Σε πείσμα των περισσότερων προβλέψεων και του συσχετισμού που είχε αποτυπωθεί στο κοινοβούλιο, ο νεοφιλελεύθερος τραπεζίτης Λάσο κέρδισε τις προεδρικές εκλογές στο Εκουαδόρ.

Στο δεύτερο γύρο των προεδρικών εκλογών, συγκέντρωσε 400 χιλιάδες ψήφους περισσότερες από τον Αντρές Αραούζ, συνεχιστή της παράδοσης των «προοδευτικών κυβερνήσεων» του Ραφαέλ Κορέα, και επικράτησε με 52,4% έναντι 47,6% (επί των εγκύρων).

Ο Λάσο, που είχε περάσει ασθμαίνοντας στο δεύτερο γύρο, κέρδισε την επίσημη στήριξη της συντριπτικής πλειοψηφίας των μικρών κομμάτων (κεντρώα, κεντροδεξιά, ακροδεξιά). Αυτά συγκέντρωναν όλα μαζί μερικές εκατοντάδες χιλιάδες ψήφους που τον «έβαζαν ξανά στο παιχνίδι» σε σχέση με τη θλιβερή απόδοση του πρώτου γύρου, αλλά δεν αρκούσαν για να κερδίσει.

Το αποτέλεσμα κρίθηκε από την εκλογική συμπεριφορά των υποστηρικτών δύο δυνάμεων που βρίσκονται στα αριστερά του Λάσο και που είχαν καταγράψει πολύ καλά αποτελέσματα στον πρώτο γύρο των προεδρικών και στις βουλευτικές. Η δημόσια στάση τους μεταξύ των δύο γύρων και η αριθμητική των ψήφων, επιτρέπει κάποιες εκτιμήσεις (με τη σχετική «αυθαιρεσία» που πάντοτε συνοδεύει τέτοιου τύπου προσεγγίσεις).  

Η Δημοκρατική Αριστερά, ένα σοσιαλφιλελεύθερο κόμμα συνδεδεμένο με τη «Σοσιαλιστική Διεθνή», αρνήθηκε να υιοθετήσει κάποιον υποψήφιο, καλώντας σε ψήφο «κατά συνείδηση». Ωστόσο, ο Χαβιέρ Χερβάς, ο «χαρισματικός» υποψήφιός της με την προνομιακή απεύθυνση σε τμήματα της νεολαίας, εξέφρασε τη δημόσια στήριξή του στον Λάσο, δηλώνοντας ότι ο τελευταίος «υιοθέτησε πτυχές του προγράμματός μας». (ο Χερβάς αναφέρεται σε κάποιες πινελιές «κοινωνικής ευαισθησίας» και «δωρεάν πρόσβασης στις νέες τεχνολογίες» που συνοδεύουν το νεοφιλελεύθερο πρόγραμμα του Λάσο). Εκ του αποτελέσματος, ένας  μεγάλος όγκος των ψηφοφόρων του στήριξε τον δεξιό υποψήφιο.

Η ισχυρή ιθαγενική ένωση CONAIE και το «Πατσατουκίκ», ο εκλογικός της βραχίονας, αρνήθηκαν να υιοθετήσουν κάποιον υποψήφιο, αλλά με πιο σαφή και ενεργητικό τρόπο, καλώντας τους υποστηρικτές τους να ρίξουν «άκυρο» στο δεύτερο γύρο. Δεν ήταν μια εύκολη απόφαση και ο  επικεφαλής της CONAIE διαφοροποιήθηκε αργότερα, δηλώνοντας την στήριξή του στον Αραούζ. Ένα τμήμα της ιθαγενικής κοινωνικής βάσης φαίνεται ότι κατευθύνθηκε όντως προς τον Αραούζ ως άμυνα απέναντι στον Λάσο, αλλά ένας κρίσιμος όγκος ακολούθησε το σύνθημα «δεν μας εκπροσωπεί κανείς τους»: Τα «άκυρα/λευκά» ήταν 1.930.000 και αποτελούσαν το 17,85% των ψήφων.

Ο Αραούζ δεν ηττήθηκε από έναν «δεξιό άνεμο», αλλά γιατί δεν κατόρθωσε να επανενώσει το κοινωνικο-πολιτικό μπλοκ που είχε εγγυηθεί τις νίκες του «κορεΐσμο» στο παρελθόν αλλά είχε διαρραγεί τα τελευταία χρόνια. Το ρήγμα -που πήρε χαρακτηριστικά πολεμικής στις φετινές εκλογές- αποδείχθηκε αγεφύρωτο.

Αξίζει να διαβαστεί συνοδευτικά προηγούμενο άρθρο που δημοσιεύτηκε σε αυτό το σάιτ. Περιγράφει τα αίτια και το βάθος αυτού του ρήγματος και συμβάλει εν μέρει στην ερμηνεία της ήττας του Αραούζ. Αναδεικνύει προβλήματα που είχαν διαφανεί στην αντίληψη τμήματος στελεχών του «Πατσατουκίκ», που ίσως αποδειχθούν επικίνδυνα στην προσπάθεια του Λάσο να βρει στήριξη στο κοινοβούλιο. Υπενθυμίζει τον πολιτικό-κοινωνικό συσχετισμό που αποτυπώθηκε στον πρώτο γύρο, τον οποίο «παραβιάζει» η ανάδειξη του Λάσο στην προεδρία. 

(Διαβάστε εδώ: Εκουαδόρ: Αριστερή στροφή και στρατηγικά διλήμματα)

Αυτά έχουν ιδιαίτερη αξία και για την εξήγηση της ανέλπιστης νίκης του Λάσο, στο φόντο αριστερόστροφων μετατοπίσεων και επιστροφής του ριζοσπαστισμού στους δρόμους, αλλά και για τις εκτιμήσεις της επόμενης μέρας.

Αυτή αφορά και το επίπεδο των θεσμών. Όπου το άθροισμα όλων των κομμάτων που στήριξαν επίσημα τον Λάσο απαρτίζουν μια θλιβερή μειοψηφία στο κοινοβούλιο. Όπου ακόμα και αν η Δημοκρατική Αριστερά δώσει την στήριξή της (υιοθετώντας τελικά το «πνεύμα» του Χαβιέρ Χερβάς), παραμένει κυβέρνηση μειοψηφίας. Η «Ένωση για την Ελπίδα» (το μέτωπο του «κορεΐσμο») και το «Πατσατουκίκ» είναι η πρώτη και η δεύτερη μεγαλύτερη δύναμη στο κοινοβούλιο -και χωρίς τη στήριξη ενός εκ των δύο, δεν προκύπτει κοινοβουλευτική πλειοψηφία για τον Λάσο. Δυστυχώς δεν είναι αυτονόητο ότι και τα δύο κόμματα (ή εκλεγμένα μέλη τους) θα αρνηθούν να «διευκολύνουν» τον Λάσο με κάποια «προγραμματικά ανταλλάγματα». Αν ωστόσο παραμείνουν απέναντι στην κυβέρνηση, δημιουργείται μια ιδιόμορφη συνθήκη μεταξύ νομοθετικής και εκτελεστικής εξουσίας.

Αφορά ωστόσο περισσότερο το επίπεδο της κοινωνίας. Η «εξαέρωση» του κόμματος PAIS όταν ο Μορένο έστριψε απότομα δεξιά το παλιό κόμμα του Ραφαέλ Κορέα, η ταυτόχρονη εντυπωσιακή άνοδος και των δύο πολιτικών ρευμάτων της Αριστεράς, η ενίσχυση των σοσιαλφιλεύθερων κεντροαριστερών εις βάρος των παραδοσιακών δεξιών κομμάτων, ο μεγάλος αριθμός οργισμένων/αποξενωμένων  «άκυρων/λευκών» από τον πρώτο κιόλας γύρο, ήταν εκλογικό αποτύπωμα μιας περιόδου που το ιθαγενικό και το εργατικό κίνημα του Εκουαδόρ ξαναέπιασαν το νήμα των μαχητικών τους παραδόσεων, με την Εξέγερση του Οκτώβρη του 2019, και γεύτηκαν τη δύναμή τους, υποχρεώνοντας τον πρώην πρόεδρο Μορένο να «παγώσει» τη συμφωνία με το ΔΝΤ πριν οδηγηθεί σε ταπεινωτική απόσυρση. Απέναντι σε αυτές τις κοινωνικές δυνάμεις, που προέρχονται από τέτοιες εμπειρίες, θα επιχειρήσει ο Λάσο να ξαναφέρει στο τραπέζι τις «φιλο-επενδυτικές» πολιτικές και την αναθέρμανση της συνεργασίας με το ΔΝΤ…

Την περίοδο της μεγάλης κρίσης των «προοδευτικών κυβερνήσεων», όταν η τάση «δεξιάς παλινόρθωσης» έδειχνε πολύ πιο ορμητική, ο Economist προειδοποιούσε τους θριαμβολογούντες ότι: «Το πρόβλημα είναι ότι οι ηγέτες της Λατινικής Αμερικής αντιμετωπίζουν πληθυσμούς που είναι σε κινητοποίηση και έχουν συνηθίσει σε καλές μέρες. Αυτό απαιτεί επιδέξιους κυβερνητικούς χειρισμούς. Αν αυτοί δεν υπάρξουν, η Λατινική Αμερική μπορεί να γίνει ακόμα πιο εύφλεκτη τα επόμενα χρόνια». Οι εμπειρίες των τελευταίων 2 χρόνων σε Βολιβία, Χιλή, Εκουαδόρ, αλλά και Αργεντινή, Περού, Κολομβία, Γουατεμάλα, επιβεβαίωσαν πλήρως την εκτίμηση-προειδοποίηση των έμπειρων συντακτών της ναυαρχίδας του διεθνούς αστικού Τύπου. Σε ένα τέτοιο «φεγγάρι» καλείται να κυβερνήσει το Εκουαδόρ ο Γκιγέρμο Λάσο…

Ετικέτες