Θα μπορούσε να ονομαστεί και «Η ΜΑΝΑ», η ταινία του Λένι Άμπραχαμσον, η οποία είναι βασισμένη στο ομώνυμο μυθιστόρημα της Έμα Ντόναχιου.
Το εν λόγω έργο, κατά τη γνώμη μου, δεν θέλει να δείξει την ιστορία της απαγωγής και τον εγκλεισμό μιας νεαρής γυναίκας σε ένα μικρό δωμάτιο, αλλά κυρίως τη σχέση της μάνας με το επίσης έγκλειστο παιδί της, το οποίο έχει προκύψει κατόπιν βιασμού με τον απαγωγέα της.
Το δωμάτιο είναι η καθημερινότητά τους. Για τον μικρό Τζακ είναι μόνο αυτό και η μαμά του. Δεν υπάρχει και δεν ξέρει τι σημαίνει ο κόσμος. Η μητέρα του τον εκπαιδεύει για τα πάντα, ενώ ταυτόχρονα, τον προετοιμάζει τόσο για την δραπέτευση όσο και για τον έξω κόσμο. Για τον Τζακ, το δωμάτιο και η μητέρα του αντιπροσωπεύουν την ασφάλεια, αλλά και την προετοιμασία για το καινούριο. Και όταν αυτό συμβαίνει, η μητέρα του εξακολουθεί να είναι εκεί για να του παραστέκεται.
Η μητέρα του δεν είναι η σούπερ μαμά («τέλεια νοικοκυρά», «αποδοτική» και «καλή επαγγελματίας»). Η μητέρα του Τζακ είναι μια απλή μαμά. Δεν θυσιάζεται για το παιδί της. Αντίθετα, το φροντίζει και το προετοιμάζει. Για την δραπέτευση. Και τα καταφέρνουν. Διότι, η δραπέτευση θέλει τόλμη για να ξεπεράσεις τα εμπόδια.
Η προσωπική της φροντίδα είναι το παράδειγμα για το παιδί της, επειδή του μαθαίνει πώς να φροντίζει τον εαυτό του. Ακόμη και όταν η μητέρα του παθαίνει κρίση ταυτότητας και αναγκάζεται να λείψει και να επαναπροσδιορίσει τη νέα της, ελεύθερη, προσωπική ζωή, όταν επιστρέφει ξέρει πλέον τι θέλει. Είναι ξεκαθαρισμένη και δυνατή. Διότι, όπως εύστοχα λέει ο Σ. Κερσανίδης (Η Εποχή, 7-2-2016), η ελευθερία απαιτεί «το ξεβόλεμα και την εγκατάλειψη του καταφυγίου της ασφάλειας» ή όπως λέει ο Φίσερ, «Καθένας πρέπει να διασχίσει τον δικό του πόνο για να μπορέσει να βρει τη χαρά και την ευτυχία που είναι στην άλλα όχθη». Και η άλλη όχθη, του καθενός/-μιας, είναι έξω από το «δωμάτιο», δηλαδή από τον εκάστοτε εγκλεισμό-εγκλωβισμό.