αποτελέσματα των εξετάσεων και η εκβιαστική προσαρμογή της διδασκαλίας στην ανάγκη επίτευξης υψηλών σκορ στις εξετάσεις.
Σύμφωνα με το νέο νομοσχέδιο κάθε σχολική μονάδα είναι υποχρεωμένη να λειτουργεί, με πρωτοβουλία και ευθύνη του Διευθυντή, ιστοσελίδα στο διαδίκτυο, στην οποία θα αναφέρονται πληροφορίες για το διδακτικό προσωπικό, τις υποδομές και τον εξοπλισμό της σχολικής μονάδας καθώς και για την πρόσβαση σε αυτή μελών της σχολικής κοινότητας με αναπηρίες, το εβδομαδιαίο και ωρολόγιο πρόγραμμα και πιθανές αλλαγές τους, καθώς και ΟΛΑ τα εκπαιδευτικά προγράμματα, και ΟΛΕΣ οι δραστηριότητες που πραγματοποιούνται από την σχολική μονάδα, το σχέδιο δράσης της σχολικής μονάδας και τα αποτελέσματα της εσωτερικής αξιολόγησης!
Ο/Η διευθυντής-ντρια της σχολικής μονάδας αποκτά υπερεξουσίες και συρρικνώνεται ο ρόλος του Συλλόγου Διδασκόντων. Δημιουργείται ο θεσμός του μέντορα που θα έχει στην ευθύνη του τις/τους νέες-ους συναδέλφισσες-ους, όπως επίσης και οι συντονιστές-τριες τάξεων και αντικειμένων. Οι συγκεκριμένοι εκπαιδευτικοί, που θα επιλέγονται από την/τον διευθύντρια-ντή του σχολείου, θα πριμοδοτούνται με μόρια για τις μελλοντικές επιλογές στελεχών και θα έχουν απαλλαγή από εξωδιδακτικά καθήκοντα. Σε αυτό το πλαίσιο προβλέπεται και η αύξηση της θητείας των διευθυντών-ντριών από 3 χρόνια σε 4, καθώς και η κατάργηση του αριθμητικού περιορισμού της θητείας τους.
Δεύτερος πυλώνας θα είναι η λεγόμενη «ατομική αξιολόγηση» των εκπαιδευτικών, δηλαδή ο ασφυκτικός έλεγχος ώστε να υλοποιούν κατά γράμμα τις κατευθύνσεις της εκάστοτε κυβέρνησης. Με αυτόν τον τρόπο θα προβλέπεται εξοντωτική αξιολόγηση σε 2 πεδία: 1) ανά 4 χρόνια α) στη «γενική και ειδική διδακτική επάρκεια» από την/τον σύμβουλο εκπαίδευσης του εκάστοτε αντικειμένου β) στο «παιδαγωγικό κλίμα και τη διαχείριση της τάξης», από την/τον διευθύντρια-ντή του σχολείου 2) ανά 2 χρόνια στο πεδίο της υπηρεσιακής «συνέπειας και επάρκειας» από την/τον σύμβουλο εκπαίδευσης και παιδαγωγικής ευθύνης και την/τον διευθύντρια-ντή του σχολείου από κοινού. Ο/η εκπαιδευτικός θα αξιολογείται ατομικά σε 4βαθμη κλίμακα και θα χαρακτηρίζεται ως μη ικανοποιητικός, ικανοποιητικός, πολύ καλός, εξαιρετικός. Οι εκπαιδευτικοί που θα κρίνονται ως μη ικανοποιητικοί και ικανοποιητικοί θα οδηγούνται σε «επιμόρφωση», για την οποία η Υπουργός απάντησε ότι δεν έχουν σκεφτεί τον τρόπο που θα γίνει!! Ξεπερνάει κάθε παιδαγωγική λογική η παρουσίαση της επιμόρφωσης ως φόβητρο! Το Υπουργείο Παιδείας κρύβει συνειδητά ότι ο χαρακτηρισμός υπαλλήλων με βάση τον Δημοσιοϋπαλληλικό Κώδικα ως μη επαρκείς ανοίγει τον δρόμο έως και για την απόλυσή τους!! Η Υπουργός Παιδείας δεν έκανε αναφορά στις διαδικασίες της αξιολόγησης αλλά είναι γνωστό ότι αυτή θα συνδέεται με ατομικά φύλλα αξιολόγησης, συνέντευξη και παρατήρηση εντός της σχολικής τάξης. Ανέφερε ότι ο διευθυντής του σχολείου, για να αποκτά εικόνα στο αξιολογικό του πεδίο, θα παρακολουθεί το μάθημα του κάθε συναδέλφου όποτε αυτός κρίνει. Η ατομική αξιολόγηση και τα κριτήριά της είναι άρρηκτα συνδεδεμένα με την αυτοαξιολόγηση, δημιουργείται ένα ασφυκτικό, γραφειοκρατικό πλέγμα γύρω από την/τον εκπαιδευτικό της τάξης που καμία σχέση δεν έχει με την ουσιαστική και απαραίτητη στήριξη της καθημερινής διδακτικής πράξης, τη βελτίωση της εκπαιδευτικής διαδικασίας, την αντιμετώπιση υπαρκτών προβλημάτων. Άλλωστε, οι ίδιοι οι εκπαιδευτικοί αντιμετωπίζουν κριτικά και αυτοκριτικά τη δουλειά τους, αναζητούν τρόπους υπέρβασης καθημερινών προβλημάτων και σε αυτό ακριβώς χρειάζονται στήριξη. Το αξιολογικό πλέγμα που διαμορφώνεται στοχεύει στον πιο ασφυκτικό έλεγχο της δουλειάς του εκπαιδευτικού με βάση τις αντιεκπαιδευτικές κατευθύνσεις. Αντίστοιχα συστήματα αξιολόγησης έχουν εφαρμοστεί σε πολλές χώρες του εξωτερικού με τραγικά αποτελέσματα. Στον αντίποδα της λογικής του Υπουργείου («όποιος αξιολογεί αξιολογείται») προτάσσουμε τη βαθιά παιδαγωγική θεώρηση πως όποια-ος εκπαιδεύει, πρέπει να στηρίζεται!
Δεμένος με τους δύο παραπάνω είναι και ο τρίτος πυλώνας που αφορά τις δομές εκπαίδευσης και τις επιλογές στελεχών. Προωθούνται αλλαγές στις δομές των ΠΕΚΕΣ. Ο Συντονιστής Εκπαίδευσης αντικαθίσταται με τον Σύμβουλο Εκπαίδευσης που θα αναφέρεται σε επίπεδο Διεύθυνσης Εκπαίδευσης και ταυτόχρονα δημιουργείται ο θεσμός του Περιφερειακού Επόπτη Ποιότητας (ένας ανά Περιφερειακή Διεύθυνση) και του Επόπτη Ποιότητας (διαμοιρασμένοι σε επίπεδο Διεύθυνσης). Οι συγκεκριμένοι κρίκοι της διοικητικής πυραμίδας σχετίζονται άμεσα με την προώθηση των διαδικασιών της αξιολόγησης, δηλαδή με τη μεταβίβαση των κατευθύνσεων του Υπουργείου Παιδείας προς τα κάτω και τον έλεγχο της προώθησης της αντιεκπαιδευτικής πολιτικής. Είναι «ηλίου φαεινότερο» ότι οι Σύμβουλοι και οι Επόπτες, όπως φυσικά και οι Συντονιστές Εκπαίδευσης (επί κυβέρνησης ΣΥΡΙΖΑ), ουσιαστικά και πρακτικά δε θα ενισχύουν τη δουλειά των συναδέλφων στην τάξη (κάτι τέτοιο είναι και πρακτικά αδύνατο με βάση τον όγκο σχολείων που ο καθένας θα έχει στην ευθύνη του), αλλά θα προωθούν την αξιολόγηση. Ζήσαμε άλλωστε την «υποστήριξή» τους όλο αυτό το διάστημα της πανδημίας και ιδιαίτερα κατά την περίοδο της υποχρεωτικής αναστολής των σχολικών μονάδων, όταν οι εκπαιδευτικοί είτε ατομικά είτε συλλογικά μεταξύ τους προσπαθούσαν να διαχειριστούν τα προβλήματα αλλά και τα εμπόδια που πολλάκις έβαζε το ίδιο το ΥΠΑΙΘ. Επιπλέον, σε αδρές γραμμές χωρίς να δώσει λεπτομέρειες η Υπουργός αναφέρθηκε σε αλλαγές στο περιεχόμενο και το θεσμικό πλαίσιο λειτουργίας των ΚΕΣΥ.
Το πώς εννοεί το ΥΠΑΙΘ τον διάλογο φαίνεται ξεκάθαρα από τη χρονική στιγμή που η κυβέρνηση φέρνει το εν λόγω νομοσχέδιο, μέσα στο καλοκαίρι, με την ψήφιση να πηγαίνει Ιούλιο μήνα με τα σχολεία κλειστά. Η ίδια τακτική εδώ και χρόνια: αντιεκπαιδευτικά μέτρα να έρχονται με κλειστά σχολεία ώστε να μην υπάρχουν αντιδράσεις.
Τα καθήκοντα και ο ρόλος του εκπαιδευτικού κινήματος
Σε αυτήν την συγκυρία η επίθεση είναι τέτοιου μεγέθους που πρέπει να αντιπαρατάξουμε τις δικές μας δυνάμεις ενωμένες και με σχέδιο δράσης. Ο ρόλος των δυνάμεων της Ριζοσπαστικής – Αντικαπιταλιστικής Αριστεράς θα είναι σημαντικός στο επόμενο διάστημα. Η πρώτη απάντηση θα πρέπει να είναι η ενοποίηση προσπαθειών ακόμα και η ενότητα στην δράση συνδικαλιστικών δυνάμεων που θα βρεθούν απέναντι σε αυτήν την επίθεση. Η αξιοποίηση της παρακαταθήκης της νίκης από τις πρόσφατες αντιπαραθέσεις με το Υπουργείο Παιδείας είναι ένα στοιχείο που πρέπει να μετρήσει στην στάση της συνδικαλιστικής αριστεράς και μέσα από τις παρεμβάσεις που ξεκίνησαν ήδη το προηγούμενο διάστημα χρειάζεται να ανεβάσουμε τον πήχη της αντιπαράθεσης ώσπου και αυτό το νομοσχέδιο να μείνει στα χαρτιά. Μπορεί μετά τη γενική κατακραυγή και τον ορυμαγδό αντιδράσεων να πάρθηκε πίσω η απόφαση της Κεραμέως να διαχωρίζονται οι μαθητές/ μαθήτριες στα τμήματα με βάση ποιοτικά κριτήρια και όχι με αλφαβητική σειρά που ίσχυε μέχρι σήμερα, όλες όμως οι εξαγγελίες τους (όπως π.χ. το πολλαπλό βιβλίο) καθιστούν την επίθεση πολυμέτωπη και ακραία αντιεκπαιδευτική. Παρόλα αυτά τίποτα δεν έχει ακόμα κριθεί! Το είδος και το μέγεθος της αντίστασης του συνόλου της εκπαιδευτικής κοινότητας και η αποφασιστικότητα με την οποία θα σταθούμε συλλογικά και ενωτικά, θα κρίνουν προς τα πού θα γύρει η ζυγαριά. Όσοι και όσες πάρουμε αυτήν την απόφαση πρέπει να κατανοήσουμε ότι για να κερδίσουμε πρέπει να βάλουμε όλες μας τις δυνάμεις μέσα στα πρωτοβάθμια όργανά μας, να βοηθήσουμε να ξαναμπούν οι συλλογικές διαδικασίες στην ημερήσια διάταξη, να βρεθούμε μαζί με δυνάμεις με τις οποίες θα χρειαστεί να δημιουργήσουμε ένα ενιαίο μέτωπο ενάντια στην επίθεση της κυβέρνηση που θα φτάνει μέχρι την ανατροπή της!
Τα ΔΣ της ΔΟΕ και της ΟΛΜΕ έχουν ευθύνη να ενημερώσουν αναλυτικά τον κλάδο για τις αλλαγές, να προετοιμάσουν τις/τους εργαζόμενες-ους για ουσιαστική αναμέτρηση με την κυβέρνηση, να προτάξουν τις πραγματικές ανάγκες της λειτουργίας των σχολείων.
Το ΥΠΑΙΘ και η κυβέρνηση συνεχίζουν να νομοθετούν έχοντας γυρισμένη την πλάτη στις/στους μαθήτριες-τές, τις/τους εκπαιδευτικούς και τις οικογένειές τους. Γνωρίζουν ότι το επερχόμενο νομοσχέδιο είναι αντιεκπαιδευτικό, για αυτό και επιδιώκουν να το περάσουν μέσα στο κατακαλόκαιρο. Ομολογούν βέβαια με αυτόν τον τρόπο τι πραγματικά φοβούνται: την οργανωμένη διεκδίκηση και πάλη των εκπαιδευτικών μέσα από τα Σωματεία τους. Άλλωστε, ήδη οι εκπαιδευτικοί έδωσαν τις απαντήσεις τους 5 φορές στην κυβέρνηση και στο ΥΠΑΙΘ (ηλεκτρονικές εκλογές, αξιολόγηση, κάμερες στην τάξη, τηλε-απουσίες, επέκταση ωραρίου νηπιαγωγών). Το ίδιο θα κάνουν και τώρα και αυτό η κυβέρνηση καλό είναι να το γνωρίζει.
Είμαστε σε θέση μάχης για μια ακόμη φορά! Έχουμε τη δύναμη να τους χαλάσουμε τα σχέδια! Απαιτούμε από την κυβέρνηση και το ΥΠΑΙΘ να αποσύρουν το εν λόγω νομοσχέδιο και να πάρουν τώρα μέτρα για την προετοιμασία της επόμενης σχολικής χρονιάς με βάση τις διεκδικήσεις των εργαζομένων.
Τα ΔΣ των ΣΕΠΕ και των ΕΛΜΕ πρέπει να βρεθούν σε ετοιμότητα, να πάρουν άμεσες πρωτοβουλίες ενημέρωσης των συναδέλφων και να απαντήσουν αγωνιστικά και άμεσα. Τα ΔΣ της ΔΟΕ και της ΟΛΜΕ πρέπει να συνεδριάσουν άμεσα, να πάρουν θέση, να αναλάβουν τις ευθύνες τους για την οργάνωση της πάλης του κλάδου. Βάζοντας μπροστά τις ανάγκες των μαθητριων-ων μας και την πάλη για να μην περάσει η αντιεκπαιδευτική πολιτική.
*Αναδημοσίευση από την Εργατική Αριστερά