Τον Οκτώβρη του 1944, η αποχώρηση των ναζιστικών στρατευμάτων κατοχής από την Αθήνα σηματοδοτούσε μια μεγάλη ιστορική ευκαιρία: η αντιφασιστική νίκη ήταν εφικτό να μετατραπεί σε γενικότερη κοινωνική, σε σοσιαλιστική απελευθέρωση.
Ανάλογη ευκαιρία υπήρχε στη Γαλλία και στην Ιταλία, όπου η τελική νίκη των μακί και των παρτιζάνων θα μπορούσε να αλλάξει το δρόμο της ευρωπαϊκής ιστορίας. Να τελειώσει τον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο με τρόπο ανάλογο με αυτόν στον Α’ Παγκόσμιο Πόλεμο, δηλαδή με τη νίκη του σοσιαλισμού σε ένα σημαντικό τμήμα του πλανήτη. Μια τέτοια εξέλιξη θα άνοιγε διαφορετικές προοπτικές για την εργατική τάξη στη Ρωσία, για τις λαϊκές μάζες στην Κίνα, για ολόκληρο το σύγχρονο κόσμο.
Σήμερα γνωρίζουμε ότι αυτή η ιστορική ευκαιρία χάθηκε. Όχι για λόγους «αντικειμενικούς», όχι γιατί οι εργαζόμενοι και οι λαϊκές τάξεις δεν ρίχτηκαν με την απαραίτητη ενέργεια στη διεκδίκηση αυτού του μεγάλου στόχου. Αλλά για λόγους «υποκειμενικούς»: γιατί η πολιτική γραμμή και η στρατηγική των ηγεσιών των ΚΚ της εποχής δεν οδηγούσε στη σοσιαλιστική απελευθέρωση.
Η αυτοκριτική αναθεώρηση της ιστορίας του κινήματος και του κόμματος από την ΚΕ του ΚΚΕ, είναι μια πράξη που ανατρέπει πολλούς μύθους μέσα στους οποίους διαπαιδαγωγήθηκαν γενιές και γενιές στελεχών της Αριστεράς. Ομολογείται ότι το βασικό αίτιο της ήττας ήταν η απόσπαση του εθνικοαπελευθερωτικού-αντιφασιστικού στοιχείου του αγώνα από την αναγκαία επαναστατική στρατηγική κοινωνικής απελευθέρωσης. Δειλά και διστακτικά, αλλά για πρώτη φορά στην ιστορία του ΚΚΕ, υποδεικνύεται η σχέση μεταξύ των «λαθών» της ντόπιας ηγεσίας του ΚΚΕ, με τη γραμμή που ερχόταν από το «διεθνές κέντρο», από τη Μόσχα της εποχής του Στάλιν. Αξίζει να θυμίσουμε ότι για αυτούς τους δύο ισχυρισμούς έχουν στο παρελθόν συκοφαντηθεί, απομονωθεί και διαγραφεί (για να μην αναφερθούμε σε πιο βίαια περιστατικά…) πολλοί αγωνιστές της Αριστεράς, τόσο μέσα από τις γραμμές του ΚΚΕ όσο και έξω από αυτές, κυρίως από τον τροτσκιστικό χώρο.
Σήμερα ζούμε μια «στιγμή» μεγάλης ιστορικής πρόκλησης. Η απελευθέρωση από τα μνημόνια, η ανατροπή του νεοφιλελευθερισμού, η ανατροπή της σύγχρονης μορφής που παίρνει η καπιταλιστική εκμετάλλευση, είναι το ζήτημα που θα κρίνει τη νέα εποχή για τους εργαζόμενους και τις λαϊκές τάξεις.
Το καθήκον αυτό δεν μπορεί να εκπληρωθεί παρά με μια σοβαρή κλιμάκωση των αγώνων, παρά με μια μεγάλη αντεπίθεση του εργατικού κινήματος. Σε αυτό το καθήκον οφείλουμε να θυμόμαστε, να αξιοποιούμε τα μαθήματα και την πείρα των προηγούμενων αγώνων.
Σήμερα οι δανειστές και η ΕΕ δημιουργούν δικαιολογημένη αγανάκτηση σχετικά με την κατάργηση της λαϊκής κυριαρχίας. Σήμερα οι ΗΠΑ και το ΝΑΤΟ δημιουργούν δικαιολογημένους φόβους για το μείζον αγαθό της ειρήνης. Σήμερα η «πολιτισμένη» Δύση επιστρέφει στις πιο αποκρουστικές ρατσιστικές πολιτικές, αντιμετωπίζοντας τους πρόσφυγες, εκατομμύρια ανθρώπους, σαν σκουπίδια. Σήμερα στην Ευρώπη η εθνικιστική ακροδεξιά, οι ρατσιστικές συμμορίες και οι νεοφασίστες σηκώνουν ξανά το κεφάλι. Όμως η αποτελεσματική απάντηση σε αυτές τις προκλήσεις δεν μπορεί να ξεκόβει την αντίσταση στην καταπίεση από την αντίσταση στην εκμετάλλευση. Η απάντηση στη συνολική βαρβαρότητα που συνηθίσαμε να ονομάζουμε μνημονιακές πολιτικές δεν μπορεί να είναι άλλη από τη διεκδίκηση της αντικαπιταλιστικής, της σοσιαλιστικής απελευθέρωσης.
Σήμερα οι αναφορές στη μεγάλη δεκαετία του ’40 από την κυβέρνηση και το κόμμα του νεομνημονιακού ΣΥΡΙΖΑ, είναι μια πρόκληση για όλους και όλες στην Αριστερά. Μέσα από τις αναφορές στα «παλιά» προσπαθούν να νομιμοποιήσουν τα «τωρινά», να συγκεντρώσουν αποθέματα πολιτικής δύναμης για να τα βάλουν στην υπηρεσία του συμβιβασμού τους με την ντόπια κυρίαρχη τάξη και τους δανειστές.
Σήμερα τα καθήκοντα της στιγμής είναι το χτίσιμο των αγωνιστικών απαντήσεων: των απεργιών, των διαδηλώσεων, των καταλήψεων με στόχο την ανατροπή της πολιτικής τους.
Σήμερα είναι πιο αναγκαία από ποτέ η πολιτική στην ενότητα της δράσης, στη μετωπική συσπείρωση δυνάμεων που στην επόμενη πολιτική αναμέτρηση θα μπορέσει να στηρίξει αποφασιστικά την επιλογή της απελευθέρωσης από τα μνημόνια του νεοφιλελευθερισμού, της βάρβαρης λιτότητας, της καπιταλιστικής εκμετάλλευσης και της ιμπεριαλιστικής καταπίεσης.