Όσο το success story θα φθίνει, τόσο το cop story θα διογκώνεται.

Για μια ακόμα φορά η ηγεσία της αστυνομίας έκανε την πολιτική της επιλογή χτες το βράδυ. Από τη μια στη φασιστοσύναξη των χρυσών αβγών, που μετονομαστήκαν σε εθνικά αβγά, υπήρξε η ανοχή σε όλα τα εμετικά που συνέβησαν εκεί κι από την άλλη, στη συγκέντρωση των αντιφασιστών και αντιφασιστριών στο Σύνταγμα, επιβλήθηκε ο «νόμος και η τάξη», δηλαδή χημικά και αδιανόητη βία.

Κατεβαίνω στη πλατεία Συντάγματος περίπου στις 7:30 το απόγευμα και η εικόνα που αντικρίζω είναι ένας άνθρωπος ξαπλωμένος στο οδόστρωμα με νοσοκόμους των πρώτων βοηθειών να προσπαθούν να τον βοηθήσουν. Έχει προηγηθεί αναίτια επίθεση και διάλυση της συγκέντρωσης από τα ΥΑΤ. Ψάχνω να βρω τον επικεφαλής της αστυνομίας για να μου δώσει εξηγήσεις. Τον βρίσκω εμφανώς αναστατωμένο, μιας κι ο ίδιος έχει καταλάβει ότι ο τραυματίας δεν είναι και πολύ καλά. Μου λέει ότι έχει καλέσει ασθενοφόρο και δε γνωρίζει τι ακριβώς συνέβη αλλά μου επιβεβαιώνει την πληροφορία ότι δόθηκε εντολή να διαλυθούν οι συγκεντρωμένοι. Συνήθως αυτές οι εντολές έρχονται από τον Θεό, όπως οι φωνές που καθοδηγούν τον Πρωθυπουργό που βρίσκεται σε ανοικτή συνομιλία μαζί του. Δίπλα στον επικεφαλής, κάποιος αστυνομικός, ακούγοντας την κουβέντα μου λέει «εμείς δε του κάναμε τίποτα, έτρεχε κι έπεσε μόνος του στην άσφαλτο».

Κάπου εδώ, κι επειδή η αλήθεια έχει αρχίσει να χλομιάζει, προσπαθώ να μάθω κάποια πράγματα από τους πολίτες που είναι συγκεντρωμένοι στο σημείο αλλά και τους φωτορεπόρτερ που ήταν παρόντες. Και, φυσικά, μια άλλη εικόνα σχηματίζεται από τις περιγραφές και τις αδιαμφισβήτητες σκηνές που έχουν απαθανατίσει οι φωτορεπόρτερ.

Ο διαδηλωτής, λοιπόν, έχει χτυπηθεί ανηλεώς, το σπασμένο δόντι και το χτύπημα στο πίσω μέρος του κεφαλιού μου το επιβεβαιώνουν (αλλά και οι νοσοκόμοι), έχει συρθεί στην άσφαλτο σιδηροδέσμιος και σε ημιλιπόθυμη κατάσταση, κάτι που πλέον είναι γνωστό και από τις φωτογραφίες, κι όταν χάνει εντελώς τις αισθήσεις του οι αστυνομικοί τον παρατούν στην άσφαλτο και φωνάζουν «δεν αναπνέει, δεν αναπνέει». Ευτυχώς, η παρέμβαση των παιδιών των πρώτων βοηθειών αποτρέπει τα χειρότερα αλλά και οι ίδιοι μου λένε ότι προσπαθούν να βοηθήσουν έναν άνθρωπο που είναι πεσμένος αναίσθητος με δεμένα τα χεριά γιατί οι αστυνομικοί έκαναν 5 λεπτά να του βγάλουν τις χειροπέδες. Δυστυχώς, αυτό που θα επακολουθήσει είναι χειρότερο. Οπλισμένοι αστυνομικοί ακλουθούν τον τραυματία στο νοσοκομείο για να τον συλλάβουν μόλις αφεθεί, αν είναι καλά στην υγεία του, από το νοσοκομείο. Σε τηλεφωνική συνεννόηση που έχω με την βουλευτίνα Αφροδίτη Σταμπουλή, η οποία είναι παρούσα μαζί με άλλους αλληλέγγυους πολίτες στο νοσοκομείο, μου περιγράφει σκηνές του 1973 όταν οι αστυνομικοί έψαχναν τραυματίες στα νοσοκομεία. Αστυνομικοί της ΟΠΚΕ ακολουθούν τον τραυματία, που είναι εμφανώς σε κακή κατάσταση, παντού, μη τυχόν και το σκάσει! Μαζί με τους αστυνομικούς της ΟΠΚΕ είναι και τρία τέσσερα καρναβάλια- αστυνομικοί ντυμένοι διαδηλωτές, που κόβουν φάτσες για το αρχείο τους. 

Το σημερινό αποτέλεσμα που μαθαίνω είναι ότι ο τραυματίας έχει μηνυθεί απ’ όλη τη διμοιρία των ΥΑΤ για επίθεση εναντίον τους(!!!!). Κι εδώ η λογική σταματά, και ξεκινά κανονικά η χούντα. Αυτή η αυθαιρεσία των αστυνομικών να σπάζουν στο ξύλο πολίτες και μετά να τους μηνύουν πρέπει να κοπεί μαχαίρι. Αλλιώς οι σφαίρες που «εξοστρακίζονται» θα ξανακάνουν την εμφάνιση τους.

Υπάρχουν αρκετά βίντεο και φωτογραφίες για το κυνήγι των διαδηλωτών μέχρι το Μοναστηράκι με ξύλο και χημικά ακόμη και μέσα στο σταθμό του Μετρό αλλά και τις ράγες της γραμμής του τρένου.

Αυτά τα συμβάντα δεν είναι τυχαία, ούτε γίνονται κάτω από την πρόκληση των διαδηλωτών. Η πολιτική ηγεσία της ΕΛΑΣ έχει δώσει σαφή εντολή για απαγόρευση και πάταξη κάθε κινητοποίησης πολιτών. Ο δρόμος που τραβά αυτή η πρακτική είναι βέβαιο ότι θα μας οδηγήσει σε θύματα. Η πλήρης απαξίωση της ανθρώπινης ζωής, που αποδεικνύεται από τη συμπεριφορά των ειδικών δυνάμεων της αστυνομίας, δε μπορεί να μας αφήνει αδιάφορους.

Όσο το success story θα φθίνει, τόσο το cop story θα διογκώνεται. Η σιδερόφρακτη κοινωνία είναι πλέον γεγονός: μένει να δούμε αν αυτή η κοινωνία θα αποφασίσει να ρίξει τους φράκτες και θα διώξει τους τσομπάνηδες.

Ετικέτες