Η αντιπολιτευτική μας στρατηγική πρέπει να είναι σκληρή, κινηματική και ασυμβίβαστη.Δεν πρέπει να διαμορφώνεται η αίσθηση ότι οι δικές μας θέσεις βρίσκονται σε ένα συνεχές με τις θέσεις της κυβέρνησης, πρέπει να αναδεικνύουμε με ένταση ότι πρόκειται για εντελώς διαφορετικές λογικές.
Η ανάληψη της εξουσίας από τις μνημονιακές δυνάμεις τον Ιούνη του 2012 συνιστά σταθμό στην εξέλιξη των γεγονότων στη χώρα. Αν με την ψήφιση του μεσοπρόθεσμου τον Ιούνη του 2011 – εν μέσω ανεπανάληπτων κινητοποιήσεων του λαού στις πλατείες όλης της χώρας – παγιώθηκε το οικονομικό αδιέξοδο της ελληνικής κοινωνίας και η αστάθεια του ελληνικού καπιταλισμού, με τη νέα μνημονιακή κυβέρνηση μπορούμε να πούμε ότι μπαίνουμε σε μια φάση κοινωνικής και πολιτικής αποδιάρθρωσης.
Στην εποχή της κρίσης η «κανονικότητα» αποτελεί ουτοπία
Τα φαινόμενα κοινωνικής αποσύνθεσης, η κατάρρευση δομών, υπηρεσιών και υποδομών, η απαξίωση θεσμών και δημοκρατικών διαδικασιών, η αυτονόμηση τμημάτων της κρατικής εξουσίας, η εγκατάλειψη μεγάλων τμημάτων του πληθυσμού στην τύχη τους κοκ αναμένεται να κυριαρχήσουν την επόμενη περίοδο διαμορφώνοντας ένα πλαίσιο διάρρηξης της κοινωνικής συνοχής και παραπαίοντος πολιτικού συστήματος.
Ταυτόχρονα, οι εξελίξεις σε ευρωπαϊκό επίπεδο αναμένονται να είναι απρόβλεπτες και δυσοίωνες: αναμένεται επιδείνωση της ύφεσης, ένταση της λιτότητας και διόγκωση των κοινωνικών αδιεξόδων στις ευρωπαϊκές κοινωνίες, ενώ η κρίση χρέους θα συνεχίσει να αποσταθεροποιεί τη συνοχή της ευρωζώνης. Η διάχυση της ύφεσης σε όλο τον ευρωπαϊκό Νότο καθιστά πλέον το ευρύτερο ευρωπαϊκό πλαίσιο εντελώς ασταθές. Την εν λόγω αστάθεια επιτείνουν τα σχέδια των πολιτικών και οικονομικών ελίτ για την ενίσχυση της υποταγής του πολιτικού προσωπικού στη συγκεντρωτική οικονομική εξουσία μέσω της αντιδημοκρατικής θεσμικής αποτύπωσης της λιτότητας στην αρχιτεκτονική της ευρωζώνης.
Πρέπει να αποφύγουμε μια πολιτική ανάλυση που θεωρεί ότι βρισκόμαστε σε μια σχετικά ομαλή περίοδο, να αποφύγουμε συγκρίσεις και διαμόρφωση πολιτικής γραμμής στη βάση ομοιοτήτων με εντελώς διαφορετικές περιόδους, ενώ πρέπει να αυξήσουμε την εγρήγορσή μας μπροστά στις εντελώς νέες συνθήκες που βρισκόμαστε και να είμαστε ανοικτοί σε μη παραδοσιακές πολιτικές πρωτοβουλίες και εκφράσεις με διάθεση επινόησης και πρωτοτυπίας με προσεκτικό και σταθμισμένο τρόπο.
Η κυβέρνηση κάτω από το βάρος: α) της υφιστάμενης οικονομικής καταστροφής, β) της διαρκώς εντεινόμενης κοινωνικής αποδιάρθρωσης και γ) της εμμονής στη μνημονιακή πολιτική, δεν πρόκειται να αντέξει είτε στις εξωτερικές πιέσεις, είτε στις εσωτερικές εντάσεις. Συνεπώς, παρά την αποφασιστικότητα μέρους της κυβέρνησης για μια σκληρή και αυταρχική διακυβέρνηση που θα είναι σε θέση να φέρει σε πέρας έναν βαθύ και αντιδραστικό μετασχηματισμό της ελληνικής κοινωνίας, τελικά δεν θα μπορέσει να διαχειριστεί την κατάσταση, τουλάχιστον στο βαθμό που δεν εγκαταλειφθεί το στοιχειώδες δημοκρατικό πλαίσιο.
Η «οργάνωση» της ανατροπής προϋπόθεση για την «Κυβέρνηση της Αριστεράς»
Ο ΣΥΡΙΖΑ – ΕΚΜ πρέπει να είναι σε θέση ανά πάσα στιγμή να διεκδικήσει την εξουσία. Συνεπώς, απαιτείται ετοιμότητα και σχεδιασμός: α) σε κεντρικό πολιτικό/προγραμματικό επίπεδο με έμφαση στη διεύρυνση των οριζόντων της λαϊκής διεκδίκησης και β) σε οργανωτικό/κοινωνικό με την έννοια της διαμόρφωσης ισχυρών πυλώνων αυτοοργάνωσης μέσα στον λαό ώστε να υπάρχουν τα αναγκαία κοινωνικά στηρίγματα/υποκείμενα δίπλα σε μια κυβέρνηση της αριστεράς. Οι εν λόγω δύο άξονες πρέπει να συνδυαστούν με τη διαδικασία συγκρότησης του νέου κόμματος και την αποτύπωση αντίστοιχων χαρακτηριστικών στη δομή και την πολιτική και ιδεολογική φυσιογνωμία του νέου κόμματος.
Η αντιπολιτευτική μας στρατηγική πρέπει να είναι σκληρή, κινηματική και ασυμβίβαστη.Δεν πρέπει να διαμορφώνεται η αίσθηση ότι οι δικές μας θέσεις βρίσκονται σε ένα συνεχές με τις θέσεις της κυβέρνησης, πρέπει να αναδεικνύουμε με ένταση ότι πρόκειται για εντελώς διαφορετικές λογικές.
Απόλυτη προτεραιότητα στην ανάπτυξη συνδικαλιστικών και κοινωνικών αγώνων όπως επίσης και η οργάνωση του λαού σε επίπεδο γειτονιάς, χώρου εργασίας κοκ με μια λογική αυτό-οργάνωσης και ανάληψης της ευθύνης στους αντίστοιχους κοινωνικούς χώρους (αυτοδιαχείριση μονάδων που κλείνουν, οργάνωση της στήριξης νοσοκομείων, σχολείων και δημόσιων φορέων που απειλούνται, οργάνωση της αντίστασης σε κάθε επίθεση από την κυβέρνηση, οργάνωση της αυτοπροστασίας απέναντι σε κατασχέσεις, κοψίματα ηλεκτρικού ρεύματος, φασιστικών συμμοριών, εγκληματικών συμμοριών, οργάνωση δικτύων αλληλεγγύης κοκ) με ορίζοντα την διαμόρφωση πυλώνων λαϊκής κινητοποίησης ικανούς: α) να ανακόψουν την περαιτέρω εφαρμογή της ταξικής επίθεσης που συνιστούν τα μνημόνια, β) να στηρίξουν αποτελεσματικά και στιβαρά μια κυβέρνηση της αριστεράς στο μέλλον, γ) να αποτρέψουν τον ενδεχόμενο εκφασισμό τμημάτων του λαού.
Η ενωτική πολιτική γραμμή χρειάζεται επικαιροποίηση. Τόσο η συμμετοχή της ΔΗΜΑΡ στην κυβέρνηση όσο και η επιθετική στάση της ηγεσίας του ΚΚΕ την καθιστούν πολιτικά μη ρεαλιστική. Το επόμενο διάστημα πρέπει να έχουμε μια πολιτική ενότητας και «ανοιχτής πόρτας» προς τις δυνάμεις της αριστεράς για τη ουσιαστική συμβολή τους στην προσπάθεια που επιχειρεί ο λαός μαζί με τον ΣΥΡΙΖΑ-ΕΚΜ. Μεγάλη προσπάθεια πρέπει να γίνει για την κοινή δράση στο κοινωνικό πεδίο, ενώ η πολιτική ενότητας πρέπει να συνδυαστεί με μια ιδεολογική και πολιτική αντιπαράθεση με τις ηγεσίες της υπόλοιπης αριστεράς στη βάση: α) της καταστροφικής για τον λαό χάραξης διαχωριστικών γραμμών και καλλιέργειας του μίσους εντός της αριστεράς, β) της απάντησης της κριτικής από άλλες αριστερές δυνάμεις με στόχο όχι την ένταση των διαχωριστικών γραμμών, αλλά της θετικής ενσωμάτωσης της εν λόγω κριτικής.
Η κεντρικότητα του ζητήματος της δημοκρατίας για την αριστερά
Το ζήτημα της δημοκρατίας πρέπει να αποτελέσει κυρίαρχο ζήτημα της πολιτικής μας ατζέντας το επόμενο διάστημα, μιας και η απονεύρωσή της αποτελεί βασική στόχευση της κυρίαρχης πολιτικής. Η επιβολή των νόμων της αγοράς, ως ρυθμιστικοί παράγοντες στο σύνολο της κοινωνικής ζωής, προϋποθέτει την άρση κάθε δημοκρατικής οργάνωσης και διαδικασίας απόφασης. Η δημοκρατία απειλείται από την κυρίαρχη οικονομική και πολιτική τάξη, ενώ η ενίσχυση της ακροδεξιάς συνιστά σύμπτωμα της επίθεσης εναντίον της δημοκρατίας και της κοινωνίας. Πρέπει να θέσουμε τη δημοκρατία ως τον ακρογωνιαίο λίθο της δικής μας λογικής και το εφαλτήριο για τη δική μας ιδεολογική αντεπίθεση απέναντι στη νεοφιλελεύθερη αναγόρευση των αγορών σε απόλυτο ρυθμιστή της πορείας των κοινωνιών.
Επικαιροποίηση της στρατηγικής μας για την Ευρώπη και αναβάθμιση της πολιτικής μας πρότασης
Για την αποτελεσματικότερη αντιπολιτευτική μας στρατηγική απαιτούνται κάποιες κινήσεις αναβάθμισης της πολιτικής μας πρότασης:
α) προγραμματική εμβάθυνση σε επιμέρους πτυχές με βασικούς άξονες: 1) τον τρόπο αντιμετώπισης της ανθρωπιστικής κρίσης και της γενικότερης διάλυσης της χώρας μέσα από ένα σχέδιο γενικής κινητοποίησης του εναπομείναντος κρατικού μηχανισμού αλλά και του λαού, 2) το μοντέλο παραγωγικής ανασυγκρότησης της χώρας, 3) την πολιτική μας παρέμβαση στο ευρωπαϊκό γίγνεσθαι τόσο για την επίλυση του ζητήματος του χρέους όσο και για τη γενικότερη πορεία των ευρωπαϊκών κοινωνιών (συμμαχίες, πρωτοβουλίες, άσκηση βέτο και άλλων εργαλείων αναχαίτισης της λιτότητας πανευρωπαϊκά κοκ).
β) ιδιαίτερα για το ζήτημα της ευρωπαϊκής μας στρατηγικής απαιτείται επικαιροποίηση της αντίληψής μας για τον ευρωπαϊκό χώρο ως το ελάχιστο κρίσιμο μέγεθος για την αποτελεσματική αντιμετώπιση/ανατροπή της καπιταλιστικής αναδιάρθρωσης. Η προοπτική διάλυσης της ευρωζώνης κάτω από το βάρος των αντιφάσεών της, ή της θεσμικής αποκρυστάλλωσης μια αντιδημοκρατικής σκληρής νεοφιλελεύθερης πολιτικής λιτότητας και ισοπέδωσης των λαών με ορίζοντα τον ανταγωνισμό με τον ασιατικό καπιταλισμό, καθιστά απαραίτητη την αναβάθμιση της θέσης μας ότι η δική μας ευρωπαϊκή στρατηγική για την κοινή πορεία των ευρωπαϊκών λαών δεν εξαρτάται από τη συγκεκριμένη μορφή της ευρωπαϊκής ολοκλήρωσης ή του κοινού νομίσματος. Επίσης, οφείλουμε να λάβουμε υπόψη ότι στο φαντασιακό των λαών και ιδιαίτερα του ελληνικού η ΕΕ όλο και λιγότερο συνιστά το πλαίσιο εξασφάλισης της ευημερίας ή της στοιχειώδους προστασίας, ενώ ενισχύεται η θεώρηση ότι η ΕΕ αποτελεί το κέντρο από όπου μεθοδεύεται η σημερινή επίθεση. Στην ίδια κατεύθυνση μπορούμε να αναβαθμίσουμε: 1) τη θέση ότι η κοινή μοίρα των ευρωπαϊκών λαών μπορεί να περιλαμβάνει και ασυνέχειες (η διάλυση της υφιστάμενης μορφής ολοκλήρωσης δεν πρέπει να οδηγήσει σε έξαρση των εθνικών ανταγωνισμών, αλλά πρέπει να είναι η αρχή για μια νέα ολοκλήρωση κοκ), και 2) τη θέση ότι η ευρωπαϊκή μας στρατηγική βασίζεται στην υπεράσπιση των κατακτήσεων των ευρωπαϊκών λαών όπως η δημοκρατία και το κοινωνικό κράτος, οι οποίες τίθενται σήμερα στο στόχαστρο των νεοφιλελεύθερων οικονομικών και πολιτικών ελίτ της Ευρώπης.
Η πολιτική κρισιμότητα της κοινωνικής απεύθυνσης του ΣΥΡΙΖΑ-ΕΚΜ και της αντιμετώπισης του νεοναζιστικού κινδύνου
Ο κίνδυνος στασιμότητας (ή και μείωσης) της επιρροής του ΣΥΡΙΖΑ – ΕΚΜ σχετίζεται με τον ενδεχόμενο εκφασισμό των στρωμάτων που περιθωριοποιούνται. Με άλλα λόγια, τα υψηλά ποσοστά του ΣΥΡΙΖΑ – ΕΚΜ στις εργατικές και λαϊκές περιοχές (Β Πειραιά, Περιστέρι κοκ), δεν μπορεί να τα πλήξει ο κυβερνητικός συνασπισμός ο οποίος αδυνατεί να εφαρμόσει μια πολιτική που θα του έδινε ερείσματα εκ νέου σε αυτές τις περιοχές. Αυτός που μπορεί να αμφισβητήσει την ηγεμονία του ΣΥΡΙΖΑ –ΕΚΜ στις περιοχές αυτές είναι η ενδεχόμενη ενίσχυση της κινηματικής, νεοναζιστικής ακροδεξιάς. Η αναμέτρηση της νεοναζιστικής ακροδεξιάς (με την ευρεία έννοια του μιντιακού - (παρα)κρατικού - κινηματικού συμπλέγματος) και της αριστεράς για τη μορφή της λαϊκής κινητοποίησης, τον έλεγχο των περιοχών που πλήττονται από την κρίση και εν τέλει την ηγεμονία στα στρώματα που συνθλίβονται θα καθορίσει και το στίγμα της δικής μας πολιτικής στρατηγικής, αλλά και τη δυνατότητά μας να καθορίσουμε τις πολιτικές και κοινωνικές εξελίξεις στη χώρα.
Η κατίσχυση της αριστεράς σημαίνει ότι τα στρώματα αυτά συνεχίζουν να αποτελούν νευραλγικό κομμάτι της κοινωνικής συμμαχίας της αριστεράς, παραμένουν ενεργά τόσο κοινωνικά όσο και πολιτικά, είναι σε θέση να επηρεάσουν την έκβαση της πάλης στη χώρα μας κοκ. Αντικειμενικά εξασφαλίζουν το έδαφος για μια πολιτική στρατηγική που εστιάζει στα δικά τους συμφέροντα και ως εκ τούτου έχει ριζοσπαστικά χαρακτηριστικά, καθώς η αντιμετώπιση της κατάστασής τους προϋποθέτει βαθιές ριζοσπαστικές αλλαγές, ανάλογες της καταστροφής που έχει επέλθει.
Στην αντίθετη περίπτωση, δηλαδή στην περίπτωση που η αριστερά αποκοπεί από αυτά τα στρώματα από τη νεοναζιστική ακροδεξιά, τότε είναι σαφές ότι η δύναμη της αριστεράς θα υποστεί σημαντικό πλήγμα, καθώς θα χάσει το πιο νευραλγικό κομμάτι της κοινωνικής της απεύθυνσης. Από την άλλη, ο προσανατολισμός και η σύνθεση της κοινωνικής συμμαχίας που θα είναι σε θέση η αριστερά να πετύχει θα έχει στο επίκεντρο ανώτερα στρώματα, τα οποία παρά την πίεση που δέχονται, αντικειμενικά θα ρέπουν προς λιγότερο ριζοσπαστικές κατευθύνσεις και επιλογές, οι οποίες δεν μπορούν να αναχαιτίσουν αποτελεσματικά την καταστροφή που βρίσκεται σε εξέλιξη και άρα να συγκροτήσουν μια αποτελεσματική πολιτική στρατηγική (με δεδομένο ότι κάθε «μετριοπαθή» πολιτική στρατηγική είναι καταδικασμένη σε απαξίωση και γρήγορη εξαφάνιση σε αυτή τη συγκυρία).
Συνεπώς, η αντιμετώπιση του νεοναζιστικού κινδύνου δεν αποτελεί μια επιμέρους δραστηριότητα, αλλά κορυφαία πολιτική μάχη. Είναι κομβικής σημασίας ζήτημα για το επόμενο διάστημα ποιος θα καθορίσει τις διεργασίες στο κοινωνικό πεδίο και τι κατεύθυνση αυτές θα πάρουν τελικά. Υπό αυτή την έννοια, η επιδεξιότητα της αριστεράς να επηρεάσει τη μορφή της διάχυτης κοινωνικής δυσαρέσκειας είναι αποφασιστικής σημασίας, ιδιαίτερα ενόψει της ψήφισης των μέτρων.
* Ο Ανδρέας Καρίτζης είναι μέλος της ΚΠΕ του ΣΥΝ