Με την ανακοίνωση της ημερομηνίας των εκλογών στις 21 Μάη, μπαίνουμε και επίσημα στην τελική ευθεία μιας «πυκνής» περιόδου. Ο πολιτικός θυμός και -κυρίως!- η κινηματική ανάταση που εκδηλώθηκαν μετά τη «σταγόνα που ξεχείλισε το ποτήρι» στα Τέμπη, πατώντας και σε προηγούμενα δείγματα «αναθέρμανσης» της εργατικής αντίστασης, είναι τα πιο ευχάριστα νέα.

Οι μεγάλες κινητοποιήσεις του Μάρτη «σημάδεψαν» την συγκυρία και παρά τη δυσκολία να συνεχίσουν στους ίδιους ρυθμούς και με την ίδια ένταση, άφησαν ένα σημαντικό πολιτικο-κοινωνικό «αποτύπωμα» που μπορεί να αποδειχθεί πιο ανθεκτικό στη διαμόρφωση του χαρακτήρα της αμέσως επόμενης περιόδου.

Στο εκλογικό πεδίο, αποτυπώνεται (δημοσκοπικά) η κρίση της κυβέρνησης και η φθορά της Νέας Δημοκρατίας, συνυφασμένη με την άνοδο του «κοινωνικού ζητήματος» στις πολιτικές-εκλογικές προτεραιότητες των ανθρώπων. Αυτό αποτυπώνει κάτι βαθύτερο στο κοινωνικό πεδίο, μια ενίσχυση της διεκδικητικότητας η οποία έχει ήδη παράξει μια ρήξη με την παράδοση κινηματικής άπνοιας και εκλογικής αναμονής καθώς πλησιάζει η κάλπη. 

Η ενέργεια και η διαθεσιμότητα που εκφράστηκε «κεντρικά» και ως γενική «διαμαρτυρία» τις μέρες μετά τα Τέμπη, μπορεί να βρει διέξοδο και να υποστηρίξει μια συνέχεια στους διάφορους πιο «επί μέρους», αλλά και πιο «διεκδικητικούς» αγώνες που εμφανίζονται. 

Η συγκλονιστική συμμετοχή του κόσμου στη συναυλία «για το νερό» στη Θεσσαλονίκη ήταν ένα δείγμα «συνέχειας» αυτού του κλίματος ανάτασης και εμπέδωσης των πολιτικών συμπερασμάτων ενάντια στην ιδιωτικοποίηση. Αρκετοί άνθρωποί μας εκεί, το βίωσαν ως κάτι πολύ ευρύτερο από τη μάχη για το νερό, ως μια «στιγμή» συμπύκνωσης της μαζικής επανεμφάνισης της «άλλης Θεσσαλονίκης». 

Ο εμβληματικός και καθημερινός αγώνας των (πλέον επισφαλών και πολλών μεταναστών) εργαζομένων στην Volt, είναι μια ακόμα υπενθύμιση της ανάδυσης ενός νέου συνδικαλισμού που επιχειρεί να αναμετρηθεί με το σκληρό τοπίο που «εμπέδωσε» ο νεοφιλελευθερισμός τα προηγούμενα χρόνια. Είναι επίσης μια υπενθύμιση της αξίας προηγούμενων αγώνων -μια ανταπόκριση στην προσδοκία «άντε και στην Wolt τώρα!», που γεννήθηκε σε πολλούς και πολλές από εμάς τις μέρες της μεγάλης νίκης στην e-Food. 

Στους «παραδοσιακούς» πιο συνδικαλισμένους χώρους, συνεχίζεται η αδιάκοπη μάχη υπεράσπισης κεκτημένων, καθώς το «μαστίγιο» της κυβέρνησης δεν αφήνει κανένα περιθώριο εφησυχασμού: Η παράταση και η σκλήρυνση του μετώπου της «αξιολόγησης» στα σχολεία, οι αγώνες ενάντια στο προχώρημα της ιδιωτικοποίησης στην υγεία (Ογκολογικό Παίδων) και της στοχοποίησης όσων αντιστέκονται (Ευαγγελισμός), η χοντρή πρόκληση Βορίδη απέναντι στους εργαζομένους στους Δήμους, κ.ά. «τροφοδοτούν» την συνδικαλιστική αντίσταση στο ευρύτερο δημόσιο, που μπορεί να αποδειχθεί «σκληρό καρύδι» για τα δόντια των γιάπηδων γύρω από τον Μητσοτάκη.

Αυτές οι προοπτικές ενίσχυσης της εργατικής μαχητικότητας-διεκδικητικότητας ενισχύονται από τα μηνύματα από το εξωτερικό. Πίσω από τη γαλλική «ναυαρχίδα», ο ορίζοντας πυκνώνει από ένα «στόλο» μικρότερων και μεγαλύτερων εργατικών «πολεμικών πλοίων» που έρχονται από τη Βρετανία, την Πορτογαλία, τη Γερμανία και αλλού. Η πανευρωπαϊκή επιστροφή των απεργιών, στις πιο διαφορετικές δύσκολες/ιδιόμορφες συνθήκες (ρήγματος στις πρακτικές «κοινωνικής ειρήνης» στη Γερμανία, σε πείσμα της πιο σκληρής αντεργατικής νομοθεσίας στη Βρετανία, με ένα νέο συνδικαλισμό πρωτοπόρο στην Πορτογαλία) και με μια δυναμική εξάπλωσης/μετάδοσης που είχαμε να δούμε από το τοπίο «μετά το 2008», δεν είναι σύμπτωση, αλλά σημάδι των καιρών. 

Ο πληθωρισμός λειτουργεί ως ένα διαρκές σοκ, μια «βουκέντρα» που δεν αφήνει σε ησυχία κανέναν άνθρωπο που ζει (ή πλέον, προσπαθεί να ζήσει) από τη δουλειά του. Σε αυτές τις συνθήκες, το μισθολογικό ζήτημα γίνεται η «καρδιά» του κοινωνικού ζητήματος σε όλη την Ευρώπη και σπρώχνει σε δράση και διεκδίκηση. 

Τα αστικά επιτελεία γνωρίζουν τον πολιτικό κίνδυνο, και πασχίζουν (μάταια) να ελέγξουν την άνοδο του πληθωρισμού, αλλά αφήνουν εκτός συζήτησης κάθε μέτρο πίεσης των επιχειρηματικών κερδών, επικαλούμενες το μπαμπούλα του «σπιράλ μισθών-τιμών», ενώ ζούμε από το 2021 και μετά μια κραυγαλέα περίπτωση «σπιράλ κερδών-τιμών». Οι «λύσεις» που προκρίνουν (αύξηση επιτοκίων) απειλούν με μια νέα ύφεση και νέες πιέσεις πάνω στους εργαζόμενους, αλλά πλέον αποδεικνύονται δυνητικά επικίνδυνες και για τη συστημική σταθερότητα (κίνδυνοι τραπεζικής κρίσης). Και εδώ υπάρχει επίγνωση των κινδύνων, αλλά μένει επίσης εκτός συζήτησης η μόνη κοινωνικά δίκαιη λύση (απέναντι και στη «δημιουργική καταστροφή» και στην «κοινωνικοποίηση των ζημιών»), γιατί θα θίξει τους καπιταλιστές ιδιοκτήτες τους: η αναγκαία κρατικοποίησή τους και η λειτουργία τους υπό διαφανή-δημόσιο-εργατικό έλεγχο.

Τα δομικά προβλήματα του καπιταλισμού, η «συστημικότητα» της κρίσης από το 2008 και μετά, επιφυλάσσουν νέες οικονομικές περιπέτειες -και σε ένα τέτοιο αβέβαιο περιβάλλον βαδίζει και ο ελληνικός καπιταλισμός, που θα έρθει σύντομα αντιμέτωπος με την «επανενεργοποίηση» του Συμφώνου Σταθερότητας και τις σκληρές υποχρεώσεις στις οποίες έχει δεσμευτεί το ελληνικό κράτος κατά την συριζαϊκή… «έξοδο από τα μνημόνια».

Γι’ αυτό και αποκτά χαρακτήρα ισχυρού πονοκεφάλου για τους Έλληνες καπιταλιστές η εμφάνιση «πολιτικού προβλήματος» σε αυτή τη συγκυρία. Έχουν ανάγκη από μια κυβέρνηση ισχυρή και σταθερή, αλλά διαπιστώνουν ότι η μέχρι πρότινος εκλεκτή τους λύση (αυτοδύναμη ΝΔ) απομακρύνεται όλο και περισσότερο, ενώ οι προβαλλόμενες εναλλακτικές (ΣΥΡΙΖΑ-ΠΑΣΟΚ) δεν συγκεντρώνουν επαρκή δύναμη που θα τις καταστήσει αποτελεσματικότερες. 

Αυτόν τον πονοκέφαλο πρέπει να τον ενισχύσουμε. Δίνοντας ένα τελικό-συντριπτικό χτύπημα στον Μητσοτάκη. Αποσύροντας την εμπιστοσύνη μας από το στρατόπεδο του «προοδευτισμού». Κάνοντας τη ζωή των επίδοξων διαχειριστών της «επόμενης ημέρας» και κάθε κυβερνητικού σεναρίου («ευρείας συναίνεσης»;) όσο πιο δύσκολη γίνεται. 

Για να εξασφαλιστεί το πολιτικό τέλος του Μητσοτάκη, να υποστούν πλήγμα όλα τα σενάρια «σταθερότητας» στην υλοποίηση των αντεργατικών πολιτικών, να μετατραπεί η πολιτική κρίση σε «ρωγμή» από την οποία θα ξεπηδήσει μια νέα ορμητική εμφάνιση των αγώνων και των διεκδικήσεών μας. 

Ο καλύτερος δρόμος για να τα πετύχουμε αυτά ξεκινά από την επιμονή στους αγώνες και η εξάντληση κάθε δυνατότητας που άνοιξε η κινηματική ανάταση μετά τα Τέμπη, η συντήρηση της αγωνιστικής διάθεσης σε κάθε μικρό και μεγάλο χώρο και μέτωπο που προκύπτει. Περνά από την φετινή Πρωτομαγιά, όπου παρουσιάζεται η δυνατότητα μιας μαζικής παρέμβασης του εργατικού κινήματος στον «προεκλογικό» δημόσιο διάλογο, βάζοντας μπροστά τα δικά μας αιτήματα και διεκδικήσεις, ενώνοντας τις επιμέρους μάχες. Έχει ως επόμενο σταθμό τις κάλπες, όπου η ενίσχυση των δυνάμεων που στέκονται στα αριστερά του ΣΥΡΙΖΑ, θα αποδυναμώσει όλα τα σενάρια «κυβερνησιμότητας» και θα «θερμομετρήσει» τη διάθεση για αντιπολίτευση από τα κάτω και από τα αριστερά την επόμενη περίοδο. Για αυτή την κρίσιμη περίοδο θα χρειαστεί να προετοιμάζεται κάθε αγωνιστής και αγωνίστρια. Θα απαιτηθεί μια συστηματική προσπάθεια ενίσχυσης του κινήματος και των αγώνων, αλλά και ανασύνταξης μιας ριζοσπαστικής-αντικαπιταλιστικής Αριστεράς που θα μπορέσει να αποδειχθεί χρήσιμη σε αυτή την προσπάθεια. 

Ετικέτες